Στις ενδιάμεσες εκλογές που διεξήχθησαν προ ολίγων ημερών στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, το Δημοκρατικό κόμμα του προέδρου Τζο Μπάιντεν κατάφερε τελικά να διατηρήσει τον έλεγχο του νομοθετικού σώματος της Γερουσίας.
Αντίθετα, οι Ρεπουμπλικάνοι, κατάφεραν να αποσπάσουν τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων, εξέλιξη σημαντική, καθώς με αυτόν τον τρόπο μπορούν να θέσουν τις βάσεις για την με καλές προϋποθέσεις εκκίνηση της πολιτικής-εκλογικής εκστρατείας με στόχο την εκλογή Ρεπουμπλικανού προέδρου στις προεδρικές εκλογές του 2024.
Σε αυτό το πλαίσιο, δύναται να αναφέρουμε πως ιδιαίτερη εντύπωση προκάλεσε η εκλογή στη θέση του Γερουσιαστή στην πολιτεία της Πενσιλβάνια, του Δημοκρατικού Τζον Φέτερμαν, ο οποίος επικράτησε δύσκολα του Ρεπουμπλικανού υποψηφίου (Τουρκικής καταγωγής), Μεχμέτ Οζ.
Στο «κέντρο» της ανάλυσης μας, για να παραπέμψουμε στον Παναγιώτη Ιωακειμίδη,[1] θα θέσουμε κάποιους παράγοντες που οδήγησαν στην εκλογή του, κάτι που καθιστά την δική μας μελέτη, εκλογική μελέτη περίπτωσης. Ο πρώτος παράγοντας που κατέστησε εφικτή την εκλογή του, υπήρξε το γεγονός πως διέθετε ήδη ένα δίκτυο υποστηρικτών λόγω του ό,τι διετέλεσε δήμαρχος της πόλης Μπράντοκ της Πενσιλβάνια.
Η προηγούμενη δημαρχιακή του θητεία, πέραν του ό,τι αποτέλεσε εφαλτήριο για την διεκδίκησης μίας έδρας Γερουσιαστή, ήτοι για την μετακίνηση του στην κεντρική πολιτική σκηνή των Ηνωμένων Πολιτειών, του προσέφερε τη δυνατότητα του να μην ξεκινήσει με μειονέκτημα και δη με μεγάλο μειονέκτημα την προεκλογική εκστρατεία έναντι του Μεχμέτ Οζ, ο οποίος δημοσκοπικά πάντα, διατηρούσε ένα προβάδισμα.
Επίσης, του προσέφερε τη δυνατότητα να αμβλύνει την κοινωνικοπολιτική δυναμική της υποψηφιότητας του Μεχμέτ Οζ, με τον διαθέσιμο πυρήνα να ενεργοποιείται την κατάλληλη στιγμή, μετά την επίσημη εκκίνηση της προεκλογικής του εκστρατείας, διευκολύνοντας τον, κυρίως σε επιμέρους περιοχές, να πραγματοποιήσει μία εκστρατεία τύπου ‘πόρτα-πόρτα’, κάτι απαραίτητο από την στιγμή όπου ο πολιτικός του αντίπαλος διατηρούσε ένα προβάδισμα.
Θα μπορούσαμε να πούμε πως ο Τζον Φέτερμαν διέθετε έναν πυρήνα αφοσιωμένων ακτιβιστών (οι προεκλογικές εκστρατείες χρειάζονται αφοσιωμένους ακτιβιστές που θα μπορούν να εμπλέκονται ανοιχτά και απενοχοποιημένα στον εκλογικό ανταγωνισμό και μέσω της χρήσης των social media), που με την δραστηριοποίηση τους, διαμόρφωσαν τις οργανωτικές προϋποθέσεις ώστε να κινηθεί με τον τρόπο που αυτός επιθυμούσε, δίχως παράλληλα να ασχοληθεί, τουλάχιστον περισσότερο από ό,τι έπρεπε, με οργανωτικά ζητήματα και οργανωτικές ‘σκοτούρες.’
