Ψηφιακή Εποχή και Ενέργεια : οι μεγάλοι μοχλοί.
Έχω κι άλλες φορές τονίσει ότι το ασύλληπτο, πριν από μερικά χρόνια, άλμα της ψηφιακής εποχής και των νέων τεχνολογιών, από τη μία πλευρά, και οι εξίσου θεαματικές εξελίξεις στον τομέα της ενέργειας (ενεργειακές ύλες και προϊόντα, νέα υλικά & νανοτεχνολογία, ψηφιακή διαχείριση), από την άλλη, θα αποτελέσουν του δύο κύριους, μεγάλους κινητήριους μοχλούς προς το μέλλον. Ένα μέλλον που εν πολλοίς θα διαμορφώσουν, του οποίου τα χαρακτηριστικά του δεν μπορούμε να περιγράψουμε, ωστόσο μπορούμε να εκτιμήσουμε τις τάσεις και να αξιοποιήσουμε τις αναδυόμενες δυνατότητες. Και, μέσω αυτών -της αξιολόγησης των τάσεων και αξιοποίησης των δυνατοτήτων – ο ανθρώπινος παράγων (με τις δομές, οικονομικές και πολιτικές, και τη βούληση του) να λειτουργήσει επεμβατικά/παρεμβατικά στις εξελίξεις και στο νέο οικονομικό και κοινωνικό σκηνικό.
Συνηθίζεται να ονομάζεται 4η Βιομηχανική Επανάσταση η περίοδος μετά τη μεγάλη κρίση του 2008, όταν η ψηφιακή εποχή με τις νέες τεχνολογίες περνάνε ορμητικά σε μια νέα φάση με πιο εξελιγμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά, μετά από εκείνη που προηγήθηκε από το 1970 έως το 2008 -10. Κατά τη γνώμη μου, ο τίτλος 4η Βιομηχανική Επανάσταση δεν είναι ο δόκιμος και δεν αποτυπώνει με επιτυχία μια περίοδο όπου οι τεχνικές επιστήμες, η παραγωγή και τα οικονομικά μοντέλα έχουν δραστικά μετακινηθεί από τις παραδοσιακές βιομηχανικές δομές σε ολοσδιόλου νέες τεχνικές και μοντέλα. Η τεχνολογική καρδιά της εποχής αυτής (μετά το 1970 και ιδιαίτερα η τρέχουσα) δεν είναι η μηχανή με την έννοια και τη σημασία που κατέχει στη Βιομηχανική Εποχή (από το 1870 έως το 1970). Είναι η ψηφιακή τεχνολογία και οι εξελιγμένες μορφές της – οι υπολογιστές, η ρομποτική, τα mega data, to Internet of Things (IoT) και Internet of Srvices (IoS), η τεχνητή νοημοσύνη, η νανοτεχνολογία, η φωτονική, η βιοτεχνολογία, σύντομα ο κβαντικός υπολογιστής και ο συνδυασμός τύπων και μορφών όλων αυτών !
Από την 1η μέχρι την 3η και στην προετοιμασία της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης.
Ο μεγάλος αυτό κύκλος της ανθρωπότητας που σχετίζεται με την επικράτηση και τη άνοδο του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και των αντίστοιχων σχέσεων έχει την έναρξη του στο τελευταίο τέταρτο του 18ου αιώνα, με την πρώτη της φάση σχεδόν αποκλειστικά στη Μεγ. Βρετανία.
Η 1η Βιομηχανική Επανάσταση απο εκτίνεται από το τελευταίο τέταρτο του 18ου αι. μέχρι το πρώτο μισό του 19ου, στηρίζεται στη «μηχανή» -αρχικά του νερού (υδροτροχού) και κατόπιν του ατμού (ατμομηχανής) – επιβάλλοντας και επεκτείνοντας την εκμηχάνιση της παραγωγής, κεντρικά υλικά της είναι ο άνθρακας (ως ενεργειακή ύλη) και ο σίδηρος (ως κατασκευαστική για τις μηχανές, για τις μεταφορές).
