Το κείμενο αυτό γράφτηκε σε άλλες εποχές, αλλά παραμένει επίκαιρο για την ιστορική έρευνα μιας εποχής που στιγμάτισε μεταπολεμικά την Ελλάδα και την περιοχή μας.
Πρόσφατα με έκπληξη διαπίστωσα, ένας νεαρός στα φοιτητικά έδρανα εκπρόσωπος νεολαίας κόμματος απαρίθμησε τις ιστορικές αντιστασιακές περγαμηνές της οικογενείας του από τον προπάππου, στον παππού και από εκεί μέχρι τον πατέρα του. Τότε κατάλαβα, ότι οι ιστορικές ρίζες του νεοέλληνα συνεχίζουν να διδάσκονται αναλυτικά στην οικογένεια και είναι οικογενειακός τίτλος. Είναι προσόν και διαβατήριο στην κοινωνική ανέλιξη και στη κομματική ιεραρχία. Πρόσφατα έπεσαν κάποια πεταμένα έντυπα της δεκαετίας του 80 που διάφορες επιτροπές σωρηδόν έδιναν πιστοποιητικά τέκνων εθνικής αντίστασης για πρόσληψη στο δημόσιο. Τέλος στην μετεμφυλιακή Ελλάδα και όχι μόνο, τα δελτία κοινωνικών φρονημάτων ήταν εφαλτήρια κοινωνικής και οικονομικής αποκατάστασης ακόμα και πιστοποίηση για μετανάστευση στο εξωτερικό.
Την εποχή εκείνη αφού παλιότερα αναφέραμε την επική εθνική αντίσταση με τις μεγάλες αντιστασιακές οργανώσεις ΕΑΜ, ΕΔΕΣ και ΕΚΚΑ, πρέπει να αναφέρουμε σε μια άλλη οργάνωση την ΠΑΟ( Πανελλήνια Αντιστασιακή Οργάνωση). Μια οργάνωση που δεν είχε κεντρική οργανωτική διοίκηση αλλά αυτόνομα καπετανάτα με οπλαρχηγούς διάσπαρτους σε όλο τον Μακεδονικό χώρο.
Στα τέλη του 1941 άρχισαν να ξεφυτρώνουν οι μεγάλες αντιστασιακές οργανώσεις με πρωτοπορία την οργάνωση του κομμουνιστικού κόμματος το ΕΑΜ. Την ίδια περίπου εποχή ιδρύεται στη Θεσσαλονίκη η Γενική Επιθεώρηση Νομαρχιών κλάδος Γενικής Διοίκησης Μακεδονίας με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Αθανάσιο Χρυσοχόου. Στα σπλάχνα αυτού του άτυπου διοικητικού μηχανισμού δημιουργείται η οργάνωση Υπερασπισταί Βορείου Ελλάδας (ΥΒΕ). Ιδρυτές ήταν οι ταγματάρχες Ιωάννης Παπαθανασίου, Ε. Δόρτας, Θ. Μπάρμπας και ο λοχαγός Α.Σακελαρίδης. Μαζί τους ήταν οι αξιωματικοί Καρμπέρης από το Τσοτύλι και Νίκος Γκαντώνας από τη Γαλατινή, μετέπειτα στελέχη της απριλιανής χούντας. Τα μέλη ήταν αποκλειστικά αξιωματικοί του Ελληνικού Στρατού. Η αντίδραση τους ήταν ενάντια στη Βουλγαρική και Ρουμάνικη προπαγάνδα και η υπεράσπιση της Μακεδονίας. Έως εδώ καλά. Το 1943 όταν το ΕΑΜ ξεπηδά πανίσχυρο στη Μακεδονία, αυτοί ακόμα ψάχνονταν. Το Ανατολικό μέτωπο καταρρέει, οι Γερμανοί οπισθοχωρούν και οι Ρώσοι περνούν στην αντεπίθεση. Κρύος ιδρώτας έπιασε τους δεξιούς βασιλόφρονες, αφού ήταν φανερό, ότι τα Βαλκάνια άρα και η Ελλάδα θα απελευθερωθούν από τα ρώσικα στρατεύματα και η κυβέρνηση που θα εγκατασταθεί θα είναι φιλοκομμουνιστική.
