388
Μπορεί να Αναγεννηθεί το Βόιο; – Μια Ολιστική Στρατηγική για Ανάπτυξη και Ζωή. Το Μοντέλο Αναγέννησης
-
ΣΥΝΕΔΡΙΟ για την ΑΝΑΠΤΥΞΗ στο ΒΟΪΟ – Τσοτύλι, 24 Αυγούστου 2025 (διοργάνωση: Βοϊακή Εστία Θεσσαλονίκης).
Για το Συνέδριο υπήρξαν ήδη δημοσιεύσεις στον ηλεκτρονικό & έντυπο τύπο, καθώς και στα τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά μέσα ενημέρωσης.
Η κάλυψη, ως συνήθως, ήταν περιορισμένη, αποσπασματική και επικεντρωμένη στα πρόσωπα κυβερνητικών και ηγετικών θεσμικών ρόλων.
Ενώ σε ένα Συνέδριο σαν αυτό, Ανάπτυξης (πιο συγκεκριμένα: για την Ανάκαμψη, την Αναγέννηση του φθίνοντος και σε πολύπλευρη υποχώρηση Βοϊου) η έμφαση και η προσοχή θα έπρεπε να δοθεί στις προτάσεις, τα σχέδια, τις επιλογές και τις δεσμεύσεις, αναδεικνύοντας, παράλληλα, και τις όποιες θετικές πραγματωθείσες πρωτοβουλίες και το μήνυμά τους.
-
Το Συνέδριο, ωστόσο, πέρα από τις ”καλύψεις”, είχε πραγματικό ενδιαφέρον και ορισμένες εισηγήσεις είχαν ουσία, ορθές επισημάνσεις και χρησιμότητα.
Η έκδοση (και διανομή) των Πρακτικών του Συνεδρίου για πολλούς λόγους κρίνεται άκρως απαραίτητη.
Θεωρούμε σημαντικό να σημειώσουμε ότι σε κάθε περίπτωση η πραγματική επιτυχία του Συνεδρίου θα κριθεί από τις εξελίξεις που θα δρομολογήσει και τα αποτελέσματα που θα διαμορφώσει.
-
Στο Συνέδριο συμμετείχα ως ομιλητής -και ευχαριστώ και από τη θέση αυτή τη ”Βοϊακή Εστία” και τον πρόεδρος της, Γ. Παπαδόπουλο-με θέμα της εισήγησής μου: Μπορεί να αναγεννηθεί το Βόιο;(Μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη στο Βόιο -και πώς;)
Παρακάτω παρουσιάζεται η πλήρης εισήγηση, η οποία, όπως και στο Συνέδριο ανέφερα ήταν αδύνατο να αναπτυχθεί στο σύνολό της, στον ασφυκτικό χρόνο των 10′ !.
Αποτελεί, κατά τη γνώμη μου, μια πολύ διαφορετική προσέγγιση, μια άλλη στρατηγική, διαφορετική από τις τρέχουσες. Με συγκεκριμένες, πάντως, εφαρμόσιμες προτάσεις και μεγάλες δυνατότητες θετικών αποτελεσμάτων που θα μπορούσαν και στο Βόιο -αλλά και σε περιοχές της Χώρας με παρόμοια προβλήματα φθίνουσας πορείας- να εφαρμοσθούν.
Απαιτείται για αυτό Βούληση και ενεργά Υποκείμενα.
Το βιβλίο μου με τίτλο: “Ορεινή-Ημιορεινή και Φθίνουσα Ελλάδα: Μια ολοκληρωμένη πρόταση Ανόρθωσης και Ανάπτυξης” (εκδ. ΓΡΦΗΜΑ, Θεσσαλονίκη, 2021) είναι εξαιρετικά χρήσιμο για την ευρύτερη και καλύτερη κατανόηση αυτής της αντίληψης και της προσέγγισης.
** Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της εισήγησής μου >>
Το Συνέδριο αυτό εκπέμπει ένα μήνυμα αγωνίας καθώς αισθάνεται ότι πλησιάζει η αυλαία ενός τέλους μοιραίου. Μια σχεδόν αγριεμένη και συνάμα απελπισμένη κραυγή διάσωσης είναι το κεντρικό του σύνθημα: «Χρειαζόμαστε λύσεις ΤΩΡΑ!».
Δεν χρειάζονται άλλα μελανά χρώματα περιγραφών…
Τα ζείτε, τα γνωρίζετε, τα βιώνετε.
Υπάρχουν λύσεις;
Μπορεί να αναγεννηθεί το Βόιο ή είμαστε νοσταλγοί ενός κόσμου που χάθηκε, ενός χώρου που έκλεισε τον κύκλο του;
Μπορεί να αναγεννηθεί το Βόιο ή ό,τι κι αν πούμε, ό,τι κι αν προτείνουμε η πορεία είναι αναντίστρεπτη;
Σε οριακές στιγμές, σε στιγμές τέτοιες, στο μεταίχμιο, δηλαδή, μεταξύ Ζωής και Θανάτου μιας περιοχής, οι αποφάσεις πρέπει να είναι ανάλογες και καλά σταθμισμένες! Και εκείνοι που θα τις πάρουν πρέπει να γνωρίζουν το βάρος τους κι ότι η πορεία μπορεί να είναι, πορεία της Γεδρωσίας μέχρι την Βαβυλώνα!
Θα ήθελα να είμαι μαζί σας ειλικρινής και τίμιος.
Υπάρχουν ΔΥΟ αντιλήψεις, ΔΥΟ μοντέλα απαντήσεων σ΄αυτό το τεράστιο, ζωτικής σημασίας σύνθετο, εθνικό θέμα που έχουμε μπροστά μας. Είπα «εθνικό θέμα»: ναι, εθνικό. Γιατί αν το Βόιο χαθεί (σε Κοζάνη και Γρεβενά), η Χώρα δεν μπορεί να αναπληρώσει αυτό το κενό. Κι όταν μια Χώρα γεμίζει στη γεωγραφική της επικράτεια από κενά, από «τρύπες», χάνει τη συνοχή της, το στρατηγικό της βάθος, την κοινωνική της ισχύ. Είναι ευάλωτη!
