Είναι η οικονομία, ρατσιστή…
Παλιά, οι άνθρωποι στη συντριπτική πλειονότητά τους έμεναν στα χωριά τους. Ακόμη και η μετακίνηση στην πόλη ήταν τεράστια απόφαση. Εκτός από το δύσκολο ταξίδι –συνήθως με τα πόδια, σπανίως με μουλάρι– υπήρχε και η ρήξη των δεσμών με την οικογένεια και τους φίλους. Κάποια γράμματα μόνο, που και αυτά με δυσκολία έφταναν στον προορισμό τους.
Το αυτοκίνητο έκανε τα πράγματα πιο εύκολα και πρωτίστως πιο φθηνά. Οι εσωτερικοί μετανάστες μπορούσαν να γυρίσουν Πάσχα, Χριστούγεννα, καλοκαίρι. Οι μετανάστες στο εξωτερικό έκαναν μια ζωή να γυρίσουν, συνήθως στα τελευταία τους. Η πρόοδος στις μεταφορές (πρωτίστως στις αεροπορικές) κατέστησε τα –ενδοευρωπαϊκά και όχι μόνο– ταξίδια προσιτά. Σήμερα, υπάρχουν κάποιοι που δουλεύουν σε κάποια ευρωπαϊκή χώρα και επιστρέφουν για Σαββατοκύριακο στην Αθήνα. Και αυτοί δεν είναι μόνον ευρωβουλευτές.
Η τεχνολογία μείωσε πάρα πολύ το κόστος των ταξιδιών, ενώ η οικονομική άνοδος της Δύσης διεύρυνε το χάσμα αναπτυσσόμενων – ανεπτυγμένων χωρών και, επιπλέον, αφήνει πολλές κενές θέσεις εργασίας χαμηλής εξειδίκευσης στις χώρες μας. «Ποιος πάει πλέον στα χωράφια; Ποιος δουλεύει οικοδομή;» ρωτούν οι παλιότεροι. Στο παρελθόν, η απάντηση ήταν «οι Αλβανοί», αλλά πλέον δεν υπάρχουν και αυτοί. Πολλοί δούλεψαν σκληρά, έκαναν ένα κομπόδεμα και γύρισαν στην πατρίδα τους. Αλλοι που ήρθαν στις αρχές της δεκαετίας του ’90 κοντεύουν να βγουν στη σύνταξη. Τα παιδιά τους έχουν ενσωματωθεί πλήρως στην ελληνική κοινωνία και στα εργασιακά της ήθη. Απομένουν οι νεόφερτοι μετανάστες, που δεν θέλουμε.
Υπήρξαν ρατσιστικές αντιδράσεις όταν πρωτάρχισαν να έρχονται οι Αλβανοί στην Ελλάδα, αλλά κόπασαν γρήγορα για δύο λόγους. Πρώτον, η ιδεολογική κυριαρχία της Αριστεράς απαξίωσε κάθε υποψία ρατσιστικού λόγου. Δεύτερον και κύριο, η φθηνή και πάντα ανασφάλιστη εργασία των μεταναστών κούμπωσε καλά με τη διαδεδομένη μικρή επιχειρηματικότητα, αλλά και με τις ανάγκες μιας ανερχόμενης μεσαίας τάξης: τα παρτέρια χρειάζονταν κηπουρούς, τα εξοχικά μάντρες, οι υπερήλικοι γονείς μας κάποιον να τους φροντίζει. Η μετανάστευση είναι πρώτα απ’ όλα οικονομική επιλογή· κι εκείνων που έρχονται κι εκείνων που τους δέχονται.
Τώρα τα πράγματα στην οικονομία έχουν αλλάξει, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά παντού. Πρωτίστως, υποχώρησε στη Δύση η αισιοδοξία ότι όλα θα πάνε καλά. Σε αυτή την απαισιοδοξία πατάει ο αντιμεταναστευτικός λόγος της Ακροδεξιάς. Για να πούμε την αλήθεια, μόνον αυτή μπορεί να λύσει το μεταναστευτικό. Οποτε αναλαμβάνουν εξουσία οι παντός είδους λαϊκιστές, καταστρέφουν τόσο πολύ τις χώρες τους, που ούτε οι μετανάστες δεν θέλουν να έρχονται.