Δημόσιος τομέας, επιχειρήσεις και επενδυτές, αλλά και η κοινωνία των πολιτών αποδέχονται ότι η διαφάνεια και η λογοδοσία αποτελούν βασικές συνθήκες για την επίτευξη των σχετικών με την κλιματική αλλαγή και τη δίκαιη μετάβαση δεσμεύσεων.
H Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη, στα είκοσι και πλέον χρόνια διαδρομής της, συνδέθηκε παραδοσιακά με την έκφραση της κοινωνικής αλληλεγγύης. Η μορφή που έπαιρνε συνήθως για τις επιχειρήσεις ήταν μέσω χορηγιών ή συμπράξεων με ΜΚΟ στο πλαίσιο της εθελοντικής της διάστασης, χωρίς κριτήρια και ξεκάθαρους στόχους. Κάποιες επιχειρήσεις, πρωτοπορώντας ήδη από τα πρώτα χρόνια, αποτέλεσαν την εξαίρεση, μια και εξαρχής υιοθέτησαν συγκεκριμένες δεσμεύσεις, πολιτικές και πρακτικές προκειμένου να βελτιώσουν τον κοινωνικό τους αντίκτυπο και να εξασφαλίσουν την εμπιστοσύνη και τη συνεργασία των συμμετόχων τους σε βάθος χρόνου. Δεδομένου ότι η έννοια της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης εμπεριέχει τις αρχές της υπευθυνότητας, της λογοδοσίας και της βιωσιμότητας, συνδέοντας ουσιαστικά την ανάληψη ευθύνης για την επίδραση της οικονομικής δραστηριότητας στην κοινωνία σήμερα με την ευθύνη για τις συνθήκες διαβίωσης και επιβίωσης των μελλοντικών γενεών.
Για τον λόγο αυτό, η έννοια της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης διαφοροποιείται σήμερα σε μία αγορά που είναι παγκόσμια και κάθε επιχείρηση, ανεξάρτητα από το μέγεθος, τη φύση ή τον κλάδο στον οποίο δραστηριοποιείται, καλείται να συμβάλει στη διαδικασία μετάβασης σε ένα νέο βιώσιμο επιχειρηματικό και οικονομικό μοντέλο. Η διαφάνεια και η λογοδοσία τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα καθίστανται αναπόφευκτα βασικές παράμετροι για την επίτευξη των δεσμεύσεων που έχουν ήδη υιοθετηθεί σε κάθε επίπεδο. Στον ΟΗΕ με την Ατζέντα 2030, τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης και τη Συνθήκη του Παρισιού για το Κλίμα, στην Ε.Ε. με τη νέα Πράσινη Συνθήκη και το στοίχημα της απεξάρτησης από τη χρήση του άνθρακα και την υλοποίηση των 17 παγκόσμιων στόχων για το 2030. Τόσο από την εμπειρία για τα μέχρι σήμερα αποτελέσματα της Συνόδου του Παρισιού όσο και από τις συζητήσεις που επικράτησαν και στην πρόσφατη Σύνοδο της Γλασκόβης, γίνεται ευρύτερα αποδεκτό μεταξύ των συμμετόχων, τόσο από την πλευρά του δημόσιου τομέα όσο και από την πλευρά των επιχειρήσεων, των επενδυτών αλλά και της κοινωνίας των πολιτών, ότι η διαφάνεια και η λογοδοσία αποτελούν βασικές συνθήκες για την επίτευξη των σχετικών με την κλιματική αλλαγή και τη δίκαιη μετάβαση δεσμεύσεων.
Χρονιά-ορόσημο το 2021
Το 2021 ήταν κατά συνέπεια μία χρονιά-ορόσημο σε ό,τι αφορά τη συμφωνία αφενός για την εναρμόνιση των κανόνων αξιολόγησης του οικονομικού αντικτύπου στην κοινωνία και στο περιβάλλον, αφετέρου για την υιοθέτηση αυστηρότερων κριτηρίων ελέγχου των έργων και των ενεργειών έναντι των δεσμεύσεων που αφορούν την επίτευξη των στόχων για τη βιωσιμότητα έως το 2030. Η χρονιά αυτή ουσιαστικά σημαδεύτηκε από τις πρωτοβουλίες που πήρε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη βιώσιμη χρηματοδότηση των επενδύσεων και την αποτύπωση στα οικονομικά αποτελέσματα των επενδύσεων για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής μέσω της εφαρμογής του νέου συστήματος κατηγοριοποίησης των οικονομικών δραστηριοτήτων με τη μορφή της Ταξινομίας.