Υπάρχουν, λοιπόν, για το σύνθετο αυτό θέμα ΔΥΟ αντιλήψεις.
Η πρώτη, είναι ό,τι μέχρι τώρα γίνεται. Και μπορεί -στο ίδιο μοτίβο- απ΄τους καλύτερους και πιο ευσυνείδητους να γίνει καλύτερα. Κι αυτά ίσως παρατείνουν τη ζωή, φέρνοντας ίσως και αναλαμπές στην περιοχή. Αλλά, η αναγέννηση, η ανόρθωση θα ζητείται, θα αναζητείται. Και σε κάθε επόμενη φάση, καθώς το ανθρώπινο και παραγωγικό τοπίο θα παραμένει ισχνό και καταρρέον, τα πράγματα θα είναι ακόμα πιο δύσκολα, ωθώντας προς το μοιραίο.
Να το πω καθαρά: στα επιμέρους ερωτήματα που θέτει η αφίσα του Συνεδρίου, η απαντήσεις -σε καθεμιά, σε μία/μία- είναι: υπάρχουν αποφασισμένες πολιτικές στα πλαίσια και των ευρωπαϊκών προγραμμάτων και αυτές θα υλοποιηθούν, πρέπει να επιταχύνετε την υλοποίηση. Μπορείτε να αξιολογήσετε -και οι ίδιοι- αυτή την αντίληψη και τις τέτοιου τύπου απαντήσεις. Πλην, όμως, μην την απορρίψετε πλήρως, διότι στα πλαίσια μιας άλλης αντίληψης, που θα επιδιώξω να στοιχειοθετήσω, αυτή ως συμπληρωτική, ως βοηθητική θα μπορούσε να είναι χρήσιμη.
Η δεύτερη, αντίληψη, το δεύτερο μοντέλο είναι αυτό που έχει στο κέντρο του τον Άνθρωπο και την Παραγωγή. Τον Άνθρωπο που λείπει από το Βόιο και πρέπει να τον φέρουμε εδώ, πίσω. Τον Άνθρωπο που μέχρι τώρα δεν έχει κίνητρο να μετακινηθεί προς το Βόιο και πρέπει να του δώσουμε ρεαλιστικό όραμα και πραγματικά κίνητρα, δηλαδή κίνητρα: στεγαστικά, φορολογικά, περιουσιακά, εργασιακά, κοινωνικών υποδομών και υπηρεσιών για να τον φέρουμε εδώ. Τον Άνθρωπο που σκέφτεται το Βόιο, και θα ήθελε μένοντας εδώ να δραστηριοποιηθεί, αυτόν που επιθυμεί το Βόιο ως τόπο ζωής και δράσης, αλλά δεν έχει, ούτε στέγη, ούτε γη, δεν έχει εδώ περιουσία. Ίσως μάλιστα κάποτε κάποιοι συγγενείς του να ήταν από τούτα τα μέρη, αλλά χάθηκαν στα μεταναστευτικά ρεύματα του εσωτερικού ή/και του εξωτερικού κι εδώ πίσω χάθηκαν όλα… Η δεύτερη αυτή αντίληψη, έχει στην έγνοια της και τον Άνθρωπο που προβληματίζεται να φύγει από το Βόιο και πρέπει να τον κρατήσουμε εδώ, επιλύοντας τα προβλήματα που μπορεί να τον αναγκάσουν τον αναγκάσουν να φύγει. Και να πάει να χωθεί στις χαβούζες της αβεβαιότητας των αστικών κέντρων. Δηλαδή, όπως θα έλεγαν οι οικονομολόγοι χρειαζόμαστε για το ανθρώπινο δυναμικό: και επιθετικές/ενεργητικές πολιτικές -κι αυτές αφορούν στις πρώτες κατηγορίες μετακινήσης ανθρώπων προς το Βόιο, και αμυντικές/σταθερές πολιτικές διατήρησης του υπάρχοντος ανθρώπινου δυναμικού -κι αυτές αφορούν σε όσους ανθρώπους μένουν και δραστηριοποιούνται εδώ. Με κέντρο, λοιπόν, τον Άνθρωπο, έτσι όπως συγκεκριμένα το έθεσα, αυτό είναι το πρώτο σκέλος της αντίληψης αυτής, που την αποκαλώ αντίληψη Αναγέννησης.
Οι άμεσες ενέργειες προετοιμασίας για την συγκεκριμένη εφαρμογή αυτής της πολιτικής μετακίνησης Ανθρώπων προς το Βόιο είναι κατά σειρά προτεραιότητας: (α). Καταγραφή εγκαταλελειμμένων κατοικιών και δημόσιων ή δημοτικών κτιρίων. Μεταφορά όλων των αδρανών ή/και εγκαταλειμμένων κτιρίων των Υπουργείων και των Κρατικών Οργανισμών στο Δήμο. (β). Πρόγραμμα παραχώρησης κατοικιών σε νέους ή/και οικογένειες τους, είτε σε προτεραιότητα λόγω τοπικής καταγωγής, είτε με διαδικασία δημοπρασίας με έναρξη απόκτησης κατοικίας με 1 € και 5ετή δέσμευση για αναπαλαίωση/ανακατασκευή. (γ). Εναλλακτικά, για τη στέγη: γενναία επιδότηση για αναστήλωση παραδοσιακών σπιτιών από το υπάρχον απόθεμα με αντάλλαγμα τη μόνιμη εγκατάσταση. (δ). Εξασφάλιση βασικών υποδομών (οδικό δίκτυο, ύδρευση, αποχέτευση, καθαριότητα/ανακύκλωση), ψηφιακή συνδεσιμότητα (εγκατάσταση γρήγορου Ιnternet, με οπτική ίνα ή δορυφορικά). (ε). Υγεία & εκπαίδευση: μονάδες υγείας, τηλεϊατρική, συνεργασία με σχολεία κοντινών οικισμών. (στ). Ανακατασκευή των δημόσιων ή δημοτικών κτιρίων για τις κοινωνικές ανάγκες και συλλογικές χρήσεις της νέας κοινότητας των ανθρώπων που θα δημιουργηθεί -με κοινοτική/κοινωνική αυτοδιαχείρισή τους .
