ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΛΑΣΣΑΝΗΣ: Ο ΙΕΡΟΛΟΧΙΤΗΣ ΠΟΥ ΣΤΑΘΗΚΕ ΜΕΧΡΙ ΤΕΛΟΥΣ ΣΤΟ ΠΛΑΪ ΤΟΥ ΑΛ. ΥΨΗΛΑΝΤΗ, ΑΡΧΗΓΟΥ ΤΗΣ ΦΙΛΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ
ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΣ ΚΑΙ ΛΟΓΙΟΣ ΜΕ ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΜΟΡΦΩΣΗ
Η ΟΙΚΙΑ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΠΛΑΚΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΩΤΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ (1833)
Ψάχνοντας να βρω την κατοικία του Γεωργίου Λασσάνη στην Πλάκα μπόρεσα να μάθω τη βιογραφία ενός Ιερολοχίτη που πραγματικά προκαλεί θαυμασμό με τα τεράστια ταλέντα του.
Ελάχιστοι Έλληνες έχουν να επιδείξουν τέτοιες συνδυασμένες επιδόσεις φιλομάθειας, επαναστατικότητας και ήθους για την άσκηση υψηλών δημοσίων καθηκόντων.
Η βιογραφία του Κοζανίτη Λασσάνη αποτελεί “πρότυπο” για τους σύγχρονους Έλληνες, για εκείνους ΄που θέλουν να αλλάξουν τη μοίρα στον τόπο τους, κάνοντας μεγάλες προσωπκές θυσίες.
Γύρισε ολόκληρη την Ευρώπη σπουδάζοντας και εργαζόμενος και έμαθε να χειρίζεται άριστα τη γερμανική, ρωσική και γαλλική γλώσσα και, φυσικά, την ελληνική γλώσσα.
Μετά την ατυχή μάχη του Δραγατσανίου πέρασε αρκετά χρόνια στις φυλακές της Αυστρίας, παραμένοντας πιστός μέχρι το τέλος του Αλέξανδρου Υψηλάντη, του αρχηγού της φιλικής Εταιρείας.
Από την Αυστρία έκανε ολόκληρο κύκλο για να καταφέρει να επιστρέψει μέσω Γερμανίας και Γαλλίας, το 1828, στη μαχόμενη Ελλάδα και στη συνέχεια να πάρει κορυφαίες θέσεις στο Ελληνικό Κράτος.
Αν και πολεμιστής παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωή του λόγιος, ενώ την περιουσία του δώρισε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στην πατρίδα του Κοζάνη.
ΜΙΑ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ “ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ”
Στη συνέχεια παρατίθεται η εκπληκτική βιογραφία του Κοζανίτη Γ. Λασσάνη, όπως αυτή αναφέρεται στην πολιτιστική ιστοσελία “Κάτοπτρον”:
Λασσάνης Γεώργιος [1793, Κοζάνη – 1870, Αθήνα]
Φιλικός και αγωνιστής του 1821, ο Γ. Λασσάνης έδρασε ως συγγραφέας, δραματουργός και δάσκαλος. Υπήρξε στενός συνεργάτης του Αλ. Υψηλάντη διαδραματίζοντας ενεργό ρόλο στην προετοιμασία της ελληνικής επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, ενώ συμμετείχε και στα πολιτικά δρώμενα του νεοσύστατου κράτους καταλαμβάνοντας υψηλά αξιώματα.
