ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΕΙΤΑΙ ΤΟ ΤΑΜΕΙΟ ΔΙΚΑΙΗΣ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ για τη στήριξη της Δυτικής Μακεδονίας που θα πληγεί οικονομικά από την αλλαγή του μοντέλου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και τη σταδιακή μείωση – απεξάρτηση της παραγωγής από το λιγνίτη
Στόχος είναι τα χρήματα αυτά να επενδυθούν για να στηριχθεί η απασχόληση και η επιχειρηματικότητα στη Δυτική Μακεδονία
Απελευθέρωση πόρων προβλέπεται για το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης των λιγνιτικών περιοχών, για τα ευρωπαϊκά ανταγωνιστικά προγράμματα και το ΕΣΠΑ, για την αξιοποίηση δωρεών και χορηγιών και για την καταβολή φόρων και άλλων υποχρεώσεων του Πράσινου Ταμείου, πάνω από το όριο του 2,5%.
Σημειώνεται ότι στο ίδιο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών έχει εισαχθεί και δεύτερη τροπολογία του ΥΠΕΝ που αφορά στους ΦοΔΣΑ και η οποία προβλέπει μεταξύ άλλων την παράταση συγκρότησής τους μέχρι τη δημοσίευση του Νόμου, εντός της οποίας οι Δήμοι θα ολοκληρώσουν τις διαδικασίες σχηματισμού και προσαρμογής των ΦοΔΣΑ. Ο Αν. ΥΠΕΝ, Σωκράτης Φάμελλος, παρουσιάζοντας την τροπολογία δεσμεύτηκε για τηνολοκλήρωση όλων των διοικητικών θεμάτων των ΦοΔΣΑ, εντός του Φεβρουαρίου, ώστε να ενεργοποιηθούν οι δράσεις ανακύκλωσης και η υλοποίηση των έργων υποδομής που χρηματοδοτεί το ΕΣΠΑ.
Η παγκόσμια και η ευρωπαϊκή πορεία προς την «οικονομία χαμηλού άνθρακα» επιβάλλεται από την ανάγκη μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Η Ελλάδα, όπως και όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει δεσμευτεί σε φιλόδοξους στόχους μείωσης εκπομπών για το 2030, και οι στόχοι αυτοί αναμένεται ότι θα είναι ακόμα πιο φιλόδοξοι για το 2050.
Ωστόσο, η προσπάθεια για το μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, αναμένεται να πλήξει και να τροποποιήσει την οικονομία, την απασχόληση και τον κοινωνικό ιστό σε περιοχές όπου η τοπική οικονομία βασίζεται [σχεδόν] αποκλειστικά στον άνθρακα (εξορυκτική δραστηριότητα, ηλεκτροπαραγωγή), γεγονός που αναγνωρίζεται πλέον ευρύτατα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Στην Ελλάδα, οι περιοχές που αναμένεται να επηρεαστούν ιδιαίτερα από τη μετάβαση σε μία οικονομία χαμηλού άνθρακα είναι η Περιφέρεια Δυτ. Μακεδονίας [ΠΕ Κοζάνης και Φλώρινας] και ο Δήμος Μεγαλόπολης.
Με στόχο την αναπτυξιακή στήριξη των περιοχών, η Ελληνική Πολιτεία ίδρυσε «Ειδικό Λογαριασμό για τη Δίκαιη Μετάβαση των Λιγνιτικών Περιοχών», ο οποίος θα χρηματοδοτηθεί από μέρος των εσόδων της χώρας από τον εκπλειστηριασμό δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Για την περίοδο 2018-2020, το ποσό που θα διατεθεί μέσω του συγκεκριμένου Ειδικού Λογαριασμού ανέρχεται συνολικά σε 60 εκατομμύρια ευρώ (20 εκατομμύρια ευρώ ανά έτος).
Τα χρήματα του Ειδικού Λογαριασμού θα διατεθούν για την υλοποίηση συγκεκριμένων δράσεων και έργων. Τα ειδικά κριτήρια για οποιαδήποτε δράση/έργο που θα χρηματοδοτηθεί είναι τα ακόλουθα:
1. Συμβατότητα με τον ευρύτερο αναπτυξιακό στόχο μίας δίκαιης μετάβασης, δηλ. επένδυση στη διαφοροποίηση των οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων των περιοχών.
2. Δημιουργία μακροπρόθεσμων θέσεων εργασίας.
3. Μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος και του ενεργειακού αποτυπώματος σε σχέση με την υφιστάμενη κατάσταση.
