Ἡ φιλία εἶναι λέξη γνωστὴ ἀπὸ τὰ πανάρχαια χρόνια. Ἔννοια ποὺ συνοδεύει τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ τὰ βάθη τῶν αἰώνων μέχρι καὶ σήμερα. Ὁ ἄνθρωπος ἦταν πάντοτε καὶ εἶναι ἐκ φύσεως κοινωνικός.
Στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα συναντοῦμε φιλίες δυνατές, ὅπως αὐτὲς τοῦ Πάτροκλου μὲ τὸν Ἀχιλλέα, τοῦ Ὀρέστη μὲ τὸν Πυλάδη κ.α., ὅπου ἡ ἀληθινὴ φιλία φαίνεται ὅτι στηρίζεται σὲ πνευματικὴ βάση καὶ πιὸ συγκεκριμένα στὴν πνευματικὴ ἐλευθερία. Ὁ Σωκράτης ἀναφέρει ὅτι μιὰ δυνατὴ φιλία στερεώνεται στὶς κοινὲς πνευματικὲς ἀναζητήσεις. Συμπληρώνει μὲ ἕνα ρητορικὸ ἐρώτημα: Πῶς μπορεῖ νὰ ὑπάρξει ἀληθινή, πραγματικὴ φιλία ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἄπιστος, ἀχάριστος καὶ πλεονέκτης; Δηλώνοντας μὲ αὐτὴν τὴν σκέψη ὅτι εἶναι ὁ ἐκφραστὴς τοῦ Σπερματικοῦ λόγου, δηλαδὴ εἶναι ἕνας πραγματικὸς χριστιανὸς πρὸ Χριστοῦ. Τὸ ἴδιο θὰ ἀναφέρει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ὡς πρὸς τὴν φιλία του μὲ τὸν Μέγα Βασίλειο: «Κοινὴ ἐπιδίωξη καὶ τῶν δύο, ἡ ἀρετὴ καὶ ἡ συμμόρφωση τῆς ζωῆς μας πρὸς τὶς μελλοντικὲς ἐλπίδες». Ἃς δοῦμε μερικὰ ἀκόμα στοιχεῖα τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ περὶ τῆς φιλίας. Ἡ φιλία γιὰ τοὺς ἀρχαίους προγόνους μᾶς θεωρεῖται κάτι ἱερό. Κατὰ τὸν Ἀριστοτέλη ἀλλὰ καὶ ἄλλους ἀρχαίους συγγραφεῖς, ἡ φιλία στὴν ἰδεατή της μορφὴ εἶναι μιὰ σχέση μεταξὺ ἴσων. Χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὸν ἀμοιβαῖο σεβασμὸ καὶ ἀφορᾶ στὴν σχέση μὲ τοὺς γονεῖς, στὴν φροντίδα τῶν παιδιῶν, στὴν ὑπακοὴ στὸν δάσκαλο, στὴν ὑπομονὴ τοῦ μαθητῆ, στὴν ἀφοσίωση στὸν φίλο. Τὴν ἀξία τῆς φιλίας σημειώνει εὔστοχα καὶ ὁ Αἴσωπος λέγοντας: «φίλους κτίζε καὶ μὴ χρήματα».
Ὅμως καὶ στὰ χρόνια της Παλαιᾶς Διαθήκης ἔχουμε σημαντικὲς ἀναφορὲς περὶ τῆς φιλίας. Στὸ 6ο κεφάλαιο τῆς Σοφίας Σειρὰχ γίνεται ἀναφορὰ περὶ τῆς φιλίας. Πιὸ συγκεκριμένα δίνονται τὰ χαρακτηριστικὰ μιᾶς δυνατῆς φιλίας. Τελικὰ ἀπὸ τὸ κείμενο φαίνεται ὅτι μιὰ ἐπιτυχημένη φιλία σχετίζεται μὲ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ σ’ αὐτήν. Ἃς δοῦμε τί ἀναφέρει τὸ κείμενο: «Πολλοὶ ἃς εἶναι ἐκεῖνοι ποῦ σὲ χαιρετοῦν ἀλλὰ οἱ σύμβουλοί σου ἕνας νά’ ναὶ μὲς στοὺς χίλιους. Πρὶν ἀποκτήσεις φίλο, νὰ τὸν δοκιμάσεις καὶ μὴν βιαστεῖς νὰ τὸν ἐμπιστευθεῖς. Συμβαίνει κάποιος νὰ εἶναι φίλος ὅταν συμφέρει, μὰ ποῦ δὲν μένει φίλος ὅταν σὲ βροῦν συμφορές. Ὑπάρχει φίλος ποῦ μετατρέπεται σὲ ἐχθρὸ ὅταν μιὰ διαμάχη σᾶς τὴ φανερώνει γιὰ νὰ σὲ ντροπιάσει. Καὶ ὑπάρχει φίλος ποῦ κάθεται στὸ τραπέζι σου, μὰ δὲν θὰ μείνει ὅταν σὲ βροῦνε συμφορές. Στὴν εὐτυχία σου θὰ εἶναι ἕνα μὲ ἐσένα καὶ σὰν ἀφέντης θὰ μιλάει στοὺς ὑπηρέτες σου. Ἂν ὅμως δυστυχήσεις θὰ στραφεῖ ἐναντίον σου, καὶ θὰ ἀποφεύγει νὰ τὸν συναντήσεις. Ἀπομακρύνσου ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς σου, φυλάξου ἀπὸ τοὺς φίλους σου. Ὁ πιστὸς φίλος εἶναι καταφύγιο γερό, καὶ ὅποιος τὸν βρῆκε, βρῆκε θησαυρό. Ἀντάλλαγμα γιὰ τὸν καλὸ τὸν φίλο δὲν ὑπάρχει καὶ ἡ ἀξία τοῦ εἶναι ἀνεκτίμητη. Ὅποιος τὸν Κύριο σέβεται, κατευθύνει σωστὰ καὶ τὴν φιλία του, γιατί ὅπως εἶναι αὐτός, ἔτσι θὰ εἶναι καὶ ὁ φίλος του». Γίνεται σαφές, μέσα ἀπὸ τὸ κείμενο, ὅτι ὅποιος προσεγγίζει σωστὰ τὸν Θεό, ἔχει μία στέρεη βάση γιὰ νὰ κινηθεῖ ἀνάλογα πρὸς τὸν διπλανό του, πρὸς τὸν φίλο του.
Ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη διαβάζουμε ὡς πρὸς τὴν φιλία καὶ ἄλλα σχετικὰ στὸ βιβλίο τοῦ Ἰώβ. Ἀπὸ τὸ βιβλίο αὐτὸ λαμβάνουμε μεταξὺ ἄλλων σημαντικὲς ἀναφορὲς ὡς πρὸς τὴν λεπτότητα τῶν συναισθημάτων ποῦ ἔχουν καὶ ἐκδηλώνουν οἱ πραγματικοὶ φίλοι. Ὅταν ἔμαθαν, λοιπόν, οἱ φίλοι του Ἰὼβ γιὰ τὴν δεινὴ κατάστασή του, κινήθηκαν γιὰ νὰ τὸν βροῦν. Τὸ κείμενο ἀναφέρει ὅτι ἃ) ἔφυγαν ἀπὸ μακριὰ γιὰ νὰ τὸν δοῦν, β) ξέσπασαν σὲ γοερὸ κλάμα, γ) κάθισαν μαζί του καταγῆς ἑπτὰ μερόνυχτα καὶ δ) δὲν τοῦ μιλοῦσαν γιατί ἔβλεπαν πόσο μεγάλος ἦταν ὁ πόνος του. Λέει ὁ φίλος του Ἐλιφάζ: «Ἄν σου μιλήσω μήπως σὲ λυπήσω;» (Ἰὼβ 4,2). Σὲ ἄλλο σημεῖο τοῦ βιβλίου ὅμως βλέπουμε τὴν ἀπογοήτευση τοῦ Ἰώβ: «Οἱ φίλοι μου μὲ ξεγέλασαν καθὼς τὰ ἀπατηλὰ ποτάμια, καθὼς οἱ χείμαρροι ποῦ ἡ κοίτη τοὺς στεγνώνει ὅταν δὲν βρέχει πιὰ» (Ἰὼβ 4,6).