Στο βιβλίο μου: «Ορεινή-Ημιορεινή και Φθίνουσα Ελλάδα: Μια ολοκληρωμένη πρόταση Ανόρθωσης και Ανάπτυξης» (εκδ. ΓΡΑΦΗΜΑ, Θεσσαλονίκη) αναφέρομαι αναλυτικά με προτάσεις για όλα αυτά, και όσα παρακάτω θα εκθέσω με συγκεκριμένο τρόπο, περιλαμβάνοντας κι ένα κεφάλαιο ειδικά για το αρχιτεκτονικό και οικιστικό απόθεμα του Βοϊου.
Το δεύτερο σκέλος του μοντέλου της Αναγέννησης είναι η Παραγωγή. Η νέα παραγωγή. Δηλαδή, παραγωγή σε νέους ή αναγεννημένους κερδοφόρους τομείς, σε νέους γεωγραφικούς χώρους και πεδία από νέους παραγωγούς που θα εγκατασταθούν εδώ. Η νέα παραγωγή που δίνει τη νέα προστιθέμενη αξία και στο σύνολο της περιοχής. Η νέα παραγωγή που δεν λειτουργεί μόνο προσθετικά , αλλά κυρίως δυναμικά. Φέρνει το πραγματικό και πρακτικό μήνυμα ότι το Βόιο ξαναγίνεται «παραγωγική μηχανή», ότι ξαναμπαίνει στο χάρτη της πραγματικής οικονομίας. Και, ασφαλώς και η δεύτερη πλευρά, η παραγωγή που υπάρχει εδώ και η οποία πρέπει να στηριχθεί, να εκσυγχρονισθεί, να επεκταθεί, να καινοτομήσει. Οι νέοι παραγωγοί μπορούν να είναι οι Άνθρωποι που μετακινούνται από τα αστικά κέντρα προς το Βόιο.
Υπάρχουν δύο θέματα που πρέπει να επιλυθούν για τη νέα παραγωγή (στους νέους χώρους και από τους νέους ανθρώπους-παραγωγούς): η Επένδυση και οι Αγορές. Για να είναι κερδοφόρες οι παραγωγές πρέπει τα παραγόμενα προϊόντα τους – πάντα ποιοτικά και διαφοροποιημένα – να έχουν απορρόφηση στην αγορά και καλές προοπτικές μέσα στο χρόνο. Κι αυτά πρέπει να εξασφαλισθούν για την μεταβατική πρώτη 5ετία, έως ότου οι νέοι παραγωγοί εδραιωθούν και δημιουργήσουν τα δικά τους δίκτυα. Το απαιτούμενο Επιχειρησιακό Σχέδιο, δηλαδή, η Επένδυση και ο τρόπος χρηματοδότησής της, καθώς και οι Αγορές και ο τρόπος εξασφάλισής τους (κατά την πρώτη 5ετία) θα αποτελεί κοινή μέριμνα-υποχρέωση του νέου παραγωγού αλλά και του Γραφείου Ανάπτυξης που θα έχει συσταθεί για αυτόν το σκοπό στο Δήμο (σε κάθε Δήμο). Για τον Δήμο Βοίου, το AGROVOIO σε συνεργασία, όταν χρειάζεται, με την ΑΝΚΟ θα μπορούσε να είναι αυτή η δομή στο σημείο αυτό.
Τα δύο σκέλη Άνθρωποι – Παραγωγή μπορούν να συνδυασθούν σε μια ενιαία , δυναμική και ελπιδοφόρα πρόταση. Η οποία σε αδρές γραμμές είναι η παρακάτω, όπως από το 2019 την έχω καταθέσει: Αποτελεί κεντρικό μέλημα όλων των αρχών (κυβερνητικών, περιφερειακών, δημοτικών) η προσέλκυση-μετακίνηση νέων Ελλήνων (επιστημόνων, επαγγελματιών, εργαζομένων, επιχειρηματιών) ή/και νέων οικογενειών (νέων ζευγαριών, ή/και νεοδημιούργητων οικογενειών), κατά προτεραιότητα, αλλά όχι αποκλειστικά , βοϊακής καταγωγής για εγκατάστασή τους, πίσω στο Βόιο.
Σε κάθε Έλληνα νέο ή νέα, και με αυξημένα κριτήρια αξιολόγησης και υποστήριξης, σε κάθε Ελληνική οικογένεια και ιδιαίτερα σε κείνες βοϊακής καταγωγής, ενεργής παραγωγικής ηλικίας, που θα καταθέτει ρεαλιστικό Επενδυτικό Σχέδιο για τον πρωτογενή ή δευτερογενή τομέα, ο Δήμος Βοίου θα διαθέτει για σαράντα (40) έτη -όση, δηλαδή και η μέση χρονική περίοδος εργασιακού βίου κάθε Έλληνα- έκταση ανάλογη για την απόκτηση άμεσα προκατασκευασμένης κατοικίας τους (στέγης) και για την εγκατάσταση, άσκηση της επενδυτικής-επιχειρηματικής τους δραστηριότητας.
