Το ξέσπασμα της πανδημίας, η οικονομική κρίση μας στιγμάτισε για τα καλά. Ο φόβος, οι περιορισμοί, η απομόνωση, η αποξένωση, η ανασφάλεια, η κακή ψυχολογία, κυριαρχούν. Μέσα σε αυτό το κλίμα, πολλές φορές αναρωτήθηκα αν ήμασταν καλύτερα παλιά στα χωριά μας. Στα όμορφα, γραφικά – μαγικά χωριουδάκια, που μεγαλώσαμε οι περισσότεροι. Στο μαγευτικό Βόιο.
Αναπολώ εκείνες τις όμορφες, αγνές, παλιές καλές στιγμές. Αυτό το διαφορετικό αίσθημα ευφορίας και ηρεμίας που βιώνουμε και σήμερα, όταν είμαστε εκεί. Την ηρεμία της πολύχρωμης φύσης, τον περίπατο, τις μυρωδιές του βρεγμένου χώματος, του καμένου ξύλου από τα αναμμένα τζάκια, τα μαγευτικά ηλιοβασιλέματα. Την ηρεμία και τη γαλήνη που νιώθουμε όταν ακούμε τα πουλιά να κελαηδούν, τα πρόβατα να βελάζουν και τον ήχο από τα κουδουνάκια τους. Τη νοσταλγία για τα παιδικά μας χρόνια. Τα χρόνια της αθωότητας και της ξεγνοιασιάς.
Νοιώθω τυχερός που μεγάλωσα σε ένα τέτοιο χωριό. Το χωριό που οι προγονοί μας έχτισαν κουβαλώντας όλα τα οικοδομικά υλικά, πέτρες, ασβέστη, ξύλα με τα χέρια και τα ζώα. Που κουβαλούσαμε το νερό με βαρέλια από βρύσες μακριά από το χωριό. Χωρίς ηλεκτρικό βέβαια. Με γκαζόλαμπες στην αρχή. Με το τζάκι και την κατσαρόλα πάνω στην σιδεροστιά για το καθημερινό φαγητό. Με τις μανάδες μας να ζυμώνουν στη σκάφη. Τις γιαγιάδες μας με τη ρόκα στο χέρι. Σε εποχές που το όργωμα γινόταν με το αλέτρι, το σκάλισμα με τα ξινάρια, ο θερισμός με τα δρεπάνια και το αλώνισμα με τα ζώα. Με μικρά καφενεία και παντοπωλεία. Με κάθε σπίτι να έχει το φούρνο του, το χοιρινό του, τις κότες του, την κατσίκα του, τον κήπο του, τον αργαλειό του. Που η γειτονιά ήταν μια μεγάλη οικογένεια. Με πόρτες ανοιχτές και το κλειδί επάνω. Που το ξεφύλλισμα του καλαμποκιού ήταν γιορτή!
Χωριό γεμάτο ζωή! Με ωραία ήθη και έθιμα. Παραδοσιακοί γάμοι, κάλαντα, επίσημες εορτές με χορούς, ονομαστικές με φαγοπότι και επιτραπέζια τραγούδια, πρωταπριλιά με απίστευτα ψέματα, με ωραία πανηγύρια .
Αλησμόνητες εποχές! Υπήρχε φτώχεια, υπήρχαν δυσκολίες, υπήρχαν ελλείψεις. Όμως οι άνθρωποι ήταν αγαπημένοι και αλληλοϋποστηρίζονταν. Βοηθούσαν ο ένας τον άλλον. Υπήρχε ψυχική επαφή, αγάπη και συμπόνια. Ο γείτονας έτρεχε πρώτος, όταν ο διπλανός είχε ανάγκη βοήθειας…
Σήμερα, στην εποχή αυτή την δύσκολη, στις πόλεις, υπάρχει μια διαφορετική εικόνα. Χάθηκε ο σεβασμός, η αξιοπρέπεια, η αλληλεγγύη, η κατανόηση. Χάθηκε η αγάπη για το γείτονα. Οι άνθρωποι νοιάζονται μόνο για τον εαυτό τους και αδιαφορούν για τους γύρω τους. Η οικονομική κρίση και η απερχόμενη πανδημία έκανε τα πράγματα ακόμα χειρότερα. Χάσαμε τις παρέες μας, τους φίλους μας, τους δικούς μας.