Γιος γνωστού Κοζανίτη εμπόρου έμεινε ορφανός από πατέρα σε μικρή ηλικία. Διδάχθηκε τα πρώτα γράμματα στη γενέτειρά του και είκοσι χρονών περίπου μετέβη στη Βουδαπέστη. Εκεί εργάστηκε για σύντομο χρονικό διάστημα στις εμπορικές επιχειρήσεις του συμπατριώτη του Νικολάου Τακιατζή, με την κόρη του οποίου είχε αρραβωνιαστεί. [Βασδραβέλλης, 1950: 56]
Το 1813 αναχωρεί για τη Λειψία, όπου για τέσσερα περίπου χρόνια φοιτεί στη Φιλοσοφική Σχολή του τοπικού πανεπιστημίου. Θα παρακολουθήσει εκεί μεταξύ άλλων και μαθήματα φιλολογικού περιεχομένου. Επιστρέφει στη Βουδαπέστη το 1818 κι εν συνεχεία πηγαίνει στη Μολδαβία για να ακολουθήσει επίσκεψή του σε διάφορες ρωσικές πόλεις και τη Μόσχα. Κατά την παραμονή του στη ρωσική πρωτεύουσα μυείται στη Φιλική Εταιρεία από τον Κωνσταντίνο Πεντεδέκα (ή σύμφωνα με άλλες πηγές από το Νικόλαο Γαλάτη) πιθανότατα τον Μάρτιο του 1818 [Καμαριανού-Τσιοράν, 1965: 134 και ΕΕΕ, 1986: 189]. Εικάζεται πως τις συχνές μετακινήσεις του τροφοδοτούσαν πολιτικά κίνητρα και ότι ίσως αυτά να υπήρξαν η αιτία της διάστασης με τον πεθερό του και της διάλυσης του αρραβώνα του την ίδια περίοδο. [Καμαριανού-Τσιοράν, 1965: 132-133]
Το φθινόπωρο του 1818 εγκαθίσταται στην Οδησσό, όπου παράλληλα με τα διδακτικά καθήκοντα που πρόκειται να αναλάβει στην ελληνεμπορική σχολή, αναπτύσσει ευρεία πνευματική και πολιτική δραστηριότητα. Δημοσιεύει άρθρα σε εφημερίδες, συντάσσει σχολικά συγγράμματα, μεταφράζει Γερμανούς συγγραφείς, γράφει και σκηνοθετεί τραγωδίες, τις οποίες παρουσιάζει στο τοπικό ελληνικό θέατρο της Φιλικής Εταιρείας. Ειδικότερα, με την ιδιότητα του δραματουργού που επιλέγει τα θέματά του από την αρχαία Ελλάδα, επιτυγχάνει να επηρεάζει το κοινό προβάλλοντας τις ιδεολογικές του πεποιθήσεις υπέρ μιας ελληνικής επανάστασης. [ΕΕΕ, 1986: 189]
Η δράση του στο σχολείο της ελληνικής παροικίας είναι εξίσου ενεργός και καινοτόμα όσον αφορά το σύστημα και τις παιδαγωγικές μεθόδους που χρησιμοποιεί. Είναι ο πρώτος δάσκαλος που εισάγει στην ελληνόφωνη εκπαίδευση τα σύγχρονά του γερμανικά πρότυπα (πρόκειται για το σύστημα του Λανγκαστέρου), ενώ εφαρμόζει και την αλληλοδιδακτική μέθοδο του Γεωργίου Κεοβούλου. Οι αλλαγές που υιοθετεί ανταποκρίνονται στις ανάγκες του ακροατηρίου του και συμβάλλουν στην πρόοδο των μαθητών του, που στη δική του τάξη έφταναν τα 140-150 άτομα διαφόρων εθνικοτήτων (Ρώσοι, Ρωμανοί, Σλάβοι, Γάλλοι, Ιταλοί κ.α.). [Καμαριανού-Τσιοράν, 1965: 135]
Στο διάστημα που μεσολαβεί μέχρι την κήρυξη της επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, ο Λασσάνης δραστηριοποιείται για την προώθηση των σχεδίων των Φιλικών. Συμμετέχει σε συσκέψεις τόσο στην Οδησσό όσο και στο Κίεβο με σκοπό την καλύτερη οργάνωση του Αγώνα και αναδεικνύεται -από κοινού με τους Ιωάννη Αμβροσίου και Αντώνιο Τσούνη- σε πρωτεργάτη του οδησσηνού παραρτήματος της Φιλικής Εταιρείας. Τον Απρίλιο του 1820 βρίσκεται στη Βλαχία, όπου έρχεται σε επαφή με το Θεόδωρο Νέγρη, ενώ μετά την επιστροφή του στην Οδησσό τον συναντάμε να παραδίδει μαθήματα αμισθί στην ελληνεμπορική σχολή. Αρνείται να διοριστεί τακτικός καθηγητής προκειμένου να ικανοποιεί τις ανάγκες της οργάνωσης [Καμαριανού-Τσιοράν, 1965: 135]. Ωστόσο, ορισμένες από τις πρωτοβουλίες που αναπτύσσει θα προκαλέσουν την αντίδραση της ‘Αρχής’ των Φιλικών, που έδρευε στην Κωνσταντινούπολη, καθώς και παλαιών συντρόφων του στην Οδησσό. Η διάσταση πρόκειται να αρθεί με την εκλογή του Αλ. Υψηλάντη στην ηγεσία της οργάνωσης.