Έτσι αποφασίζουν να ιδρύσουν την ένοπλη οργάνωση ΠΑΟ και ο λαός τους έλεγε παοτσήδες. Μάλιστα δεν διστάζουν, να έρθουν σε επαφή με τους Γερμανούς σε μια άτυπη εκεχειρία και εκφράζουν μίσος εναντίον των Βουλγάρων που θέλουν να επιβουλευτούν την Μακεδονία. Το ΕΑΜ θα τους υποτιμήσει και επιμένει πως οι ανταρτοομάδες των παοτσήδων είναι αμελητέα ποσότητα και σύντομα θα τους εξολοθρεύσει. Το μάθημα οι παοτσήδες θα το πάρουν στη μάχη του Φαρδύκαμπου. Οι παοτσήδες επιμένουν πως συντονιστής της μάχης στο Φαρδύκαμπο της Σιάτιστας ήταν ο αντισυνταγματάρχης Κοντονάσιος. Αντίθετα το ΕΑΜ επιμένει πως επικεφαλής ήταν ο Υψηλάντης με τον καπετάνιο Ζυγούρη. Ο Υψηλάντης γράφει, ότι ο δικός του πατριωτικός λόγος ήταν αυτός, που ξεσήκωσε το λαό της Σιάτιστας και πήρε τα όπλα. Οι παοτσήδες έλεγαν το αντίθετο, ότι ο αντισυνταγματάρχης Κοντονάσιος ξεσήκωσε το λαό. Σημασία έχει ότι μέχρι το 1974 τη μάχη στον Φαρδυκαμπο την χρησιμοποιούσαν ως εφαλτήριο νίκης και οι παοτσήδες, μετά το 1974 την γιορτάζουν μόνο οι οργανώσεις του ΕΑΜ.
Το μάθημα που πήραν από τη μάχη στο Φαρδύκαμπο θα τους κάνει να αναδιπλωθούν σε μια νέα και έξυπνη οργανωτική κίνηση. Θα καλέσουν στα όπλα τους παλιούς αντάρτες του Δυτικού Πόντου. Στο Δυτικό πόντο από το 1917 θα αναπτυχθεί ένα ιδιόμορφο αντάρτικο. Μετά τη συνθήκη του ΜΠΡΕΤ ΛΙΤΟΦΣΚ το 1917 μεταξύ Γερμανών και Ρώσων. Ο Λένιν και ο Κεμάλ Ατατούρκ θα συνάψουν ανεπίσημη συμμαχία με σκοπό ο ένας να χτίσει τη Σοβιετική Ένωση και ο άλλος να φτιάξει τη νέα Τουρκία. Τότε στο δυτικό πόντο εμφανίστηκαν νεαροί καπετάνιοι που ουσιαστικά ήλεγχαν ολόκληρες περιοχές του δυτικού πόντου και πολεμούσαν εναντίον των Τούρκων και του στρατού του Κεμάλ. Αυτοί ήταν ο Κισαμπατζάκ(κοντοπόδαρος) μετέπειτα κάτοικος στο χωριό Κούκο της Κατερίνης, ο Μιχάλαγας(Μιχάλης Παπαδόπουλος) από τον Βαθύλακο Κοζάνης, ο Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος από το Κιλκίς, ο Αντώνης Φωστεριάδης (Αντόν Τσαούς) από τη Δράμα κλπ. Ήταν σκληροί πολεμιστές και όταν ήρθαν στην Ελλάδα το 1923, το Ελληνικό κράτος τους ξέχασε. Αντίθετα οι καπετάνιοι αυτοί στον ποντιακό κόσμο είχαν μεγάλη επιρροή και αποδοχή. Ο συνταγματάρχης Χρυσοχόου μαζί με τον ταγματάρχη Παπαθανασίου γνώριζαν τους ξεχασμένους πόντιους καπετάνιους και αποφάσισαν να τους φέρουν στην επιφάνεια. Σε όλα τα χωριά της Μακεδονίας κυριαρχούσε το ΕΑΜ. Τότε η νέα οργάνωση ΠΑΟ με τους πόντιους οπλαρχηγούς αποφασίζει να οργανώσει αντάρτικες ομάδες στην Μακεδονία. Οι καπετάνιοι αυτοί