Η ανακάλυψη της γεωργίας έλαβε χώρα πρώτα στην Μέση Ανατολή, πριν από δέκα και πλέον χιλιετίες. Πιο πριν δεν υπήρχαν πυργίται στρούθοι στην περιοχή της Κοζάνης, αλλά ούτε και κάπου αλλού στην Ευρώπη. Passer domesticus υπήρχαν μόνο στην Μέση Ανατολή, εκεί από όπου ξεκίνησε η καλλιέργεια σίτου από τον άνθρωπο. Καθώς εξαπλώνονταν η γεωργία και τα σταροχώραφα σε ολόκληρη την Μεσόγειο, τον Νείλο και την Ευρώπη, εξαπλώνονταν και τα τζιουρτζιούφια. Ο πληθυσμός τους αύξανε παράλληλα με τον πληθυσμό των σιτοκαλλιεργητών, οι οποίοι προκειμένου να καλλιεργήσουν τη γη, όπως έβλεπαν να κάνουν οι γείτονές τους, σταματούσαν να είναι μετακινούμενοι τροφοσυλλέκτες, και άρχιζαν να εγκαθίστανται μόνιμα. Μονίμως εγκατεστημένοι, άρχισαν να χτίζουν σπίτια και αποθήκες για τους ίδιους, αλλά και -χωρίς να το γνωρίζουν- για τα τζιουρτζιούφια. Σαν άρχισαν οι άνθρωποι από τροφοσυλλέκτες και ανιμιστές να γίνονται γεωργοί και πολυθεϊστές, χτίζοντας ιερά για τους νέους θεούς τους, τα τζιουρτζιούφια απέκτησαν ιερότητα. (Για την ακρίβεια, τα υπόλοιπα ζώα άρχισαν να την χάνουν). Ο λόγος είναι ότι σε αντίθεση με άλλα πτηνά, τα εξοικειωμένα με τον άνθρωπο τζιουρτζιούφια φώλιαζαν πιο συχνά στα ιερά εντός των οικισμών, και έτσι θεωρήθηκε ότι είχαν την εύνοια του εκάστοτε θεού.
Έτσι, τα μικροσκοπικά αυτά πουλάκια προσαρμόστηκαν απόλυτα στο περιβάλλον των οικισμών της σιτοκαλλιέργειας. Καθώς αυτά τα μικρά χωριουδάκια εξελίσσονταν σε μεγαλύτερους και πιο σύνθετους οικισμούς, όπως ήταν η Κωνσταντινούπολη του 18ου αιώνα και οι σύγχρονες μεγαλουπόλεις, έτσι και τα τζιουρτζιούφια, έμαθαν να προσαρμόζονται στις νέες συνθήκες, και στις νέες ανθρώπινες δραστηριότητες.
Εδώ και χιλιάδες χρόνια, τα τζιουρτζιούφια αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο του λεγόμενου «αστικού οικοσυστήματος». Τρώγοντας, τα τζιουρτζιούφια μειώνουν τα έντομα και τα σκουπίδια των πόλεων και των χωριών, ενώ συχνά τα ίδια αποτελούν τροφή για τα σαρκοφάγα του αστικού οικοσυστήματος, όπως είναι οι γάτες και τα γεράκια. Χωρίς εναλλαγές στο διαιτολόγιό τους, τα σαρκοφάγα δεν θα επιβίωναν, και χωρίς τα σαρκοφάγα οι πληθυσμοί των τρωκτικών θα αυξάνονταν ανεξέλεγκτα. Επίσης, όπως όλα τα πτηνά, έτσι και τα τζιουρτζιούφια συμβάλουν στον λεγόμενο κύκλο του αζώτου μέσα στο αστικό οικοσύστημα. Με τα περιττώματά τους διασκορπίζουν το πολύτιμο αυτό στοιχείο, ακόμα και στα ψηλότερα σημεία, για να τελειοποιήσει τη διασπορά του το νερό της βροχής. Η προσαρμογή των μικρών αυτών πτηνών μέσα στο οικοσύστημα των οικισμών του ανθρώπου είναι αξιοσημείωτη. Είναι τόσο μεγάλη, ώστε τα τζιουρτζιούφια θεωρούνται το πιο συνηθισμένο είδος πτηνού που μπορούμε να δούμε μέσα και γύρω από ένα χωριό ή μία πόλη. Η απόλυτη αυτή προσαρμογή γύρω από τις ανθρώπινες δραστηριότητες, έκανε τα τζιουρτζιούφια να εξαρτώνται από τον άνθρωπο για την επιβίωσή τους.