Επίσης, η αναθεώρηση της οδηγίας για την υποχρεωτική δημοσιοποίηση των μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών, δηλαδή των πληροφοριών που σήμερα ορίζουμε ως σχετικές με τα κριτήρια ESG ή αλλιώς οι πληροφορίες για τη βιωσιμότητα της εταιρείας και των συμμετόχων της που είχε υιοθετηθεί από την Ε.Ε. και είχε τεθεί σε εφαρμογή στη χώρα μας ήδη από το 2016, επικεντρώνεται στην προτυποποίηση των περιεχομένων και των πληροφοριών που στο μέλλον όλες οι επιχειρήσεις, ακόμη και οι μη εισηγμένες, θα πρέπει όχι μόνο να ελέγχουν εσωτερικά για να βελτιώσουν την ικανότητά τους να διαχειρίζονται τους σχετικούς με τη βιωσιμότητα κινδύνους, αλλά επίσης και για να πιστοποιούν στο εξωτερικό περιβάλλον, προς τους συμμετόχους τους και κυρίως τους πελάτες τους, τους εργαζόμενους και τους επενδυτές, ότι αναπτύσσουν συνεχώς την ικανότητά τους να δημιουργούν αξία σε βάθος χρόνου για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Θέματα όπως η απεξάρτηση από τη χρήση του άνθρακα, η συμπερίληψη και η δίκαιη μετάβαση και προσαρμογή στη βιώσιμη οικονομία και κυρίως η μείωση του αθέμιτου ανταγωνισμού που προκαλείται από τη μη συνεπή συμμόρφωση με τους διεθνείς κανόνες, πρότυπα και δεσμεύσεις αναδείχτηκαν σε σημαντικά ζητήματα, στα οποία όχι μόνο οι επιχειρήσεις αλλά και οι πολίτες καλούνται να ανταποκριθούν, αλλάζοντας συμπεριφορά, τρόπο λειτουργίας, αλλά και σχεδιασμό του μέλλοντος, δεδομένου ότι όλα τα επιστημονικά δεδομένα επιβεβαιώνουν ότι αυτός ο σχεδιασμός θα πρέπει να λάβει υπόψη του τις περιβαλλοντικές και κοινωνικές ανάγκες.
Το 2021 είδαμε να αναπτύσσεται σταδιακά όλη η αρχιτεκτονική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με κορυφαία έκφραση τη νέα Πράσινη Συμφωνία, καθώς και το νέο σύστημα κανόνων για τη βιωσιμότητα που θα μπορούσε να εφαρμοστεί λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορετικές προσεγγίσεις της, καθώς και το τεράστιο έλλειμμα κρίσιμων και ποιοτικών πληροφοριών που είναι αναγκαίες και κρίσιμες για τη λήψη αποφάσεων από την πλευρά τόσο των επιχειρήσεων όσο και των συμμετόχων τους.
Η εφαρμογή της ταξινομίας
Στις εξελίξεις και τις αλλαγές που έφερε ο χρόνος που προηγήθηκε, θα πρέπει να αναφέρουμε την εφαρμογή της ταξινομίας που ξεκίνησε καταρχάς με το ουσιώδες θέμα της κλιματικής κρίσης και συνεχίζεται με άλλα θέματα που συνδέονται με τον αντίκτυπο των οικονομικών δραστηριοτήτων στο περιβάλλον (π.χ. προστασία της βιοποικιλότητας, διασφάλιση καθαρού αέρα, κ.λπ.), ενώ για τον κοινωνικό αντίκτυπο που επηρεάζει όλους τους κύριους συμμετόχους μίας επιχείρησης, ένα σχέδιο ταξινομίας βρίσκεται σε εξέλιξη με έμφαση πρωτίστως στον χώρο εργασίας και στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου, όπως αυτά έχουν γίνει δεκτά με τις συναφείς Συνθήκες του ΟΗΕ και του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας, αλλά και εκτός του χώρου εργασίας, με προτεραιότητα τα δικαιώματα των πελατών και των τοπικών κοινοτήτων. Στο ξεκίνημα του 2022 είναι σαφές ότι, μετά την παρατεταμένη και απρόβλεπτα αρνητική επίδραση της πανδημίας στην οικονομία αλλά και στο ανθρώπινο δυναμικό, η Ε.Ε. καλείται ταυτόχρονα να αντιμετωπίσει με σημαντικές επενδύσεις πόρων τα κρίσιμα ζητήματα που αφορούν τη βιωσιμότητα και την έγκαιρη στάθμιση του κοινωνικού αντικτύπου της μετάβασης.
