ΔΕΝ ΞΕΧΝ
Μετά την τουρκική εισβολή και κατοχή τμήματος της Κύπρου είχαν κυκλοφορήσει σε μεγάλο αριθμό αυτοκόλλητες απεικονίσεις του νησιού με το βόρειο τμήμα αυτού αιματοβαμμένο και τίτλο ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ. Δυστυχώς όμως ο άνθρωπος διαχρονικά ρέπει προς τη λήθη. Όταν απέρχεται από τον κόσμο η γενιά των συμφοριασμένων, οι απόγονοί τους, χωρίς επαρκείς μνήμες, επαναπαύονται στην πραγματικότητα και δεν έχουν τη διάθεση να αποδεχθούν τις υποθήκες των προγόνων. Το τραγικό είναι στην εποχή μας ότι οι ασκούντες την εξουσία ενισχύουν στο έπακρο την τάση προς λήθη του παρελθόντος σε βαθμό, ώστε οι επερχόμενες γενιές να αγνοούν παντελώς τις ρίζες τους, τις παραδόσεις και τον πολιτισμό τους υιοθετώντας «αξίες» ενός «πολιτισμού» που στοχεύει στη φθορά των πάντων και τον αφανισμό της προσωπικότητας. Βέβαια το Κράτος υποτίθεται ότι συνεχίζει να τιμά τις επετείους, όμως τα πάντα δείχνουν ότι δεν στοχεύει στη μόρφωση καλών καγαθών πολιτών, που θα υποσχεθούν στους μεγαλύτερους «άμες δε γ’ εσόμαθα πολλώ κάρονες».
Στις 20 Ιουλίου, υποτίθεται πλέον, ότι θυμούμαστε την τουρκική εισβολή στη Μεγαλόνησο. Στις 24 Ιουλίου άλλη επέτειος, «λαμπρή» αυτή, έρχεται να επισκιάσει τη θλίψη της προηγούμενης. Είναι ο πανηγυρισμός για την αποκατάσταση της δημοκρατίας στη χώρα μας! Ο πρόεδρος της δημοκρατίας, στη θέση του βασιλιά του παρελθόντος, ξένου οίκου, δέχεται τους «εκλεκτούς» προσκεκλημένους και όλοι πλέκουν το εγκώμιο της δημοκρατίας σε κλίμα αβρότητας. Βέβαια ο κορωνοϊός χάλασε επί τρία έτη τις εκδηλώσεις, που περισσότερο ενδιαφέρουν τους δημοσιογράφους κοσμικών στηλών και τους αναγνώστες αυτών. Όλα βρίσκονται μακριά από την ουσία. Ας επιχειρήσουμε κάποια προσέγγιση.
Στον κυπριακό λαό αρνήθηκαν οι ισχυροί το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Όταν τελικά, ύστερα από τον λαμπρό αγώνα της ΕΟΚΑ, αποφάσισαν οι Άγγλοι κατακτητές να του προσφέρουν την ανεξαρτησία, έφεραν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και την Τουρκία σχεδόν επί ίσοις όροις με την Ελλάδα. Η αρχή του διαίρει και βασίλευε εφαρμόστηκε για μία ακόμη φορά. Οι ισχυροί γνώριζαν το τί θα ακολουθούσε. Η χώρα μας ενίσχυσε στρατιωτικά τη θυγατέρα της, ώσπου η δικτατορική κυβέρνηση αποφάσισε να ανακαλέσει τη μεραρχία. Θα ήταν τόσο εύκολη η απόβαση των Τούρκων, αν παρέμεινε το ελληνικό στράτευμα στο νησί; Ασφαλώς όχι. Ακόμη και σήμερα αμετανόητοι οπαδοί της «χούντας» αναπολούν τις «καλές ημέρες» της επταετίας και ποθούν ένα νέο «σωτήρα» της χώρας, κατά το προηγούμενο των στρατιωτικών! Αγνοούν ή θέλουν να αγνοούν και το θλιβερό πραξικόπημα κατά του Μακαρίου από όργανο των Αμερικανών, στον οποίο αυτοί είχαν τάξει την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα! Και εκείνος τους είχε πιστέψει, όπως και ο επικεφαλής της δεύτερης «χούντας» στην Ελλάδα. Βέβαια καλό είναι να αναφερθούμε και στην προαιώνια κατάρα της φυλής μας, τη διχόνοια, η οποία είχε φέρει σε αντιπαράθεση τον ελληνοκυπριακό λαό ήδη από την εποχή της δράσης της ΕΟΚΑ.
