Κοινό δελτίου τύπου των ανεξάρτητων Βουλευτών Πάρι Μουτσινά (Μαγνησίας) και Γιώργου Κασαπίδη (Κοζάνης)
Ανέπαφα άφησε τα πολλά και σημαντικά προβλήματα του αγροτικού τομέα της χώρας, το διεκπεραιωτικό και εισπρακτικό δυστυχώς Νομοσχέδιο του ΥπΑΑΤ που συζητήθηκε στη Βουλή. Αυτή είναι η κοινή διαπίστωση των περισσοτέρων βουλευτών όλων των κομμάτων του κοινοβουλίου, που συμμετείχαν στη συζήτηση.
Ανεξάρτητα από το περιεχόμενο του νομοσχεδίου, τα θέματα που κυριάρχησαν στη συζήτηση, αφορούσαν τα σαρωτικά φορολογικά μέτρα, τις συνεχείς περικοπές επιχορηγήσεων από το αγροτικό εισόδημα, τα νέα-εξοντωτικά πρόστιμα, το στραγγάλισμα της στρόφιγγας ακόμη και για τα καλλιεργητικά δάνεια από την Τράπεζα Πειραιώς, τη θέσπιση βιβλίων εσόδων εξόδων και την επιδερμική ρύθμιση των «κόκκινων» δανείων της «κακής» Α.Τ.Ε.
Τα προαναφερόμενα νέα δεδομένα, σε συνδυασμό με την έλλειψη σχεδίου και στοιχειώδους εθνικής στρατηγικής της αγροτικής παραγωγής και ανάπτυξης, διαμορφώνουν ένα εκρηκτικό μίγμα ικανό να τινάξει στον αέρα τις μικρομεσαίες οικογενειακές αγροτικές εκμεταλλεύσεις και όχι μόνο και να οδηγήσουν σε αδιέξοδο και τον πιο ελπιδοφόρο τομέα της πατρίδας.
Τα 36 άρθρα του Νομοσχεδίου εισάγουν πληθώρα αψυχολόγητων εξοντωτικών και αντιαναπτυξιακών προστίμων που θα έβρισκαν τέλεια εφαρμογή σε χώρες με υψηλότατο επίπεδο παραγωγής αγροτικών προϊόντων και τροφίμων όπως π.χ. Ολλανδία, Δανία κ.α. Εδώ ο Υπουργός βάζει το κάρο μπροστά από το άλογο, φορτώνοντας το τετράποδο με βάρη χωρίς προηγουμένως να φροντίσει να διορθώσει τις αδυναμίες του και να το δυναμώσει. Λες και υπάρχει σχέδιο εξόντωσης όσων παραγωγών δεν προλαβαίνουν σε μια νύχτα να αποκτήσουν τις γνώσεις, τις δεξιότητες και την οργάνωση των πιο προηγμένων συναδέλφων τους στην Ευρώπη.
Μπορεί στο 2ο μέρος του νομοσχεδίου να εισάγονταν διατάξεις παραγωγικού ενδιαφέροντος, όμως αποτελούν αποσπασματικές, ασύνδετες και χωρίς κεντρική στόχευση βάση οργανωμένου σχεδίου, προτάσεις. Αποτυπώνουν με τον πιο ευδιάκριτο τρόπο την έλλειψη επαφής του ΥπΑΑΤ με τη σκληρή πραγματικότητα του αγροτικού πληθυσμού, που δεν του επιτρέπει ούτε να ιεραρχήσει και να αξιολογήσει σωστά τις προτεραιότητες και τα προβλήματα που θα ήθελε να θέσει και να αντιμετωπίσει. Το τελευταίο αποτέλεσε κοινή διαπίστωση της πλειοψηφίας των συναδέλφων που έλαβαν μέρος στη συζήτηση.
Η καθιέρωση των βιβλίων εσόδων εξόδων και του τέλους επιτηδεύματος (που επιβάλλεται σε εμπόρους και όχι παραγωγούς), για όλους τους αγρότες με ακαθάριστα έσοδα άνω των 10.000 ευρώ χωρίς να αναγνωρίζονται δαπάνες, οικογενειακά ημερομίσθια, τοκοχρεολύσια, αποσβέσεις κλπ, θα ανοίξει το δρόμο για υπερφορολόγηση ανύπαρκτου αγροτικού εισοδήματος με συντελεστή 13% το 2014 και 26% το 2015. Λαμβάνοντας υπόψιν ότι η συντριπτική πλειοψηφία των γεωργικών και κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων στη χώρα είναι οικογενειακής μορφής, τότε το τίμημα για την αγροτική οικογένεια της ελληνικής υπαίθρου θα είναι βαρύ.
Το πλήγμα και το κτύπημα όμως για την πλειονότητα των αγροτών γίνεται κυριολεκτικά, χωρίς καμιά υπερβολή, συντριπτικό, αν συνυπολογισθούν και οι 10 κατηγορίες φορολογικών και εισπρακτικών μέτρων που θεσπίστηκαν το 2013 (1,5 δις) και στο εξής.
Δεν κατανοούμε γιατί η Ελληνική Κυβέρνηση δεν εφαρμόζει την 6η Κοινοτική οδηγία 77/388/ΕΟΚ άρθρο 25, η οποία προβλέπει ειδική κατ’ αποκοπή φορολογία των αγροτών με τον καθορισμό ενιαίου τεκμαρτού κέρδους κάθε καλλιέργειας ή εκτροφής. Η οδηγία αυτή επιτρέπεται από την Ε.Ε. λόγω της αδυναμίας των αγροτικών εκμεταλλεύσεων για την τήρηση βιβλίων, εξ αιτίας των ειδικών συνθηκών ασκήσεως του αγροτικού επαγγέλματος.
Όσον αφορά την τροπολογία για την ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων δανείων των αγροτών που έχουν μεταφερθεί στην «κακή» Α.Τ.Ε., θεωρούμε ότι αυτή δεν δίνει δίκαιη και ολοκληρωμένη λύση στο πρόβλημα των κόκκινων δανείων δεδομένου ότι :
α) Είναι ασαφής.
β) Η ρύθμιση του 120% και του 200% στις δυο περιπτώσεις που αναφέρονται, υπολογίζονται στο αρχικό και όχι στο υπολειπόμενο κεφάλαιο.
γ) Δεν αντιμετωπίζεται η ρύθμιση των δανείων των Νομικών προσώπων των αγροτών.
δ) Δεν προσαρμόζονται τα αγροτικά δάνεια της Τράπεζας Πειραιώς στα πλαίσια της ισότιμης αντιμετώπισης.
Κατά την παρέμβασή μας στην ολομέλεια καταθέσαμε πρόταση για τη δημιουργία επιτροπής η οποία θα καθορίσει την ψήφιση εθνικής πολιτικής της αγροτικής ανάπτυξης, με αντικείμενο να εξειδικεύσει την προσαρμογή της νέας ΚΑΠ και να επεξεργασθεί ενιαίο φορολογικό κώδικα φορολογίας των αγροτών, καθώς άλλα σοβαρά προβλήματα, με στόχο την αναπτυξιακή και παραγωγική ανασυγκρότηση της υπαίθρου με στοχευμένες και κοστολογημένες προτάσεις.