Διογένης ο Κυνικός… Ο Σωκράτης μαινόμενος κατά του Πλάτωνα
Ο Διογένης, ο αποκαλούμενος «Κυνικός» ή Διογένης ο Σινωπεύς ήταν αρχαίος φιλόσοφος. Γεννήθηκε το 412 π.Χ. στη Σινώπη του Πόντου και απεβίωσε το 323 π.Χ. στην Κόρινθο.
Αναρχικός στη σκέψη και στην πράξη, κοσμοπολίτης που γύριζε αδέσποτος εντός και εκτός Αττικής, μα πάνω απ’ όλα φιλόσοφος με απαράμιλλο ταλέντο στην πανηγυρική γελοιοποίηση και διάλυση κάθε αξίας και θεσμού της οργανωμένης κοινωνίας.
Ο «Κύων» εξορισμένος από τη Σινώπη για αδιευκρίνιστους λόγους, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα ως πολιτικός εξόριστος το 370 π.Χ., διαμένοντας εκεί για χειμώνες, επιλέγοντας για τα καλοκαίρια την Κόρινθο.
Μαθητής του Αντισθένη (μαθητή του Σωκράτη), συνεχιστής της σχολής των Κυνικών, οι οποίοι με έμβλημά τους τον Κύων (σκύλο), διατείνονταν πως διέφεραν από τους άλλους σκύλους, διότι εκείνοι δεν δάγκωναν τους εχθρούς αλλά τους φίλους, για να τους διορθώσουν!
Αποφθέγματα του Διογένη
Τα αποφθέγματα του Διογένη είναι πολλά, αλλά θα αναφέρουμε κάποια από αυτά.
Ο Διογένης είχε συλληφθεί αιχμάλωτος και κατέληξε στα δουλοπάζαρα. Ο δουλέμπορος δεν τον άφηνε να καθίσει, για να βλέπει ο κόσμος την «πραμάτειά» του. Ο Διογένης τότε του είπε «δεν έχει σημασία, γιατί και τα ψάρια όπως και να στέκονται το ίδιο πωλούνται».
Ο Ξενιάδης, πλούσιος, αριστοκράτης της εποχής, είδε τον Διογένη και θέλησε να τον αγοράσει. Συζήτησε με τον δουλέμπορο και ο δουλέμπορος πλησίασε τον Διογένη και του είπε «αυτός ενδιαφέρεται να σε αγοράσει, τι δουλειά ξέρεις να κάνεις να του πω;». Ο Διογένης με λογοπαίγνιο απαντά «ανθρώπων άρχειν» και συμπλήρωσε «φώναξε μήπως θέλει δεσπότη». Το λογοπαίγνιο αυτό, ενός δούλου που δήλωνε «άρχειν ανθρώπων» άρεσε στον Ξενιάδη που χαμογέλασε και τον αγόρασε, αφού αντιλήφθηκε τις δύο έννοιες που με οξυδέρκεια έθεσε ο Διογένης.
«Διοικώ τους ανθρώπους και διδάσκω στους ανθρώπους αρχές».
Ο Ξενιάδης ανέθεσε στον Διογένη την διδασκαλία των παιδιών του και έτσι ο Διογένης έμενε στο Κράθειον, ένα προάστειο της Κορίνθου.
Οι φίλοι του Διογένη θέλησαν να τον ελευθερώσουν (από δούλο του Ξενιάδη) κι εκείνος τους αποκάλεσε ανόητους, γιατί, όπως είπε, «τα λιοντάρια δεν είναι δούλοι αυτών που τα τρέφουν, αλλά αυτοί που τρέφουν τα λιοντάρια είναι δούλοι των λιονταριών, αφού ο φόβος χαρακτηρίζει τους δούλους, ενώ τα θηρία προκαλούν φόβο στους ανθρώπους».
Στην αγορά των Αθηνών τον έβρισε ένας φαλακρός. Ο Διογένης απάντησε «εγώ ου λοιδωρώ αλλά τας τρίχας επαινώ, ότι κρανίου κακού απηλλάγησαν». Δηλαδή «δεν θα σε βρίσω, αλλά θα παινέψω τις τρίχες που εγκατέλειψαν ένα τέτοιο κρανίο».
