Mε μεγάλη καθυστέρηση, ύστερα από 70 χρόνια (24 Φεβρουαρίου 1994), το Ελληνικό Κοινοβούλιο αναγνώρισε ομόφωνα την Γενοκτονία των Eλλήνων του Πόντου.
Διαβάστε για το γεγονός της ΠΑΝΩΛΕΘΡΙΑΣ ΤΟΥ ΜΑΗΣΛ(Ι)ΟΥ (Μαγικό), της φονικότερης ίσως γενοκτονικής πράξης των Κεμαλικών σε βάρος των Ελλήνων του Δυτικού Πόντου.
Το κείμενο που ακολουθεί, είναι από αφήγηση του Καπετάν Μανασσή Αναστασιάδη, οπλαρχηγού στο βουνό Ταφσάν Νταγ και αφορά στην εξόντωση από τους Τούρκους, 1500 περίπου ανταρτών και γυναικόπαιδων στο Μαησλ(ι)ού, του Νεμπιέν Νταγ της Πάφρας.
(Σελ. 138 και 139 του βιβλίου μου, με τίτλο: *Πορείες θανάτου…και ζωής* (ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗ).
*-Τον Μάρτιο του 1922 ο Λιβά Πασάς επιτέθηκε στο χωριό του Μαησλ(ί)ού, που βρίσκεται λίγο πιο νότια από το Τσαα(γ)σούρ. Είχανε μαζευτεί εκεί σύνολο κάπου πεντέμισι χιλιάδες αντάρτες μαζί με τα γυναικόπαιδα από κοντινά καμένα Ελληνικά χωριά, για να ξεχειμωνιάσουνε μέσα σε υπόγεια, χαλάσματα και ορύγματα.
Οι Καπετάνιοι Καρατοκάλ, Άκ Σάββας και Χιντανίν Τσερκέζ πιστεύανε ότι ήτανε αδύνατον να γίνει επίθεση από τους Τούρκους μέσα στο χειμώνα, επειδή τα χιόνια δεν είχανε λιώσει ακόμα και το ύψος τους ξεπερνούσε το ένα μέτρο. Το χωριό βρισκότανε σ’ ένα ύψωμα και είχε έλεγχο σχεδόν σ’ όλη την γύρω περιοχή. Μια βαθιά χαράδρα κάπου δέκα-δώδεκα χιλιόμετρα σε πήγαινε από το χωριό μέχρι το βουνό του Γιούκ Νταγ και ήτανε γεμάτο Πεύκα και Τσάμια (Έλατα). Σε κάθε περίπτωση, αν ερχόντανε οι εχθρικές δυνάμεις, αυτοί θα φεύγανε προς το βουνό μέσα από την χαράδρα, που την έλεγαν Μαησλ(ί)ού Τερεσί.
Όμως παρόλα τα χιόνια οι δυνάμεις του Λιβά Πασά πλησιάσανε στην περιοχή νύχτα από τρία σημεία. Από τις πλευρές των χωριών Γκιουρλένταμι και Ζεϋνέλ με πεζικό και πυροβολικό και από την πλευρά του Τσιφλίκ με ιππικό, που μπήκε μέσα στην χαράδρα από την αντίθετη πλευρά, βάζοντας έτσι φράγμα προς το βουνό. Τις δυνάμεις του Ιππικού, που μαζεύτηκε στο Τσιφλίκ, τις αντιληφτήκανε οι αντάρτες του Κισάμπατζακ από το λημέρι τους στο Σαχίν Καγιά και αρχίσανε να τους παρακολουθούνε από μακριά. Για κάθε περίπτωση ο Λιβά Πάσάς έβαλε και μια μεγάλη φρουρά στο χωριό του Τουρκμενλέρ, που ήτανε δίπλα στο Μαησλ(ί)ού. Την φρουρά θα την βοηθούσανε, αν χρειαζότανε, οι φανατικοί μουσουλμάνοι τσέτες του χωριού.
Οι κάτοικοι αυτού του χωριού δεν ήτανε Τούρκοι. Ήτανε Τουρκμενλήδες, που είχανε έρθει εκεί λίγα χρόνια πριν από μια περιοχή της Συρίας, κυνηγημένοι από Άραβες και Κούρδους.
Στη φονική μάχη που έγινε λοιπόν μέσα σ’ αυτή τη χαράδρα, όταν προσπάθησαν οι δικοί μας να ξεφύγουνε από κει, ο Καπτάν Καρατοκάλ κατάφερε να κάνει ένα άνοιγμα σ’ ένα σημείο που η χαράδρα κάνει κάθετη στροφή αριστερά, για να μπορέσουνε να ξεφύγουνε από την παγίδα, που τους έστησε ο Λιβά Πασάς. Εκεί ο Καρατοκάλ με μερικούς αντάρτες του μπορέσανε και σκοτώσανε τους Τούρκους που είχανε στήσει δύο μυδράλια και ανοίξανε ένα πέρασμα, για να μπορεί να φεύγει ο άμαχος κόσμος.
Με την βοήθεια και των ανταρτών του Κισάμπατζακ που φτάσανε εκεί, κάπως καθυστερημένα, καταφέρανε τελικά να ξεφύγουνε από το πέρασμα στο βουνό, κάπου τέσσερις χιλιάδες κόσμος. Εκεί σκοτώθηκε ο Καπτάν Χιντανίν Τσερκέζ και τραυματίστηκε άσχημα στο χέρι ο Καπτάν Καρατοκάλ και το τραύμα τον άφησε κουσούρι.
Όμως μέσα στη χαράδρα και στο χωριό σκοτωθήκανε, τραυματιστήκανε και αιχμαλωτιστήκανε όπως υπολογίσαμε μετά, κάπου χίλιοι πεντακόσιοι αντάρτες και γυναικόπαιδα, που δεν τους ξαναείδε ποτέ κανένας μας.
Οι ένοπλοι αντάρτες που χαθήκανε εκεί υπολογίσαμε ότι ήτανε κάπου χίλιοι διακόσιοι από τους χίλιους πεντακόσιους. Κάποιοι δικοί μας ψηλά από την χαράδρα βλέπανε, για ώρες πολλές, ότι οι Τούρκοι πολλούς από τους αιχμάλωτους που πιάσανε, τους οδηγούσανε μέσα από τη χαράδρα πίσω προς το χωριό του Μαησλ(ϊ)ού. Μάλλον τους σφάξανε εκεί, γιατί δεν ακουστήκανε πυροβολισμοί. Ποτέ στα εφτά χρόνια που κάναμε αντάρτικο και χτυπιόμασταν με τους Τούρκους στα βουνά, δεν σκοτωθήκανε τόσοι άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Όλοι οι νεκροί μας μείνανε εκεί όπου σκοτωθήκανε άταφοι, μαζί με τους περισσότερους τραυματίες που ξεψυχήσανε χωρίς καμία βοήθεια.
Όλη η γύρω περιοχή βρωμούσε από τα άταφα πτώματα.
Τα Γαρτάλια (Γύπες) τρώγανε για τρεις μήνες τις σάρκες των χιλίων πεντακοσίων περίπου νεκρών μας, γιατί οι περισσότεροι τραυματίες μας και οι αιχμάλωτοι σκοτωθήκανε μάλλον από τους Τούρκους επιτόπου μέσα στη χαράδρα, όπως είπα προηγούμενα*.
Στις φωτογραφίες: Το εξώφυλλο του βιβλίου μου και ο ανδριάντας του ήρωα δημοσιογράφου, Νίκου Καπετανίδη, που απαγχονίστηκε στην Αμάσεια.
Βασίλειος Σιδηρόπουλος