Από τα χιλιάδες φάρμακα που κυκλοφορούν, ελάχιστα παραμένουν δημοφιλή, ύστερα από κάποιο χρονικό διάστημα, με πρωταθλητή, στην κατηγορία αυτή, το ακετυλοσαλικυλικό οξύ, τη γνωστή ασπιρίνη. Το αναλγητικό αυτό παρασκευάζεται στην εντυπωσιακή ποσότητα των 40.000 τόνων ετησίως, που αντιστοιχούν σε περίπου 6 γραμμάρια για κάδε κάτοικο του πλανήτη μας. Παρέχεται με 100 και πλέον διαφορετικά σκευάσματα (ονόματα) σε όλο τον κόσμο.
Η λέξη ασπιρίνη έχει ελληνική καταγωγή: η ρίζα της βρίσκεται στο σπιραϊκό οξύ, όπως λεγόταν παλιά το σαλικυλικό οξύ, διότι απαντά – εκτός από την ιτιά (salix) – και στο θάμνο Spiral Ulmaria. Το αρκτικό α- προέρχεται από το ακετύλιο, δηλαδή την ομάδα που προκύπτει από το οξεικό οξύ με την αφαίρεση ενός υδροξυλίου.
Το μάσημα φλούδας ή φύλλων ιτιάς ήταν γνωστό από την αρχαιότητα ότι ρίχνει τον πυρετό και καταπραΰνει τους πόνους. Όταν διαπιστώθηκε η περιεκτικότητά τους σε σαλικυλικό οξύ, που προκύπτει από χημική επεξεργασία, οι χημικοί δεν γνώριζαν ακόμα ότι αυτό «απαντά» μεταμφιεσμένο σε σαλικίνη – προϊόν αναγωγής του οξέος προς την αντίστοιχη αλκοόλη ενωμένη με γλυκόζη. Στον οργανισμό μας, μετατρέπεται σε σαλικυλικό οξύ, που είναι και το πραγματικό φάρμακο (δραστική ουσία).
Συνθετικά το σαλικυλικό οξύ παρασκευάστηκε το 1860, με την μέθοδο Kolbe. αλλά η παραγωγή του οξέος, σε μεγάλη κλίμακα, αποτελούσε πολύ δύσκολη υπόθεση από τεχνική άποψη, ενώ το κόστος του θα ήταν τεράστιο. Χρειάστηκε να περάσουν άλλα 20 χρόνια, μέχρι να βρεθεί ένας πιο πρόσφορος τρόπος παρασκευής του. Το σαλικυλικό οξύ χρησιμοποιήθηκε, κυρίως, εναντίον της αρθρίτιδας, με εξαιρετικά αποτελέσματα, αλλά ήταν τόσο τοξικό που γρήγορα εγκαταλείφθηκε. Σήμερα χρησιμοποιείται μόνο στην φθορά των υπερπλασιών του δέρματος (καταπολέμηση των κάλων στα πόδια) λόγω της διαβρωτικής του δύναμης.
Με σκοπό να μετριάσουν την τοξικότητα του σαλικυλικού οξέος (που αποτελεί, ταυτόχρονα, φαινόλη και καρβοξυλικό οξύ), οι χημικοί άρχισαν να παρασκευάζουν παραλλαγμένες μορφές του, με την ελπίδα ότι κάποια δα είχε ανάλογα ευεργετικά αποτελέσματα χωρίς, αντίστοιχα, μεγάλη τοξικότητα. Η σύνθεση της ασπιρίνης πραγματοποιήθηκε το 1899 από τον Felix Hoffman (Bayer), με μια απλή αντίδραση του σαλικυλικού οξέος με οξικό ανυδρίτη. Η τοξικότητά της, για τα δεδομένα της εποχής, ήταν μικρή, ενώ η φαρμακευτική της δράση ικανοποιητική. Σε 2 χρόνια άρχισε η βιομηχανική της παραγωγή, με μεγάλη επιτυχία: υπήρξε το πρώτο συνθετικό φάρμακο με αξιόλογες αναλγητικές και αντιπυρετικές ιδιότητες, οι οποίες το διατηρούν ακόμα σε υψηλή θέση στις δικές μας προτιμήσεις, αλλά όχι και όλων των γιατρών, επειδή παρουσιάζει σοβαρά μειονεκτήματα, (ανεπιθύμητες ενέργειες: άσθμα, αλλεργίες, οίδημα, ναυτία, εμετός, αναιμία, διάρροια, διαταραχές όρασης και ακοής, δίψα, εφίδρωση, διανοητική σύγχυση). Η πιο σοβαρή όμως ανεπιθύμητη δράση της είναι η μετατροπή της σε σαλικυλικό οξύ στο στομάχι, όπου προκαλεί αιμορραγίες, εξαιτίας του διαβρωτικού του χαρακτήρα (χρόνος ημιζωής 15 λεπτά σε υδατικό περιβάλλον)..