Οι εκτάσεις που θα διατεθούν θα ανήκουν στη Δημοτική περιουσία ή θα προέλθουν από κρατική/δημόσια περιουσία της οποίας η συμβατική ανάθεση διαχείρισης της θα γίνεται από το Δήμο Βοίου. Η δε κατοικία (στέγη) μπορεί να είναι του τύπου των σύγχρονων προκατασκευασμένων κατοικιών, όταν δεν προέρχεται από το απόθεμα των εγκαταλειμμένων κατοικιών για τις οποίες μίλησα παραπάνω (στο (α). και (β).).
Ταυτόχρονα, ο Δήμος θα αναλάβει να καλύψει αυτές τις νέες ή τις αναγεννημένες οικιστικές περιοχές με αξιόπιστα δίκτυα υποδομών και κοινωνικής εξυπηρέτησης, ενεργώντας, παράλληλα, και προς τους άλλους οργανισμούς για τις υποδομές ευθύνης τους (ηλεκτρικά δίκτυα, τηλεπικοινωνίες-Ιnternet κλπ), καθώς και τις εκπαιδευτικές και υγειονομικές ανάγκες.
Στα Επενδυτικά Σχέδια των νέων που θα ήθελαν να μετακινηθούν και να ζήσουν παράγοντας στο Βόιο, η προσφερόμενη-διαθέσιμη γη θα καταγράφεται ως περιοχή άσκησης της δραστηριότητας τους και θα προσμετρείται και ως εισφερόμενο κεφάλαιο στο Επιχειρησιακό Σχέδιο.
Ειδικό Γραφείο στο Δήμο -ανέφερα ενδεικτικά το AGROVOIO- θα φροντίζει για την ολοκληρωμένη διαμόρφωση του Επενδυτικού Σχεδίου (μαζί με τις Αγορές διάθεσης των προϊόντων με έμφαση στην πρώτη 5ετία) και θα υποστηρίζει, εφόσον απαιτείται, την ένταξη του στα Χρηματοδοτούμενα Προγράμματα Ευρωπαϊκών Πόρων.
Μεγάλη και επαναλαμβανόμενη καμπάνια θα προβάλει στην Ελλάδα και στο ελληνικό δυναμικό του Εξωτερικού αυτό το πρόγραμμα μετοίκησης-παραγωγής-εγκατάστασης.
Το Πρόγραμμα αυτό έρχεται ως καίρια απάντηση σε μια συγκυρία όπου η κρίση στην απόκτηση κατοικίας και η κρίση στη στέγη και τη στέγαση βρίσκεται στο υψηλότερό της σημείο. Σημείο τέτοιο, που για τους νέους ανθρώπους και τα νέα ζευγάρια δημιουργεί την αναγκαστική τάση αναζήτησης λύσεων προς την περιφέρεια της Χώρας.
Αν στη συγκυρία αυτή, εκτός από το αναφερόμενο Πρόγραμμα μετοίκησης-παραγωγής-εγκατάστασης που περιέγραψα, προταθούν και προβληθούν Σχέδια αποδοτικών γεωργικών καλλιεργειών ή/και κτηνοτροφικών δραστηριοτήτων και συσχετιζόμενων με αυτά μεταποιητικών μονάδων για κάθε ιδιαίτερη τοπική/γεωγραφική ζώνη, τότε έχουμε -κατά τη γνώμη μου- το νέο και αναγκαίο πλαίσιο θετικής αντιστροφής, ανόρθωσης του Βοίου. Και θα μπορούσα να πω, με το μοντέλο αυτό, και πολλών άλλων περιοχών της Χώρας μας που βιώνουν συνθήκες παρόμοιες με τις δικές μας εδώ.
Το Σχέδιο που ανέφερα -πρωτογενούς & δευτερογενούς παραγωγής- σε τοπικές/γεωγραφικές ζώνες αξιολογώντας φυσικούς και τοπικούς πόρους (έδαφος, νερό, κλίμα, καθώς και τεχνικές και τεχνολογίες μεταποιήσεις) και σταθμίζοντας αγορές και τάσεις (εθνικές, ευρωπαϊκές, διεθνείς) θα μπορεί να προσφέρει το αναγκαίο πλαίσιο κατευθύνσεων για την παραγωγική δραστηριοποίηση των νέων παραγωγών. Τα στοιχεία αυτών των Σχεδίων θα είναι εξαιρετικά χρήσιμα στη σύνταξη των Επιχειρηματικών Σχεδίων για τις Επενδύσεις. Η Κεντρική Διοίκηση αξιοποιώντας τις πολυάριθμες επιστημονικές και ερευνητικές δυνατότητες που πράγματι έχει η Χώρα μπορεί και πρέπει να συνδράμει καθοριστικά για την εκπόνηση αυτών των Σχεδίων Κατευθύνσεων/.Στο βαθμό που το βαθύ αθηναϊκό κράτος δείξει τον «γνωστό, αντιπαραγωγικό εαυτό του» -και μάλλον το πιθανότερο-, τότε ο Δήμος και ή/και η Περιφέρεια οφείλουν να αναλάβουν την εκπόνηση αυτού του Σχεδίου Κατευθύνσεων, ως Οδηγό για τους νέους παραγωγούς που επιθυμούν να μετακινηθούν και να δραστηριοποιηθούν στο Βόιο!
Περιοχές, σαν το Βόιο, υπάρχουν στην Ελλάδα, κι άλλες, όπως και στην Ε.Ε., γι αυτό και έχουν αποφασισθεί σ΄ευρωπαϊκό επίπεδο -όχι τα αναμενόμενα και αναγκαία- αλλά πάντως ορισμένα χρηματοδοτικά εργαλεία (π.χ., Leader και άλλα). Ενώ η πίεση για διάθεση και μεταφορά εθνικών πόρων για τους στόχους που περιέγραψα και για τις περιοχές αυτές της φθίνουσας Ελλάδας πρέπει -και οφείλει – να είναι μεγάλη και συνεχής.
