«Κάνοντας μία ιστορική αναδρομή, ο κ. Ιερώνυμος αναφέρθηκε στο αρνητικό, κατά της εκκλησίας στη Δύση, κλίμα, που διαμορφώθηκε την περίοδο του Διαφωτισμού, όταν το θρησκευτικό γεγονός πολεμήθηκε και εξωθήθηκε στο περιθώριο και ο άνθρωπος και η λογική, ο ορθός λόγος, τέθηκαν στο επίκεντρο. Έτσι προέκυψε ο καπιταλισμός, ο Μαρξισμός κ.λπ. και φθάσαμε στην εποχή μας, όπου βιώνουμε την πλήρη απαξίωση του ανθρώπινου προσώπου (καύση των νεκρών κ.λπ.) και τον κομπασμό περί του θανάτου του Θεού, μαζί με τον οποίο, όμως, σκοτώθηκε και η ανθρωπιά. Το τραγικό είναι ότι μέσα σ” αυτή την ατμόσφαιρα μορφώθηκαν και πολλοί Έλληνες, που κατέλαβαν αξιώματα, αλλά δεν έχουν ρίζες Ελληνικές και εκκλησιαστική εμπειρία. Έχουν δημιουργήσει μια νέα ιδεολογική πλατφόρμα και εισηγούνται τρόπους για να γίνει η χώρα μας δήθεν «εκσυγχρονισμένη», αλλάζοντας τα δήθεν «απαρχαιωμένα και παλαιά». Οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν χρώμα, αλλά συμφέρον και κινούνται προς κάθε κατεύθυνση κι εκείνοι που αναλαμβάνουν την τύχη του τόπου είναι ετερόφωτοι, φωτίζονται απ” αυτούς, για τους οποίους η Εκκλησία και ο Κλήρος δεν είμαστε αρεστοί, δε μας θέλουν. Οι καρποί τους δηλητηριάζουν συνέχεια τον τόπο και βλέπουμε πού καταντήσαμε…».
Ο Μακαριώτατος αναφέρθηκε, λοιπόν, σε Ἐλληνες που κατέχουν σήμερα αξιώματα, αλλά η παιδεία τους δεν έχει ελληνικές ρίζες και οι ιδέες του είναι τελείως αποκομμένες από την Ορθόδοξη Παράδοση του λαού μας. Μίλησε για μία νέα ιδεολογική πλατφόρμα, η οποία βασίζεται σε αντιεκκλησιαστικά στοιχεία από τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό του 18ου αιώνος. Υπογράμμισε ότι αυτό το ιδεολογικό μόρφωμα στο όνομα του «εκσυγχρονισμού» ασκεί πολεμική στην Εκκλησία και στον Κλήρο.
Πιστεύω ότι η Ελληνορθόδοξη Πρόταση ως απάντηση σ’ αυτό το μόρφωμα μπορεί να δώσει απαντήσεις δημιουργικές και αξιόπιστες. Η Πίστη μας, η εκκλησιαστική εμπειρία, ο βίος και η διδασκαλία των Αγίων και των Πατέρων της Ορθοδοξίας, η μελέτη των Αρχαιοελληνικών και Βυζαντινών κειμένων, η γνωριμία με τους κορυφαίους της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, η διαχρονική ιστορική διαδρομή του Ελληνισμού, οι ήρωές μας ως πρότυπα, όλα αυτά που συνθέτουν την εθνική μας ταυτότητα δεν αποτελούν μουσειακά είδη ούτε είναι ξεπερασμένες αρχές και αξίες.