Δυστυχώς, άλλαξαν όμως όλα και στα χωριά μας. Παρά το γεγονός ότι καινούργια σπίτια κτίστηκαν, παλιά ανακαινίστηκαν και τίποτα δεν τους λείπει, τα χωριά εγκαταλείφθηκαν. Ελάχιστοι έμειναν. Σήμερα, τα χωριά στην επαρχία μας είναι σχεδόν έρημα. Άνθρωπο δε συναντάς. Τα μαγαζιά, κλειστά. Τα χωράφια ακαλλιέργητα. Η κτηνοτροφία λιγοστεύει Πολλά σπίτια άδεια, ερειπωμένα, χορταριασμένα μπαλκόνια! Ακόμα και πολύ ωραία νεόκτιστα ή ανακαινισμένα, δυστυχώς, κλειστά. Κάθε θάνατος, σημαίνει και το σφράγισμα ενός σπιτιού. Προσθέστε και την απροθυμία των κατοίκων να τα ξαναφτιάξουν. Με λίγα λόγια, εικόνες θλίψης, απογοήτευσης, εγκατάλειψης και ερήμωσης.
Οι αιτίες πολλές και γνωστές…
Το χωριό μου, ο Αυγερινός, όπως και τα περισσότερα στο Βόιο ζωντανεύουν για λίγες μόνο μέρες το χρόνο, Πάσχα, Δεκαπενταύγουστο, Χριστούγεννα. Όσων απέμειναν Μετά, ερημιά που συνεχώς γίνεται και χειρότερη. Χωριά πλέον με 2, 6, 14, 26 , 50, 150 κατοίκους! Για πόσο ακόμα; Χωριά που κάποτε είχαν εκατοντάδες κατοίκους, με δημόσιες υπηρεσίες, οργανισμούς, καταστήματα κ.λ.π., σήμερα βιώνουν την ίδια ερήμωση και εγκατάλειψη.
Είναι φανερό. Τα χωριά μας χάνονται… Δεν θα ξανανοίξουν πολλά σπίτια εκεί. Σπίτια που με τόσο κόπο έχτισαν οι παππούδες μας και οι γονείς μας. Μαζί τους και αξίες που αποτελούν τις ρίζες του πολιτισμού μας. Ωραιότατα πετρόκτιστα κτίρια, νερόμυλοι, πετρόκτιστα τοξωτά γεφύρια, καλντερίμια και αξιοθέατα που δεν πρέπει να χαθούν. Που αποτελούν κομμάτι της παράδοσής μας και επιβάλλεται να διαφυλαχτούν. Πώς όμως;
Πρέπει να βρούμε τον τρόπο. Η Πολιτεία, οι Δήμοι, οι Σύλλογοι. Να βοηθήσουν όλοι. Όλοι μας… Να βρεθούμε πιο κοντά στις ρίζες μας. Τα χωριά μας να έρθουν ξανά στο προσκήνιο. Να τα αγαπήσουν οι νέοι μας. Να ξαναζωντανέψουν…
Αποτελεί ύψιστο χρέος μας, αλλά και απότιση φόρου τιμής στους γονείς μας και τους παππούδες μας. Σε αυτούς που τα έφτιαξαν με τόσο κόπο. Που τα αγναντεύουν από τον ουρανό και θα λυπούνται να τα βλέπουν να ερημώνουν!!! Εδώ στη γειτονιά της Πίνδου, η αμόλυντη φύση φαντάζει παντοδύναμη. Οι άνθρωποι, τα χωριά, τα μνημεία, τα τοξωτά γεφύρια μοιάζουν ξεχασμένα, υποταγμένα. Μόνο οι εποχές έχουν τη δύναμη να μεταλλάσσουν το ποικιλόμορφο τοπίο και να πιστοποιούν ότι ο χρόνος κυλά. Έτσι ο επισκέπτης, έρμαιο αυτής της μαγείας, απλώς αφήνεται να τον συνεπάρει το τοπίο. Ούτως ή άλλως πάντα θα νοσταλγεί και θα ελπίζει στην επιστροφή.
1 comment
Tο ξεφύλλισμα του καλαμποκιού ήταν γιορτή!….. You broke my heart.