Η 2η Βιομηχανική Επανάσταση, συνώνυμη του ”βιομηχανικού καπιταλισμού” και του ”μακρύ 19ου αιώνα”, από το 1850 -60 έως το 1970, έχει ως ειδοποιό διαφορά με την 1η, τον ηλεκτρισμό και τη συναρτημένη με αυτόν αλματώδη τεχνολογία, ενώ εξακολουθεί να στηρίζεται στη μηχανή και στους εκσυγχρονισμούς της σε συνάρτηση με την ηλεκτροκίνηση. Δεύτερο καθοριστικό γνώρισμα αποτελεί η ένταση κεφαλαίου (capital intensive) στις επιχειρήσεις, η μεγιστοποίηση της παραγωγής με την καθιέρωση των ”γραμμών παραγωγής” και του φορντικού μοντέλου (από τον ιδρυτή Henry Ford, της ομώνυμης αυτοκινητοβιομηχανίας), ενώ στην ύστερη φάση της η ισχύς των managers βεβαιώνει για τη δημιουργία ενός στρώματος με αύξουσα βαρύτητα.
Η 3η Βιομηχανική Επανάσταση, από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 και μέχρι το 2008 -10, χαρακτηρίζεται από τη διευρυνόμενη εφαρμογή της τεχνολογίας της Πληροφορικής στις αναπτυγμένες βιομηχανικά κοινωνίες αλλά και σε ορισμένες χώρες του Τρίτου Κόσμου. Δηλαδή, τη συνδυασμένη χρήση υπολογιστών, λογισμικού και επικοινωνιών, καθώς και η αυξανόμενη χρήση της ηλεκτρονικής τόσο στη βιομηχανία όσο και στο εμπόριο (π.χ. ATMs, πιστωτικές κάρτες). Η κεντρική σημασία των υπολογιστών, έφερε και δραστική μείωση του κόστους μεταφοράς και διεύρυνση των δυνατοτήτων της. Ενώ η μετατόπιση από την ηλεκτρομηχανική στην ψηφιακή τεχνολογία, βοηθούμενη από τη η μετάβαση από τα χάλκινα καλώδια στις οπτικές ίνες αύξησε την χωρητικότητα και τις ταχύτητα μετάδοσης των δικτύων Επικοινωνίας. Ταυτόχρονα, νέοι σημαντικοί ”παίκτες” η Νότια Κορέα και η Ινδία αναδείχθηκαν, κατ’ αυτή την περίοδο. Η Κίνα εγκαινίασε στην 3η Βιομηχανική Επανάσταση, με αποφασιστικότητα, την δική της είσοδο, και συνεχώς ανοδικά και ανταγωνιστικά από τότε, θα γίνει καθοριστική στις μέρες μας, δηλαδή κατά τη λεγόμενη 4η Βιομηχανική Επανάσταση, στοχεύοντας ήδη να γίνει πρωτοπορία στα συστήματα 5G (5ης Γενιάς).
Ενδιαφέρουσα είναι η διαπίστωση του καθηγητή των Μακροοικονομικών Robert Gordon, στο βιβλίο του «Η Άνοδος και η Πτώση της Αμερικανικής Παραγωγικότητας», ότι η 3η Βιομηχανική Επανάσταση είναι υποδεέστερης σημασίας από την 2η, με κριτήρια τους βραδύτερους ρυθμούς αύξησης της παραγωγικότητας από το 1970 και μετά, αλλά και την διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων. Γεγονός, όμως, που πρόκειται να ανατραπεί από τις «έξυπνες», διασυνδεδεμένες μηχανές, σε συνδυασμό μάλιστα με εκπληκτικές εξελίξεις σε άλλους επιστημονικούς κλάδους, όπως η νανοτεχνολογία, η φωτονική, τα προηγμένα υλικά, η βιοτεχνολογία.
4η Βιομηχανική Επανάσταση : περίγραμμα.
Η 4η Βιομηχανική Επανάσταση (από 2008 -10) στηρίζεται στην περαιτέρω ανάπτυξη των επιστημών της Πληροφορικής αλλά και της Τεχνητής Νοημοσύνης, και αποβλέπει στην, μέσω των τεχνολογικών εφαρμογών, όλο και μεγαλύτερη υπέρβαση του ανθρώπινου παράγοντα στην διαμόρφωση της παραγωγής. Στο νέο µοντέλο παραγωγής, το λεγόμενο ”έξυπνο εργοστάσιο” (ή «έξυπνη βιοµηχανία»), επιµέρους συστήµατα, βασισµένα στη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών, είναι σε θέση να παρακολουθούν τις φυσικές διεργασίες, να δηµιουργούν εικονικά αντίγραφα του φυσικού κόσµου και να λαµβάνουν αποκεντρωµένες αποφάσεις µέσω µηχανισµών αυτοοργάνωσης, σε πραγματικό χρόνο. Υπογραμμίζω σε ¨πραγματιοκό χρόνο.