Το Πρόγραμμα που αδρά περιέγραψα, υπογραμμίζω και πάλα, πρέπει να έχει την σταθερή, κεντρική κυβερνητική/κρατική υποστήριξη, με τη διάθεση πόρων, εκτάσεων γης, εγκαταλειμμένων κτιρίων, υγειονομικής και εκπαιδευτικής κάλυψης, ηλεκτρολογικών και ψηφιακών δικτύων, προτεινόμενων σχεδίων παραγωγής & μεταποίησης.
Πολύ σημαντικό στοιχείο κυβερνητικής στήριξης είναι το ειδικό φορολογικό καθεστώς μειωμένης φορολογίας που πρέπει να συνοδεύει και να υποβοηθά την όλη προσπάθεια.
Οι νέοι -ιδιαίτερα οι νέοι- των αστικών κέντρων, προ πάντων των μεγάλων αστικών κέντρων, που βιώνουν τα αδιέξοδα της κρίσης στην κατοικία και τη στέγαση, τα αδιέξοδα στην έναρξη κάθε επαγγελματικής τους δραστηριότητας, θα έχουν ένα πραγματιστικό, ελκυστικό μήνυμα ελπίδας και ρεαλιστικής προοπτικής, μια Πρόταση με εγγυήσεις και κίνητρα. Σε μια εποχή, που μπορείς να εργάζεσαι, να λειτουργείς και να επικοινωνείς από πολύ μακριά -και τούτο ψηφιακά θα έχει εξασφαλιστεί, με τα πλεονεκτήματα του μοναδικού, φυσικού περιβάλλοντος, με αξιόπιστες υποδομές και δίκτυα συγκοινωνίας, μια τέτοια Πρόταση, ένα τέτοιο Πρόγραμμα μπορεί να αποτελέσει διέξοδο και απόφαση Ζωής. Το συνολικό αυτό «πακέτο», στην ολιστική σύνθεσή του, μπορεί να εμπνεύσει και να κινητοποιήσει προς έναν υπέροχο τόπο και επαγγελματικής, και οικογενειακής, και προσωπικής ζωής, προς το Βόιο!…
Η θετική εξέλιξη αυτού του Προγράμματος -κι ο καθένας το αντιλαμβάνεται- θα έχει τεράστια Εθνική και Περιφερειακή σημασία και Ζωτική αξία για την Πατρίδα και την Κοινωνία της.
Μου δίνεται η ευκαιρία να πω και τούτο: ότι ένα τέτοιο Πρόγραμμα, μπορεί να θέσει σε νέα προοδευτική βάση και την εθνική-μορφωτική-αξιακή και κοινωνική ενσωμάτωση και των μεταναστών που υπάρχουν στη χώρα ή που θα υπάρξουν. Με την μετακίνηση και παραγωγική τους ένταξη -μετά από την απαραίτητη μορφωτική διαδικασία και εκπαίδευση- στις νέες μονάδες παραγωγής στα αναζωογονημένα κέντρα, στις κωμοπόλεις και χωριά. Των μεταναστών, που η ενσωμάτωσή τους στον ελληνικό εθνικό αξιακό κορμό μπορεί -και πρέπει- να προχωρήσει, ενώ η παράλληλη εργασιακή τους ένταξη μπορεί να αποφέρει πολλαπλά θετικά αποτελέσματα για τις τοπικές παραγωγές και την τοπική οικονομία, όπως και συνολικότερα για την εθνική οικονομία. Με εθνικό ρεαλισμό και πίστη σς αναπτυξιακούς στόχους, έξω από τα γκέτο ανομίας της Αττικής και της Θεσσαλονίκης και τις κοστοβόρες κλειστές δομές της απομόνωσης, της απόγνωσης και του αποκλεισμού.
Θεωρώ ότι τα ζητήματα Πολιτιστικής, Ιστορικής, Αρχαιολογικής και Αρχιτεκτονικής φύσεως είναι αρκετά συζητήμενα, και σε κάθε περίπτωση εκείνο που απαιτείται είναι η επιτάχυνση εφαρμογής/υλοποίησης σχετικών πολιτικών. Ενώ, και, στα θέματα οικοτουρισμού, εναλλακτικών μορφών τουρισμού, οικολογικών-ιστορικών διαδρομών και θετικών δράσεων περιβάλλοντος υπάρχει μια ευρύτατη σύγκλιση. Και βλέπω στο πρόγραμμα του Συνεδρίου -και χάρηκα- πολύ: χρήσιμες, ενδιαφέρουσες, επιτυχημένες επενδυτικές πρωτοβουλίες. Εκείνο που -νομίζω ότι απαιτείται στον τομέα αυτό- είναι περισσότερο μια ιεράρχηση στόχων για επιτάχυνση αποτελεσμάτων.
Υπάρχουν, τρία (3) μεγάλα, συγκεκριμένα θέματα που επηρεάζουν με πολλαπλό τρόπο όλο το πλαίσιο που συζητούμε και χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή με ταυτόχρονη υιοθέτηση μιας αντίληψης αειφορίας και παράλληλη ήπια αξιοποίηση για τις νέες κοινωνίες που θέλουμε να αναδυθούν στο Βόιο.
Πρώτο, τα Νερά.
Δεύτερο, η Ενέργεια.
Τρίτο, τα Δάση.
Επιτροχάδην, για τα Νερά.
Αρχή μας: ότι το Νερό είναι δημόσιο αγαθό. Και συνείδησή μας: ότι το Νερό αποτελεί αναντικατάστατο φυσικό πόρο εν ανεπαρκεία!
