Φωτιές και πλημμύρες:
Οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος
του Νίκου Γιαννάκη, δρ βιολόγου-περιβαλλοντολόγου
Υποψήφιου Περιφερειακού Συμβούλου
με την Αριστερή Συμπόρευση για την Ανατροπή στη Δυτική Μακεδονία
Ενώ βρισκόμαστε στον δρόμο για τις τοπικές και τις περιφερειακές εκλογές, να ‘σου όλες οι εν δυνάμει καταστροφές της εποχής μαζί! Αμέσως μετά τις μεγαπυρκαγιές, κατέφτασαν κι οι πλημμύρες! Δεν πρόλαβε να κλείσει η μεγάλη συζήτηση για τις φωτιές, που άνοιξε και πάλι βασανιστικά – όπως κάθε χρόνο – περί κλιματικής αλλαγής, περί ανάγκης εκτεταμένων εκχερσώσεων για τη δημιουργία αντιπυρικών ζωνών και αφαίρεσης της “επικίνδυνης” βιομάζας από τα δάση, περί νοσταλγίας της εντατικής αποψιλωτικής κτηνοτροφικής δραστηριότητας στα βουνά μας των αρχών του προηγούμενου αιώνα, περί εκτοπισμού της δασικής από την πυροσβεστική υπηρεσία στη δασοπυρόσβεση.
Πρέπει τώρα λένε να υλοποιήσουμε δαπανηρά και συνάμα καταστροφικά, λέμε εμείς, έργα και παρεμβάσεις, απαιτούνται κονδύλια μεγάλα για να δαμάσουμε τους κινδύνους της φύσης, που εμείς οι ίδιοι έχουμε δημιουργήσει. Σπανίως όμως αναφέρεται ή συζητιέται η τεράστια προτεραιότητα της ανάγκης προστασίας των δασών και αποκατάστασης των καμένων εκτάσεων μέσω αναγεννητικών πρακτικών, που αποσκοπούν στην αύξηση της υγρασίας και άρα της υγείας του εδάφους, που είτε θα προστατέψουν τα δάση από τη φωτιά, είτε θα υποστηρίξουν και πάλι την αναβλάστηση της πυρπολημένης γης! Και αυτές οι πρακτικές έργα απαιτούν, μόνο που ο αναγεννητικός χαρακτήρας τους διασφαλίζει τη βιώσιμη επανεκκίνηση του οικοσυστήματος.
Και ώ του θαύματος, να τώρα που και οι πλημμύρες αποδίδονται επίσης στην κλιματική αλλαγή, που με τη σειρά της αποδίδεται στο CO2, σε ένα φαινόμενο δηλαδή πλανητικό, το οποίο έχει για τα καλά εγκατασταθεί στην ατμόσφαιρα του πλανήτη μας, τόσο μακριά μας, που μπορεί μόνο να αντιμετωπιστεί εφόσον όλα τα κράτη μαζί συμφωνήσουν να πάρουν τα ίδια ακριβώς μέτρα, που περιορίζονται στον άμεσο αφανισμό των ορυκτών καυσίμων! Πράγμα που αποδεικνύεται στην πράξη ότι είναι ανέφικτο. Γιατί ο πολιτισμός μας είναι ορυκτοκαυσιμομανής, και έτσι τα κράτη θα συνεχίσουν να συνευρίσκονται κάθε χρόνο και να συζητούν, όπως τόσες φορές έχουν κάνει μέχρι σήμερα εδώ και πάνω από πενήντα χρόνια από τότε που τεκμηριώθηκε η επικείμενη κλιματική αλλαγή, χωρίς όμως να αναλαμβάνουν και κάποια ουσιαστική δράση. Φτάσαμε αισίως στην 28η Διάσκεψη των Μερών της Σύμβασης Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή (COP 28)! Και κάπως έτσι οι αποφάσεις αναβάλλονται συνεχώς και να που είμαστε πια εκεί, που πριν από πενήντα χρόνια μας έλεγαν ότι κινδυνεύουμε να οδηγηθούμε!
Κι όμως, τα ακραία φαινόμενα, όπως οι πλημμύρες σήμερα ή οι πυρκαγιές χθες, δημιουργούνται εδώ κάτω στη γη από την κακοδιαχείριση του εδάφους και των νερών, γεγονός που αποτυπώνεται ξεκάθαρα στο τοπίο. Ας δούμε γύρω μας όλες αυτές τις σκληρές κι αδιαπέρατες τεχνητές επιφάνειες των πόλεων, αλλά και τις άγονες και στεγνές εκτάσεις του εδάφους της υπαίθρου, που είναι τόσο φτωχές σε οργανικές ουσίες, που δεν μπορούν διόλου να συγκρατήσουν παρά ελάχιστες ποσότητες νερού της βροχής!
