Προσωπικά, δεν γνωρίζω κάποιον άνθρωπο που να έχει ζήσει στα νιάτα του στην Κοζάνη, και δεν έχει καθορίσει -έστω και μία φορά – ως σημείο συνάντησης το «Καμπαναργιό», όπως ονομάζεται λαϊκά το κωδωνοστάσιο του Αγίου Νικολάου στο κέντρο της πόλης. Ειδικά οι γενιές που μεγάλωσαν χωρίς κινητά τηλέφωνα. Χωρίς κάποια ενδιαφέρουσα οθόνη, κατά τη διάρκεια της αναμονής, το μάτι χάζευε το αστικό τοπίο. Έτσι, πολύ συχνά έπεφτε πάνω στο μεγαλόπρεπο πέτρινο μνημείο, χτισμένο το 1855, κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής περιόδου.
Η ανατολική όψη του «Μαμάτσιου», όπως επίσης λαϊκά ονομάζεται το κωδωνοστάσιο, ήταν και είναι η πιο ενδιαφέρουσα. Ελάχιστοι βέβαια αναγνώριζαν σε κάποιους σπασμένους λίθους της τοιχοποιίας, τα σημάδια που άφησαν τα θραύσματα του βομβαρδισμού του δημαρχείου από τη Λουφτβάφε, τον Απρίλιο του 1941. Ήταν άνθρωποι που είτε είχαν ζήσει εκείνη τη φρίκη, είτε είχαν ακούσει για αυτήν. Τα βλέμματα των περισσότερων μαγνήτιζαν και μαγνητίζουν κάποια στοιχεία αρχιτεκτονικής στα ψηλότερα σημεία του τρίτου και του τέταρτου επιπέδου.
Πρόκειται για λιθανάγλυφες μινιατούρες που παριστάνουν ναούς, αρχοντικά σπίτια ή ανάκτορα. Οι μελετητές της αρχιτεκτονικής των κωδωνοστασίου δεν κατέληξαν στο τι αναπαριστούσαν, αλλά τα θεώρησαν διακοσμητικά. Είναι όμως ξεκάθαρο ότι πρόκειται για τζιουρτζιουφοσεράγια. Χτισμένα μόνο στην πλευρά που ο ήλιος ανατέλλει το πρωί, σκαρφαλωμένα στο ψηλότερο σημείο της τοιχοποιίας του επιπέδου τους, φαίνεται να φυλάγουν από το «κακό». Άραγε φυλάγουν το επίπεδό τους, ή το επίπεδο πάνω από αυτά; Γιατί τα άλλα επίπεδα δεν έχουν; Αυτά μόνο ο κάλφας που ανήγειρε το μνημείο και λάξευσε τα τζιορτζιουφοσεράγια θα γνώριζε με σιγουριά. Μόνο ο Σελιτσιώτης Ανδρέας.
Τα δύο αυτά αρχιτεκτονικά στοιχεία είναι πολύ ιδιαίτερα για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι πιθανόν τα τζιουρτζιουφόσπιτα του Μαμάτσιου να είναι τα μοναδικά στον Ελλαδικό χώρο. Προσωπικά, δεν έχω προσέξει ανάλογα στοιχεία σε κάποιο άλλο μνημείο Οθωμανικής περιόδου στην Ελλάδα, χωρίς βέβαια να τα έχω επισκεφτεί όλα, αλλά ούτε και να έχω μελετήσει ενδελεχώς όσα έχω επισκεφτεί. Βιβλιογραφικά, δεν έχω εντοπίσει αναφορές για serçe sarayları που να σώζονται σήμερα εκτός Τουρκίας. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι κατασκευάστηκαν το 1855, ενώ η εν λόγω αρχιτεκτονική τάση είχε πάψει από τις αρχές το 19ου αιώνα. Πιθανόν, ο Σελιτσιώτης κάλφας Ανδρέας, ή και ο πατέρας του, να υπήρξαν δύο από τους Δυτικομακεδόνες εργολάβους και εμπειροτέχνες αρχιτέκτονες της Κωνσταντινούπολης του 19ου αιώνα, και ο ίδιος να γνώρισε αυτήν την τέχνη όταν αυτή ήταν στο λυκόφως της, και ο ίδιος νεαρό τσιράκι.