Οι «δημοκράτες», το πλήθος των μετά τη «χούντα» αντιστασιακών, ρίχνουν κατάρες και αναθέματα στους επίορκους αξιωματικούς, αποσιωπούν όμως σημαντικές πτυχές των συμβάντων ή τις παρέρχονται επί τροχάδιν. Η δικτατορία επιβλήθηκε από τις ΗΠΑ, οι οποίες ηγεμονεύουν στο ΝΑΤΟ και αποφασίζουν για πόλεμο και ειρήνη. Τους Αμερικανούς αποκαλούσε τμήμα του λαού «φονιάδες των λαών». Κάθε χρόνο, κατά την επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, οργάνωναν πορεία προς την πρεσβεία των ΗΠΑ με αντιαμερικανικά συνθήματα. Ήσαν οι απόγονοι των ηττημένων του εμφυλίου πολέμου. Ώσπου ήλθε ο καιρός, που οι «σπλαχνικοί» και άκρως «συγχωρητικοί» πλανητάρχες έφεραν στην εξουσία την «πρώτη φορά Αριστερά». Θα δεχθώ επίθεση με την κραυγή ότι αποφάσισε ο λαός. Ναι ο λαός, όταν τον είχαν φέρει σε ακραία αγανάκτηση τα δύο κυρίαρχα μέχρι τότε κόμματα εξουσίας. Τελικά το σύνθημα ακούγεται πλέον από πολύ λιγότερους, τους οπαδούς του σταλινισμού και των παραφυάδων του. Οι πολλοί κατανόησαν ότι, αν είναι «καλά παιδιά» το αφεντικό προσφέρει και σ’ αυτά την εξουσία.
Παραμένει, σε αντίθεση με πλείστες όσες άλλες επετείους, ζωηρός ο εορτασμός της αυτής του Πολυτεχνείου. Σχολική αργία, πορείες, καταθέσεις λουλουδιών σε μνημείο «αγνώστου πεσόντος»! Πότε θα μάθουμε και γι’ αυτό την αλήθεια; Όχι πως δεν υπήρξαν πρόσωπα, που έθεσαν κατά την εξέγερση σε μεγάλο κίνδυνο τη ζωή τους. Αυτά όμως δεν διεκδίκησαν δάφνες, αλλά αποσύρθηκαν. Κάποιοι άλλοι αμείφθηκαν κατά τη Μεταπολίτευση πλουσιοπάροχα! Οι οπαδοί της «χούντας» προκαλούσαν με αμοιβή «δημοκράτες», που θα κατονόμαζαν νεκρό εντός του χώρου του Πολυτεχνείου! Παραμένει το ισχυρότερο ράπισμα κατά των οπαδών της «δημοκρατίας». Τελικά, μήπως και στο Πολυτεχνείο έβαλε το χέρι του ο ξένος παράγων; Ο δεύτερος δικτάτωρ αποδείχθηκε ολέθριος.
Η «χούντα» δεν έπεσε υπό την κατακραυγή του λαού, όπως θριαμβολογούν οι οπαδοί της «δημοκρατίας». Τη «χούντα» κατέλυσαν οι πάτρωνές της Αμερικανοί, όταν έφερε σε πέρας την αποστολή της. Σημαντικό ερώτημα: Η εισβολή στην Κύπρο έγινε εν αγνοία Αμερικανών και Άγγλων; Οι δεύτεροι δεν προσέφεραν ουδεμία βοήθεια από τις βάσεις τους; Αλλά αυτοί υπήρξαν οι οργανωτές και του σχεδίου εξόντωσης των Ρωμηών της Κωνσταντινούπολης. Ποτέ δεν συγχώρησαν τον αγώνα της ΕΟΚΑ, τους αγωνιστές της οποίας αποκαλούσαν τρομοκράτες. Και εμείς, στη «δημοκρατία» μας, ενημερωνόμαστε στη λεπτομέρεια για τα συμβαίνοντα στην αυλή της παρακμασμένης χώρας, της οποίας η νεαρή τότε βασίλισσα υπέγραψε τη θανατική καταδίκη του Ευαγόρα μόλις συμπλήρωσε τα 18 του έτη!
