Όλοι γνωρίζουμε τη φράση: Στην Ελλάδα ότι δηλώσεις, είσαι. Βέβαια κοιτάζοντας τα πράγματα λίγο βαθύτερα και κάπως προσεκτικότερα θα διαπιστώσουμε πως πολλές φορές δεν πρόκειται παρά για επίφαση και φενάκη. Το αυτό συμβαίνει και στην περίπτωση ενός όρου που αποτέλεσε πολύ περισσότερο παραταξιακή και πολιτικη ταμπέλα, παρά έννοια. Περί «Εθνικοφροσύνης» ο λόγος.
Σε πλάγια γραφή και με εισαγωγικά. Η πρώτη γιατί πρόκειται για ορολογία και όπως μόλις επισημάνθηκε για συγκεκριμένη ταμπέλα ή/και πλατφόρμα μιας ευρύτερη ιδεολογικό-πολιτικής αναφοράς και προσανατολισμού. Τα εισαγωγικά γιατί οι αναφορές, οι καταβολές, οι στοχεύσεις, με λίγα λόγια η διεύθυνση και η κατεύθυνση αυτής της πλατφόρμας, αυτής της παράταξης ήταν άλλες -και σε τελική ανάλυση διαμετρικά αντίθετες- από την ετυμολογία και το σημαινόμενο του ονόματος της ταμπέλας «Εθνικοφροσύνη». Άσχετα προς το τι μπορεί να πρέσβευαν αντίστοιχοι όροι στο εσωτερικό άλλων ευρωπαϊκών χωρών στα μεταπολεμικά χρόνια, όσον αφορά την Ελλάδα η «Εθνικοφροσύνη» δεν ήταν ότι δήλωνε.
Η «Εθνικοφροσύνη» παρουσιαστηκε ως ολοκληρωμένο και κυρίαρχο αφήγημα στις δεκαετίες μετά τον Β΄ΠΠ. Είχε βέβαια τις βάσεις της στο Μεσοπόλεμο, οι οποίες τέθηκαν ξεκάθαρα ως οι κύριες παράμετροι του αφηγήματος της μεταξικής εθνικής ενότητας: 1) αντικομμουνισμός και 2) βασιλοφροσύνη. Παρόλα αυτά η μεταπολεμική «Εθνικοφροσύνη» υπερέβη τους μεσοπολεμικούς διαχωρισμούς εντός του αστικού πολιτικού κόσμου και τη βασική αντίθεση: βενιζελικών-αντιβενιζελικών και έκανε ένα βήμα παρα πέρα. Σύσσωμος ο αστικός κόσμος αντιτάχθηκα από τα χρόνια της Κατοχής και εξής στο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα, το οποίο απείλησε ανοιχτά και πολύ αισθητά το συνολικό οικοδόμημα, πάνω στο οποίο βενιζελικοί και βασιλόφρονες είχαν στήσει τη διελκυστίνδα τους.
Από τη μία ήταν η εξάρτηση από τις Μεγάλες Δυνάμεις (την οποία κληροδότησε το ευρωπαϊκό κρατικό σύστημα του 19ου στον 20ο αιώνα, αν και το ίδιο είχε πλέον καταρρεύσει με το ξέσπασμα του Α΄ΠΠ). Με άλλα λόγια μιλάμε για την ιδιάζουσα ημι-αποικιακού τύπου σύνδεση της πτωχής πλην τίμιας Ελλάδος στο άρμα του βρετανικού ιμπεριαλισμού. Από την άλλη επήλθε το (ξανα)μοίρασμα του μεταπολεμικού κόσμου και η συνεπακόλουθη διαίρεση στα δύο στρατόπεδα του Ψυχρού πολέμου. Μετά τη λήξη του Β΄ΠΠ, ο κομμουνιστικός κίνδυνος έπαψε να είναι εσωτερικό ζήτημα της κάθε χώρας και ανήχθη σε διακρατικό και διεθνές ζήτημα ασφάλειας του δυτικού κόσμου που για καθαρά προπαγανδιστικούς λόγους (τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό) αυτοποκλήθηκε ελεύθερος κόσμος.
Η Ελλάδα, παρά το μαζικό και δυναμικό εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα και σε τελική ανάλυση εξαιτίας της ύπαρξης του, βρέθηκε καθόλου αναίμακτα στο δυτικό στρατόπεδο. Τα συμφέροντα του προπολεμικού και κατοχικού οικονομικό-πολιτικού σχηματισμού και του πολιτικού κόσμου που το εκπροσωπούσε βρέθηκαν να διακυβεύονται, εν όψει μιας πιθανής ανατροπής του status quo στην περίπτωση που θα επικρατούσε το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα. Το κατεστημένο αυτό λοιπόν για να υπερασπιστεί τη θέση και τα κεκτημένα του βρέθηκε στον αντίποδα του ΕΑΜ. Η δυναμική που το τελευταίο ολοένα αποκτούσε αύξανε τις πιθανότητες επικράτησης των δυνάμεων, που έφερε στο προσκήνιο και την εφαρμογή του πολιτικού του προγράμματος. Αυτοί οι αντικρουόμενοι παράγοντες επέδρασαν καταλυτικά στην αποφασιστικότητα του κατεστημένου να συγκρουστεί ολοκληρωτικά με το ΕΑΜ.