Πριν φτάσουμε στα ποτάμια, θα χρειασθούν ενόψει των σαρωτικών ξηροθερμικών περιόδων που έρχονται εφιαλτικά κλιμακούμενες, να κατασκευαστούν μικρά, ασήμαντων δαπάνων, κορμοφράγματα -από κορμούς και κλαδιά δένδρων- και μικρά λιθοφράγματα χωρίς μπετόν, σε όλες τις ορεινές κλυτείς, σε κάθε υδροφόρα πλαγιά για την αύξηση, βελτίωση των ποσοτήτων νερού στους υδροφορείς ορεινούς, ημιορεινούς ή πεδινούς.
Στα ποτάμια, πρέπει να γίνει -αν δεν υπάρχει- μια συνολική, δυναμική, ολιστική μελέτη για τη διαχείρισής τους. Δηλαδή, τις πηγές, τις υπαρκτές ιστορικές, αρχιτεκτονικές κατασκευές (γεφύρια, κρήνες κλπ), τα έργα διευθέτησης/υποστήριξης, κυρίως για τις ποσότητες των υδάτινων πόρων. Τέλος, και σημαντικότερο, σταθμισμένα πρέπει: να αντιμετωπισθούν θετικά και εν συνδυασμώ η ήπια ενεργειακή αξιοποίησή τους και οι αρδευτικές τους δυνατότητες.
Σχετικά με την Ενέργεια. Οι τοπικές κοινωνίες (με τις οργανώσεις τους και τους πόρους τους) σε συνεργασία με το Δήμο μπορούν και πρέπει να αποκτήσουν Ενεργειακή Αυτάρκεια και Αυτονομία. Η Ενεργειακή Δημοκρατία στο Βόιο είναι από σήμερα δυνατή. Με όχημα το σχήμα των Εν. Κοινοτήτων και τις πολλαπλές μεθόδους διανομής αλλά και συμψηφισμού το Βόιο μπορεί αξιοποιώντας τους δικούς του ενεργειακούς φυσικούς πόρους να απαλλαγεί σταδιακά από τη θηλιά της ενεργειακής φτώχειας που οξύνει την κοινωνική εξαθλίωση. Ξεκινώντας από τα δημοτικά, σχολικά και δημόσια κτίρια, από τον οδικό ηλεκτροφωτισμό και την δημοτική επιχείρηση νερού και περνώντας στις ευάλωτες οικονομικά ομάδες μέχρι την πλήρη ενεργειακή κάλυψη.
Δύο (2) στόχοι πρέπει εδώ να αποτελέσουν στόχους ανυποχώρητους, σκληρού αγώνα, μεγάλων πιέσεων και -το εννοώ- κοινωνικών κινητοποιήσεων:
1ος. Η διάθεση -σε απόλυτη προτεραιότητα- ηλεκτρικού χώρου από τον ΑΔΜΗΕ και τον ΔΕΔΔΗΕ για τους σκοπούς αυτούς (των εν. Κοινοτήτων του Δήμου και της Κοινωνίας με τους φορείς της), και,
2ος. Η θεσμοθέτηση της Ρήτρας Δίκαιης Ενεργειακής Μετάβασης για τη Δυτική Μακεδονία.
Τέλος, για τα Δάση και, εμβόλιμα, τη Δημοτική Περιουσία.
Με την ολοκλήρωση του Κτηματολογίου, ελπίζουμε ότι έχουμε μια καθαρή εικόνα της Δημοτικής Περιουσίας.
Η Δημοτική Περιουσία, όπως έχουμε ήδη προαναφέρει, μπορεί να αποτελέσει, σε ένα μέρος της, μέσω της παραχώρησης-διάθεσής της σε νέους συμπολίτες μας, δυναμικό κίνητρο, μοχλό μεταμόρφωσης του δημογραφικού και παραγωγικού τοπίου με τη μετακίνηση νέου ανθρώπινου δυναμικού προς το Βόιο.
Μέρος της Δημοτικής Περιουσίας μπορεί επίσης να αποτελέσει καθοριστικό πάγιο για την εγκατάσταση και ανάπτυξη Μονάδων Κοινωνικής-Αλληλέγγυας Οικονομίας, των νέων αστικών κοινωνικών συνεταιρισμών. Μονάδες στις οποίες ο Δήμος μπορεί να συμμετέχει σταθμισμένα και ως κοινωνικός εταίρος. Με την ευκαιρία -να το τονίσω- ότι οι Δήμοι πρέπει να ξαναβρούν την αναπτυξιακή τους διάσταση, με συμμετοχή τους σε Επιχειρηματικά Σχήματα , ιδιαίτερα Κοινωνικής Οικονομίας, αλλά και όχι μόνο, με σκοπό πάντα την επανεπένδυση του πλεονάσματος στις υποδομές και υπηρεσίας της Κοινωνίας
Σημαντικό μέρος της Δημοτικής Περιουσίας είναι τα Δημοτικά Δάση.
Για όλα τα Δημοτικά Δάση, που δεν είναι τόσο γνωστά, αλλά – πιστέψτε με -συνήθως είναι αρκετά, πρέπει να συνταχθούν Διαχειριστικές Μελέτες, έτσι ώστε και να καλύπτονται ανάγκες σε καυσόξυλα των κατοίκων των χωριών και το πλεόνασμα να διατίθεται στο εμπόριο για εξασφάλιση εσόδων του Δήμου.
Σε αρκετά από αυτά τα δάση μπορούν να πραγματοποιηθούν έργα δασικής αναψυχής και περίπτερα, δίκτυα μονοπατιών και περιπάτου, σημεία θέασης και παρακολούθησης της φυσικής ζωής, πτηνών και ζώων, που θα βοηθήσουν την οικοτουριστική ανάπτυξη.