Το «έξυπνο» εργοστάσιο –και κατ’ επέκταση ο µετασχηµατισµός της παραγωγής– χαρακτηρίζονται από :
– Την οριζόντια ολοκλήρωση µέσω των δικτύων: τα δίκτυα µπορούν να αυτοοργανώνονται σε πραγµατικό χρόνο, από τη στιγµή λήψης της παραγγελίας µέχρι τον εξωτερικό εφοδιασµό.
– Την ψηφιοποίηση σε ολόκληρη την αλυσίδα αξίας (logistics, λειτουργίες, marketing, πωλήσεις, υπηρεσίες, οργάνωση – ανθρώπινοι πόροι) : από το σχεδιασµό και την εισερχόµενη υλικοτεχνική υποστήριξη της παραγωγής έως το µάρκετινγκ, τον εξερχόµενο εφοδιασµό και τις µετά την πώληση υπηρεσίες.
– Την κάθετη ολοκλήρωση και τα δικτυωµένα συστήµατα παραγωγής, όπου τα συστήµατα πληροφορικής συνεργάζονται σε επίπεδο αισθητήρων, ελέγχοντας την παραγωγή και την εκτέλεση του εταιρικού σχεδιασµού. Τόσο οι διαδικασίες παραγωγής όσο και ο αυτοµατισµός σχεδιάζονται και λειτουργούν εικονικά σε µια ολοκληρωµένη διαδικασία µέσω της συνεργασίας παραγωγών και προµηθευτών. Οι σχετικοί όροι που χρησιµοποιούνται και περιγράφουν τις νέες άϋλες υπηρεσίες και συστήματα είναι : το Διαδίκτυο των Πραγµάτων (Internet of Things – IoT), το Διαδίκτυο των Υπηρεσιών (Internet of Services – IoS), η Προηγµένη Βιοµηχανία (Advanced Manufacturing), το «έξυπνο» εργοστάσιο (“smart” factory).
Παράλληλα, η είσοδος σ΄αυτή την εποχή (τη λεγόμενη 4η Βιομηχανική Επανάσταση), έφερε την έννοια «έξυπνος, -η, -ο» σε νέες πρωτοβουλίες εκσυγχρονισμού και τεχνολογικού μετασχηματισμού σε σειρά μετώπων και projects (“έξυπνη πόλη’’, «έξυπνη ενέργεια», “έξυπνο management” κλπ).
Ε.Ε., τα κράτη-μέλη και η 4η Βιομηχανική Επανάσταση.
Οι κυβερνήσεις των περισσότερων κρατών-µελών της Ε.Ε. έχουν υιοθετήσει πολιτικές για την αύξηση της παραγωγικότητας και τη βελτίωση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναµικού όσον αφορά τις προηγµένες τεχνολογίες. Στα σχετικά προγράµµατα απαντώνται συχνά κοινοί στόχοι, αλλά οι εθνικές πολιτικές διαφέρουν ως προς το σχεδιασµό, τις προσεγγίσεις χρηµατοδότησης και τη στρατηγική εφαρµογής τους.
Στη Γαλλία, η µείωση των επενδύσεων και τα προβλήµατα στην ανάπτυξη ανταγωνιστικών ψηφιακών βιοµηχανιών υπαγόρευσαν τις κατευθυντήριες αρχές του Industrie du Futur (IdF). Αντίθετα, στην Ολλανδία το σχετικά χαµηλό ποσοστό απασχόλησης στον τοµέα της µεταποίησης οδήγησε στη δηµιουργία του προγράµµατος Smart Industry. Στην περίπτωση της Ισπανίας, η εθνική πολιτική ψηφιοποίησης σταδιακά εξελίχθηκε στο πρόγραµµα Industria Conectada 4.0. Στους στόχους των εθνικών προγραµµάτων περιλαµβάνονται η παροχή τεχνολογιών νέας γενιάς (Ιταλία, Ηνωµένο Βασίλειο), η ανάπτυξη νέων προϊόντων και η βελτίωση των βιοµηχανικών διαδικασιών (Γερµανία, Ιταλία), καθώς και η στήριξη µικροµεσαίων επιχειρήσεων σε δράσεις καινοτοµίας (Ηνωµένο Βασίλειο, Γαλλία και Ισπανία). Επίσης, η Γαλλία παρέχει επιπλέον φοροαπαλλαγές για τις επενδύσεις σε Έρευνα και Ανάπτυξη (R&D) και ενθαρρύνει τις συµπράξεις δηµόσιου και ιδιωτικού τοµέα.