είχαν σεβασμό στον ποντιακό Ελληνισμό και συγκεκριμένα στους τουρκόφωνους που με ένα σφύριγμα μάζευαν τόσο κόσμο που και ίδιοι δεν το περίμεναν. Έτσι αποστέλλουν αντιπροσώπους στα χωριά και στήνουν οργανώσεις της ΠΑΟ. Στην Εράτυρα και τη γύρω περιοχή την επισκέφτηκε κάποιος Αχιλλέας Τριανταφυλλίδης άνθρωπος του Μιχάλαγα και μετέπειτα ελεγκτής στα ΚΤΕΛ. Στη βιβλιογραφία αναφέρει με ποιον συναντήθηκε και τη δομή με όλα τα ονόματα με τους οποίους έφτιαξε την οργάνωση στην Εράτυρα, στο Καλονέρι κα σε άλλα ποντιακά χωριά της περιοχής Νεάπολης. Τα ονόματα δεν έχουν σημασία να αναφερθούν γιατί ξυπνούν λαθεμένες μνήμες. Στην πράξη για πρώτη φορά εμφανίζεται τόσο γρήγορα, μια οργάνωση η οποία θα αντιπαρατεθεί στο ΕΑΜ και οι συγκρούσεις μεταξύ των θα είναι αιματηρές και αδελφοκτόνες. Στο άκουσμα της ίδρυσης αυτής της οργάνωσης. ο πρώτος από το ΕΑΜ που αντέδρασε, ήταν ο Υψηλάντης, ο οποίος ανακοινώνει διαταγή, ότι όποιος φέρει όπλο πλην των εαμιτών θα εκτελείται. Δεν κατάφερε όμως να φοβίσει, αυτοί οι ξεχασμένοι καπετάνιοι του Δυτικού Πόντου ήταν μπαρουτοκαπνισμένοι με μεγάλες αντάρτικες περγαμηνές στα βουνά της χαμένης πατρίδας του ορεινού πόντου. Ήταν Βενιζελικοί, αλλά ήθελαν και τον Βασιλιά. Ήταν όμως φανατικοί αντικομουνιστές, γιατί το 1917 ο ΛΕΝΙΝ συμμάχησε με τον Κεμάλ να σώσει την Τουρκία, με αποτέλεσμα οι καπετάνιοι του πόντου να κυνηγηθούν αγρίως. Τότε ήταν εικοσάρηδες και το 1943 ήταν σαραντάρηδες. Με λίγα λόγια ήξεραν να πολεμούν και ήταν και φανατισμένοι. Οι παοτσήδες αριθμητικά υπολείπονταν των εαμιτών, αλλά είχαν νεαρούς ορκισμένους πολεμιστές. Έτσι απλώθηκαν γρήγορα σε όλη τη Μακεδονία, όπλο φέροντες και τραγουδώντας, τι ζητούν οι Βούλγαροι στη Μακεδονία τι ζητούν τα άτιμα σκυλιά, ξεκίνησαν τη δράση τοις πρώτα ενάντια των Βουλγάρων. Στη ανατολική Μακεδονία έδωσαν αιματηρές μάχες με τους Βουλγάρους νεοκομιτατσήδες. Στη δυτική Μακεδονία επιτίθονταν στα λεγόμενα Μακεδονίτικα χωριά με τη σλαβική διάλεκτο και δημιουργούσαν φόβο και πανικό. Τους λεγόμενους σλαβομακεδόνες τους χαρακτήριζαν συλήβδην εαμίτες και όποιον έπαιρνε ο χάρος. Στην Εράτυρα η μάχη που έγινε μεταξύ εαμιτών και παοτσήδων, ήταν το καλοκαίρι του 1944. Τότε κάηκε το παλιό δημοτικό σχολείο της Εράτυρας εκεί που σήμερα είναι η πλατεία του χωριού. Οι εαμίτες νίκησαν και οι παοτσήδες κρύφτηκαν, μετά πάλι επανήλθαν στο χωριό. Στις αιματηρές συγκρούσεις με το ΕΑΜ επίλεκτοι παοτσήδες δεν δίστασαν να τα βρουν με τους Γερμανούς και να κατηγορηθούν στη