Επανασχεδιασμός πολιτικής
Είναι χαρακτηριστικό ότι, μελετώντας την ετήσια αναφορά της EUROSTAT σχετικά με την επίτευξη των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης 2030, αναδεικνύεται το σημαντικό έλλειμμα σε σχετικές δεξιότητες και ικανότητες, αλλά και της συνεργασίας που περιλαμβάνονται στον Στόχο 4 και στον Στόχο 17. Η εικόνα της χώρας μας δείχνει υστέρηση σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο σε όλους τους στόχους και αποτελεί ίσως προτεραιότητά μας καταρχήν να επανασχεδιάσουμε άμεσα κάποιες πολιτικές, όπως και να ολοκληρωθεί το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για το 2030. Βασικός μας αντίπαλος είναι πλέον ο χρόνος, που μετράει αντίστροφα πιθανά, μην αφήνοντας κανένα περιθώριο για λύσεις της τελευταίας στιγμής. Οι καταστροφικές πλημμύρες και πυρκαγιές τα τελευταία χρόνια είναι ενδεικτικές μόνο περιπτώσεις για τον υπολογισμό του τιμήματος που ήδη πληρώνουμε σήμερα για την αδράνεια και την αποφυγή μέχρι σήμερα πιο αποτελεσματικών μέτρων, αλλά και προβλεπτικής διαχείρισης αυτών των κινδύνων. Η ωρίμανση και προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας εξαρτάται από την ενεργοποίηση και σωστή εναρμόνιση με το ευρωπαϊκό κανονιστικό πλαίσιο και αυτό είναι το κύριο ζητούμενο και στην παρούσα χρονική συγκυρία με αφορμή τη διαβούλευση για το σχέδιο ενός Εθνικού Νόμου για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
Η Ευρωπαϊκή Ταξινομία για την Κλιματική Κρίση με την οποία συνδέεται το σχέδιο του εθνικού νόμου είναι μόνο ένα μικρό μέρος των θεσμικών αλλαγών που πραγματοποιούνται εντός της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς, δημιουργώντας και μία νέα δυναμική ανταγωνισμού καταρχήν εντός της Ε.Ε. Σημαντικές είναι αντίστοιχα οι αλλαγές στον τομέα της εταιρικής διακυβέρνησης με στόχο τη σύνδεση της αποζημίωσης και των κινήτρων τόσο για τα ανώτατα στελέχη όσο και για τους εργαζόμενους με την επίτευξη των στόχων της βιωσιμότητας, που ωστόσο πρέπει να προσδιορίζονται και να υπολογίζονται όχι ετησίως αλλά σε συνάρτηση με το χρονοδιάγραμμα επίτευξης των στόχων βιωσιμότητας. Ανάλογες είναι και οι αλλαγές που συνεπάγεται το νέο θεσμικό αυτό πλαίσιο για την ευρύτερη κατανόηση, μέτρηση και αξιολόγηση του άμεσου, αλλά και του έμμεσου κοινωνικού αντικτύπου της κάθε οικονομικής δραστηριότητας στην εφοδιαστική αλυσίδα με την επιβολή υποχρεωτικής εφαρμογής της δέουσας επιμέλειας για θέματα βιωσιμότητας και κυρίως την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την προστασία ελεύθερου συνδικαλισμού και των εργασιακών δικαιωμάτων, αλλά και τον σεβασμό της πολυμορφίας και της διαφορετικότητας σε όλες τις διαστάσεις, φύλο, ηλικία, εθνικότητα, θρησκεία και οτιδήποτε μπορεί να αφορά την προσωπικότητα του ατόμου. Η όξυνση των ανισοτήτων, της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού δεν είναι ένα συγκυριακό φαινόμενο αλλά συνδέεται με την αποτυχία των υφιστάμενων πολιτικών για την αντιμετώπισή τους. Η υιοθέτηση εντός της Ε.Ε. ενός αυστηρότερου μοντέλου κανονιστικής συμμόρφωσης και λογοδοσίας για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης αλλά και άλλων ουσιωδών θεμάτων όπως αναφέρθηκαν σαφέστατα σηματοδοτεί τη νέα εποχή και είναι τουλάχιστον αισιόδοξο ότι ο διάλογος αυτός, όπως φάνηκε και στην πρόσφατη Σύνοδο στη Γλασκόβη, έχει ανοίξει πλέον σε παγκόσμιο επίπεδο. [SID:14934543]