Οι επαγγελματίες πολιτικοί, καθαρμένοι κατά την επτάχρονη παραμονή τους εκτός εξουσίας, επανήλθαν με νέες υποσχέσεις «σωτηρίας» της χώρας! Αλλά έχει γραφεί πολύ εύστοχα ότι δεν θα τη σώσουν ποτέ, γιατί θα χάσουν τη δουλειά τους! Τότε η Κύπρος φάνταζε μακριά, για αποκληθέντα εθνάρχη. Η χώρα μας, εντάχθηκε μετά από λίγο, στη χωρία των οικονομικά ισχυρών χωρών και καταβαραθρώθηκε, σε σύντομο χρονικό διάστημα η βιομηχανία μας, και, με βραδύτερο ρυθμό, η πρωτογενής μας παραγωγή. Όμως οι ασκούντες την εξουσία μας διαβεβαίωναν συνεχώς για την καλή πορεία της χώρας, δανειζόμενοι ασύδοτα, για αύξηση της καταναλωτικής δυνατότητας ενός λαού, που οδηγείτο από την ιστορική λήθη στην αποχαύνωση. Και καμαρώνουμε ακόμη ότι είμαστε ισότιμα μέλη των πλέον ισχυρών οργανισμών! Και ενώ οη απειλή του γείτονα εντείνεται διαρκώς, εμείς επικαλούμαστε το ανύπαρκτο «διεθνές δίκαιο», δηλαδή το δίκαιο του ισχυρού. Και βιαζόμαστε να «λύσουμε το κυπριακό», καθώς δεχόμαστε οχληρές πιέσεις. Και έσπευσαν πλείστοι όσοι να επικρίνουν και λοιδορήσουν τον μακαριστό Τάσο Παπαδόπουλο, που πέτυχε με το δάκρυ του να αναζωογονήσει το πατριωτικό αίσθημα των Ελληνοκυπρίων. Αλλά έκτοτε στην Κύπρο κυβερνούν δυνάμεις του ενδοτισμού, δεξιάς και αριστεράς, και οι απειλές κλιμακώνονται.
Σοβαρά ερωτήματα δεν τίθενται: Τελικά τί συμμαχία είναι αυτή του ΝΑΤΟ, που αρνείται να επέμβει σε διαφορές μεταξύ χωρών μελών του και κρατά ίσες αποστάσεις από θύτη και θύμα; Τί είδους ένωση είναι αυτή η ΕΕ, που ανέχεται να βρίσκεται τμήμα εδάφους της υπό ξένη κατοχή; Λησμονήσαμε ανάμεσα στα άλλα και το ακόλουθο: Δεν υπάρχουν συμμαχίες αλλά συμφέροντα! Βέβαια τίθεται συνήθως άλλο ερώτημα: Τί να κάνει μια μικρή και ανίσχυρη χώρα; Άλλοι λαλούν και εμείς χορεύουμε! Αυτό είναι αλήθεια, όμως δεν δικαιώνει ούτε αυτούς που πουλούν στο εσωτερικό εθνική υπερηφάνεια ούτε τους άλλους που ξεπουλούν τη χώρα στις αγορές του κόσμου. Μήπως αναζητούμε τη λύτρωση στη λήθη, όπως κάποιοι πιστεύουν ότι σβήνουν στο κρασί τον πόνο τους;
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»
ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ. Δυστυχώς όμως ο άνθρωπος διαχρονικά ρέπει προς τη λήθη.
102