Είμαι υποχρεωμένος να θίξω εδώ ένα κρίσιμο ζήτημα: των δασωμένων ιδιοκτησιών. Αφορά σε ιδιόκτητες εκτάσεις που λόγω της μετανάστευσης προς το εξωτερικό και τα μεγάλα ελληνικά αστικά κέντρα, λόγω της πληθυσμιακής απογύμνωσης των ημιορεινών και λοιπών περιοχών, έχουν παραμεληθεί ή έχουν εγκαταλειφθεί και έχοντας πλέον δασωθεί από την αυτογενή επέκταση των γειτονικών δασών διεκδικούνται από το Δασαρχείο και υπάγονται στα Δασαρχεία. Αυτή η εξέλιξη, με την παντοκρατορία των Δασικών Υπηρεσιών, σε περιοχές μάλιστα βεβαιωμένων ιδιοκτησιών πρέπει να αντιμετωπισθεί προς όφελος των ιδιοκτητών και με στόχο την παραγωγική αξιοποίηση (γεωργική, κτηνοτροφική, υλοτομική και άλλη) αυτών των εκτάσεων, στα πλαίσια ασφαλώς αυστηρής τήρησης περιβαλλοντικών όρων, αλλά όχι, επί της ουσίας, υπεξαίρεσης βεβαιωμένων περιουσιών. Για το Βόιο αυτός ο τομέας είχε -και μπορεί να ξαναέχει- πολύ μεγάλη οικονομική και επιχειρηματική σημασία.
Η θέση μου στο ζήτημα αυτό είναι η εξής: εκτάσεις που το 1945 ήταν αγροί και κτήματα είναι υποχρέωση της Πολιτείας να τα αποδώσει στους ιδιοκτήτες και κληρονόμους και να σχεδιάσει με κάθε τρόπο, κινητοποιώντας πόρους και διαμορφώνοντας υποδομές την υποστήριξη για την παραγωγική, αειφορική αγροτική επανάχρηση τους. Οι εκτάσεις αυτές, που σήμερα αβασάνιστα εμφανίζονται ως δάση ή δασικές εκτάσεις, αποτελούσαν (αποτελούν) κτήματα ανθρώπων και οικογενειών που η φτώχεια και η δυσπραγία, σε συνδυασμό και με άλλες πολιτικο-κοινωνικές συνθήκες, τους υποχρέωσαν να μεταναστεύσουν στο Εξωτερικό (Ευρωπαϊκές χώρες, Αυστραλία, ΗΠΑ, Καναδάς κλπ), ή στα μεγάλα αστικά κέντρα της Χώρας. Μεταναστευτικά κύματα που εξελίχθηκαν μαζικά από το 1950 και μετά. Πρέπει άμεσα να νομοθετηθεί ότι δεν διέπονται από τις διατάξεις της Δασικής Νομοθεσίας, αλλά καθίστανται, – όπως και ήταν -, αγροτικές, και αποδίδονται για παραγωγική ή άλλη σχεδιασμένη εκμετάλλευση.
Είναι απαράδεκτο να καταπατείται η περιβαλλοντική νομοθεσία και να εφευρίσκονται ”νομικά παράθυρα” για την εγκατάσταση γιγαντιαίων αιολικών σε ευαίσθητες και προστατευόμενες οικολογικά περιοχές στα βουνά της Χώρας, με την ταυτόχρονη καταστροφή εκατοντάδων στρεμμάτων δασικών εκτάσεων και να εξαντλείται η αυστηρότητα της κρατικής ισχύος και της δασικής απολυτότητας σε εκτάσεις και περιοχές που οι τοπικές κοινωνίες πότισαν με ιδρώτα επί χρόνια για τις σοδειές επιβίωσής τους, αναγκασμένες τελικά από την ανέχεια να ξεσπιτωθούν και να τις εγκαταλείψουν.
Και να προσθέσω και τούτο: απέναντι στις πύρινες λαίλαπες που κάθε χρόνο κατατρώνε χιλιάδες στρεμμάτων δασών η πιο αποτελεσματική άμυνα, η πιο αποφασιστική ασπίδα είναι η Ανθρώπινη Ασπίδα. Η Ασπίδα των ανθρώπων εκείνων που δεν θεωρούν το δάσος ακαδημαϊκά ως έναν πολύτιμο πόρο ή μια όμορφη και περιβαλλοντικά χρήσιμη έκταση, αλλά περισσότερο των ανθρώπων εκείνων που έχουν με το δάσος δεσμό ζωής και σχέση αλληλεξαρτώμενης επιβίωσης.
Θα έχετε διαπιστώσει -νομίζω- πως ακριβώς εννοώ την δεύτερη, την άλλη αντίληψη για την οποία μίλησα στο άνοιγμα της εισήγησής μου. Αυτή η αντίληψη δεν βρίσκεται σε ανταγωνιστικότητα, σε αντιδιαστολή με άλλες δράσεις, προτάσεις, επιλογές που στηρίζουν τον Τόπο. Το αντίθετο, τις ενσωματώνει, ως τρέχουσες πλευρές, τις θεωρεί χρήσιμες. Αποτελεί όμως μια άλλη οπτική, θέτει διαφορετικά τις προτεραιότητες, διαρθρώνεται σε μια στρατηγική αναγέννησης.
Ας διευκρινίσω, κλείνοντας, δύο πράγματα.