Ο δεύτερος παράγοντας είναι αυτός που επισημαίνει η δημοσιογράφος Γεωργία Σαδανά της εφημερίδας ‘Πρώτο Θέμα.’[2]
Δηλαδή, το ό,τι γύρω από την υποψηφιότητα του συσπειρώθηκαν πολίτες Αρμενικής, Κουρδικής και Ελληνικής καταγωγής, οι οποίοι διείδαν στο πρόσωπο του εκείνον τον υποψήφιο που μπορεί να επικρατήσει του Τουρκικής καταγωγής Μεχμέτ Οζ, αποτρέποντας έτσι την είσοδο στη Γερουσία ενός υποστηρικτή του καθεστώτος του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Τα άτομα που συνέβαλλαν στη συγκρότηση αυτής της ευρείας κοινωνικής συμμαχίας, αφενός μεν πολιτικοποίησαν επιπλέον και παράλληλα διεθνοποίησαν την εκλογική διαδικασία, και, αφετέρου δε, κατέστησαν τον Τζον Φέτερμαν αντανάκλαση των δικών τους πολιτικών επιθυμιών και ιστορικών μνημών, εκλαμβάνοντας τον ως αντίπαλο όχι απλά του Οζ, αλλά του προέδρου Ερντογάν.
Σε αυτή την περίπτωση, παρατηρούμε την ύπαρξη ενός παράδοξου στοιχείου. Και ποιο είναι αυτό το παράδοξο στοιχείο; Είναι το ό,τι η διαμόρφωση αυτής της κοινωνικοπολιτικής συμμαχία, έλαβε χώρα εν αγνοία του Δημοκρατικού υποψηφίου, με τον ίδιο να μην διαθέτει γνώση των ιστορικών ιδιαιτεροτήτων και πολιτικών-γεω-πολιτικών αντιπαλοτήτων που συνυφάνθηκαν αξεδιάλυτα από ένα σημείο και έπειτα, με τη δική του υποψηφιότητα και με τον ανταγωνισμό του με έναν Τουρκικής καταγωγής συνυποψήφιο του.
Ο τρίτος παράγοντας που εντοπίζουμε, άπτεται του δικαιώματος στην άμβλωση που αποτέλεσε το προηγούμενο χρονικό διάστημα, αντικείμενο νομικής-πολιτικής αλλά και πολιτισμικής αντιπαράθεσης στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η πολιτική ρητορική του Τζον Φέτερμαν υπέρ των αμβλώσεων, συνοδευόμενη από την άσκηση κριτικής στην απόφαση του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου της χώρας (μία τέτοια κριτική ήθελαν να ακούσουν οι πλέον ένθερμοι υποστηρικτές του δικαιώματος στις αμβλώσεις), ο τρόπος με τον οποίο αφουγκράσθηκε πολιτικά τις επικρατούσες κοινωνικές τάσεις, διαδραμάτισαν ιδιαίτερο ρόλο στη διαμόρφωση εκλογικής συμπεριφοράς υπέρ του από άτομα νεαρότερων ηλικιών, γυναίκες, Αφροαμερικανούς.
Που τάχθηκαν υπέρ του, με στόχο να αντικρούσουν ό,τι οι ίδιοι αντιλαμβάνονταν ως Ρεπουμπλικανικό «πολιτικό κυνισμό»,[3] σύμφωνα με τη διατύπωση των Georgiadou, Kafe και Nezi.
Η στρατηγική του Τζον Φέτερμαν και των δικτύων του Δημοκρατικού Κόμματος έγκειτο στο να φέρνουν διαρκώς τον Μεχμέτ Οζ σε θέση αμυνόμενου, σε εκείνη την θέση αμηχανίας που συνίσταται στο να προσπαθεί κάποιος να υπερασπισθεί αμφιλεγόμενες θέσεις (η ηρεμία και όχι η επιθετικότητα του Φέτερμαν ‘κέρδιζαν’ ψηφοφόρους), επιχειρώντας την σύνδεση του με τον ‘Τραμπισμό.’
Αν και ο Φέτερμαν φλέρταρε με ψηφοφόρους του Ρεπουμπλικανικού κόμματος που είναι περισσότερο ανεκτικοί και λιγότερο κάθετοι ως προς την πραγματοποίηση άμβλωσης μετά την παρέλευση πολύ σύντομου χρονικού διαστήματος, θα λέγαμε πως αυτό το πολιτικό-εκλογικό φλερτ δεν συνέβαλλε σε μεγάλο βαθμό στο επιτυχημένο εκλογικό του αποτέλεσμα. Ο Μεχμέτ Οζ κυριάρχησε σε μεγάλο βαθμό μεταξύ των ψηφοφόρων του Ρεπουμπλικανικού κόμματος, πετυχαίνοντας αν μη τι άλλο, μία αξιοσημείωτη επίδοση.
