Δισεκατομμύρια ευρώ ξοδεύονται για τη λειτουργία των περίφημων επιταχυντών, που θα δώσουν, όπως διατείνονται οι ειδικοί επιστήμονες, τις οριστικές απαντήσεις στο πως λειτουργεί το σύμπαν.
Το καθιερωμένο μοντέλο φυσικής, αυτό, στο οποίο έχουμε εναποθέσει όλη μας τη γνώση για τον κόσμο που μας περιβάλλει, είναι μεν πλήρες, αλλά μόνον θεωρητικά. Στην ουσία είναι ατελές, γιατί ένα μόνο σωματίδιο, ένα σωματίδιο φάντασμα, ξεφεύγει ακόμα από τη «φάκα» της επιστημονικής έρευνας και παρατήρησης. Το μποζόνιο χιγκς, όπως λέγεται, είναι το τελευταίο κομματάκι του πάζλ, που απομένει να βρεθεί, για να επισφραγιστεί η επιστημονική εγκυρότητα του καθιερωμένου μοντέλου.
Από το 1964 τρεις ερευνητές επιστήμονες, ο Βρετανός φυσικός Πίτερ Χιγκς, και οι Βέλγοι συνάδελφοί του Φρανσουά Ενγκλέρ και Ρόμπερτ Μπρουτ (Peter Higgs, François Englert και Robert Brout), κατάφεραν να περιγράψουν τις ιδιότητες του πεδίου χιγκς και να δώσουν τον τρόπο που κατά τη γνώμη τους αυτό θα υπάρχει, αλλά και θα συμπεριφέρεται με τέτοιο τρόπο ώστε και το Καθιερωμένο Πρότυπο να ισχύει, αλλά και στις χαμηλές ενέργειες, όπου κάνουμε τις μετρήσεις μας να προκύπτει η ύπαρξη μάζας όπου χρειάζεται.
Και τελικά ήταν ημέρα Τρίτη, στις 13 Δεκεμβρίου του 2011, όταν μια είδηση έκανε το γύρο του κόσμου και σκόρπισε ρίγη συγκίνησης στην επιστημονική κοινότητα.
Ήταν τότε που το ευρωπαϊκό κέντρο ερευνών, το γνωστό CERN, στη διάρκεια ενός σεμιναρίου, ανακοίνωσε, πως μάλλον εντοπίστηκε το αναζητούμενο μποζόνιο από δύο διαφορετικές ομάδες του, που συμμετείχαν στην έρευνα. Η ανακοίνωση έγινε από τους επικεφαλής των δύο πειραματικών ομάδων (CMS και ATLAS), οι οποίες στις έρευνές τους χρησιμοποιούσαν τον επιταχυντή LHC, αλλά διατηρούσαν κάποιες επιφυλάξεις μέχρι να καταλήξουν στα οριστικά και ασφαλή συμπεράσματά τους.
Πάντως, τα τελευταία χρόνια οι πειραματικοί φυσικοί καταγίνονται εντατικά με έρευνες για τη διαπίστωση της ύπαρξης ή μη του μποζονίου χιγκς, ώστε να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα, γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε πως υπάρχουν και άλλες εναλλακτικές θεωρίες για την ενοποίηση των δυνάμεων στη φύση, εκτός από το καθιερωμένο πρότυπο, οι οποίες δεν προβλέπουν την ύπαρξη σωματιδίου αυτού του είδους. Για το σκοπό της έρευνας, λοιπόν, χρησιμοποιήθηκαν οι δύο μεγαλύτεροι επιταχυντές του κόσμου, το Tevatron στις ΗΠΑ (που τελικά δεν λειτούργησε) και ο LHC (LargeHadronCollider = Μεγάλος Επιταχυντής Αδρονίων) στην Ευρώπη, ο οποίος μετά από έναν χρόνο απρόσκοπτης λειτουργίας, εντόπισε σοβαρές ενδείξεις περί της υπάρξεως του «άφαντου» μποζονίου.
Ηλίας Κ Μάρκου