Η αναγέννηση και ανανέωση του ελληνικού τρόπου ζωής, η δυνατότητα να κρατούμε επιλεκτικά όσα μας χρειάζονται από την ευρωπαϊκή πολιτιστική κληρονομιά, η ανάπτυξη ενός γνησίου πατριωτισμού μακριά από τον ρατσισμό αλλά και την ηττοπάθεια, η συνύπαρξη της ιδιωτικής πρωτοβουλίας με την κοινωνική δικαιοσύνη, ο σεβασμός στα Ανθρώπινα Δικαιώματα χωρίς να οδηγούμαστε στη ασυδοσία, είναι ενδεικτικά κάποια από τα πνευματικά και πολιτιστικά στοιχεία, τα οποία έχουν ρίζες βαθιές στο παρελθόν αλλά και τη δυναμική να διαμορφώσουν το μέλλον.
Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός καλλιέργησε την ελπίδα για Απελευθέρωση, μιλώντας για το Ποθούμενον που θα έλθει. Ζητούσε από τους Έλληνες να μιλούν στο σπίτι τους μόνον ελληνικά και όχι ξένες διαλέκτους. Παράλληλα με αυτόν τον αφανάτιστο πατριωτισμό τόνιζε την ανάγκη για αλληλεγγύη προς τους φτωχούς και ζητούσε από τους χωρικούς να αγαπούν τους αθιγγάνους (γύπτους, όπως τους ονόμαζε) σαν αδέλφια τους. Ο Πατροκοσμάς υπήρξε ταυτοχρόνως παραδοσιακός και προοδευτικός. Απέδειξε ότι η Ελληνορθόδοξη Παράδοση συνδυάζει και εναρμονίζει το εθνικό με το κοινωνικό αποφεύγοντας τα άκρα και την βία. Ο Άγιος Κοσμάς προέτρεπε στους πλουσιωτέρους να βοηθούν συνειδητά και από αγάπη τους ενδεείς και πάσχοντες. Δεν έχει καμμία σχέση το κήρυγμά του με το μίσος και τη βία μεταξύ κοινωνικών τάξεων, που οδήγησαν σε εμφύλια αιματοχυσία τη Γαλλική Επανάσταση (1789) και την εξέγερση των Μπολσεβίκων (1917).
Ο Ιωάννης Καποδίστριας ήταν κάτοχος της ευρωπαϊκής παιδείας, αλλά πρωτίστως υπήρξε ευλαβής Ορθόδοξος. Είχε πάντοτε μαζί του, στη Ρωσία, στην Ελβετία, στην Αίγινα και στο Ναύπλιο, την εικόνα της Παναγίας Πλατυτέρας. Στο ομώνυμο μοναστήρι της Κέρκυρας είναι θαμμένος. Ο εκσυγχρονισμός, τον οποίο επιχείρησε στην κοινωνία και στη διοίκηση, είχε ρίζες ελληνορθόδοξες. Για την εκπαίδευση των ελληνοπαίδων πρότεινε τη μελέτη των Αρχαίων Ελλήνων κλασσικών και την Ορθόδοξη Χριστιανική Αγωγή. Θεμελίωσε τη νέα Ελλάδα στη σοφία των Πατέρων της Εκκλησίας και στην προσωπική του ανιδιοτέλεια.
Ο Φώτης Κόντογλου, ο κορυφαίος Ορθόδοξος αγιογράφος του 20ού αιώνος, σπούδασε στο Παρίσι. Πήρε επιλεκτικά όσα έκρινε χρήσιμα από τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, αλλά όλα τα έργα του αποπνέουν οσμήν ευωδίας πνευματικής. Η Ρωμηοσύνη του Βυζαντίου και της Τουρκοκρατίας εμπνέει το έργο του.
Στα ιδεολογικά μορφώματα που υπονομεύουν την εθνική μας αυτογνωσία απαντούμε με την όντως επαναστατική πρόταση του Πατροκοσμά, του Καποδίστρια, του Κόντογλου. Με την Ελληνορθόδοξη αυτοσυνειδησία μας, η οποία μάς κράτησε όρθιους στα δύσκολα και δίνει απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα του καιρού μας. Μέσα στην Ευρώπη θα δώσουμε ενεργό παρουσία ως Ορθόδοξοι Έλληνες.