O άλλοτε δήμαρχος μίας μικρής πόλης της Πενσιλβάνια, επικράτησε επί του αντιπάλου του, διότι πέτυχε να κινητοποιήσει ευρύτερες κατηγορίες ψηφοφόρων (εάν δεν αποσπούσε την πλειοψηφία των ψήφων των Δημοκρατικών της Πολιτείας, πολύ δύσκολα θα επικρατούσε), να ενεργοποιήσει τους περισσότερο αποστασιοποιούμενους που αναζητούσαν δείγματα γραφής, να συστρατεύσει υπέρ του αδιάφορους που βρήκαν το χαμένο ενδιαφέρον τους στο πρόσωπο ενός outsider (που δεν ήταν βέβαια και τόσο outsider).
Και το αποτέλεσμα αυτών; Μία σημαντική εκλογική επικράτηση που συνέβαλλε στην τελική επικράτηση των Δημοκρατικών στη Γερουσία, εκεί όπου θα έχουν την ευκαιρία να εξισορροπήσουν τις πιέσεις που είναι πιθανό να δεχθούν από τους Ρεπουμπλικανούς για τον τερματισμό της ένοπλης σύγκρουσης στην Ουκρανία. Ήταν όμως η υποστήριξη του Δημοκρατικού υποψηφίου στο δικαίωμα στην άμβλωση ο μόνος καθοριστικός παράγοντας εκλογικής επιτυχίας;
Η απάντηση μας είναι πως όχι. Και αυτό διότι, ο Τζον Φέτερμαν ανέπτυξε μία ευρεία γκάμα θεμάτων (τέταρτος παράγοντας), από την κλιματική αλλαγή και την εφαρμογή πολιτικών αντιμετώπισης της έως την εμβάθυνση των θεσμών της Αμερικανικής Δημοκρατίας. Και από την οικονομία (η αποκαλούμενη ‘οικονομική ψήφος’ έπαιξε ρόλο και σε αυτές τις ενδιάμεσες εκλογές), και τη δημιουργία καλοπληρωμένων θέσεων εργασίας μέσα στα όρια της πολιτείας, έως την διεύρυνση της πρόσβασης σε υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης.
Να λοιπόν πως διαμορφώνεται ένα ευρύτερο πολιτικό προφίλ, οι όροι της «στράτευσης με προσανατολισμό θέματα/προβλήματα και υποψηφίους»,[4] όταν ο αντίπαλος του προσπαθούσε να αποσείσει τις ‘κατηγορίες’ πως ταυτίζεται με τους Τραμπ και Ερντογάν. Θα έχει ιδιαίτερο θεωρητικό ενδιαφέρον η πραγματοποίηση μίας έρευνας ώστε να διαφανεί αν και σε ποιο βαθμό επήλθε η ανανέωση στη σύνθεση της Γερουσίας.
Πόσοι επανεξελέγησαν για δεύτερη ή και τρίτη συνεχόμενη φορά, πόσοι εκλέχθηκαν για πρώτη φορά, πόσες είναι οι γυναίκες μεταξύ των νεοεκλεγμένων. Αν και έχουν εισέλθει στη Γερουσία άτομα που έχουν συμμετάσχει σε κινητοποιήσεις τα τελευταία χρόνια.
Και παρά το γεγονός πως οι κοινωνικές-πολιτικές συνθήκες στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι θετικές τα τελευταία χρόνια (κινηματικές δράσεις, έμφαση σε μία ειδική και μετα-υλιστική θεματολογία), δεν έχουν δημιουργηθεί κόμματα «νέας πολιτικής» προερχόμενα ίσως από την κινηματική ‘μήτρα,’ κάτι που δείχνει πως οι συμμετέχοντες σε διάφορα κινήματα προτιμούν να ασκούν την όποια επιρροή στα υπάρχοντα κόμματα και σε συγκεκριμένα πολιτικά πρόσωπα, κύρια σε Δημοκρατικούς. Τώρα, θα επισημάνουμε πως το αποτύπωμα της πολιτικής παρουσίας του πρώην πρόεδρου Ντόναλντ Τραμπ στα πολιτικά πράγματα της χώρας, έπαιξε ρόλο.
Όχι όμως με τον τρόπο που επιθυμούσε και υπολόγιζε ο Ντόναλντ Τραμπ, δηλαδή με την εστίαση στην βαθιά αντιδημοκρατική και εσφαλμένη πεποίθηση πως το εκλογικό αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του 2020, υπήρξε ‘προϊόν’ νοθείας υπέρ του Τζο Μπάιντεν και των Δημοκρατικών.