Ἡ ἔννοια τῆς φιλίας ὑψώνεται πολὺ ὅταν ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς λέει πρὸς τοὺς μαθητές του: «Δὲν σᾶς ὀνομάζω πιὰ δούλους…σᾶς ὀνομάζω φίλους…» (Ἰω. 15,15) καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο: «σὲ ἐσὰς ὅμως, φίλοι μου, λέγω…» (Λκ. 12,4). Ἀνυψώνει λοιπὸν ὁ Χριστὸς τὴν φιλία καὶ τὴν τοποθετεῖ πολὺ ψηλά, ὡς μιὰ διαπροσωπικὴ σχέση ποὺ εὐλογεῖται καὶ καρποφορεῖ ἀπὸ τὸν ἴδιο Θεό. Ἄλλωστε, ὅτι εἶναι ἑνωμένο μὲ τὸ Θεὸ μπορεῖ νὰ ζήσει, ὅσα δὲν εἶναι ἑνωμένα μαζί του χάνονται.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τονίζουν τὴν «ἐν Χριστῷ» φιλία καὶ βλέπουμε νὰ καλλιεργεῖται νὰ καὶ ἀναπτύσσεται αὐτὴ τόσο μὲ τοὺς ἄλλους ὅσο καὶ μεταξύ τους. Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος θὰ πεῖ ὅτι ἡ ἀγάπη μεταξύ των ἀνθρώπων γίνεται δυνατὴ ὅταν «ποτίζεται» ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἀναφέρει κάτι ἐνδιαφέρον: «Ὁ Θεός, δημιουργώντας τὸν πρῶτο ἄνθρωπο, καθόρισε νὰ προέλθουν ἀπ’ αὐτὸν ὅλοι οἱ ἄλλοι, γιὰ νὰ θεωρούμαστε ὅλοι σὰν ἕνας ἄνθρωπος καὶ νὰ συνδεόμαστε μὲ τὴν ἀγάπη. Τὸν ἀγαπητικὸ σύνδεσμο ὅλων των ἀνθρώπων ἐπέβαλε σοφὰ μὲ τὶς συναλλαγές, ποῦ ἀναγκαζόμαστε νὰ ἔχουμε μεταξύ μας. Γιατί ἔδωσε πλῆθος ἀγαθῶν στὸν κόσμο, ὄχι ὅμως ὅλα παντοῦ, ἀλλὰ σὲ κάθε χώρα ὁρισμένα εἴδη. Ἔτσι εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ ἐρχόμαστε σὲ δοσοληψίες, δίνοντας ὅσα μᾶς περισσεύουν καὶ παίρνοντας ὅ,τι ἔχουμε ἀνάγκη, καὶ ν’ ἀγαπᾶμε τοὺς συνανθρώπους μας».
Πάντως, ἂν ψάχνουμε γιὰ τοὺς καλύτερους φίλους, θὰ τοὺς βροῦμε στὸ ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ἅγιοι εἶναι οἱ καλύτεροι φίλοι. Μέσα στὴν Ἐκκλησία ἐπικοινωνοῦμε μὲ τοὺς φίλους αὐτούς, ἀλλὰ καὶ μὲ τοὺς φίλους των φίλων, ποὺ εἶναι ὅλοι αὐτοὶ ποὺ κοινωνοῦμε τὸ ἴδιο Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Μέσα στὸν ναὸ Τοῦ ἐνεργεῖται ἡ Ἕνωσή μας μὲ τὸν Θεὸ καὶ ἡ ταυτόχρονη «μυστικὴ» ἕνωση μεταξύ μας. Σημειώνει σύγχρονος διανοούμενος πὼς γίνεται αὐτό: «…τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο εἶναι αὐτὸ ποῦ μᾶς κάνει νὰ αἰσθανθοῦμε, νὰ ὑπάρξουμε, νὰ ἐνσωματωθοῦμε μέσα στὴν Ἐκκλησία, ὅπου ὁ Χριστὸς ὡς ἀδελφὸς πρωτότοκος ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς, μᾶς εἰσάγει. Ὁ ἴδιος μας ἀποκαλύπτει πῶς μᾶς θεωρεῖ ἀδελφούς, φίλους, ὄμαιμους, καὶ διάγει ὡς πρωτότοκος ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς στὸν Οἶκο τοῦ Πατρός, ποῦ εἶναι ἡ Ἐκκλησία…».
Τελικά, καὶ ἡ σύγχρονη ἐπιστημονικὴ ἔρευνα ἔρχεται νὰ μᾶς ἐπιβεβαιώσει τὴν δύναμη καὶ τὰ ἀποτελέσματα τῆς ἀληθινῆς φιλίας. Καταγράφεται λοιπόν, ὅτι ἡ φιλία ἀποτελεῖ σημαντικὸ παράγοντα γιὰ τὴν διατήρηση τῆς ὑγείας καὶ τὴν ἀπόκτηση τῆς εὐτυχίας καὶ τὸ βλέπουμε ἐκ τῶν πραγμάτων ὅτι αὐτὸ εἶναι ὄντως ἀληθές. Τὸ νιώθουμε αὐτὸ ὡς ἐσωτερικὴ πληρότητα κατὰ τὴν συναναστροφή μας μὲ πραγματικοὺς φίλους. Εἴμαστε πλασμένοι γιὰ τὴν φιλία καὶ θὰ τὸ ζήσουμε αὐτὸ μέσω τῆς θεοφιλίας. Ἀγαπῶ τὸν ἄλλον πραγματικὰ ὅταν τὸν ἀγαπῶ μέσα ἀπὸ τὸν Θεό.