Το σουηδικό πρόγραµµα P2030 συντονίζεται και χρηµατοδοτείται από τη βιοµηχανία ώστε να εξασφαλιστεί το αποτύπωµα της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης στην παραγωγή και η µακροπρόθεσµη βιωσιµότητά της. Στο Ηνωµένο Βασίλειο παρέχεται, µέσω επτά τεχνολογικών κέντρων, τεχνογνωσία βιοµηχανικής κλίµακας σε επιχειρήσεις για να µειωθεί το ρίσκο της υιοθέτησης καινοτόµων τεχνικών. Στις ΗΠΑ κοµβικό ρόλο παίζει ο ιδιωτικός τοµέας. Το Industrial Internet Consortium συστάθηκε το 2014 από µεγάλες εταιρείες όπως οι General Electric, Cisco, Intel και IBM µε στόχο τη συνεργασία µεταξύ επιχειρήσεων, ακαδηµαϊκής κοινότητας και πολιτείας για τον εκσυγχρονισµό µιας σειράς τοµέων όπως η µεταποίηση, η ενέργεια, οι µεταφορές, οι κοινωφελείς οργανισµοί και η αγροτική παραγωγή.
Στην Κίνα οι αυξανόµενοι µισθοί οδηγούν στη ροµποτοποίηση της παραγωγής, ενώ στο πλαίσιο του 13ου Πενταετούς Πλάνου έχει εξαγγελθεί το πρόγραµµα Internet Plus, που αποσκοπεί στην υιοθέτηση του ηλεκτρονικού εµπορίου από τις µικροµεσαίες επιχειρήσεις, την εφαρµογή του Internet στο δηµόσιο τοµέα και την αναβάθµιση των µονάδων βιοµηχανίας και µεταποίησης.
Η γερµανική κυβέρνηση έχει αναπτύξει το πρόγραµµα Industrie 4.0. Πρόκειται για τη µετάβαση από τα κατακερµατισµένα συστήµατα εποπτείας και ελέγχου του παρελθόντος σε µια νέα εποχή, όπου όλα τα επιµέρους σηµεία στις βιοµηχανικές εγκαταστάσεις και τις γραµµές παραγωγής δια-συνδέονται και επικοινωνούν µεταξύ τους µέσα από µια διαλειτουργικότητα αυτοµατοποιηµένων στοιχείων. Επιδιώκεται κάθε προϊόννα µπορεί να έχει ενσωµατωµένες ψηφιακές πληροφορίες που θα µπορούν να µεριστούν µέσω ραδιοσηµάτων, καθώς αυτό µετακινείται κατά µήκος της γραµµής παραγωγής. Στη συνέχεια τα επιµέρους προϊόντα θα µπορούν να επικοινωνούν µεταξύ τους χωρίς ανθρώπινη παρέµβαση. Οι πληροφορίες αυτές θα συλλέγονται και θα αναλύονται µέσω της επεξεργασίας «µεγάλων δεδοµένων» (big data) και της τεχνολογίας του «υπολογιστικού νέφους» (cloud computing), που επιτρέπουν την ανίχνευση µη εµφανούς µηχανολογικής βλάβης και φθοράς εξαρτηµάτων. Στο βαθµό που κάτι τέτοιο γίνεται αυτόµατα, οι «έξυπνες» αυτές συσκευές µπορούν στη συνέχεια να διαχειριστούν τις λειτουργίες παραγωγής και να τις βελτιστοποιούν αυτόνοµα προσαρµόζοντας τις δικές τους παραµέτρους, καθώς «αισθάνονται» ορισµένες από τις ιδιότητες του ηµιτελούς προϊόντος. Στον πυρήνα των παραπάνω εφαρµογών βρίσκονται, επίσης, τεχνολογίες τρισδιάστατης εκτύπωσης (additive manufacturing/3D printing) ολόκληρων µηχανηµάτων ή εξαρτηµάτων τους, που πρόσφατα έχουν επεκταθεί σε 4D printing.
Με βάση τα κριτήρια «βιοµηχανικής αριστείας» (industrial excellence) και ανάλογα µε την πρόοδο που έχει συντελεστεί, τα κράτη-µέλη κατατάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες:
Πρωτοπόρα κράτη (front-runners): Γερµανία, Σουηδία, Αυστρία και Ιρλανδία. Οι χώρες αυτές κρίνεται ότι έχουν προχωρήσει και συνεχίζουν να οδεύουν επιτυχώς στην κατεύθυνση της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης.
