Όταν η νυν Πρόεδρος του διπλανού κρατιδίου στα Σκόπια ορκιζόταν πριν μια εβδομάδα στο όνομα της «Μακεδονίας», επιβεβαίωνε με τον καλύτερο τρόπο όλους όσοι αντιταχθήκαμε στη Συμφωνία των Πρεσπών και δηλώναμε πως ανεξαρτήτως προβλέψεων και εκτρωματικών θέσεων, η Συμφωνία δε θα γινόταν σεβαστή από την άλλη πλευρά. Υπήρχε βλέπετε το προηγούμενο της ενδιάμεσης συμφωνίας η οποία παραβιαζόταν συνεχώς επι δεκαετίες, αν και περιείχε δικλείδες ασφαλείας πολύ αυστηρότερες αυτών της συμφωνίας των Πρεσπών, που έκανε τη δήλωση αυτή, βεβαιότητα. Από τη στιγμή λοιπόν που τα Σκόπια κέρδιζαν την ένταξη τους στο ΝΑΤΟ και την υποψηφιότητα για την Ε.Ε. δε θα υπήρχε κανένας λόγος να σεβαστούν ακόμα και την κατάπτυστη αυτή συμφωνία. Επιπλέον, όλοι οι σώφρονες Έλληνες γνώριζαν πως ανεξαρτήτως ονόματος του γειτονικού κρατιδίου, η αναγνώριση υποτιθέμενης «μακεδονικής» γλώσσας και εθνότητας ενέγραφε υποθήκη στην ελληνική πλευρά και ουσιαστικά άνοιγε την τέταρτη φάση του ζητήματος με τον πιο επικίνδυνο και πιο ολισθηρό τρόπο. Διότι ακόμα κι αν έφτανε ποτέ η χώρα μας να καταγγείλει τη Συμφωνία (πράγμα εξαιρετικά απίθανο αν ληφθή υπ’όψιν ότι η Γερμανία και οι ΗΠΑ που την υπαγόρευσαν στους εδώ συνεργάτες τους έχουν τόσο σημαντικά συμφέροντα που δε θα αφήσουν ποτέ να συμβεί τέτοια καταγγελία), η αναγνώριση γλώσσας και ταυτότητας θα έσερνε μια ουρά σλαβικού αλυτρωτισμού στο διηνεκές, η οποία έχει ήδη ξεκινήσει πχ από τη Δυτ. Μακεδονία, με την υπόθεση του συλλόγου εκμάθησης της υποτιθέμενης «μακεδονικής» γλώσσας στη Φλώρινα.
Η σημερινή κυβέρνηση της Ελλάδας, ήταν αντίθετη με τη Συμφωνία των Πρεσπών ως αντιπολίτευση, ωστόσο αν και θυμάμαι προσωπικά τον σημερινό Πρωθυπουργό να δηλώνει από τη ΔΕΘ στην καθιερωμένη συνέντευξη τύπου ως Αρχηγός της τότε Αξ/κής Αντιπολίτευσης πως θα μπλοκάρει την είσοδο του γειτονικού κρατιδίου στην Ε.Ε. όταν γίνει κυβέρνηση, αν δεν αλλάξει η υποτιθέμενη «μακεδονική» ταυτότητα και γλώσσα, τίποτα απολύτως δε συνέβη προς αυτή την κατεύθυνση στα χρόνια που η ΝΔ έχει τη διακυβέρνηση της χώρας.