Στις 12 Μαΐου 1820 και έπειτα από προτροπή των Φιλικών της Οδησσού, γράφει επιστολή στον Αλ. Υψηλάντη, με την οποία τον προσκαλεί να επισκεφθεί την πόλη. Ο τελευταίος θα φτάσει εκεί το πρώτο δεκαήμερο του Αυγούστου του ίδιου χρόνου με σκοπό την διευθέτηση οικονομικών ζητημάτων και την εξομάλυνση των διαφορών στους κύκλους της οργάνωσης [Βασδραβέλλης, 1950: 57]. Οι Γ. Λασσάνης και Αθανάσιος Σέκερης είναι οι πρώτοι από τους μυημένους που συναντά στην Οδησσό. Στο εξής, ο Λασσάνης θα εργάζεται ως σύμβουλος και γραμματέας του ηγεμόνα αναπτύσσοντας στενή φιλική σχέση μαζί του, η οποία πρόκειται να διαρκέσει μέχρι το θάνατο του Αλ. Υψηλάντη. Οι επαφές του, άλλωστε, με την οικογένεια των Υψηλάντηδων χρονολογούνται τουλάχιστον από το 1818, οπότε ο Ν. Υψηλάντης έφθασε στην Οδησσό.
Την 1 Οκτωβρίου 1820 συνοδεύει τον Αλ. Υψηλάντη στο Ισμαήλ της Βεσσαραβίας, όπου λαμβάνει χώρα σύσκεψη των Φιλικών μεταξύ των οποίων ήταν οι Ξάνθος, Περραιβός, Ρήγας κ.α. Αποτέλεσμα της συνάντησης αυτής ήταν να αναβληθεί η έναρξη της επανάστασης που είχε οριστεί για το Νοέμβριο και να δοθεί μεγαλύτερη βαρύτητα στην προπαρασκευή της στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Για το σκοπό αυτό κρίθηκε αναγκαίο να μυηθεί στην οργάνωση ο ηγεμόνας της Μολδαβίας Μιχαήλ Σούτσος. Ο Γ. Λασσάνης θεωρήθηκε το καταλληλότερο πρόσωπο για μια τέτοια αποστολή και επιφορτίστηκε με την ευθύνη του ελέγχου της κατάστασης στις ρουμάνικες χώρες, την οργάνωση των τοπικών στρατιωτικών δυνάμεων, καθώς και την ενημέρωση και συνεννόηση στους κόλπους των Φιλικών. [Καμαριανού-Τσιοράν, 1965:140-141]
Έτσι, στις αρχές του Ιανουαρίου του 1821 φθάνει στη Βλαχία, όπου συναντάται με τους στρατιωτικούς ηγέτες των Ηγεμονιών Ολύμπιο, Φαρμάκη, Σάββα και Περραιβό. Ταυτόχρονα, έρχεται σε επαφή με τον Μ. Σούτσο και τον πρωθυπουργό του Ιάκωβο Ρίζο Νερουλό και διαπραγματεύεται τη βοήθειά τους, ώστε να διαβεί ο Υψηλάντης τον Προύθο για την κήρυξη της επανάστασης [ΕΕΕ, 1986: 189].Παρά τις όποιες αντιρρήσεις προέβαλλε αρχικά -και χάρη στη διπλωματική ικανότητα του συμβούλου του Υψηλάντη-, ο ηγεμόνας δέχθηκε τελικά να διευκολύνει τα σχέδια των Φιλικών προσφέροντας μάλιστα και την περιουσία του για τον Αγώνα.