Οι προτάσεις που έχουν ως κέντρο τους τον Οικοτουρισμό πρέπει να αναδειχθούν, να υποστηριχθούν και να προχωρήσουν. Την προσοχή σας, όμως, εδώ! Το τουριστικό προϊόν στην Ελλάδα για να αγορασθεί χρειάζονται εισοδήματα. Σε περιόδους σαν τις παρούσες, όπου τα εισοδήματα της μεσαίας τάξης συρρικνώνονται δραματικά και των χαμηλότερων οικονομικά τάξεων δεν επαρκούν ούτε για τα αναγκαία της επιβίωσης, δεν αναμένει κανείς ευρεία αγορά τουριστικού προϊόντος -και μάλιστα ορεινού/οικοτουριστικού προϊόντος. Αυτό σημαίνει ότι οι εποχές, έως ότου αλλάξουν θετικά τα εισοδηματικά δεδομένα της κοινωνικής πλειοψηφίας, θα είναι δύσκολες, σημαντικά περιοριστικές για τον οικοτουριστικό τομέα. Το να απευθυνθούμε σε ειδικά κοινά, π.χ., του εξωτερικού ή άλλα, είναι μια διέξοδος, η οποία όμως -όταν αποδώσει- δεν μπορεί από μόνη της να αποφέρει οικονομικά αποτελέσματα που θα θέτουν τις οικοτουριστικές επιχειρήσεις σε ανοδική, κερδοφόρα τροχιά. Εξάλλου αυτά τα ειδικά κοινά έχουν άλλους προτιμησιακούς προορισμούς που έχουν αποκτήσει θέση «κατεστημένου» στον Οικοτουριστικό τομέα, π.χ, τα Ζαγοροχώρια. Τι θέλω να πω, με όλο αυτό; Ότι, ενώ επιμένουμε -και πρέπει να γίνεται αυτό- στον Οικοτουρισμό, οι επιλογές μας σε προτεραιότητα -και πάντα- πρέπει να είναι στους τομείς που παράγουν -μέσω άμεσα παραγωγικών δραστηριοτήτων- εισόδημα, και δευτερευόντως σε κείνους που καταναλώνουν. Δηλαδή, στους τομείς της πρωτογενούς και δευτερογενούς παραγωγής και στις μεταξύ τους τροφοδοτικές αλυσίδες. Και πρέπει να τονίσω ότι στους δύο αυτούς τομείς, ο τομέας εκείνος που παράγει προστιθέμενη αξία, δηλαδή, αυξάνει πολύ τα περιθώρια κέρδους είναι ο δευτερογενής, η μεταποίηση. Γιαυτό και στο μοντέλο, στο Πρόγραμμα που προηγουμένως παρουσίασα επιμένω στην Παραγωγή, όπου περιλαμβάνω οπωσδήποτε την μεταποίηση.
Απόλυτα θετική επιλογή -και διέξοδος- θα ήταν, με βάση αυτή τη λογική, ο Αγρο-Οικοτουρισμός. Ένας εξαιρετικά χρήσιμος, δυναμικός και αποδοτικός συνδυασμός. Δηλαδή, η παραγωγή και μεταποίηση για την προσφορά και κυκλοφορία προϊόντος του αγροτικού τομέα – και μάλιστα τοπικού, ποιοτικού και ει δυνατόν επωνύμου -και η παράλληλη προσφορά οικοτουριστικού προϊόντος-υπηρεσιών στην ίδια γεωγραφική περιοχή από την ίδια επιχειρηματική μονάδα διευρυμένης δραστηριότητας, ή από cluster τοπικών συνεργαζόμενων μονάδων. Ακόμα κι εδώ, ο πλευρά : «Αγρο-» είναι εκείνη που θα κάνει τελικά τη θετική διαφορά, ιδιαίτερα σε περιόδους υποχώρησης της τουριστικής κίνησης…
Φίλες & Φίλοι,
Είμαι βέβαιος ότι υπάρχουν και άλλα, πολλά ζητήματα που δεν έχουν θίγει.
Αρκετά πάντως έχουν παρουσιασθεί -και θα παρουσιασθούν- κι από άλλους ομιλητές, με ενδιαφέρουσες εισηγήσεις.
Για τις «καλές πρακτικές» στην Ε.Ε., θα ήθελα να σημειώσω -και κατά κάποιο τρόπο να συμβουλεύσω- ότι όταν αναζητάτε «καλές πρακτικές» για πόλεις και χωριά σε ερήμωση, αναζητήστε τες στον Νότο, δηλαδή στην Ιταλία με αρκετά καλά παραδείγματα, στην Ισπανία και την Πορτογαλία. Για «καλές πρακτικές» στα ψηφιακά δίκτυα και την δικτύωση γενικότερα στην Κεντρική Ευρώπη. Για τις συμμετοχικές, κοινωνικές, αλληλέγγυες πρακτικές στη Βόρεια Ευρώπη (Σουηδία, Φινλανδία, Δανία, Σκωτία). Και για τους «ψηφιακούς νομάδες» στα Γιάννενα, η πρωτοβουλία C. Ioannina έχει πραγματικό ενδιαφέρον.
Κλείνω, λέγοντας ότι μεγαλύτερη σημασία απ΄όλα, τελικά, έχει η πρόοδος στην Πράξη. Τα αποτελέσματα είναι που μετράνε!
Όμως για να υπάρξει πρόοδος στην Πράξη, ιδιαίτερα από το σημείο που βρισκόμαστε σήμερα, ο δρόμος -και δεν το λέω αβασάνιστα, αντιθέτως το εννοώ βαθιά, το εννοώ απολύτως- είναι ένας: του οργανωμένου, ενωτικού, στοχευμένου, διαρκούς αγώνα!
Η Κοινωνία κινητοποιημένη, μέσα από του Φορείς της και με του Φορείς της, η Τοπική Αυτοδιοίκηση που τιμά το όνομά της και το ρόλο της, οι Πνευματικοί Φορείς και οι δημιουργικοί άνθρωποι πρέπει να δώσουν -να δώσουμε- ενωμένοι αυτόν τον ωραίο αγώνα.
Στο κάτω-κάτω είναι αγώνας για τον Τόπο μας, για την Πατρίδα μας, για τις σημερινές γενιές κι εκείνες που έρχονται, και τους το οφείλουμε!