Κράτη µε δυνατότητες (potentialists): Βέλγιο, Δανία, Ολλανδία, Ηνωµένο Βασίλειο και Γαλλία. Η βιοµηχανική τους βάση εξασθενίζει, αλλά ο σύγχρονος εταιρικός τοµέας τους έχει πολλές δυνατότητες. Η Φιλανδία τοποθετείται ανάµεσα στα «πρωτοπόρα» και τα «κράτη µε δυνατότητες».
Κράτη-οπαδοί της παράδοσης (traditionalists): Πρόκειται κυρίως για κράτη-µέλη της Ανατολικής Ευρώπης όπως η Τσεχία, η Σλοβακία, η Σλοβενία, η Ουγγαρία και η Λιθουανία. Οι χώρες αυτές θεωρείται ότι διαθέτουν επαρκή βιοµηχανική βάση, λίγες όµως έχουν αναλάβει πρωτοβουλίες για τη µετάβαση στη νέα βιοµηχανική εποχή.
Διστακτικά κράτη (hesitants): Σε αυτά συγκαταλέγονται χώρες της Νότιας και Ανατολικής Ευρώπης όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Εσθονία, η Πορτογαλία, η Πολωνία, η Κροατία και η Βουλγαρία, οι οποίες θεωρείται ότι δεν διαθέτουν αξιόπιστη βιοµηχανική βάση, ενώ τα σοβαρά δηµοσιονοµικά προβλήµατα τους παρεμβάλλονται στον άμεσα αποτελεσματικό αναπτυξιακό τους προσανατολισµό.
Πλαίσιο για την 4η Βιομηχανική Επανάσταση στην Ελλάδα.
Ως προϋποθέσεις µετάβασης και συμμετοχής στην 4η Βιομηχανική Επανάσταση, μπορούν να επισημανθούν οι εξής:
1. Ζωτικής σηµασίας είναι η τυποποίηση των συστηµάτων, των πρωτοκόλλων, των συνδέσεων και των δια-συνδέσεων .
2. Ο καταµερισµός και η οργάνωση της εργασίας θα αλλάξουν ριζικά λόγω της µεταβολής των επιχειρηµατικών προτύπων. Ο έλεγχος της παραγωγής σε πραγµατικό χρόνο αναµένεται να µετασχηµατίσει το περιεχόµενο, τις διαδικασίες και το περιβάλλον εργασίας, απαιτώντας αυξηµένη ευθύνη και συνεχή αναβάθµιση των δεξιοτήτων του προσωπικού. Ο παραδοσιακός καταµερισµός εργασίας αίρεται. Νέες επιχειρησιακές και οργανωτικές δοµές, που θα στηρίζονται περισσότερο στη λήψη αποφάσεων και σε υπηρεσίες συντονισµού, ελέγχου και υποστήριξης δημιουργούνται. Η ανάγκη συντονισµού/συγχρονισμού εικονικών και πραγµατικών µηχανών και εγκαταστάσεων, σε πραγματικό χρόνο, αποκτά προτεραιότητα. Αυτό το περιβάλλον εργασίας, όπου ο άνθρωπος θα χρειαστεί να διοικεί, να συνεργάζεται και να αλληλοσυνδέεται με ροµπότ, δεν έχει προηγούµενο στην ιστορία των βιοµηχανικών επαναστάσεων. Το αυριανό δυναµικό θα δρα περισσότερο αυτόβουλα και θα πρέπει να διαθέτει αυξηµένες ικανότητες διαχείρισης και επίλυσης πολύπλοκων προβληµάτων, καθώς και άριστες επικοινωνιακές και οργανωτικές δεξιότητες. Τα κράτη µε πολυπληθές δυναµικό STEM (Science, Technology, Engineering, Mathematics) είναι αυτά που διαθέτουν το κατάλληλο επιστηµονικό προσωπικό για την 4η Βιομηχανική Επανάσταση . Τεχνοφοβικές προσέγγισεις, αποκοµµένες από τα νέα υποκείµενα του σύγχρονου κόσμου (µίγµα «πραγµατικού» και «ψηφιακού») είναι καταδικασμένη. Η γνώση των τεχνολογικών εξελίξεων (ως φορέα παραγωγής, πλέον, των µέσων παραγωγής), καθώς και η διαρκής αναπαραγωγή ικανού δυναμικού για την εφαρμογή και την προώθησή των νέων τεχνολογικών επιτευγμάτων αποτελούν όρους για την κίνηση εντός του πλαισίου της νέας εποχής.