Όταν το «πνεύμα» του Διογένη συνάντησε τον μπαρμπα-Γιώργο
Εντός και εκτός Αττικής περιδιάβαινε ο Διογένης και το «πνεύμα» του γυρίζει ακόμη. Σε μια τέτοια περιήγηση των τελευταίων χρόνων, το «πνεύμα» του Διογένη πέρασε από την επαρχία Βοϊου και εκεί συναντήθηκε και συνομίλησε με τον μπαρμπα-Γιώργο. Γνωστός για το «πνεύμα» το σπινθιροβόλο ο μπαρμπα-Γιώργος, δεν μπορούσε παρά να τα πει με τον Διογένη τον Κυνικό…και είπαν πολλά.
Μερικά από αυτά μας τα «δίνει» ο μπαρμπα-Γιώργος και εμείς τα μαρτυρούμε σ’ εσάς.
Άκ’σα – Μ’ είπαν – Κι έγραψα
Το γέλιο ομορφαίνει τη ζωή.
Πώς απαντούν οι επαγγελματίες σε περίοδο κρίσης, στην ερώτηση «πώς πάει η δουλειά σας»;
Ο φούρναρης απαντάει: Ψίχουλα,
Ο μανάβης: Κολοκύθια
Ο αγρότης: Ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι
Ο ανθοπώλης: Μαρασμός
Ο υφασματέμπορας: Πανί με πανί
Ο ψαράς: Ούτε λέπι
Ο φαρμακοποιός: Με το σταγονόμετρο
Ο ηλεκτρολόγος: Δεν βλέπω φως
Ο υδραυλικός: Μούφα η δουλειά
Ο μηχανικός αυτοκινήτων: Στο ρελαντί
Ο έμπορος χαλιών: Χάλια
Ο κουρέας: Τρίχες
Ο ψιλικατζής: Ψιλοπράγματα
Ο νεκροθάφτης: Μεγάλη νέκρα
Ο τυπογράφος: Ούτε φύλλο
Ο βοθρατζής: Σκατά
Ο ναυτικός: Πιάσαμε πάτο
Ο στρατιωτικός: Βήμα σημειωτόν
Ο χρηματιστής: Δεκάρα τσακιστή
Ο πρωθυπουργός: Παραλάβαμε χάος
Η θεωρία του Κικέρωνα πάντα επίκαιρη
Ο πτωχός εργάζεται
Ο πλούσιος τον εκμεταλλεύεται
Ο στρατιώτης προστατεύει και τους δύο
Ο φορολογούμενος πληρώνει και για τους τρεις
Ο απατεώνας εκμεταλλεύεται και τους τέσσερις
Ο μεθύστακας πίνει στην υγεία και των πέντε
Ο τραπεζίτης εξαπατά και τους έξι
Ο δικηγόρος αγορεύει ξεγελώντας και τους επτά
Ο γιατρός σκοτώνει και τους οκτώ
Ο νεκροθάφτης θάβει και τους εννέα
Ο πολιτικός ζει σε βάρος και των δέκα.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Ο κόσμος δεν έχει αλλάξει εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια.
Είσαι φτωχός ή πλούσιος;
Ένας φτωχός ρώτησε τον σοφό: «Γιατί είμαι τόσο φτωχός;»
Ο σοφός του απάντησε: «Γιατί δεν έχεις μάθει να δίνεις».
Ο φτωχός είπε: «Αφού δεν έχω τίποτα να δώσω».
Ο σοφός απάντησε: «Και όμως έχεις κάτι να δώσεις…
Το πρόσωπο, μπορείς να δώσεις στους άλλους ένα χαμόγελο.
Το στόμα, μπορείς να επαινέσεις ή να παρηγορήσεις τους άλλους.
Την καρδιά, μπορείς ν’ ανοίξεις την καρδιά σου στους άλλους.
Τα μάτια, μπορείς να κοιτάξεις με τα μάτια της καλοσύνης.
Το σώμα, μπορείς να το χρησιμοποιήσεις για να βοηθήσεις τους άλλους.
Επομένως, στην πραγματικότητα δεν είσαι φτωχός, η φτώχεια του πνεύματος είναι η πραγματική φτώχεια».
ΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΣΤΙΞΕΩΣ
Την περίοδο του Εθνικού Διχασμού (1915-1917) στην Κρήτη, ένας επιθεωρητής Δημοτικής Εκπαιδεύσεως ανέβαινε με ένα μουλάρι σ’ ένα ορεινό και δύσβατο χωριό, για να επιθεωρήσει τον δάσκαλο του (μονοθέσιου βεβαίως) σχολείου.
Στο δρόμο που πήγαινε συναντά έναν αγωγιάτη και τον ρωτά:
Δε μου λες, πατριώτη, ο δάσκαλος τι είναι; Βενιζελικός ή Βασιλικός; Βενιζελικός, απαντά ο αγωγιάτης.