Όπως αναφέρθηκε, οι Οθωμανοί καλφάδες άφηναν επίτηδες οπές στους τοίχους για τα στρουθιόμορφα από πολύ παλιά. Όμως, τα περίτεχνα λιθανάγλυφα τζιουρτζιουφόσπιτα είναι μια τάση της Οθωμανικής αρχιτεκτονικής που φαίνεται ότι άρχισε τον 15ο αιώνα, και κορυφώθηκε στην Κωνσταντινούπολη του 18ου αιώνα. Έκτοτε παρήκμασε, όπως παρήκμασε και το ενδιαφέρον για τα άγρια πουλάκια, ακόμη και μέσα στην Οθωμανική Κωνσταντινούπολη.
Ο νεωτερικός και κεφαλαιοκρατικός τρόπος σκέψης, με αφετηρία τις προτεσταντικές χώρες, σάρωσε κάθε γωνιά του πλανήτη τον 19ο αιώνα. Έκτοτε, σκοπός της οικονομίας δεν ήταν απλά η επιδίωξη του κέρδους, αλλά η επανεπένδυση του κέρδους, ώστε να προκύψει ακόμα περισσότερο κέρδος, προωθώντας έτσι την οικονομική ανάπτυξη. Ως εκ τούτου, αυτό επηρέασε κάθε πτυχή του πολιτισμού. Από την γλώσσα, μέχρι την αρχιτεκτονική. Ωραίο είναι το χρήσιμο, ενώ από τον 19ο αιώνα «χρήσιμο» θεωρείται ότι αποφέρει περισσότερο κέρδος και οικονομική ανάπτυξη. Η φύση πάντα αποτελούσε πεδίο εκμετάλλευσης του ανθρώπου, αλλά από την βιομηχανική επανάσταση, η εκμετάλλευση αυτή έχει ιδεολογικοποιηθεί. Από τον 19ο αιώνα, τα όποια ανιμιστικά κατάλοιπα στις θρησκευτικές πεποιθήσεις θεωρούνταν τροχοπέδη για την οικονομική ανάπτυξη. Τα οθωμανικά τζιουρτσιουφοσεράγια, θεωρήθηκαν στην χειρότερη περίπτωση οπισθοδρομικές δεισιδαιμονίες, και στην καλύτερη πολυτελείς διακοσμήσεις, και άχρηστη κατασπατάληση πόρων, ξένα προς στον αστικό πολιτισμό, έχοντας μόνο μνημειακή αξία. Έτσι, η κατασκευή και η συντήρησή τους σταμάτησε. Ελάχιστα τζιουρτζιουφόσπιτα επιβίωσαν από τη φθορά του χρόνου, κι όσα το κατάφεραν είναι κατά κανόνα λίθινα.
Μέσα στον 20ο αιώνα, τον κεφαλαιοκρατισμό ανταγωνίστηκαν κι άλλες ιδεολογίες, όπως ο σοσιαλισμός και ο κομμουνισμός. Σε αντίθεση όμως με τον κεφαλαιοκρατισμό, αυτές έδιναν περισσότερη σημασία στην ισότητα και στην ίση διανομή του κέρδους, παρά στην ελευθερία και στην οικονομική ανάπτυξη. Κι αυτές οι ιδεολογίες, όμως, θεώρησαν το περιβάλλον ως ανεξάντλητη πηγή εκμετάλλευσης. Μάλιστα, στην κομμουνιστική Κίνα του Μάο Τσετούγκ, είχε γίνει ολόκληρη εκστρατεία για να εξοντωθούν ολοκληρωτικά οι μύγες, τα κουνούπια, τα τρωκτικά και τα τζιουρτζιούφια, επειδή θεωρήθηκαν παράσιτα για την γεωργία. Τελικά, αυτή η εκστρατεία είχε ολέθριες επιπτώσεις στα οικοσυστήματα και συνεπώς στην γεωργική οικονομία.