εξόριστη κυβέρνηση στο Κάιρο για δοσίλογοι. Οι Άγγλοι δεν τους αναγνώρισαν ως αντιστασιακή οργάνωση. Η ΠΑΟ όμως υπερείχε σε μαχητικότητα του ΕΔΕΣ του Ζέρβα, η οποία ΕΔΕΣ κατ ͗ όνομα ήταν μεγάλη, ενώ στην πραγματικότητα ήταν αδύναμη και κουτσουρεμένη. Γι αυτό οι παοτσήδες ποτέ δεν αποδέχτηκαν τους Άγγλους, ενώ αντίθετα με τους αμερικανούς κρατούσαν ουδέτερη θέση. Οι ιστορικοί αναφέρουν, όταν άρχισαν οι κατηγορίες περί δοσίλογων, η ΠΑΟ αποφάσισε να διαλυθεί. Η αλήθεια είναι ότι διασπάστηκε. Ο Κισάμπατζακ (Κυριάκος Παπαδόπουλος), ο Μιχάλαγας (Μιχάλης Παπαδόπουλος) και ο Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος, συνεχίζουν με την ΠΑΟ-ΕΕΣ (Εθνικός Ελληνικός Στρατός). Ο Αντόν Τσαούς(Αντώνης Φωστεριάδης) έφτιαξε την οργάνωση ΠΑΟ-ΕΣΕΑ (Ένωση Συμπολεμιστών Εθνικού Αγώνος). Ένα μέρος των παοτσήδων με επικεφαλής τον επιτελάρχη της ΠΑΟ συνταγματάρχη Γιάννη Μουστεράκη οι λεγόμενοι αιχμάλωτοι θα καταταγούν υποχρεωτικά στον ΕΛΛΑΣ και ένα άλλο μέρος θα καταταγεί στον ΕΔΕΣ. Οι παοτσήδες επαίρονταν για την οργάνωσή τους και οι αντίπαλοι το παοτζής το έκαναν συνώνυμο του δοσίλογου. Η τελευταία μάχη των παοτσήδων ήταν στη περιοχή Μπουτζακίων στο Δρέπανο Κοζάνης μέχρι τα Λεύκαρα Σερβίων. Περίπου 2500 παοτσήδες από την περιοχή αυτή και όχι μόνο, θα συγκρουστούν με υπέρτερες δυνάμεις του ΕΑΜ και θα ηττηθούν. Στη μάχη αυτή ο Υψηλάντης τον Αχιλλέα Τριανταφυλλίδη θα τον αποκαλέσει Αχυρέα Τριανταφυλλίδη και δεν θα τον συγχωρήσει που στην περιοχή του στο Βόιο οργάνωσε τους παοτσήδες. Αλλά ο Αχυρέας είναι ο μόνος από τους αιχμαλώτους που την κοπάνησε. Οι αιχμάλωτοι θα μεταφερθούν σε στρατόπεδο κράτησης στο Ζιουπάνι(Πεντάλοφος). Εκεί θα σταλούν αιχμάλωτοι παοτσήδες και από την Εράτυρα, Καλονέρι και τα υπόλοιπα χωριά του Βοΐου. Φαγητό δεν υπήρχε και ο κίνδυνος να πεθάνουν από ασιτία ήταν υπαρκτός. Έτσι οι συγγενείς οργάνωναν μεταφορές με άλογα και γαϊδούρια και πήγαιναν στον Πενταλοφο φαγητό και ρούχα. Τους απελευθέρωσε την άνοιξη του 1945 ένα τάγμα Άγγλων στρατιωτών. Από τους παοτσήδες στον δεύτερο εμφύλιο θα επανδρωθούν οι μονάδες των Μάυδων. Πρωτοπαλίκαρο του Μιχάλαγα ήταν ο Σταύρος Τσακαλίδης ο οποίος δήλωνε ότι στα νιάτα του ήταν Βενιζελικός και μετά έγινε βασιλόφρων κομμουνιστοφάγος. Σκοτώθηκε στις σκάλες του σημερινού δημοτικού σχολείου στη μάχη με τους αντάρτες του δημοκρατικού στρατού το Νοέμβρη του 48. Τρεις μέρες πανηγύριζαν οι αντάρτες για το θάνατο του Σταύρου. Ήταν ο φόβος και τρόμος του χωριού και της περιοχής.