Αυτή η απόλυτη εξάρτηση, σε συνδυασμό με το μικρό του μέγεθος, τους πολλούς θηρευτές του, τα φτωχά, μουντά του χρώματα, και την εξαιρετικά φτωχή μελωδικότητα της φωνής του, έχει καταστήσει τον τζιόρτζιουφα σύμβολο του «ανυπεράσπιστου», του «αδύναμου», του «φτωχού» και «του κυνηγημένου», στην ποίηση και γενικά στην τέχνη των ανθρώπων.
Σε κουλτούρες και πολιτισμούς όπου τα πτηνά παίζουν σημαντικό ρόλο, όπως είναι το Ισλάμ, τα τζιουρτζιούφια κατέχουν εξέχουσα θέση. Το usfur (μικροπούλι- τζιουρτζιούιφ) αναφέρεται συχνά στο Κοράνι αλλά και στα Χαντίθ, την ισλαμική παράδοση που παραδίδει τα λόγια και τις πράξεις του Προφήτη Μωάμεθ. Μάλιστα, ο Προφήτης Μωάμεθ θεωρείται προστάτης των τζιουρτζιουφιών, αφού επέπληξε ένα αγόρι που έκλεψε τους νεοσσούς κάποιου usfur (Sunan Abī Dāwūd 5268), και παρηγόρησε ένα άλλο παιδί που είχε ένα usfur ως κατοικίδιο, όταν αυτό στεναχωρήθηκε επειδή το μικροπούλι του αποβίωσε (Sunan Abī Dāwūd 4969).
Γενικά, το Ισλάμ δίνει μεγάλη σημασία στην αντιμετώπιση όλων των πλασμάτων του Θεού. Η θανάτωση κάποιου ζώου ως σπορ, όταν δηλαδή αυτή δεν έχει ως σκοπό την κατανάλωση του ζώου ως τροφή αλλά αποσκοπεί σε μια μοχθηρή διασκέδαση, απαγορεύεται αυστηρά. Το ίδιο ισχύει και για την σφαγή κάποιου ζώου με στομωμένο μαχαίρι, η οποία προκαλεί οδύνη στο ζώο.
Η ιδιαίτερη σημασία που δίνει το Ισλάμ στα ζώα και στους φυσικούς πόρους, φαίνεται να έχει τις ρίζες του στην προϊσλαμική «χιμά» των Αράβων. Οι Άραβες, ζούσαν ανέκαθεν σε άνυδρες και άγονες εκτάσεις. Η διατήρηση ενός «φυσικού καταφυγίου», μιας περιοχής όπου κανείς δεν μπορούσε να βοσκήσει ζώα, να καλλιεργήσει, ή να κυνηγήσει, ήταν πολύ σημαντική για την οικονομία και την κοινωνία τους. Ένα τέτοιο «καταφύγιο» ήταν αρχικά η λεγόμενη χιμά, όπου έβρισκαν προστασία ζώα και φυτά. Τον 7ο αιώνα, η χιμά των αρχαίων Αράβων πέρασε και στην κουλτούρα του Ισλάμ, και σε ότι αυτή επηρέασε στη συνέχεια. Από την καλλιέργεια της γης και την κτηνοτροφία, μέχρι την ποίηση και την αρχιτεκτονική. Την κουλτούρα και τα πολιτιστικά προϊόντα της χιμά, τα υιοθέτησαν και οι Τούρκοι όταν ασπάστηκαν το Ισλάμ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Μαρόκο και στην Οθωμανική αυτοκρατορία υπήρχαν βακούφικα νοσοκομεία για αδέσποτες γάτες και σκύλους, αλλά και για πελαργούς. Επίσης, αναφέρεται ότι οι νεωκόροι