Τα νέα οικονομικά μοντέλα που σάρωσαν τον πλανήτη, δεν σήμαιναν μόνο το τέλος των μικροαρχιτεκτονικών τζιουρτζιουφανακτόρων, αλλά είχαν σημαντικές επιπτώσεις και στους πληθυσμούς των ίδιων των τζιουρτζιουφιών. Όχι μόνο στην Κομουνιστική Κίνα, αλλά παντού στον πλανήτη. Μπορεί από τον 20ο αιώνα ο ανθρώπινος πληθυσμός να αυξήθηκε γεωμετρικά, και μαζί του η συνολική έκταση των σταροχώραφων, όμως τα τζιουρτζιούφια μειώθηκαν. Τα σταροχώραφα επεκτάθηκαν σε βάρος των παρακείμενων δασών και των θαμνώνων, αφήνοντας άστεγους τους δεντροσπουργίτες, οι οποίοι δεν μπορούσαν να ωφεληθούν από την ανάλογη αύξηση της τροφής στους αχανής σιτοβολώνες. Τα νέα δομικά υλικά, όπως τα τσιμεντοκονιάματα, το σκυρόδεμα, οι υαλοπίνακες και οι μονώσεις, περιόρισαν τις οπές στα κτίσματα, και επομένως τις ευκαιρίες φωλεοποίησης των σπιτοσπουργιτών. Οι αυλές, οι κήποι και τα οικόσιτα ζώα που αυτά φιλοξενούσαν, εξαφανίστηκαν μαζί με τα έντομα που επιβίωναν σε αυτά. Δεν εξαφανίστηκαν μόνο από τις πόλεις, αλλά και από τα χωριά, δίνοντας θέση στις βιομηχανίες ζωοπαραγωγής και τα θερμοκήπια. Επίσης, όσοι κήποι απέμειναν σε σπίτια και δημοτικά πάρκα, γέμισαν με ξενικά και εισαγόμενα είδη φυτών, άρα και ξενικών εντόμων, με τα οποία τα τζιουρτζιούφια δεν μπορούν να τραφούν. Έτσι, τα τζιουρτζιούφια δεν βρίσκουν πλέον τροφή ούτε στις πόλεις αλλά ούτε και στα χωριά. Σε βιομηχανικές πόλεις όπως το Λονδίνο, τα τζιουρτζιούφια έχουν μειωθεί έως και 70% σε σύγκριση με παλιότερες δεκαετίες. Για αυτούς, και πολλούς άλλους λόγους, έχουν δημιουργηθεί ΜΚΟ που σκοπεύουν στην διάσωση όλων των ειδών τζιουρτζιουφιού, καθορίζοντας την 20η Μαρτίου ως «Παγκόσμια ημέρα Σπουργίτη».
Δεν ξέρω αν η μεγάλη μείωση στον παγκόσμιο πληθυσμό τζιουρτζιουφιού θα πρέπει να μας ανησυχεί. Το είδος αυτό έχει ωφεληθεί τα μάλα από τον άνθρωπο τα τελευταία δέκα χιλιάδες χρόνια. Ακολουθώντας τους γεωργούς, ή φωλιάζοντας στα γεμάτα σιτάρι αμπάρια των πλοίων της εποχής της Ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας, τα αδύναμα αλλά εξαιρετικά προσαρμοστικά τζιουρτζιούφια εποίκισαν όλες τις ηπείρους εκτός από την Ανταρκτική.
Παρόλα αυτά, είναι περιβαλλοντικά ωφέλιμο να φυτεύουμε αυτόχθονα και όχι ξενικά είδη φυτών στους κήπους και στα πάρκα μας, όπως και το να προτιμάμε την βιολογική κατανάλωση κρέατος και γαλακτοκομικών. Δηλαδή προϊόντα από ζώα εκτρεφόμενα σε φάρμες ή στην ύπαιθρο, και όχι σταβλισμένα σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις.