4. Συμβατότητα με το πρότυπο της κυκλικής οικονομίας, δηλαδή μείωση/μηδενισμός αποβλήτων σε σχέση με την υφιστάμενη κατάσταση και εφαρμογή «κυκλικών» ή «συμβιωτικών» λύσεων.
Στη δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση κατατέθηκαν και διατυπώθηκαν πολλές γνώμες, επιθυμίες και προτάσεις από φορείς και ιδιώτες της Δυτικής Μακεδονίας οι οποίες κινήθηκαν περίπου στους ίδιους άξονες.
Άξια αναφοράς είναι η γνώμη – άποψη του Χρήστου Κολοβού (Δρ Μηχανικού Μεταλλείων – Μεταλλουργού Μηχανικού Ε.Μ.Π.
Μέλος Περιφερειακής Επιτροπής Διαβούλευσης Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας), η οποία κινήθηκε σε διαφορετικά επίπεδα και την οποία παραθέτουμε:
Καταρχήν ο «Ευρωπαϊκός στόχος» για «απανθρακοποίηση της ηλεκτροπαραγωγής» είναι απατηλός, εσφαλμένος και για πολλούς λόγους εν πολλοίς τεχνικά ανέφικτος. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 η ΕΕ δαπανά όλο και περισσότερα για εισαγωγές ενέργειας και σήμερα δαπανά πάνω από 1 δισεκατομμύριο ευρώ κάθε ημέρα. Οι εγχώριοι ενεργειακοί πόροι της ΕΕ είναι περιορισμένοι, η Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη έχουν αποθέματα γαιανθράκων και δεν είναι καθόλου λογικό να προωθείται «απανθρακοποίηση» των χωρών αυτών επειδή η Δυτική Ευρώπη έχει πλέον ήδη εξαντλήσει τους δικούς της γαιάνθρακες. Ούτε και είναι «απανθρακοποίηση» η διαρκής αύξηση εισαγωγών φυσικού αερίου, (το οποίο βεβαίως και περιέχει άνθρακα), αντίθετα είναι αύξηση της ενεργειακής εξάρτησης της ΕΕ.
Σε ό,τι αφορά το κατ’ ευφημισμό «Εθνικό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης», είναι εντελώς γελοίο να νομίζει κανείς πως με 60 εκατομμύρια ευρώ στην τριετία 2018-2020 μπορεί να κάνει ο,τιδήποτε ουσιαστικό στις λιγνιτοπαραγωγές περιοχές για να υποκαταστήσει τη φθίνουσα δραστηριότητα της ΔΕΗ. Για να έχουμε εικόνα των μεγεθών, τα 60 εκατομμύρια ευρώ στην τριετία είναι μόνο κάτι ελάχιστα περισσότερο απ’ τις αγορές υλικών που κάνει η ΔΕΗ από την τοπική αγορά του Ν. Κοζάνης. Μια τοπική αγορά στην οποία επιπλέον «πέφτουν» μισθοί και αγορά υπηρεσιών.
Η περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας πριν την έναρξη της αξιοποίησης των λιγνιτικών κοιτασμάτων είχε καθαρά γεωργικό και κτηνοτροφικό χαρακτήρα και οι κάτοικοι μετανάστευαν σ’ όλο τον πλανήτη για να βρουν στον ήλιο μοίρα. Στον 21ο αιώνα οι λύσεις δεν μπορούν ν αναζητούνται στον πρωτογενή τομέα, αντίθετα, η περιοχή έχει ανάγκη από εναλλακτικές δραστηριότητες στο βιομηχανικό τομέα, οι οποίες θα αξιοποιήσουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματά της. Τέτοια πλεονεκτήματα είναι η ύπαρξη ενός πολύ καλά καταρτισμένου βιομηχανικά εργατικού δυναμικού, καθώς και Πανεπιστημίου και ΤΕΙ, καλό οδικό δίκτυο και σιδηροδρομική σύνδεση με το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, η Εγνατία που συνδέει με το λιμάνι της Ηγουμενίτσας και την περιοχή της Κων/πολης, μεγάλες εκτάσεις «καθαρές» από αρχαιολογική άποψη, πληθώρα διαθέσιμου μηχανολογικού εξοπλισμού και βιομηχανικών υποδομών λόγω της ύπαρξης της ΔΕΗ, κλπ. Στις επόμενες παραγράφους δίνω δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα ανάδειξης εναλλακτικών βιομηχανικών δράσεων:
• Η πολιτική της δήθεν «απανθρακοποίησης» είναι επικίνδυνο ν αφήσει τη Δυτική Μακεδονία με ανεκμετάλλευτα κοιτάσματα λιγνίτη στα ήδη ανοικτά ορυχεία, τα οποία θα είναι πολύ πιο δύσκολο ν’ αποκατασταθούν. Προκειμένου ν’ αποφευχθεί άσκοπη σπατάλη ή καταστροφή εθνικού πλούτου, από το 2012 είχα προτείνει στη ΔΕΗ την κατασκευή εργοστασίου παραγωγής ξηρού λιγνίτη δίπλα στη νέα μονάδα Πτολεμαϊδα 5. Η μονάδα ήδη κατασκευάζεται, το ξηραντήριο όχι. Ο Ελληνικός ξηρός λιγνίτης είναι περιζήτητος διεθνώς ως αναγωγικό μέσο στη μεταλλουργία και η κατασκευή του ξηραντηρίου θα επιτρέψει εξωηλεκτρικές χρήσεις του λιγνίτη, όπως π.χ. τηλεθερμάνσεις σε μικρότερους οικισμούς, διατηρώντας περιορισμένη απασχόληση στα ορυχεία και πιο ομαλή μετάβαση στη μεταλιγνιτική εποχή.
