Γειά σας πιδιά μ΄καλά! Τι γενησέστι; Ιγώ καλά είμι κι χήρσαμι ιγώ κι η μπάμπου μ΄ να τμάζουμέστι για τς απόκρηες.
Η μπάμπου μάζουξι κρομδότσεφλες για να βάψ΄ αυγά για όσνους μας ανοίξουν τ΄ν πόρτα. Ήρθαν κι τα χωριανκά τα πιδιά κι μι γύρεψαν τσάκνα για τ΄ν ψιλιαλάδα. Είχα μια κλαδαριά που είχι σαχνιάσ΄ το κλαδί κι τ΄ς είπα να τ΄ν πάρουν όλ΄ κι να ιδήτι χαρά απού έκαμαν.
Πήγι κι ο Σούλης τ΄ Γεράσ΄, έμασι τα τζιαγκανούρια κι ήφιραν ένα διαζί καμμιά δεκαριά μέτρα, για τ΄ν ψιλιαλάδα. Σι άλλα χωριά τ΄ν ψιλιαλάδα τ΄ λεν κλαδαριά κι στο Κουστάντσκο τ΄ λεν σιμπαλιάδα. Χερόβουλα για τον πολυέλαιο στ΄ν κορφή τς ψιλιαλάδας, τς έδωκιν ου Μήτσιος τ΄Κουρκουλόζ΄ που έχει βρίζα. Είμιστι κι από τα λίγα τα χωριά που μαζώνουμέστι στ΄ν ψιλιαλάδα κι δε λέμι ουρσουζλίκια.
Η μπάμπου μι γύρεψε να τ΄ φέρου κι μπακαλιάρο για τ΄ν Κυριακή. Θα φκιάσ΄ κι πίττα, γιατί θα ρθούν τα πιδιά κι τα αγγόνια να σχωρεθούμι. Είνι κι καμιά δεκαριά πιδιά που βάφτσαμι κι ιγώ κι η μπάμπου μ΄ κι όλα θα ρθουν να σχωρεθούμι. Θα σχωρεθούμι κι μι όλνους τς χωριανοί για να μας βρει η καθαροδευτέρα καθαροί.
Όλ΄ τ΄ χρονιά μαζώνω τάλληρα, για να χου να δώκου στα πιδιά που θα ρθουν να μι πουν χρόνια πουλλά. Τάλληρα απ΄ τα θκά μας, σιδερένια σι δραχμές, τρανούτσκα – τρανούτσκα. Τα εβρά δε βήκαν κόμα.
Είπι η μπάμπου μ΄ στ΄ Νάσαινα ότι έχω πολλά τάλληρα κι μ΄ ήρθι μι δυό πενηντάρια να τς τα χαλάσου. Όταν τ΄ν έδνα τα τάλληρα, μ΄ είπι ότι το σωστό είνι, ότι για κάθε δυό τάλληρα που θα τ΄ δίνου, πρέπ΄ να τ΄ δίνω κι ένα δώρο, όπως γένητι κι μι τς πίτσες. Καλά τ΄ λέου κι παραξενεύκι που συμφώντσα, γιατί δε μι σύμφερνι, αλλά ιγώ είπα μι το νου μ΄, ότι θα τ΄ σιγουρέψου.
Μέτρησα είκοσ΄ τάλληρα κι άλλα δέκα τ΄ν έδωκα δώρο. Έβγαλι να μι δώκει τα δυό τα πενηντάρια κι τ΄ λέου: Τώρα πρέπ΄ μι τα δυό τα μενηντάρκα, να μι δώης κι ισύ ένα δώρο, όπως γένητι μι τς πίτσες κι μι τα τάλληρα. Δε μπορούσι να μι πει τίποτας, μόνι μ΄ είπι ότι δεν είχι άλλο πενηντάρ΄. Μι χαλνιέσι, τ΄λέου. Θα σι χαλάσου ιγώ. Τ΄ν πήρα τα δέκα τα τάλληρα, τ΄ν ΄έδωκα ένα πενηντάρ΄ κι το βαλα κι αυτό στ΄ τζέπ΄ τ΄! Θιαμάχκι! Έμ τ΄ν έκαμα το χατήρ΄, εμ δεν τ΄ν άφκα να μι γελάσ΄. Πήρι τα τάλληρα κι έκοψι πέρα. Δεν τ΄ χώνευα κι όλας, γιατί σι΄ ότ΄ στραβό μι λέει η μπάμπου μ΄, είνι αυτή από πίσ΄.
Μι τ΄αυτά κι μι τ΄αυτά πιδιά μ΄, να σχωρεθούμι κι συναμεταξύ μας. Να μι σχωρνάτι άμα στεναχώρεσα καέναν κι ιγώ σας σχουρνώ όλνους.
Καλη σαρακοστή!!
Μπαρμπα Κώτσιους Τσιαμήτς
Ντράμστα