Την ερχόμενη Δευτέρα, 20 Μαρτίου, τα φτωχά τζιουρτζιουφούλια έχουν την τιμητική τους. Θεωρώ πως δεν έχει νόημα να τα μνημονεύουμε μόνο εκείνη την μέρα, αλλά ούτε χρειάζεται να το κάνουμε και κάθε μέρα. Ίσως αυτό που έχει σημασία είναι να τα θυμόμαστε τις ημέρες με χιονοκάλυψη, όταν οι συνθήκες τροφοσυλλογής για τα λιανοπούλια γίνονται δραματικές. Το να αφήνουμε ένα κομματιασμένο φρούτο στο μπαλκόνι δεν είναι ούτε κόστος ούτε χρόνος. Αξίζει να το κάνουμε, όχι μόνο για τα κακόφωνα τζιουρτζιούφια, αλλά και για τα άλλα πεινασμένα πτηνά που πλησιάζουν τις πόλεις. Χωρίς κάποια επιστημονική μελέτη ή σχέδιο, δεν χρειάζεται να παρέμβουμε περισσότερο.
Προσωπικά, μνημονεύω τα τζιουρτζιούφια κάθε φορά που περνάω κάτω από τα μικροσκοπικά τους σεράγια στην Κοζάνη. Αντίστοιχα, κάθε φορά που αντικρίζω έναν τζιόρτζιουφα, θυμάμαι στιγμιαία την πολιτισμική κληρονομιά της πόλης μας.
Στην εποχή μας, δεν χρειάζεται να ασπαστούμε τις ανιμιστικές δοξασίες των τουρανικών λαών της στέπας ούτε τις αντίστοιχες της λαϊκής λατρείας των αρχαίων Ελλήνων. Μπορούμε, όμως, έμπρακτα να εκτιμήσουμε την αξία που έδιναν κάποιοι πολιτισμοί σε όλα κτίσματα του Κτίστη. Μια αξία την οποία, όπως το πιο μεγαλόπρεπο μνημείο της πόλης μας μαρτυρά, οι Οθωμανοί Κοζανίτες την αναγνώρισαν και την δανείστηκαν από τους κατακτητές. Όπως αθόρυβα μνημονεύουν οι λαξευμένοι πωρόλιθοι του «γερο – Μαμάτσιου», οι παλιοί ευγενείς Κοζανίτες, ήξεραν να εκτιμούν κι άλλα πράγματα στους «άλλους», πέρα από τους λαχανοντολμάδες, τα ατζιάμ-πλιάφια, και τους καρσιλαμάδες τους.
Ο Νίκος Σταμκόπουλος, είναι διπλωματούχος μηχανικός περιβάλλοντος και πτυχιούχος βαλκανικών σπουδών. Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο του με τίτλο «Οι Κώμες του Αλιάκμονα: Μέρος Β’ – Ο Άγιος, τα ονόματα και τα φαντάσματα του ποταμιού»
Ενδεικτική βιβλιογραφία
· Christiane Gruber (2021) Like Hearts of Birds: Ottoman Avian Microarchitecture in the Eighteenth Century. Journal 18. https://www.journal18.org/issue11/like-hearts-of-birds-ottoman-avian-microarchitecture-in-the-eighteenth-century/
· Elisabeth. (2018) Incredible Ottoman-Era Bird Palaces That Show How Much Turkish People Loved Birds https://www.boredpanda.com/bird-palaces-ottoman-era-turkey/?utm_source=google&utm_medium=organic&utm_campaign=organic
· Ekrem Buğra Ekinci. Birdhouses: Miniature mansions of Istanbul. Dailly Sabah. Oct 21th 2021. https://www.dailysabah.com/feature/2016/10/21/birdhouses-miniature-mansions-of-istanbul
· Zeynep Gül Söhmen Tunay “The function of the ornament: bird palaces in
ottoman architecture”. Archi-Cultural Interactions through the Silk Road. 4th International Conference, Mukogawa Women’s Univ., Nishinomiya, Japan, July 16-18,2016 Proceedings
· The Great sparrow campaign https://pixelatedplanet.net/2018/11/the-great-sparrow-campaign-was-the-start-of-the-greatest-mass-starvation-and-worst-environmental-disaster-in-history/
· Ηλιαδέλης, Στράτος Δ. (1997) Νεότερα στοιχεία για το ναό και το κωδωνοστάσιο του Αγίου Νικολάου Κοζάνης. Ελιμειακά [38-39]
· Χουλιάρας Νικήτας (2004) Λιθογλυπτική. Στο «Κοζάνη και Γρεβενά, ο χώρος και οι άνθρωποι»
· Γιουβάλ Νώε Χαράρι. (2014) «Sapiens»