• Η δήθεν «απανθρακοποίηση» θα έπρεπε πρώτα και κύρια να στρέφεται στη μείωση εισαγωγών καυσίμων για τις μεταφορές. Η Ελλάδα αποτελεί προνομιακό χώρο για την εισαγωγή της ηλεκτροκίνησης στα νησιά και τα μεγάλα αστικά συγκροτήματα, όπου οι διανυόμενες αποστάσεις είναι μικρές. Η ηλεκτροκίνηση με αυτοκίνητα αργεί ακόμα, αλλά η ηλεκτροκίνηση με μοτοσυκλέτες μπορεί να προηγηθεί, δεν είναι απαραίτητο να εξελιχθούν ταυτόχρονα. Από το 2015 είχα προτείνει στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας την κατασκευή στην περιοχή μιας μονάδας παραγωγής ηλεκτρικών μοτοσυκλετών/σκούτερ σε συνεργασία με τη ΔΕΗ. Την πρόταση μετέφερα και στη ΔΕΗ, που την είδε θετικά. Η παραγωγή θα μπορούσε να γίνει σε συνεργασία π.χ. με Κινέζο κατασκευαστή, στα πλαίσια της πολιτικής της Κίνας «One Belt, One Road», στοχεύοντας καταρχήν στις αγορές των Βαλκανίων, της Κων/πολης και της Μ. Ανατολής, ή και σε συνεργασία με Ευρωπαίο κατασκευαστή. Δυστυχώς, πέρα απ’ την αποδοχή της πρότασης από Περιφέρεια και ΔΕΗ, τίποτα δεν προωθήθηκε για υλοποίηση. Αλλά οι λύσεις δεν έρχονται έτοιμες, χρειάζονται ενασχόληση και αφοσίωση.
Στο τέλος του υπό διαβούλευση κειμένου αναφέρεται πως η αυτοδιοίκηση εκπονεί «αναθεωρημένα αναπτυξιακά σχέδια και οδικούς χάρτες». Αυτό από μόνο του αποτελεί λόγο ανησυχίας, καθώς η αυτοδιοίκηση έχει αποδείξει επανειλημμένα την πλήρη αδυναμία της να διατυπώσει αξιόπιστη πρόταση για το μέλλον της περιοχής, επειδή προσπαθεί ν’ αντιγράψει δράσεις άλλων χωρών χωρίς να μπορεί να αναλύσει τις Ελληνικές ιδιαιτερότητες και χωρίς όραμα για το μέλλον. Επιπλέον, όπως είναι διαμορφωμένο το «Εθνικό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης», με αποσπασματικές χρηματοδοτήσεις δράσεων ήδη απ’ το 2018, απλώς διασπά πόρους. Κάτι που έχουμε ήδη δει στη Δυτική Μακεδονία να συμβαίνει εδώ και χρόνια από την αυτοδιοίκηση, με τη διαχείριση του Τοπικού Πόρου, που έχει κατασπαταληθεί χωρίς ορατό αποτύπωμα στην περιοχή.
Συνοψίζοντας, εστιάζω σε δύο πόλους: α) η «δίκαιη» μετάβαση απαιτεί πολύ περισσότερους πόρους και θα πρέπει να βρεθεί κατάλληλη χρηματοδότηση, β) να αποφευχθεί η πολυδιάσπαση των πόρων.