Α, το γαϊδούρι! Σχολίασε ο επιθεωρητής.
Ο αγωγιάτης όμως ήταν και αυτός Βενιζελικός και φίλος του δάσκαλου και έτρεξε να μεταφέρει στο δάσκαλο τη στιχομυθία:
Το και το, δάσκαλε. Σε είπε γαϊδούρι.
Την επομένη μπαίνει ο επιθεωρητής στην τάξη και ρωτά τον δάσκαλο, ποιο είναι το μάθημα της ημέρας.
Τα σημεία της στίξης, απαντά ο δάσκαλος.
Ας δούμε λοιπόν, τι ξέρουν τα παιδιά, λέει ο επιθεωρητής.
Ο δάσκαλος σήκωσε έναν μαθητή, τον Σήφη, στον πίνακα και του είπε να γράψει τη φράση «Ο επιθεωρητής είπε, ο δάσκαλος είναι γαϊδούρι».
Αφού έκπληκτος ο μαθητής, το έγραψε, τον ρωτά ο δάσκαλος:
Ποιος είναι παιδί μου, γαϊδούρι;
Ο δάσκαλος, ψέλλισε ο Σήφης.
Και ποιος το είπε;
Ο επιθεωρητής, κύριε, απάντησε ο Σήφης.
Ωραία, είπε ο δάσκαλος. Γράψε τώρα την ίδια φράση με δύο κόμματα και με άλλη σειρά: «Ο επιθεωρητής, είπε ο δάσκαλος, είναι γαϊδούρι».
Μόλις τελείωσε ο μαθητής, τον ρωτά ο δάσκαλος:
Ποιος είναι τώρα παιδί μου το γαϊδούρι;
Ο επιθεωρητής, απαντά ο Σήφης.
Και ποιος το είπε;
Ο δάσκαλος, απαντά ο Σήφης.
Οπότε στρέφεται ο δάσκαλος στην τάξη και λέει:
Είδατε παιδιά τι κάνουν τα κόμματα; Πότε βγάζουν γάιδαρο τον επιθεωρητή και πότε το δάσκαλο! Ένα λάθος κόμμα, μπορεί να σας χαλάσει τελείως τη ΣΥΝΤΑΞΗ!
Στις μέρες μας, ο Σήφης, παππούς πλέον, καθισμένος στην πολυθρόνα του μπροστά στην τηλεόραση άκουσε για ΝΕΕΣ ΜΕΙΩΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ και είπε:
Όταν ήμουν μαθητής, άκουγα κάθε τόσο τον δάσκαλό μας να λέει: Παιδιά μου να προσέχετε τα κόμματα! Ένα λάθος κόμμα, μπορεί να σας χαλάσει τελείως τη ΣΥΝΤΑΞΗ!!!
ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΠΕΡΑΣΟΥΝ ΕΞΗΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΤΑΛΑΒΩ ΤΙ ΕΝΝΟΟΥΣΕ Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ!!
Το ανέκδοτο του μπαρμπα-Γιώργου στον Διογένη
Δεν θα μπορούσε ο μπαρμπα-Γιώργος να μην πει και ένα ανέκδοτο ακόμα στον Διογένη, πριν χωρίσουν οι δρόμοι τους. Ήταν αυτό που έκανε τον «Κυνικό» να πεθάνει, αυτή τη φορά, από τα γέλια.
Γιωρίκας και Κωστίκας
Ο Γιωρίκας επιστρέφει σπίτι νωρίς και βρίσκει την γυναίκα του στο κρεβάτι, λαχανιασμένη και καταϊδρωμένη.
Αχ! Νομίζω πως μ’ έπιασε η καρδιά μου, αναφωνεί αυτή.
Τρέχει έξω από το δωμάτιο ο Γιωρίκας και πάει να πάρει τηλέφωνο τις πρώτες βοήθειες. Εκεί που τρέχει, πετάγεται ξαφνικά μπροστά του ο μικρός του γιος φωνάζοντας:
Μπαμπά, μπαμπά, μπαμπά! Είναι ένας γυμνός άνδρας στην ντουλάπα!
Ξανά πίσω στην κρεβατοκάμαρα ο Γιωρίκας, μπαίνει σαν σίφουνας, ανοίγει την ντουλάπα και βρίσκει τον Κωστίκα, τον καλύτερό του φίλο.
Καλά ρε Κωστίκα, του λέει, εδώ η γυναίκα μου έχει καρδιακή προσβολή και εσύ κάθεσαι και τρομάζεις τα παιδιά;!