Στη φασαρία που έγινε για τον ογδοντάχρονο, παρ’ ολίγον διοικητή του νοσοκομείου Καρδίτσας, χάσαμε το καλύτερο. Είναι αυτό που δημοσίευσε την περασμένη Κυριακή στην «Καθημερινή» η κ. Μιράντα Ξαφά. Αφορά δύο πρόσφατες εκθέσεις διεθνών οργανισμών για την ελληνική οικονομία: την ετήσια έκθεση του ΔΝΤ και την τριμηνιαία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο πλαίσιο της ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας.
Ανάμεσα στα καλά λόγια για το θετικό κλίμα που επικρατεί στην οικονομία και τις υπενθυμίσεις για μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν, υπάρχει κι ένας αριθμός που πρέπει να μας προβληματίσει. Στην έκθεση του ΔΝΤ σημειώνεται ότι την περίοδο 2012-2018 το κόστος συντήρησης ζημιογόνων κρατικών επιχειρήσεων (ΔΕΗ, ΛΑΡΚΟ, ΕΑΒ, ΕΛΤΑ, ΟΑΣΑ, ΟΑΣΘ, ΓΑΙΑΟΣΕ, αμυντικές βιομηχανίες, κ.ά.) «έφτασε το αστρονομικό ποσό των 18 δισ. ευρώ – δηλ. 2,6 δισ. ευρώ τον χρόνο, όσο το σύνολο των εσόδων από τον ΕΝΦΙΑ! Συζητάμε εδώ και τρία χρόνια αν θα καταργηθεί ή όχι η προσωπική διαφορά στις παλαιές συντάξεις, με ετήσιο όφελος 2 δισ. στον προϋπολογισμό, ενώ συγχρόνως ξοδεύουμε 2,6 δισ. επιδοτώντας ζημιογόνες κρατικές επιχειρήσεις χωρίς να γίνει καμία συζήτηση, καμία ανάλυση κόστους-οφέλους» («Καθημερινή» 24.11.2019).
Δεκαοκτώ δισ. ευρώ πέρασαν στα ψιλά της ειδησεογραφίας, ίσως επειδή αναβιώνει η, προ χρεοκοπίας, ευφορία στη χώρα. Θυμίζει τη στάση που είχαμε για την πορεία του χρέους κατά την επίχρυση δεκαετία του 2000. Ελάχιστοι είχαν εντυπωσιαστεί από αυτό που έγραφε το 2008 στην «Καθημερινή» ο κ. Στέφανος Μάνος: «Το δημόσιο χρέος στις 31.12.2003 ήταν 168 δισ. ευρώ. Τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 31.12.2007, έφθασε τα 216 δισ. ευρώ. Σε τέσσερα χρόνια προστέθηκαν χρέη 48 δισ. ευρώ. Τι είναι 48 δισ. ευρώ; Το 2007 το κράτος εισέπραξε από άμεσους και έμμεσους φόρους 48 δισ. ευρώ.
Η αύξηση του δημοσίου χρέους τα τελευταία 4 χρόνια είναι ίση με το σύνολο των φορολογικών εσόδων του 2007». (26.4.2008). Δύο χρόνια αργότερα, το 2010, και αφού τα σωρευμένα δανεικά του κράτους είχαν φτάσει τα 300 δισ. ευρώ, όλοι άρχισαν να ελεεινολογούν «τις κυβερνήσεις που μας χρεοκόπησαν». Ολες τις κυβερνήσεις, όλους τους πολιτικούς και όλα τα ΜΜΕ «γιατί δεν μας τα είπατε».
Τώρα υπάρχει μία επιπλέον παράμετρος. Αυτή τη στιγμή έχει γίνει εθνικός στόχος «η μείωση των υπερβολικών πλεονασμάτων που κληροδότησε στη χώρα ο ΣΥΡΙΖΑ». Ολες οι πολιτικές δυνάμεις συναινούν στη διαπραγμάτευση για να μειωθούν από το 3,5% στο 2% του ΑΕΠ, «ώστε να έχει ελπίδες ανάπτυξης η χώρα». Πόσο είναι το 1,5% του ΑΕΠ που θέλουμε να εξοικονομήσουμε; Περί τα 2,7 δισ., όσο περίπου ξοδεύουμε για τη συντήρηση των ζημιογόνων κρατικών επιχειρήσεων. Με αυτά τα δεδομένα, το μόνο που έχουμε να ευχηθούμε στον κ. Κυριάκο Μητσοτάκη είναι «καλή επιτυχία στη διαπραγμάτευση, αν και δεν τη βλέπουμε…».