3. Δεδοµένου ότι οι αναδυόµενες τεχνολογίες καθιστούν δυνατή την παραγωγή «οπουδήποτε και οποτεδήποτε», ελλοχεύει ο κίνδυνος ετεροβαρούς ανάπτυξης στο πλαίσιο της Ε.Ε. (innovation here – exploitation elsewhere), που θα οδηγήσει σε αυξανόµενη ανεργία, επέκταση των κοινωνικών ανισοτήτων και σε επιχειρήσεις µε διαρκώς συρρικνούµενη βάση. Για την αποτροπή µιας τέτοιας εξέλιξης, χρειάζεται να αναληφθούν στοχευµένες πρωτοβουλίες που θα επιτρέψουν την πραγµατοποίηση επενδύσεων για τη διαµόρφωση ενός δυναµικού µε «εγγυηµένες» (futureproof) δεξιότητες αλλά και τη δηµιουργία ενός εθνικού δικτύου επιχειρήσεων µε αλληλοϋποστηριζόμενα & διεθνώς ανταγωνιστικά χαρακτηριστικά, καθώς και σοαβαρά τµήµατα Έρευνας και Ανάπτυξης, στηρίζοντας σε καινοτόµες δράσεις, συνερεγαζόμενοι και με διεθνείς οντότητες υψηλής επενδυμένης τεχνολογίας. Μεγάλο πλεονέκτημα, εδώ, είναι το σπουδαίo STEM (Science, Technology, Engineering, Mathematics) ελληνικό δυναμικό !
4. Οι δηµογραφικές εξελίξεις. Από το 2011 η Ελλάδα έχει µπει σε µια φάση πρωτοφανή για τα µεταπολεµικά δεδοµένα, ένα διπλό φαινόμενο επηρεάζει καθοριστικά αρνητικά τη Χώρα. Από τη μία, το φυσικό ισοζύγιο είναι πλέον αρνητικό (οι θάνατοι είναι περισσότεροι από τις γεννήσεις), και από την άλλη, σημαντικ’ο νέος μεταναστευτικό δυναμικό κινήθηκε και κινείται προς τις αναπτυγμένες χώρες της Ε.Ε. (κυρίως Γερμανία) και τη Βόρεια Αμερική. Απαιτείται, άμεσα, δέσμη πολιτικών και στα δύο αυτά μέτωπα.
5. Καίρια σημασία για όλα αυτά έχει και επιπλέον αποκτά η Παιδεία και η Εκπαίδευση. Το ψηφιακό σχολείο δεν μπορεί να εξακολουθεί να βρίσκεται εκτός του εκπαιδευτικού περιβάλλοντος , τουλάχιστο, στις δύο πρώτες βαθμίδες. Ενώ στα ΑΕΙ δεν μπορεί τον τόνο στα θέματα αυτά να τον δίνουν οι λαμπρές εξαιρέσεις. Απαιτείται εδώ μια Επανάσταση υπέρ των νέων Τεχνολογιών.
6. Απολύτως αναγκαία καθίσταται η δηµιουργία ενός εθνικού επιτελικού οργάνου, αρµόδιου για τη χάραξη πολιτικής και το συντονισµό των δράσεων στο πλαίσιο της συνολικότερης αναπτυξιακής στρατηγικής της χώρας με έμφαση στην 4η Βιομηχανική Επανάσταση.
Τίποτε, όμως, δεν θα αλλάξει, και το βαθύτερο περιεχόμενο της Εποχής με τους απαιτούμενους ρυθμούς, θα παραμείνουν ζητούμενα, αν η Πολιτική δεν επανέλθει σε ρόλο Κεντρικό. Αν δεν δημιουργηθεί μία κοινωνική δυναμική που να εγκολπωθεί αυτή την προοπτική και πιέσει προς μια τέτοια κατεύθυνση. Πίεση προσανατολισμένη στις ανάγκες της Πατρίδας, της Κοινωνίας και της Βιώσιμης Ανάπτυξης, κι όχι των κλειστών συμφερόντων και των lobbies. Μια Πολιτική που θα εκφράζει μια Κοινωνία στην οποία η γνώση, οι ιδέες και η δημιουργία κατέχουν κεντρική θέση, και οι άνθρωποι ενώ τιμούν την ποιότητα, λειτουργούν με συνεργατικότητα και κοινό όραμα.