Το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης που ψηφίστηκε σήμερα, με την αυστηροποίηση των ποινών στα στυγερά εγκλήματα, αποτρέπει την επανάληψη τους και προστατεύει τους ευάλωτους πολίτες.
Σε μία σύγχρονη κοινωνία που η τεχνολογία έκανε άλματα και οι αποστάσεις μηδενίστηκαν, σε μία κοινωνία όπου η ενημέρωση και η επικοινωνία γίνεται άμεσα, σε κάθε και από κάθε σημείο της γης, θα περίμενε κανείς ότι θα ζούσαμε πλέον σε έναν πιο ανθρώπινο κόσμο. Έναν κόσμο χωρίς τραγικά φαινόμενα βίας.
Φαινόμενα που αφορούν δυστυχώς κυρίως ευάλωτους συνανθρώπους μας, γυναίκες και παιδιά.
Δυστυχώς όμως καθημερινά το κύμα βίας εξαπλώνεται και οι ευθύνες του καθενός μας είναι τεράστιες. Πρέπει να σταματήσουμε αυτή την νοσηρή κατάσταση της συνεχιζόμενης εγκληματικότητας.
Όχι απλά να την παρακολουθούμε και να την καταδικάζουμε.
Το μεγαλύτερο χρέος μας είναι απέναντι στα κακοποιημένα παιδιά, που έχουν υποφέρει, έχουν ζήσει καταστάσεις φρίκης και που συνεχίζουν να κουβαλούν στις ψυχές τους, όσα έχουν περάσει, με συνέπεια να στιγματίζεται ο ψυχικός τους κόσμος για πάντα.
Το χρέος μας είναι απέναντι στις νεαρές, αλλά και μεγαλύτερες γυναίκες, που έχουν πέσει και πέφτουν θύματα σεξουαλικής εκμετάλλευσης, βασανίζονται, στερούνται την ελευθερία τους και κάποιες φορές δυστυχώς και τη ζωή τους.
Η τιμωρία των θυτών των φρικαλέων αυτών εγκλημάτων, έτσι όπως ήταν μέχρι σήμερα διαμορφωμένος ο ποινικός κώδικας, δεν απέδιδε ούτε δίκαιη τιμωρία, αλλά κυρίως όπως φάνηκε από τις εξελίξεις, δεν λειτουργούσε ούτε καν προληπτικά για τους επόμενους δράστες παρόμοιων αποτρόπαιων πράξεων.
Η φωνή κάθε μάνας που έχασε το παιδί της από δολοφονία, που είδε την κόρη της να ζει τη φρίκη του βιασμού, ή του ξυλοδαρμού ή και αυτής που το παιδί της επέζησε μετά από φρικτά βασανιστήρια και σεξουαλική κακοποίηση, γεμίζει με πόνο κάθε άνθρωπο, σκοτεινιάζει την καθημερινότητά μας και δεν μας αφήνει να χαμογελάσουμε, να ελπίσουμε να δημιουργήσουμε, γιατί ξέρουμε ότι αυτή είναι μία κατάσταση που πρέπει να σταματήσει και της οποίας η τιμωρία, πρέπει να είναι δίκαιη και ανάλογη του μεγέθους του εγκλήματος.
Οι ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, οι πολίτες τρίτων χωρών, τα παιδιά μας, πρέπει να προστατευτούν.
Κάτι τέτοιο επιτυγχάνεται με ένα ευρύ πλέγμα τροποποιήσεων ουσιαστικών και δικονομικών κανόνων, όπως ενδεικτικά είναι:
• η αλλαγή του χρόνου έναρξης παραγραφής των αδικημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας ανηλίκων,
• η αυστηροποίηση των ποινών σε ειδεχθή εγκλήματα και
• η αυτεπάγγελτη δίωξη της προσβολής γενετήσιας αξιοπρέπειας ανηλίκων από 12 έως 18 ετών.
Η ανθρωποκτονία, ο θανατηφόρος βιασμός, η θανατηφόρος ληστεία, τιμωρούνται με ισόβια κάθειρξη και δίνεται η δυνατότητα για απόλυση υπό όρο, μόνο αν έχουν εκτιθεί με ενεργητικό υπολογισμό τα 4/5 της ποινής, με πραγματική παραμονή στο σωφρονιστικό κατάστημα, ίση με τα 3/5 της ποινής.
Επίσης αυστηροποιείται το πλαίσιο ποινής για την εμπορία ανθρώπων, προκειμένου να προστατευτούν οι ευάλωτες κοινωνικές ομάδες από σεξουαλική κακοποίηση και εκμετάλλευση.
Ο καινούργιος νόμος έρχεται για να αποδώσει δικαιοσύνη σε στυγερά εγκλήματα με την αυστηροποίηση των ποινών, για να προστατεύσει τους ευάλωτους και για να αποτρέψει το μέλλον φαινόμενα που στιγματίζουν την κοινωνία μας.
Νιώθουμε ικανοποίηση γιατί δεν είμαστε απλώς θεατές και επικριτές τέτοιων εγκλημάτων, αλλά ευαισθητοποιημένοι και αποφασισμένοι για να προστατεύσουμε όσους το έχουν ανάγκη, αλλά και με την ευθύνη της νομοθέτησης, να προχωρήσουμε σε βήματα μαζί με παράλληλες δράσεις, που θα σταματήσουν εγκληματίες από το να σκοτώνουν, να βιάζουν, να καταστρέφουν παιδιά, γυναίκες, απροστάτευτους και ευάλωτους πολίτες.
Η Ελλάδα προχωράει μπροστά, χωρίς να ξεχνά ότι είναι η χώρα της Δημοκρατίας, της ελευθερίας του πνεύματος και του πολιτισμού, όπως το μαρτυράει άλλωστε η ιστορία μας, αλλά και της ανθρωπιάς και του σεβασμού στον άνθρωπο με βάση τις αρχές μας και την Ορθόδοξη πίστη μας.
1 comment
Η επιπλέον ξεχωριστή τεκμηρίωση και με τη σχετική αρθρογραφία των εισηγητών νομοθετών (βουλευτών), φανερώνει τη γνώση του αντικειμένου, αντί της παπαγαλίας ενός ξενογραμμένου κειμένου που ανέγνωσε ο εισηγητής. Κυρίως όμως αποδεικνύει την πίστη του εισηγητή-τριας στην συγκεκριμένη τοποθέτηση. Στοιχεία απαραίτητα να πείσουν τον πολίτη για την ορθότητα του νέου νόμου.