Η διεθνής πόλωση μεταξύ των δύο αντίθετων συνασπισμών έφερε ακόμη πιο κοντά την εγχώρια με τη διεθνή κατεστημένη τάξη. Η συνέχιση του παλιού μοντέλου και καθεστώτος συνεπαγόταν την διατήρηση των σχέσεων εξάρτησης και την πελατειακή σχέση της Ελλάδας προς τη Δύση. Ο Εμφύλιος αποτέλεσε αφενός την επισφράγιση διατήρησης του εγχώριου κοινωνικού καθεστώτος, αφετέρου υπήρξε το πρώτο θερμό επεισόδιο του Ψυχρού Πολέμου. Το κράτος, κρυσταλλωμένο στο πρόσωπο του βασιλιά, σε ρόλοι ταγού και έκφρασης του έθνους έπρεπε να νομιμοποιηθεί στον αγώνα που διεξήγαγε εναντίον μιας καθόλου αμελητέας μερίδας των υπηκόων του.
Το τέχνασμα ήταν απλό. Οι αμφισβητίες της νομιμότητας της εξουσίας του αστικού κράτους έπρεπε να τεθούν εκτός κοινωνικού συμβολαίου, να τεθούν εκτός έθνους. Δεν είναι τυχαίο πως το αντικομμουνιστικό-αντιεαμικό μπλοκ που συσπειρώθηκε γύρω από την προπολεμική μοναρχική Δεξιά, το πρόσωπο του βασιλιά αρχικά, του Παπάγου στη συνέχεια και τέλος του Καραμανλή, δεν έκανε λόγο για εμφύλιο πόλεμο, αλλά για συμμοριτοπόλεμο. Οι αντάρτες, για το μετα-κατοχικό κράτος ήταν ότι και για το κατοχικό (δηλαδή τις δυνάμεις κατοχής των Ναζί) συμμορίτες κι ως μη αποδεχόμενοι το επίσημο κράτος δεν ανήκαν στο έθνος και στην εθνική ενότητα που για τη νέα δημοκρατική κυβέρνηση ήταν πιο στενή από κείνη του δικτάτορα Μεταξά.
Οι συμμορίτες αυτοί ήτοι το Κομμουνιστικό Κόμμα και οι σύμμαχοι του από την Αριστερά. Βαφτίστηκαν προδότες του έθνους κι απορρίφθηκαν ως απόβλητοι αυτού. Δεν επέλεξαν εκείνοι αυτή την αποπομπή. Ήταν οι εθνικόφρονες ή μάλλον οι δυτικόφρονες νικητές του εμφύλιου πολέμου που έγραψαν την ιστορία και μοίρασαν την μετεμφυλιακή τράπουλα. Όπως και στο διεθνές πεδίο, οι προστάτες τους, οι Δυτικοί ήταν εκείνοι που επέλεξαν το Παραπέτασμα. Ο διχασμός και η διαίρεση, η πόλωση βόλευαν την πολιτική τους και πρώτα από όλα στο επίπεδο της εσωτερικής κατανάλωσης και συσπείρωσης του δυτικού κόσμου γύρω από τη νέα υπερδύναμη, τις ΗΠΑ, που ηγήθηκαν του ενός στρατοπέδου σε αυτό το παγκόσμιο διχασμό που κυριάρχησε σε όλο το δεύτερο μισό του αιώνα και βρήκε παγκόσμια εφαρμογή. Έχοντας ως πεδίο δράσης τους την υδρόγειο και ως ζωτικό τους χώρο εκτάσεις πολύ πέρα από την επικράτεια τους οι ΗΠΑ ήρθαν να θεμελιώσουν το δόγμα εθνικής τους ασφάλειας μέσα από τη δημιουργία μιας νέου τύπου παγκόσμιας πολεμικής συμμαχίας, του ΝΑΤΟ. Ήταν η διπλωματική και οπλική ασπίδα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού που πρόβαλε σαν αιχμή του δόρατος της Δύσης, εγγυητής και δανειστής των ευρωπαϊκών μέχρι πρόσφατα ιμπεριαλιστικών κι αποικιοκρατικών δυνάμεων, των πάλαι ποτέ Μεγάλων Δυνάμεων.