Στη μεταπολεμική Ελλάδα τους παοτσήδες επίσημα δεν τους αναγνώρισαν οι κυβερνήσεις σε αντιστασιακή οργάνωση. Οι παοτσήδες ήταν θυμωμένοι με τον Παπάγο και τον Καραμανλή, ενώ τους ψήφιζαν, αυτοί τους πούλησαν, γιατί δεν ήθελαν να τους αναγνωρίσουν σε αντιστασιακούς. Ήταν φανατικοί κρατικιστές. Τους μεγάλους επιχειρηματίες θεωρούσαν κρυπτοκομμουνιστές και δεν τους ήθελαν. Έλεγαν, το κράτος να έχει τις μεγάλες επιχειρήσεις, να συντηρείται από αυτές και τα μικρά νοικοκυριά να μη τα πειράζουν και να μη τα φορολογούν. Ήταν θρήσκοι αλλά σκληροί και αμετανόητοι. Οι γυναίκες δεν συμμετείχαν στην οργάνωση, έλεγαν, η γυναίκα να κοιτάει το νοικοκυριό και τα παιδιά και όχι τον πόλεμο.
Την αγία χαρά τους οι παοτσήδες βρήκαν στον καιρό της χούντας. Η χούντα τους αναγνώρισε σε αντιστασιακούς και άντλησε από αυτούς στελέχη να υπερασπίσουν την απριλιανή δικτατορία.
Στην Εράτυρα στα χρόνια της χούντας την εποχή που οι παοτσήδες θεωρήθηκαν ήρωες της αντίστασης, κυκλοφορούσαν αφίσες με τα αρκτικόλεξα και τις μάχες που δώσανε στην περιοχή. Στις μέρες των εθνικών επετείων εμείς μαθητές των σχολείων μικροί και μεγάλοι φτιάχναμε ένα πυρσό σε κουτί από γάλα νουνού δεμένο σε ένα κοντάρι, μέσα στο κουτί είχε στάχτη, ρίχναμε πετρέλαιο και το ανάβαμε. Όταν έπεφτε το σούρουπο, ανάβαμε τους πυρσούς και σε πομπή με μπροστάρηδες τα ΤΕΑ, γυρνάγαμε το χωριό με τα πατριωτικά τραγούδια. Έχω μια αδελφή κουκλίτσα αληθινή τη λένε Βόρειο Ήπειρο κλπ. Μετά. Τι ζητούν οι βούλγαροι στη Μακεδονία τι ζητούν τα άτιμα σκυλιά κλπ. Μετά, Είμαι Έλλην το καυχώμαι, ξέρω την καταγωγή μου, η Ελληνική ψυχή μου ελευθέρα πάντα ζει. Στο τέλος τραγουδούσαμε το εμβατήριο για τους μακεδονομάχους, μαύρη η νύχτα στα βουνά, στους κάμπους πέφτει χιόνι. Στο τέλος περνάγαμε από το σπίτι του εναπομείναντα, έτσι τον ξέραμε, οπλαρχηγού της ΠΑΟ και εκείνος στο μπαλκόνι μας χειροκροτούσε σαν τον Μουσολίνι. Τα χρόνια εκείνα τα σχολεία εκτός από την εκπαίδευση και μάθηση, είχαν ρόλο να διαπαιδαγωγήσουν τα παιδιά στην εθνική και πατριωτική ιδεολογία και συνείδηση. Η παρουσία ήταν υποχρεωτική, όπως