Η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση των Δυτικών Βαλκανίων είναι διακηρυγμένος στόχος των ΗΠΑ και της ΕΕ, για προφανείς γεωπολιτικούς λόγους. Η πορεία όμως των Δυτικών Βαλκανίων προς την ΕΕ δεν είναι καθόλου εύκολη. Υπάρχουν προβλήματα και δεν πρέπει να προεξοφλείται από την Ελλάδα, χωρίς όρους και προϋποθέσεις, γιατί ορισμένα από τα υπάρχοντα προβλήματα την αφορούν άμεσα.
Αυτό ισχύει ειδικότερα για την Αλβανία, στην πρωτεύουσα της οποίας συνήλθε, για πρώτη φορά, η Σύνοδος Κορυφής ΕΕ – Δυτικών Βαλκανίων, στις 6 – 7 Δεκεμβρίου 2022.
Με την ευκαιρία αυτή, μετέβη και ο Έλληνας Πρωθυπουργός στην Αλβανική πρωτεύουσα, με την πρόθεση να επισκεφθεί, με την ίδια ευκαιρία, την Ελληνική μειονότητα στη Βόρειο Ήπειρο. Ο Αλβανός Πρωθυπουργός, την παραμονή της αφίξεως του Έλληνα ομολόγου του, προέβη σε προσβλητικές δηλώσεις για την Ελλάδα, κάνοντας λόγο για «εξαπάτηση της Ευρώπης από την Ελλάδα» για την ένταξή της στην Ευρωζώνη.
Η συμπεριφορά του Αλβανού Πρωθυπουργού Έντυ Ράμα δεν εκπλήττει, γιατί είναι γνωστή η εχθρική προς την Ελλάδα πολιτική του και η χειραγώγησή του από την Άγκυρα.
Προκύπτει όμως ένα πολύ σημαντικό ερώτημα, που έχει σχέση με την Αλβανία και τα υπάρχοντα προβλήματα και την Ελληνική υποστήριξη στην ενταξιακή της πορεία. Θα συνεχίσει η Ελλάδα να υποστηρίζει την ένταξη της Αλβανίας στην ΕΕ, χωρίς να έχουν κατοχυρωθεί, προηγουμένως, και να γίνονται σεβαστά τα δικαιώματα και οι ελευθερίες της Ελληνικής μειονότητας;
Χωρίς επίσης να έχει γίνει καμία πρόοδος στο θέμα της οριοθετήσεως της ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδος και Αλβανίας; Πέρασαν ήδη δυο χρόνια από τη διμερή Ελληνο – Αλβανική συμφωνία για την παραπομπή του θέματος στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, με την υπογραφή συνυποσχετικού. Κανένα όμως συνυποσχετικό δεν έχει υπογραφεί μέχρι σήμερα. Η Αλβανία κωλυσιεργεί και παρατείνει συνεχώς το χρόνο, υπολογίζοντας ότι η πίεση των ΗΠΑ και της ΕΕ για την ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ, δεν θα επιτρέψει στην Ελλάδα να θέσει εμπόδια, για εθνικούς λόγους, στην ένταξη της Αλβανίας, χωρίς όρους και προϋποθέσεις.
Οι Τούρκοι σύμβουλοί τους τους υποδεικνύουν ως παράδειγμα το προηγούμενο των Σκοπίων, κατά το οποίο ο ξένος παράγων άσκησε πίεση στην Ελλάδα για να υποχωρήσει σε όλη τη γραμμή και να δώσει στα Σκόπια Μακεδονικό όνομα, ταυτότητα και γλώσσα, γιατί ήθελε την ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, για λόγους γεωπολιτικής των Βαλκανίων.
Η Ελλάδα, για το λόγο αυτό, δεν πρέπει, ασφαλώς, ν’ ακολουθήσει το επαίσχυντο προηγούμενο των Σκοπίων, αλλά, πρέπει, αντιθέτως, να στείλει σαφές μήνυμα προς τα Τίρανα, αλλά και προς κάθε κατεύθυνση, ότι δεν θα υποστηρίξει την ένταξη της Αλβανίας στην ΕΕ, εάν δεν διευθετηθούν προηγουμένως τα παραπάνω προβλήματα και αν συνεχίσει η Αλβανία να συμπεριφέρεται εχθρικά προς την Ελλάδα, ως δορυφόρος της Άγκυρας.
Τι έπραξε όμως ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στα Τίρανα; Επανέλαβε τα τετριμμένα ότι η Ελλάδα υποστηρίζει την ένταξη της Αλβανίας και ευρύτερα των Δυτικών Βαλκανίων και επαφίεται «στην τήρηση των προϋποθέσεων που έχει θέσει η ΕΕ». Ακύρωσε επίσης την επίσκεψή του στην Ελληνική εθνική μειονότητα της Βορείου Ηπείρου, που θα είχε συμβολική σημασία και θα τόνωνε το φρόνημα των Βορειοηπειρωτών, για λόγους μετεωρολογικών συνθήκων. Δεν είναι αυτή συμπεριφορά εθνικού ηγέτη της χώρας, όπως είναι από τη θέση του ο Πρωθυπουργός.
Η Πατριωτική Ένωση καταδικάζει αυτή τη συμπεριφορά και αυτή την πολιτική της παθητικής συμπλεύσεως με την ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων, χωρίς η Ελλάδα να θέτει, για τους δικούς της εθνικούς λόγους, όρους και προϋποθέσεις και να επαφίεται στους γενικούς όρους που θέτει η ΕΕ. Η αυταπάτη ότι μας καλύπτουν δήθεν οι όροι της ΕΕ, έχει δοκιμασθεί πολλές φορές στο παρελθόν, τόσο με την Τουρκία όσο και με τα Σκόπια, και είδαμε και στις δυο περιπτώσεις ποια ήταν τα αποτελέσματα.
O Πρόεδρος Πρόδρομος Εμφιετζόγλου