Μετά την επιθυμητή εξέλιξη των διαμεσολαβητικών του προσπαθειών, ο Λασσάνης αναχώρησε για το Κισνόβι. Εκεί πρόκειται να ασχοληθεί με την κατάρτιση ενός στρατιωτικού ποινικού κώδικα που θα αφορά τις ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις. Παραμονές της επανάστασης παίρνει μέρος στην τελευταία σύσκεψη στο σπίτι του Υψηλάντη, όπου -από κοινού με τον Τυπάλδο και τους αδελφούς του ηγεμόνα- εργάζεται για τη σύνταξη σχετικής προκήρυξης.
Στις 21 Φεβρουαρίου τα ελληνικά στρατεύματα περνούν τον Προύθο και την επομένη της κήρυξης της επανάστασης (24/2/1821) ο Υψηλάντης απονέμει στους συνεργάτες του στρατιωτικά αξιώματα. Έτσι, ο Λασσάνης ανάγεται σε πρώτο υπασπιστή και χιλίαρχο του ελληνικού στρατού. Αργότερα διορίστηκε και κυβερνήτης της πόλης Tirgoiste λαμβάνοντας τις εξουσίες του αρχηγού στρατονομίας και του αρχιγραμματέα του Γενικού Βουλευτικού στην περιοχή της ευθύνης του. Πρωτοστάτησε, ακόμη, στην ίδρυση του Ιερού Λόχου, του επίλεκτου στρατιωτικού σώματος των Φιλικών, που φαίνεται ότι οργάνωσε και διεύθυνε μαζί με τον Δρακούλη. [Καμαριανού-Τσιοράν, 1965: 144]
Στις 7 Ιουνίου του 1821 πήρε μέρος στη μάχη του Δραγατσανίου και σώθηκε (μαζί με τον Γ. Γεννάδιο) χάρη στη βοήθεια του Γεωργακάκη Ολύμπιου . Μετά την ήττα των στρατιωτικών τους δυνάμεων και την συνειδητοποίηση πως ήταν αδύνατο να συνεχιστεί ο Αγώνας στις ρουμάνικες χώρες, ο Υψηλάντης με τους αδελφούς του και τον έμπιστό του σύμβουλο κατέφυγαν στην Αυστρία. Εκεί, παρά τις όποιες εγγυήσεις κατόρθωσε να εξασφαλίσει ο Λασσάνης για τον ηγεμόνα και τον ίδιο, οι δυο τους συνελήφθησαν από τις αυστριακές αρχές και φυλακίστηκαν. Θα κρατηθούν αρχικά στο φρούριο του Munkats (1821-1823) κι εν συνεχεία στο Theresienstadt (1823-1827). Παραμένει στο πλευρό του Υψηλάντη κατά την επταετή φυλάκισή του και τον ακολουθεί και μετά την απελευθέρωσή του στη Βιέννη, όπου ο τελευταίος πρόκειται να πεθάνει (31 Ιανουαρίου 1821) [ΕΕΕ, 1986: 189]. Άλλες πηγές αναφέρουν πως ο ηγεμόνας πέθανε στη φυλακή· το βέβαιο, ωστόσο, είναι πως μετά το θάνατο του ο Λασσάνης κατευθύνθηκε προς τον ελλαδικό χώρο. [Καμαριανού-Τσιοράν, 1965: 145]
Κατά την επιστροφή του συναντήθηκε στο Μόναχο με τον Βαυαρό βασιλιά Λουδοβίκο Α΄, ενώ επισκέφθηκε και άλλες γερμανικές πόλεις καθώς και το Παρίσι. Στη γαλλική πρωτεύουσα υπεραμύνεται του ρόλου του Αλ. Υψηλάντη, που είχε επικριθεί για την αποτυχία του κινήματος στις Ηγεμονίες, δημοσιεύοντας άρθρα σε γαλλικές εφημερίδες. Έχοντας εξασφαλίσει την στήριξη των Γάλλων και κυρίως του υπουργού των Ναυτικών, θα επιβιβαστεί σε γαλλικό πολεμικό πλοίο για να συνεχίσει το ταξίδι του. [Βασδραβέλλης, 1950: 62]
Φθάνει στην επαναστατημένη χώρα τον Ιούλιο του 1828 και αναλαμβάνει -κατόπιν συστάσεως του Ιω. Καποδίστρια- χρέη στρατοπεδάρχου Αττικής και Βοιωτίας υπό τη γενική εποπτεία του Δ. Υψηλάντη [ΕΕΕ, 1986: 190]. Θα πολεμήσει στο Σεβένικο στο Μαρτίνο, στη Θήβα καθώς και στην τελευταία μάχη του Αγώνα στην Πέτρα Βοιωτίας (Σεπτέμβριος 1829). Εκεί διαπραγματεύτηκε από κοινού με τον Φιλήμονα τους όρους για την συνθηκολόγηση των Τούρκων.