Η Ελλάδα δεν ήταν μία Μεγάλη Δύναμη, αλλά εξάρτημα και «σὐμμαχος» τους. Είχε μάλιστα την τύχη ή κι ατυχία να βρίσκεται σε μια νευραλγικής σημασίας θέση. Μπορεί η θέση της Αγγλίας ως παγκόσμιας ηγέτιδας δύναμης να εκχωρήθηκε στις ΗΠΑ, αλλά τα διεθνή οικονομικά και γεωπολιτικά-γεωστρατηγικά συμφέροντα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου δεν είχαν αλλάξει. Η Δύση είχε αλλάξει πρωταγωνιστή, όχι όμως σχέδιο. Επομένως δεν είχε αλλάξει και η σημασία της γεωγραφικής θέσης της Ελλάδα στο διεθνές σύστημα και για αυτό άλλωστε απασχόλησε τόσο το ζήτημα της παραμονής της στο δυτικό στρατόπεδο. Για αυτό εντάχθηκε και στο Ευρω-ατλαντικό σύνδεσμο, μια χώρα της ανατολικής Μεσογείου και της Εγγύς Ανατολής. Για αυτό δεν είχαν σημασία το δίκαιο και η βούληση ή η ίστορία των αγώνων του λαού της, που πολέμησε για εθνική ανεξαρτησία και λαϊκή κυριαρχία.
Το δόγμα εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ και τα συμφέροντα της Δύσης έγινε η κεντρική γραμμή της ελληνικής εξωτερικής και εσωτερικής πολιτικής. Η σύμμαχος των ΗΠΑ, Τουρκία έγινε σύμμαχος έστω και με εισαγωγικά και ακονισμένα δόντια και για την Ελλάδα και οι εχθροί ή εν δυνάμει εχθροί των ΗΠΑ, εχθροί της Ελλάδας (ΕΣΣΔ και κατ’ επέκταση όλοι οι σύμμαχοι της). Στο εσωτερική η Αριστερά αποτέλεσε κόκκινο πανί για τους παλιούς και νεότερους έχοντες και κρατούντες, οι οποίοι είχαν παλιούς λογαριασμούς και μια τιμωρητική και εκδικητική μανία σε συνδυασμό με το πράσινο φως των νέων τους προστατών και συμμάχων. Η «Εθνικοφροσύνη» αποτέλεσε το όχημα που οι εκφραστές της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στην Ελλάδα καμουφλάρανε την δοτή πολιτική τους, ακόμα και όταν αυτή έτεινε απροκάλυπτα προς την εθνική μειοδοσία, ακόμη και με τους όρους εκείνους που η ίδια η «Εθνικοφροσύνη» έθετε, βλέπε Κύπρο.
Εφαρμόζοντας το δόγμα του ότι είναι νόμιμο είναι και ηθικό, πολιτεύτηκαν για δεκαετίες κάνοντας πράξη το ότι είναι νόμιμο είναι και εθνικό. Και παίζοντας σε μια σκακιέρα χωρίς αντίπαλο όριζαν, έκοβαν και έραβαν κατά το δοκούν. Κινήθηκαν με απροκάλυπτο θράσος από σκάνδαλο σε σκάνδαλο (από τα χρόνια του εμφυλίου κιόλας), από νοθείες σε πραξικοπηματικές αλλαγές κυβερνητικών σχημάτων, ανέχθηκαν ή υπέθαλψαν δολοφονίες πολιτικών και πολιτών. Στο τέλος φοβούμενοι πως η βία και τα πετροδόλαρα δεν ήταν αρκετά για να επιτύχουν την πολυπόθητη εξασφάλιση των δυτικών σχεδιασμών στην περιοχή, σταμάτησαν να καταστρατηγούν τη δημοκρατία και τη συνταγματική νομιμότητα και αποφάσισαν να την ανατρέψουν και να την καταργήσουν. Βάλανε την Ελλάδα στο γύψο και την ανυπόταχτη και αδέσμευτη Κύπρο στο ΝΑΤΟ με την de facto διχοτόμηση. Πάντα στο όνομα του έθνους και της ασφάλειας από τον κομμουνιστικό κίνδυνο, ο οποίος (πάντα κατά το αφήγημα τους) αφού δεν κατάφερε να καταστρέψει την Ελλάδα, συνεργαζόμενος με κάθε δυνατό αντίπαλο της Εθνικοφροσύνης, όπως ο Γεώργιος Παπανδρέου(!) και ο γιος του, στόχευε στη μετατροπή της Κύπρου σε Κούβα της Μεσογείου. Θέλοντας να προστατέψει την τελευταία, ο Εθνάρχης υπέγραψε κι οι Συνταγματάρχες άνοιξαν την Κερκόπορτα. Όσο για την Κούβα είναι ακόμα ανεξάρτητη και ολόκληρη!
Συνεχίζεται….
Ιάσονας Γαβριηλίδης
https://eleytheroipoliorkimenoi.wordpress.com/