Εδώ, στη γη, στο χέρι μας δηλαδή, είναι και τα μέσα που έχουμε προκειμένου να τιθασεύσουμε όλα αυτά τα ακραία φαινόμενα. Οι λύσεις είναι πραγματικά τόσο απλές, όσο απλή είναι η αποδοχή της ομορφιάς της φύσης. Και μπορούν να εφαρμοστούν άμεσα με δράσεις τοπικού χαρακτήρα, ακόμα και σε κάθε Δήμο χωριστά, ενώ και αυτές απαιτούν μεταξύ άλλων την υλοποίηση τεχνικών έργων, που είναι αντίστοιχα επωφελείς για την απασχόληση! Ας συγκρατήσουμε τα νερά της βροχής στον μέγιστο δυνατό βαθμό, επαναφέροντάς τα μέσα στο έδαφος, αντί να τα οδηγούμε συνεχώς προς τη θάλασσα επιφανειακά, με απίστευτα δαπανηρές φαραωνικές κατασκευές. Εμπλουτίζοντας έτσι τον υδροφόρο ορίζοντα, μπορούμε να αποκαταστήσουμε άμεσα τα εδάφη μας, καθιστώντας τα ποιοτικότερα και παραγωγικότερα, να αποτρέψουμε τις πυρκαγιές και τις πλημμύρες, ακόμα και να διορθώσουμε το κλίμα μας, μέσω της αποκατάστασης των κύκλων του νερού της περιοχής μας! Τέτοια παραδείγματα υπάρχουν πια παντού σε όλον τον κόσμο.
Προκειμένου να συγκρατήσει τη βροχή, το έδαφος χρειάζεται να είναι γόνιμο και σπογγώδες, όντας πλούσιο σε οργανική ουσία, αλλά και να καλύπτεται από κάποιας μορφής βλάστηση. Να είναι δηλαδή ένας πολυποίκιλος ολοζώντανος βιότοπος, μέσα στον οποίο το ριζικό σύστημα των φυτών συμβιώνει αρμονικά με τους μικροοργανισμούς, τη μικροχλωρίδα και τη μικροπανίδα. Τα εδάφη μας όμως έχουν χάσει σε πολύ μεγάλο βαθμό αυτή την τόσο σημαντική απορροφητική ικανότητά τους και είναι πλέον ιδιαίτερα φτωχά σε ζωή και οργανική ουσία, λόγω της εκτεταμένης διάβρωσης από την αλόγιστη χρήση τους. Πλουσιότερα είναι τα εδάφη στα δάση και στα λιβάδια που δεν υπερβόσκονται ή βόσκονται κυκλικά ή εποχιακά, και φτωχότερα τα εδάφη των καλλιεργούμενων χωραφιών, όπου οι συγκεντρώσεις σε οργανική ουσία πέφτουν συχνά σε επίπεδα αντίστοιχα με εκείνα της ερήμου!
Το συμπέρασμα είναι ότι για να συγκρατηθεί το νερό και να μην τρέξει επιφανειακά, διαβρώνοντας τις πλαγιές και μπαζώνοντας τα ρέματα με φερτά γόνιμα εδάφη, χρειάζονται δάση που η διαχείρισή τους γίνεται με τρόπο ώστε να διατηρείται η μεγάλη οικολογική τους αξία, και όχι αποκλειστικά με σκοπό την παραγωγή ξυλείας. Χρειάζονται επίσης βοσκοτόπια και χωράφια, όπου εφαρμόζονται αναγεννητικές πρακτικές γεωργίας και κτηνοτροφίας, η επιτυχής εφαρμογή των οποίων έχει μάλιστα αποδειχθεί διεθνώς ότι μπορεί να αναστρέψει την ερημοποίηση, μετατρέποντας αρχέγονες ερήμους σε λιβάδια και δάση. Το πρώτο πράγμα λοιπόν που πρέπει να κάνουμε για να αποφύγουμε την πλημμύρα, είναι να διατηρούμε απλά τα δάση μας υγιή με τις κατάλληλες δασοκομικές πρακτικές και το δεύτερο είναι να προωθήσουμε την αναγεννητική αγροτική δραστηριότητα, ώστε τα εδάφη να παραμείνουν απορροφητικά στις εκτάσεις που δεν καλύπτονται από δάση.
Στις απογυμνωμένες εκτάσεις με καμένα δάση, υπερβοσκημένα λιβάδια και εγκαταλειμμένες καλλιέργειες – προκειμένου να συγκρατηθούν τα νερά της βροχής και να απορροφηθούν από τη γη παρά την απουσία γόνιμου επιφανειακού εδάφους – είναι απαραίτητη η εκτέλεση τεχνικών έργων που αποσκοπούν στη μείωση της ταχύτητας απορροής των νερών της βροχής και στην ενίσχυση της κατείσδυσής τους στον υδροφόρο ορίζοντα. Οι επεμβάσεις αυτού του τύπου αφορούν στην κατακράτηση των νερών, όχι μόνο στα ρέματα αλλά σε πολλές διαφορετικές θέσεις της λεκάνης απορροής τους, αντιμετωπίζοντας έτσι τις πλημμυρικές παροχές και εμπλουτίζοντας τα υπόγεια νερά στο σύνολο της λεκάνης.
