Ανεμομαζώματα, αδικοσκορπίσματα
Λίγοι γνωρίζουν ότι οι κάτοικοι των περιοχών στις οποίες εγκαθίστανται σταθμοί ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, λαμβάνουν μια έκπτωση στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος. Δεν είναι πολλά λεφτά, αλλά είναι μια δίκαιη ανταπόδοση των ηλεκτροπαραγωγών εταιρειών για την όποια όχληση προκαλούν με τα έργα τους.
Το σύστημα λειτούργησε καλά, μέχρι που ο μπιζιμποντισμός του υπουργείου Περιβάλλοντος αποφάσισε καλοκαιριάτικα να το… μεταρρυθμίσει. Εως τον περασμένο Αύγουστο η έκπτωση ήταν ανάλογη της κατανάλωσης. Ετσι, ενώ το ποσοστό έκπτωσης ήταν ενιαίο για όλους, οι μόνιμοι κάτοικοι που εκ των πραγμάτων καίνε περισσότερο ρεύμα, επωφελούντο περισσότερο από εκείνους που, π.χ., άνοιγαν το εξοχικό τους για 15 ημέρες.
Παραδόξως πώς, στον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Θεόδωρο Σκυλακάκη και στην υφυπουργό του κ. Αλεξάνδρα Σδούκου δεν άρεσε ο συγκεκριμένος επιμερισμός κι έβαλαν το ποσό των ΑΠΕ στην κλίνη ενός γραφειοκρατικού Προκρούστη. Οπως προκύπτει από ερώτηση στη Βουλή της κ. Καλλιόπης Βέττα (ΣΥΡΙΖΑ) και παρέμβαση του κυβερνητικού βουλευτή κ. Στάθη Κωνσταντινίδη, στις 22 Αυγούστου –ντάλα καλοκαίρι δηλαδή– δημοσιεύτηκε μια απόφαση, συμφώνως με την οποία το τέλος από την επιβάρυνση των ΑΠΕ δεν θα επιμερίζεται αναλογικώς με την κατανάλωση αλλά ανά παροχή. Ετσι, κάποιος που ζει κάτω από τις ανεμογεννήτριες θα έχει μικρότερη έκπτωση, ενώ κάποιος άλλος, που μπορεί να μην κατοικεί καθόλου στην περιοχή, θα του ‘ρχονται λεφτά!
Είναι άγνωστο σε τι και (πρωτίστως) ποιους εξυπηρετεί η εν λόγω απόφαση με το ακραιφνώς γραφειοκρατικό όνομα ΥΠΕΝ/Δ Α.Π.Ε.ΕΚ/86389/2479/2024.
Το πρόβλημα είναι, όπως γράφει ο βουλευτής της Ν.Δ. κ. Κωνσταντινίδης, ότι «ο πραγματικά μόνιμος κάτοικος μιας απομακρυσμένης κοινότητας (σε τέτοιες κατά κανόνα αναφέρεται η σχετική πρόβλεψη) θα λαμβάνει την ίδια ανταπόδοση με κάποιον περιστασιακά διαμένοντα εκεί, ενώ ο τελευταίος ενδεχομένως να καρπώνεται και εισόδημα εφόσον δεν εμφανίζει μεγάλες καταναλώσεις. Ομως, ο ανταποδοτικός χαρακτήρας της (αντι)παροχής συνδέεται ευλόγως με τη διαμονή και όχι με την ιδιοκτησία και γι’ αυτό, δικαιότερα, θα πρέπει να έχει αναλογικό χαρακτήρα και τρόπο υπολογισμού. Οχι σε βαθμό που να επιβραβεύει την αυξημένη κατανάλωση, αλλά πάντως όχι και κατά τρόπο που να αγνοεί τη μόνιμη παρουσία, δραστηριοποίηση και διαμονή των συμπολιτών μας στην ελληνική ύπαιθρο, και ιδίως στις μικρές κοινότητες. Εξάλλου, σε αυτές τις περιοχές, η αυξημένη κατανάλωση πολλές φορές συνδέεται με την παρουσία περισσότερων παιδιών ή και με τη φιλοξενία μεγάλων σε ηλικία πολιτών»