Στα 1834 παντρεύεται στην Αθήνα την Πατρινή Ευφημία Λιανοσταφίδα, γάμο από τον οποίο δεν απέκτησε παιδιά. Μετά την ίδρυση του νεοσύστατου κράτους διορίστηκε γενικός επιθεωρητής του στρατού της ανατολικής Ελλάδος, ενώ διετέλεσε και υπουργός των οικονομικών στις κυβερνήσεις των Βαυαρών Άρμανσπεργκ και Ρούντχαρτ (1836-1837). Παραιτήθηκε της θέσης του αυτής για λόγους ευθιξίας κι εν συνεχεία ανέλαβε νομάρχης Αττικής και Αιτωλοακαρνανίας [Βασδραβέλλης, 1950: 62]. Τιμήθηκε, ακόμη, με το βαθμό του συνταγματάρχη και το 1868 με τον αντίστοιχο του υποστρατήγου. Θα πεθάνει στην Αθήνα στις 8 Ιουλίου 1870. Σύμφωνα με επιθυμία του, ιδρύθηκε ο Λασσάνειος Δραματικός Διαγωνισμός, όπου κάθε χρόνο βραβεύονταν -με χρήματα από την περιουσία του- θεατρικά έργα (μια κωμωδία και ένα δράμα) με εθνική υπόθεση.
Η συγγραφική παραγωγή του Γ. Λασσάνη περιλάμβανε σχολικά εγχειρίδια, θεατρικά έργα, ποιήματα αλλά και ιστορικά κείμενα και πολιτικά δοκίμια. Όντας γνώστης της γαλλική, της γερμανικής και της ρωσικής γλώσσας ασχολήθηκε τόσο με την πρωτότυπη συγγραφή όσο και με μεταφράσεις.
Μαζί με το φίλο και συνάδελφό του στην ελληνεμπορική σχολή, Γ. Γεννάδιο, απέδωσαν στην απλοελληνική διάφορα αποσπάσματα από γερμανικά διδακτικά βιβλία, ενώ συνέθεσαν και μια εξάτομη Στοιχειώδη Εγκυκλοπαίδεια, που εκδόθηκε στη Μόσχα κατά το διάστημα 1819-1821. Το έργο αυτό, που εισήγαγε ο Γεννάδιος στην Ακαδημία του Βουκουρεστίου, συγκέντρωνε το σύνολο των εγκυκλίων μαθημάτων που διδάσκονταν στη δεύτερη τάξη. Ο Λασσάνης μετέφρασε, επίσης, το γερμανικό μυθιστόρημα του Άουγκουστ Λα Φονταίν Αριστομένης και Γόργος, που αντλούσε το θέμα του από την αρχαία Ελλάδα. [Καμαριανού-Τσιοράν, 1965: 139]
Ακόμη, έγραψε δύο δραματικά έργα για την σκηνή της Οδησσού με σκοπό να ενδυναμώσει τα πατριωτικά αισθήματα των ομογενών του για την προετοιμασία του Αγώνα. Πρόκειται για το μονόπρακτο δράμα Η Ελλάς και ο Ξένος και την τραγωδία Αρμόδιος και Αριστογείτων,που ανέβασε με επιτυχία -ως σεναριογράφος, σκηνοθέτης και ηθοποιός- στο τοπικό θέατρο το 1819 και 1820. Τα κείμενα αυτά -εκ των οποίων το ένα είχε αφιερωθεί στο Ρήγα και τους άλλους νεκρούς αγωνιστές- κυκλοφόρησαν με διαφορετικούς τίτλους και υπέστησαν κάποιες μεταβολές από τη λογοκρισία [Καμαριανού-Τσιοράν, 1965: 137]. Στα θεατρικά του έργα ανήκει, επίσης, το δράμα Ο Αρνησίθρησκος του Μοριά, που συνέγραψε από κοινού με το Γερμανό φίλο του Χάρρο Χάρρινγ και το οποίο τυπώθηκε στο Μπράσυνσβαϊχ.