των τζαμιών στην Οθωμανική Κωνσταντινούπολη, ήταν επιφορτισμένοι με το τάισμα των «μόνιμων» κατοίκων του τεμένους, δηλαδή των περιστεριών και των τζιουρτζιουφιών, αλλά και των αδέσποτων θηλαστικών, τα οποία έβρισκαν καταφύγιο στους βοηθητικούς χώρους του τζαμιού. Η καταστροφή χελιδονοφωλιών ή πελαργοφωλιών απαγορεύονταν αυστηρότατα, ακόμα και με θάνατο. Οι χελιδονοφωλιές θεωρούνταν ότι προστάτευαν από την πυρκαγιά, ενώ οι αποδημητικοί «χατζήδες» πελαργοί ότι έφερναν ευλογία από την Μέκκα, στην οποία οι μουσουλμάνοι πίστευαν ότι τα αποδημητικά πουλιά διαχείμαζαν. Τέλος, σε διάφορα Οθωμανικά νεκροταφεία, τα ταφικά λίθινα μνημεία είναι έτσι λαξευμένα ώστε να συσσωρεύουν το όμβριο νερό για μπορούν να το πίνουν τα πουλιά ή άλλα ζώα.
Βέβαια, όλη αυτή η φροντίδα για τα πλάσματα του Θεού, δεν ήταν πάντα αλτρουιστική ζωοφιλία. Πολλές φορές συγκάλυπτε έναν προσωπικό εγωϊσμό και συμφέρον, υπό την έννοια ότι το σπίτι που φιλοξενούσε μια φωλιά πουλιών θα δέχονταν ευλογία ή προστασία από τον Θεό, ή ο νεκρός στου οποίου το μνήμα έβρισκαν νερό τα πουλιά, θα συγχωρούνταν από τις αμαρτίες του.
Εστιάζοντας στα τζιουρτζιούφια, ενδιαφέρον παρουσιάζει ότι οι καλφάδες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας συχνά άφηναν κενά στις τοιχοποιίες για να βρίσκουν χώρο τα πουλιά για να φωλιάσουν, ή κρεμούσαν στις προσόψεις τεχνητές ξύλινες φωλιές. Αυτές τις τεχνητές οπές και ξύλινες φωλιές, τις ονόμαζαν «κιόσκια πτηνών» (kuş köşkleri). Με τον καιρό, τα δυο αυτά αρχιτεκτονικά στοιχεία συνενώθηκαν. Οι οπές άρχισαν να διακοσμούνται με διάφορα λιθανάγλυφα μοτίβα, ενώ τον 16ο αιώνα έλαβαν την μορφή μικρών ανακτόρων ή τεμενών, και το όνομα «ανάκτορα πτηνών» (kuş sarayları) ή «τζιουρτζιουφοσεράγια» (serçe sarayları). Τα τζιουρτζιουφοσεράγια συνήθως τοποθετούνταν στο ψηλότερο σημείο του επιπέδου του κτίσματος. Δεν προστάτευαν μόνο τα πτηνά, αλλά θεωρούνταν ότι προστάτευαν και το κτήριο με υπερφυσικό τρόπο. Δηλαδή, ως αρχιτεκτονικά στοιχεία του οικοδομήματος επιτελούσαν ρόλο περισσότερο φυλακτικό παρά διακοσμητικό. Είχαν επίσης κι έναν μικρό λειτουργικό ρόλο. Εξασφαλίζοντας έναν χώρο στο πτηνό για να φωλιάσει, οι μουσουλμάνοι εξασφάλιζαν ότι αυτό δεν θα φώλιαζε μέσα στο σπίτι ή την αποθήκη, φέρνοντας τους ίδιους σε δύσκολη θέση απέναντι στις εντολές του Προφήτη τους.