Η υπενθύμιση της πολιτικής του παρουσίας τελικά έβλαψε περισσότερο Ρεπουμπλικανούς υποψηφίους για τη Γερουσία, οι οποίοι, συνεπεία των αντι-συσπειρώσεων που δημιουργούνταν (‘Τραμπ-αντί-Τραμπ’) εξαναγκάσθηκαν να μην αναφερθούν στο ζήτημα της νοθείας, ακόμη και ήταν θιασώτες αυτής της άποψης.
[1] Βλέπε σχετικά, Ιωακειμίδης, Παναγιώτης., ‘Το Μοντέλο Σχεδιασμού Εξωτερικής Πολιτικής στην Ελλάδα: Πρόσωπα έναντι Θεσμών,’ στο: Ντόκος, Θάνος., & Τσάκωνας, Παναγιώτης., (επιμ.), ‘Σύγχρονη Ελληνική Εξωτερική Πολιτική. Παράγοντες διαμόρφωσης και Μέσα άσκησης,’ Εκδόσεις Σιδέρης Ι., Αθήνα, 2019, σελ. 100.
[2] Βλέπε σχετικά, Σαδανά, Γεωργία, ‘Ενδιάμεσες εκλογές ΗΠΑ: Θρίαμβος για την ελληνική ομογένεια – Οι συμμαχίες που οδήγησαν στη νίκη-«κλειδί» του Φέτερμαν,’ Ιστοσελίδα εφημερίδας ‘Πρώτο Θέμα,’ 12/11/2022, Ενδιάμεσες εκλογές ΗΠΑ: Θρίαμβος για την ελληνική ομογένεια – Οι συμμαχίες που οδήγησαν στη νίκη-«κλειδί» του Φέτερμαν (protothema.gr) Οι διασπορικές κοινότητες της Πενσιλβάνια, προώθησαν την υποψηφιότητα του στα κατάλληλα θεσμικά φόρα, σε ένα λεπτό σημείο όπου η πολιτική εμπλοκή τους είχε ως αποτέλεσμα να περιορισθεί, στο μέτρο του δυνατού, η διείσδυση του Μεχμέτ Οζ σε συγκεκριμένες δεξαμενές εκλογέων ή αλλιώς, ψηφοφόρων, όπως είναι οι νεο-μετανάστες προερχόμενοι από χώρες της Ασίας και της Κεντρικής Αμερικής, άτομα με μεταναστευτικό υπόβαθρο που λογίζονται ως μετανάστες δεύτερης και τρίτης γενιάς.
[3] Βλέπε σχετικά, Georgiadou, V., & Kafe, A., & Nezi, S., ‘The radical rights parties under the economic crisis: The Greek Case,’ 62nd Political Science Association Annual International Conference, 2012. Διαθέτουμε ήδη στοιχεία που αποδεικνύουν, αφενός μεν την σχετικά υψηλή συμμετοχή νεότερης ηλικίας ψηφοφόρων, αρκετοί εκ των οποίων διακατέχονται από έντονα αντι-Τραμπικά αισθήματα, και, αφετέρου δε, την στροφή τους υπέρ των Δημοκρατικών υποψηφίων, εξέλιξη που σαφώς ευνόησε και τον Τζον Φέτερμαν. Όπως ευνοήθηκε, όπως είδαμε και πιο πάνω, από την διαμόρφωση εκλογικής συμπεριφοράς με βάση το αν ένας υποψήφιος είναι υπέρ ή κατά της άμβλωσης. Το συγκεκριμένο ζήτημα τέθηκε διλημματικά έως πολωτικά. Βλέπε και, ΗΠΑ: Τι ψήφισε η Gen Z στις ενδιάμεσες εκλογές,’ Διαδικτυακή έκδοση εφημερίδας ‘Η Καθημερινή,’ 11/11/2022, ΗΠΑ: Τι ψήφισε η Gen Z στις ενδιάμεσες εκλογές | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (kathimerini.gr)
[4] Βλέπε και, Wildenmann, Rudolf., ‘Η εκλογική έρευνα. Συμπεριφορά του εκλογικού σώματος και ανάλυση εκλογών…ό.π. 96. O πέμπτος παράγοντας θα μπορούσε να είναι η εν γένει προσωπικότητα του, ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει την εμπλοκή του στην πολιτική. Η έλλειψη σοβαροφάνειας, ανεξαρτήτως του ποιον έχει απέναντι του, το στυλ ‘αυτός είμαι και σε όποιον αρέσω’, διαδραμάτισαν ρόλο στην προσέλκυση νεαρότερης ηλικίας άτομα.
* διδάκτωρ στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