και κάθε Κυριακή στον εκκλησιασμό. Τότε τα σχολεία ήταν αυστηρά και τιμωριτικά. Στο εξατάξιο γυμνάσιο της Εράτυρας στη πρώτη τάξη ξεκινήσαμε 45 παιδιά και στην έκτη (Τρίτη Λυκείου) καταλήξαμε μόνο 13 μαθητές, αυτό είναι ένα παράδειγμα της αυστηρότητας των σχολείων.. Την εποχή εκείνη γινόταν τα αποκαλυπτήρια του αγάλματος του Μιχάλαγα στον Βαθύλακιο Κοζάνης. Στην Εράτυρα ένα λεωφορείο θα πήγαινε στα αποκαλυπτήρια. Ο έχων τον αντιστασιακό τίτλο του οπλαρχηγού της ΠΑΟ αδημονούσε για την προσέλευση των συναγωνιστών του. Ήταν Κυριακή και αργοπόρησαν. Με το που εμφανίστηκαν, κάποιος τόλμησε και είπε, τι να πάμε, να κάνουμε εκεί στους τουρκόφωνους; Τότε ο οπλαρχηγός βάζει τις φωνές και λέει, ξέρετε, αν δεν υπήρχαν αυτοί οι πόντιοι και τουρκόφωνοι, οι κουμουνιστές θα μας είχαν πάρει τα κεφάλια. Με τη σημαία στα χέρια καμαρωτός ανέβηκε στο λεωφορείο. Εμείς μαθητές του Γυμνασίου γελάσαμε και ευτυχώς δεν μας πήρε χαμπάρι. Τότε η χούντα επιστράτευσε ένα Ελληνοαμερικανό τον Τζέημς Πάρις και παρήγαγε κινηματογραφικές πατριωτικές ταινίες. Με τη λάμψη στα μάτια, οι γενναίοι του βορρά, κοντσέρτο για πολυβόλα κλπ. Πρωταγωνιστές ήταν νεαροί ηθοποιοί με μεσογειακή ομορφιά και έπαιζαν τους αντιστασιακούς παοτσήδες. Μάλιστα ένας γνωστός ηθοποιός τόσο πολύ μπήκε στο πετσί του ρόλου, που και σήμερα νομίζει πως ήταν αντιστασιακός παοτσής της εποχής εκείνης. Με εντολή της επιθεώρησης μέσης εκπαίδευσης επιτρεπόταν, η παρακολούθηση των ταινιών αυτών από τους μαθητές και μερικές φορές τα σχολεία πήγαιναν ομαδικά με συντεταγμένη παρουσία.
Με την πτώση της χούντας οι παοτσήδες έχασαν τα πρωτεία και το 1982 με την αναγνώριση της εθνικής αντίστασης, η ΠΑΟ δεν αναγνωρίστηκε ως αντιστασιακή οργάνωση. Οι πολεμιστές της ΠΑΟ πήραν τον τίτλο του αντιστασιακού και τα προνόμια ως μαχητές του ΕΔΕΣ.
Αυτή είναι η μικρή ιστορία των παοτσήδων που χρόνια ακούμε την λέξη αυτή και ελάχιστοι γνωρίζουν την ταυτότητά τους και τα γεγονότα. Αυτά τα γεγονότα τα οποία τόσο βαθιά ακόμα και σήμερα χαράζουν και επηρεάζουν την πολιτική και κοινωνική ζωή της χώρας και του τόπου.