Κι ερχόμαστε στο σήμερα. Η πολιτική ηγεσία των Σκοπίων έχει πλέον αλλάξει ξεφτιλίζοντας τη νομεγκλατούρα της ελληνικής Κυβέρνησης, στην Ελλάδα τα τότε κόμματα-σοβάς του συστήματος (Ποτάμι, ΔΗΜΑΡ) έχουν εξαφανιστεί μετά το πέρας της αποστολής τους με τη Συμφωνία των Πρεσπών, ενώ ο εργολάβος της Συμφωνίας ΣΥΡΙΖΑ μεταλλάσεται εξωτερικά και μόνο, υπό τη χαμογελαστή ανιδεότητα του επιβεβλημένου υπερατλαντικού αρχηγού του, ανακυκλώνοντας τις ίδιες προδοτικές στοχεύσεις και προσωπικότητες στο εσωτερικό του. Υπό αυτές τις συνθήκες η Γκορντάνα Σιλιάνοφσκα, ο ερχόμενος Πρωθυπουργός και η λοιπή πολιτική ηγεσία των Σκοπιανών, προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία στην Ελλάδα: διεθνοποιεί την ασυνέπεια των Σκοπίων την οποία προβλέπαμε, διότι παρά τις εκατοντάδες (κάποιοι μιλούν για περισσότερες από χίλιες) παραβιάσεις της Συμφωνίας σε κρατικό επίπεδο από τα Σκόπια, η ελληνική πλευρά απέτυχε να επικοινωνήσει διεθνώς το θέμα και να έχει το οποιοδήποτε όφελος από την ανεντιμότητα των γειτόνων της. Είναι χαρακτηριστικό πώς η Ελλάδα δεν προστάτευσε ούτε στο εσωτερικό της τις προβλέψεις της κατάπτυστης Συμφωνίας, αφού ακόμα εισάγονται προϊόντα πολυεθνικών με το χαρακτηριστικό ΜΚ επάνω τους. Κρατικές υπηρεσίες κορυφαίου επιπέδου στην Ελλάδα 2.0.
Τώρα λοιπόν με αυτή τη διεθνοποίηση της ασυνέπειας των Σκοπίων, προσφέρεται από τη σκοπιανή ηγεσία η στιβαρότερη έως τώρα δυνατότητα για καταγγελία της Συμφωνίας των Πρεσπών και επαναδιαπραγμάτευση από μηδενική βάση, υπό το πρίσμα της πίεσης που δημιουργεί στις δύο χώρες ένας κοινός εχθρός-η δημογραφική τους κατάρρευση, όπως κι ένας κοινός κίνδυνος-η αύξηση του αλβανικού εθνικισμού με τη βοήθεια του τουρκικού παράγοντα και η δημογραφική άνθιση του αλβανικού στοιχείου σε όλη τη Βαλκανική. Αν δεν πράξει η κυβέρνηση το εθνικά επιβεβλημένο αυτή τη στιγμή, πέρα από τα προφανή εκλογικά δώρα στα κόμματα της Νίκης και της Ελλ. Λύσης στις επερχόμενες Ευρωεκλογές, θα βάλει στη λίστα των προς τιμωρία προσώπων τα στελέχη της και μαζί με τους 153 (152 εν ζωή, οι περισσότεροι πρώην πολιτικοί μιας χρήσης) που πέρασαν το έκτρωμα σαν Νόμο του ελληνικού Κράτους, θα αποτελούν στόχο τιμωρίας για τον απανταχού ελληνισμό έτσι όπως γνωρίζει ο τελευταίος να τιμωρεί τους προδότες αείποτε.
Είναι σίγουρο πώς η καταγγελία της Συμφωνίας δε θα γίνει από την Κυβέρνηση, αφού έχει δείξει δείγμα γραφής για τις προθέσεις της με τις εξαγγελίες επί του θέματος οι οποίες δεν υλοποοιήθηκαν κι ενώ έχουν δει το φως δημοσιεύματα για εμπλοκή του γραφείου νυν Υπουργού της στη συμπαιγνεία συγγραφής της Συμφωνίας των Πρεσπών. Το ευνοϊκότερο για τον ελληνισμό σενάριο, ακούει στη λέξη διάλυση του γειτονικού κρατιδίου, πιθανότατα με τις ευλογίες της Ρωσίας, συνεργούντος του αλβανικού εθνικισμού και της σοβαρής πρόθεσης της Βουλγαρίας να μην χειριστεί την ιστορική και εθνοτική διάσταση του θέματος με την καταστροφική αντιεπιστημονικότητα και προδοτική πολιτική που το έπραξε η Ελλάδα το 2018 αγώμενη στη Συμφωνία των Πρεσπών. Σε μια τέτοια εξέλιξη, ο ελληνισμός, παρ’όλα του τα προβλήματα, οφείλει και πρέπει να έχει ρόλο στην επόμενη ημέρα του νέου χάρτη της περιοχής.