Οι φαρμακολογικές ιδιότητες της ασπιρίνης δεν περιορίζονται στον αντιπυρετικό και αναλγητικό χαρακτήρα της, αφού έχει επίσης αντιφλεγμονώδη δράση και καταπολεμά το σχηματισμό θρόμβων στο αίμα. Σε όλες τις περιπτώσεις, το σαλικυλικό οξύ αποτελεί το δραστικό συστατικό που δεσμεύει ένα ένζυμο, το οποίο καταλύει το σχηματισμό των προσταγλανδινών. (μη αντιστρεπτή απενεργοποίηση της κυκλοοξυγενάσης μέσω trans ακετυλίωσης της λυσιλοαμινομάδας του ενζύμου της αλβουμίνς ή της κυκλοοξυγενάσης ή και της μεμβράνης των αιμοπεταλίων. Ο παραπάνω μηχανισμός ισύει μόνο και την ασπιρίνη και όχι για το σαλικυλικό οξύ που πιθανόν παρεμποδίζει την μετανάστευση των λευκοκυττάρων στην περιοχή της φλεγμονής. Εκτός από το σαλικυλικό οξύ η ασπιρίνη μεταβολίζεται σε σαλικυλ-ουρικό οξύ και σε γεντισικό οξύ και στα γλυκουρονίδια αυτών
Το σαλικυλικό οξύ είναι διαδεδομένο σε φρούτα και λαχανικά, όπως στα σταφύλια, στα αμύγδαλα, στις ελιές, στις ντομάτες, και στις μελιτζάνες, καθώς και στο τσάι. Η ωφέλεια της «μεσογειακής δίαιτας», που αποτρέπει τις καρδιακές παθήσεις, οφείλεται εν μέρει στο σαλικυλικό οξύ των συγκεκριμένων τροφών σε συνδυασμό και με τα ακόρεστα έλαια και τα φαινολικά αντιοξειδωτικά που περιέχουν άλλες τροφές της δίαιτας αυτής, όπως τα ψάρια, τα όσπρια, το λάδι και το κρασί. Μερικοί επιστήμονες θεωρούν το σαλικυλικό οξύ τόσο απαραίτητο ώστε του αποδίδουν ιδιότητα βιταμίνης..
Η κατανόηση, σε μοριακό επίπεδο, των μηχανισμών εκδήλωσης των ασθενειών οδηγεί στην επινόηση φαρμάκων που αντιμετωπίζουν ριζικά την ασθένεια. Η έκφραση «χρειάζεται θεραπεία και όχι ασπιρίνες» συνιστά κυριολεξία και μεταφορά συγχρόνως, αφού έχει καθιερωθεί στον πολιτικό λόγο αλλά και στην καθημερινή ομιλία. Το ακετυλοσαλικυλικό οξύ που είχε χρησιμοποιηθεί για την αρθρίτιδα δεν θεράπευε απλώς μετρίαζε τον πόνο. Συγκεκριμένα, το αίτιο εκδήλωσης ουρικής αρθρίτιδας συνίσταται στο σχηματισμό και στη συσσώρευση ουρικού ασβεστίου στους μύες με τη μορφή αιχμηρών κρυστάλλων οι οποίοι ερχόμενοι σε επαφή με τα νεύρα προκαλούν πόνο. Η σωστή αντιμετώπιση της ασθένειας αυτής γίνεται σήμερα παρεμποδίζοντας το σχηματισμό ουρικού οξέος, το οποίο προκύπτει κατά την οξείδωση της ξανθίνης —ενός προϊόντος αποικοδόμησης των νουκλεϊκών οξέων. Η παρεμπόδιση αυτή επιτυγχάνεται απενεργοποιώντας το υπεύθυνο για την παραγωγή του ουρικού οξέος ένζυμο, με τη χορήγηση αλλοπουρινάλης, μιας ένωσης δομικά συγγενούς με την ξανθίνη.
Καταλήγοντας, αξίζει να αναφερθεί ότι η εκτεταμένη παρουσία σαλικυλικού οξέος στα φυτά δεν είναι τυχαία, καθώς αυτό αποτελεί επίσης φάρμακο εναντίον των δικών τους εχθρών. Ο φυσικός συγγενής της ασπιρίνης, η σαλικίνη, δρα αποτρεπτικά εναντίον των εντόμων που απομυζούν τους χυμούς της ιτιάς ή άλλων δέντρων. Μερικά σκαθάρια όμως κατάφεραν να ξεπεράσουν το εμπόδιο και, πλέον, όχι μόνο τρέφονται από τα δέντρα, αλλά έχουν φτάσει στο σημείο να αποθηκεύουν τη σαλικίνη και να τη χρησιμοποιούν ως το δικό τους χημικό όπλο, το οποίο εκτοξεύουν, με τη μορφή σπρέι, εναντίον των εχθρών τους. Με τον τρόπο αυτό γευματίζουν ανενόχλητα εξασφαλίζοντας, παράλληλα, και το οπλοστάσιό τους.
Ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η παραγωγή και η κυκλοφορία του σαλικυλικού οξέος στα φυτά του καπνού. Κανονικά, τα υγιή φυτά δεν περιέχουν καθόλου το συγκεκριμένο οξύ, μόλις όμως προσβληθούν από κάποιον ιό, συνθέτουν έναν εστέρα του με μεθανόλη, το σαλικυλικό μεθύλιο. Πρόκειται για την ίδια ένωση που παλιότερα χρησιμοποίησαν σε εντριβές, με το όνομα sloans. Το σαλικυλικό μεθύλιο είναι πτητικό και απελευθερώνεται από τα φύλλα, χωρίς όμως να χαθεί στον αέρα, αφού ένα μέρος του διοχετεύεται στα γειτονικά φυτά, τα οποία έχουν την ικανότητα να το προσλάβουν. Εκεί, μετατρέπεται ξανά σε σαλικυλικό οξύ, το οποίο χρησιμεύει ως φάρμακο εναντίον του ιού. Η «συναδελφικότητα» των φυτών, που, σε μια άλλη περίσταση, εκφράζεται ως προειδοποίηση εδώ αποκτά χαρακτήρα «αλτρουισμού».
Η ασπιρίνη ήταν ή κύρια ουσία (και σίγουρα η πρώτη που αναλύθηκε) πάνω στην οποία με την χρήση φθορισμομετρικών μεθόδων ανάλυσης βασίστηκε η διδακτορική μου διατριβή.
Δημήτρης Κωνσταντιανός
Ph.D. Χημικός