Πέρα από το να συμβάλλουν στη διατήρηση και στην απορρόφηση των επιφανειακών νερών, τα μικρά αυτά τεχνικά έργα, μέσω του εμπλουτισμού του υδροφόρου ορίζοντα, παίζουν καθοριστικό ρόλο στην αναγέννηση είτε της άγριας, είτε της καλλιεργούμενης βλάστησης. Μπορούν έτσι να υποστηρίξουν την επανεκκίνηση της αγροτικής δραστηριότητας σε υποβαθμισμένες εκτάσεις, και μάλιστα με όρους αναγεννητικούς, που θα διασφαλίζουν στο εξής τη συνεχή κάλυψη του εδάφους και την προστασία της νεοαποκτηθείσας οργανικής του ουσίας.
Ένα από τα συστήματα διατήρησης του βρόχινου νερού, που χρησιμοποιούνται πολύ τόσο σε ορεινές, όσο και σε ημιορεινές περιοχές, είναι τα δίκτυα μικρών ή μεγάλων λιμνών που δημιουργούνται εκτός της κοίτης των ρεμάτων από φράγματα κατασκευασμένα με φυσικά υλικά περατά από το νερό, παρόμοια εκείνων που κατασκευάζουν οι κάστορες. Οι κοιλότητες των λιμνών δεν αδιαβροχοποιούνται, για να επιτρέπουν τη βραδεία απορρόφηση του νερού της βροχής και τον εμπλουτισμό των υπόγειων νερών. Σχεδιάζοντας τις λίμνες με άξονα την επικρατούσα φορά του ανέμου, επιτυγχάνεται η διαρκής κίνηση του νερού, διασφαλίζοντας τον συνεχή εμπλουτισμό του με οξυγόνο και τη διατήρηση της καλής ποιότητάς του.
Τα αναχώματα και οι τάφροι κατά μήκος των ισοϋψών καμπυλών των πλαγιών των βουνών είναι ένα άλλο διαδεδομένο σύστημα συγκράτησης και συγκέντρωσης του νερού που ρέει στις πλαγιές. Με τον τρόπο αυτό, αποτρέπεται η ελεύθερη επιφανειακή πορεία του νερού και επιβραδύνεται η ροή του, γεγονός που διευκολύνει τη διήθησή του στο έδαφος και τον εμπλουτισμό του υδροφόρου ορίζοντα.
Τα υδροπερατά ή μη φράγματα στις κοίτες των ορεινών ρεμάτων και στις χαραδρώσεις, που προκαλούνται από τη διάβρωση του εδάφους, αποτελούν τον πυρήνα των “έργων ορεινής υδρονομίας”. Είναι μια άλλη κατηγορία έργων συγκράτησης των νερών και αποφυγής της διάβρωσης, που είναι ευρύτερα γνωστά λόγω της εκτεταμένης εφαρμογής τους στη χώρα μας, ιδίως μετά από πυρκαγιές. Τα φράγματα αναχαιτίζουν την απορροή του νερού, διασπείροντάς το πλευρικά, και μειώνουν τη δύναμη και την ταχύτητά του. Η ζώνη επιρροής των έργων αυτών είναι όμως μικρή, καθώς περιορίζεται στις θέσεις των σχετικών επεμβάσεων, σε αντίθεση με τις δυο παραπάνω λύσεις των δικτύων των λιμνών, των αναχωμάτων και των τάφρων, η επιρροή των οποίων έχει το συγκριτικό πλεονέκτημα να επεκτείνεται σε ολόκληρη τη λεκάνη απορροής.
Είναι τελικά κρίμα να δαιμονοποιείται το νερό εξαιτίας της παντελούς έλλειψης της ορθολογικής του διαχείρισης, και να μετατρέπεται από το πιο καλοδεχούμενο δώρο, σε ένα όπλο της “φύσης που εκδικείται”, όπως τόσο λανθασμένα αρέσκονται να αναφέρουν τα μέσα ενημέρωσης. Σε ένα ενοχλητικό κι επικίνδυνο “απόβλητο” του πολιτισμού μας, που απλά θέλουμε στα γρήγορα να ξεφορτωθούμε από κοντά μας, στέλνοντάς το όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα και πιο σύντομα προς τη θάλασσα, μέσα σε σκαμμένα νεκρά ποτάμια και τσιμεντένιους οχετούς.