Η σύνολη λογοτεχνική του παραγωγή, στην οποία περιλαμβάνονται και μερικά εθνικού περιεχομένου ποιήματα γραμμένα στη φυλακή, δεν έχει τόση σημασία από φιλολογική όσο από ιδεολογική σκοπιά, καθώς και για τις ιστορικές πληροφορίες που μας παρέχει. Από τα καθαρά ιστορικά του έργα αναφέρουμε την Ιστορία της Ελλάδος από το 1300 έως το 1814, αποτελούμενη από τρία τμήματα εκ των οποίων δημοσιεύτηκε μόνο η Τρίτη Εποχή [1757-1814]. Δικά του είναι, επίσης, τα δοκίμια Εξηγήσεις για την προετοιμασία της ελληνικής επανάστασης και το Στρατιωτικόν της Ελλάδος. Το τελευταίο κείμενο είναι μια συνοπτική αφήγηση της ιστορίας των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων από το 1821 έως και την άφιξη του Όθωνα. Τέλος, ο Γ. Λασσάνης ήταν ο συντάκτης πολλών ημερησίων διαταγών και προκηρύξεων του Υψηλάντη, καθώς και της έκκλησης των επαναστατών της Μολδοβλαχίας προς τον τσάρο της Ρωσίας Αλέξανδρο Α΄. [EEE, 1986: 190]
Εργογραφία
Στοιχειώδης Εγκυκλοπαίδεια, Μόσχα, 1819-1821
Η δια φωνής Αριθμητική, Μόσχα, 1820
Η Ελλάς και ο Ξένος
Αρμόδιος και Αριστογείτων
Ιστορία της Ελλάδος
Το Στρατιωτικόν της Ελλάδος
Φυλακή (ποίημα)
Ωδή εις την ελευθερία
Αριστομένης και Γόργος (μετάφραση)
Qui me protejera (νεκρολογία για τον Αλ. Υψηλάντη)
Ο αρνησίθρησκος του Μοριά
Ε. ΑΜΥΓΔΑΛΑΚΗ
Α. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ
Η ΔΙΑΘΗΚΗ ΤΟΥ ΛΑΣΣΑΝΗ
Μετά το θάνατό της, όρισε στη διαθήκη του να διατεθεί η ακίνητη περιουσία του ως κληροδότημα στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ωστόσο δεν ξέχασε την πόλη της Κοζάνης. Το Πανεπιστήμιο Αθηνών έπρεπε να δώσει έξι χιλιάδες (6.000) αργυρές δραχμές στη Σχολή της Κοζάνης από την εκποίηση της ακίνητης περιουσίας. Επίσης, ζήτησε να δημιουργηθούν δύο διαγωνισμοί, κωμωδίας και δράματος, και οι νικητές θα αμείβονταν με χίλιες (1.000) δραχμές ο καθένας. Ο Λασσάνειος Δραματικός Διαγωνισμός λειτούργησε επί είκοσι έξι (26) χρόνια, από το 1884 μέχρι και το 1910.
Η ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΤΟΥ ΛΑΣΣΑΝΗ
Ευτυχώς από τη μεγάλη πορεία του Λασσάνη μας απέμεινε – εκτός των προσωπικών θυσιών του κλπ η κατοικία του που είναι από τα πρώτα δείγμα Οθωνικής Αρχιτεκτονικής.
Βρίσκεται στην οδό Διογένους 1-3 στην Αθήνα (Πλάκα), απέναντι από τους «Αέρηδες». Είναι σε άριστη κατάσταση υπό κρατικό έλεγχο και στεγάζει το Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων Φοίβου Ανωγειανάκη – Κέντρο Εθνομουσικολογίας, που ιδρύθηκε το 1991. Περιλαμβάνει τη συλλογή του μουσικολόγου Φοίβου Ανωγειανάκη από 1.200 ελληνικά λαϊκά μουσικά όργανα από το 18ο αιώνα ως τις ημέρες μας. Στον κήπο του μουσείου φιλοξενούνται συναυλίες παραδοσιακής μουσικής.
ΚΙΜΩΝ Π. ΣΤΕΡΙΩΤΗΣ