Η έκκριση από τη θηλή είναι ένα πολύ συχνό σύμπτωμα που εμφανίζουν πολλές γυναίκες, κυρίως στις ηλικίες 30-50 ετών. Ένα 3-6% των ασθενών που εξετάζουμε καθημερινά στο ιατρείο μαστού παραπονιούνται, μεταξύ άλλων, και για έκκριση από τη θηλή.
Η έκκριση από τη θηλή θεωρείται φυσιολογική όταν είναι αμφοτερόπλευρη, επέρχεται μετά από μηχανική συμπίεση της θηλής και αφορά πολλούς πόρους. Αυτή η φυσιολογική έκκριση εμφανίζεται στην εγκυμοσύνη και το θηλασμό ή μπορεί να είναι αποτέλεσμα χρήσης συγκεκριμένων φαρμάκων. Αντίθετα, η έκκριση από τη θηλή θεωρείται παθολογική, όταν προέρχεται μόνο από ένα πόρο, αφορά μόνο στον ένα μαστό, είναι τυχαία και αυτόματη και επιμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Οι πιο συχνές αιτίες παθολογικής έκκρισης από τη θηλή είναι καλοήθεις παθήσεις όπως το ενδοπορικό θήλωμα (intraductal papilloma) ή πορώδης εκτασία (ductal ectasia). Σε κάποιες όμως περιπτώσεις μπορεί να κρύβεται και κακοήθεια, είτε μη διηθητική (in situ) ή διηθητικό καρκίνωμα. Θεωρείται ότι η αιματηρή έκκριση αυξάνει τον κίνδυνο ύπαρξης καρκίνου στο μαστό. Οι τρέχουσες κατευθυντήριες οδηγίες από το Ηνωμένο Βασίλειο και άλλες ευρωπαικές χώρες (Ολλανδία) συστήνουν κάθε γυναίκα με αιματηρή έκκριση από τη θηλή να επισκεφθεί έναν ειδικό χειρουργό μαστού. Παρ’όλα αυτά οι χειρουργοί μαστού δεν βασιζόμαστε μόνο στο χρώμα της έκκρισης, αλλά αξιολογούμε και άλλους παράγοντες, όπως κάποιο ψηλαφητό μόρφωμα, αλλαγές στο δέρμα των μαστών ή εισολκή της θηλής.
Οι βασικές διαγνωστικές εξετάσεις που πρέπει να γίνουν είναι οι εξής: μαστογραφία (γυναίκες άνω των 35-40 ετών) και υπερηχογράφημα μαστών και λήψη υλικού από τη θηλή (αν υπάρχει έκκριμα κατά την επίσκεψη στο χειρουργό μαστού) για κυτταρολογική ανάλυση. Η τελευταία δεν είναι πολύ ευαίσθητη μέθοδος, αλλά μπορεί να είναι χρήσιμη ειδικά αν υπάρχουν συνοδά ακτινολογικά ευρήματα και αν βρεθούν επιθηλιακά κύτταρα ή ερυθρά αιμοσφαίρια στο υλικό. Πολλές φορές όμως η μαστογραφία και ο υπέρηχος δεν μπορούν να αποκλείσουν κακοήθεια. Στις περιπτώσεις όμως που υπάρχει κλινική υποψία, η μαγνητική τομογραφία μαστών (MRI) μπορεί να αποκαλύψει μια μαστογραφικά “κρυφή” βλάβη λόγω της μεγάλης ευαισθησίας που εμφανίζει (πάνω από 90%). ‘Ετσι, αποφεύγονται μέθοδοι που χρησιμοποιύνταν στο παρελθόν, όπως η γαλακτογραφία των πόρων και η αναρρόφηση (lavage), οι οποίες δεν είχαν μεγάλη διαγνωστική ακρίβεια.
Στις περισσότερες περιπτώσεις καθαρής ή γαλακτώδους(milky) έκκρισης από τη θηλή και με φυσιολογικά απεικονιστικά ευρήματα, οι γυναίκες δεν πρέπει να ανησυχούν για τυχόν υποκείμενη κακοήθεια. Δεν είναι σπάνιο, γαλακτώδης έκκριση να επιμένει ακόμη και χρόνια μετά από παύση του θηλασμού. Σε γυναίκες όμως που ταλαιπωρούνται από επίμονη έκκριση, μπορούμε να επέμβουμε χειρουργικά και να αφαιρέσουμε όλους τους πόρους που καταλήγουν στη θηλή. Με αυτό τον τρόπο αποκτούμε και ιστολογική επιβεβαίωση ότι δεν υπάρχει παθολογική αιτία για τα συμπτώματα.
Τέλος, θέλω να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση πρέπει να κάνουμε και μια εξέταση αίματος μέτρησης των επιπέδων προλακτίνης, ώστε να αποκλείσουμε την ύπαρξη κάποιου όγκου της υπόφυσης ως αιτίου πρόκλησης παθολογικής έκκρισης από τη θηλή.