To παλιότερο σωζόμενο τζιουρτζιουφοσεράγι φυλάγει και κοσμεί το πετρογέφυρο Büyükçekmece στην Κωνσταντινούπολη, το οποίο οικοδομήθηκε τον 16ο αιώνα από τον διάσημο Οθωμανό αρχιτέκτονα Μιμάρ Σινάν, γιο Χριστιανού Καππαδόκα λιθοξόου. Είναι ο αρχιτέκτονας που σχεδίασε το Τέμενος Οσμάν Σαχί των Τρικάλων, αλλά και πολλά άλλα Οθωμανικά μνημεία. Ίσως τα σημαντικότερα.
Τονίζεται ότι σε κανέναν άλλο πολιτισμό, πέραν του Οθωμανικού, δεν εντοπίζονται τα εν λόγω αρχιτεκτονικά στοιχεία. Όσα σώζονται στις μέρες μας, βρίσκονται σε πρώην Οθωμανικές πόλεις. Μπορεί οι πλατείες των πρώην Βενετσιάνικων πόλεων να είναι ακόμα και σήμερα γεμάτες περιστέρια. Μπορεί στις εσοχές των λιθανάγλυφων των γοτθικών χριστιανικών ναών της Βόρειας και Δυτικής Ευρώπης να φώλιαζαν, κι ακόμα να φωλιάζουν, χιλιάδες μικροπούλια. Όμως, πουθενά εκτός Οθωμανικής αυτοκρατορίας, οι καλφάδες δεν κατασκεύαζαν συνειδητά στους τοίχους των μνημείων μικροσοπικά «ανάκτορα» ειδικά για να φωλιάζουν τα μικρά πουλάκια.
Περιστερώνες υπάρχουν από τα αρχαία χρόνια. Από την Αίγυπτο και το Ιράν, μέχρι την Εσθονία και την Ιρλανδία. Κάποιοι εξ αυτών αποτελούν πραγματικά αρχιτεκτονικά αριστουργήματα. Ο λόγος που κατασκευάστηκαν ήταν για να στεγάσουν τα εξημερωμένα περιστέρια των ανθρώπων, προκειμένου αυτοί να τα εκμεταλλεύονται. Στις περισσότερες περιπτώσεις τα περιστέρια εκτρέφονται για τα περιττώματά τους, τα οποία συλλέγονται και αξιοποιούνται, είτε ως λίπασμα στο αρχαίο Ιράν, είτε στην παρασκευή πυρίτιδας στο Λυλινγστόουν του 1700. Στο μεσαιωνικό Παρίσι, τα περιστέρια εκτρέφονταν σε περιστερώνες για το διαιτολόγιο της αριστοκρατίας, ενώ στην Σκ’ρκα Κοζάνης του 1990, ως ψυχαγωγικά κατοικίδια. Αριστουργηματικά κομψοτεχνήματα μπορούν να θεωρηθούν και κάποιοι κλωβοί όπου φυλάσσονταν ωδικά κατοικίδια πτηνά, τα οποία εκμεταλλεύεται ο άνθρωπος για την μελωδική τους φωνή, τουλάχιστόν από την ρωμαϊκή εποχή. Όμως, όλα αυτά τα πτηνά θεωρούνταν εξημερωμένα και εκτρεφόμενα από τον άνθρωπο.
Για άγρια πτηνά, ο άνθρωπος άρχισε να κατασκευάζει τεχνητές φωλιές μόνο κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Όταν έγινε αντιληπτή και συνειδητή η περιβαλλοντική καταστροφή που προκαλούσε το είδος του. Αυτή η τοποθέτηση τεχνητών φωλιών, γινόταν και γίνεται συνήθως στα πλαίσια προγραμμάτων διάσωσης προστατευόμενων ειδών, ή εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων με σκοπό την ευαισθητοποίηση πάνω σε θέματα βιοποικιλότητας. Κάποιες φορές, η τοποθέτηση φωλιών μπορεί να γίνει κι από εταιρίες που θέλουν να καλλωπίσουν την περιβαλλοντική τους εικόνα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ΔΕΗ, που συχνά τοποθετεί στους στύλους ειδικές υποδοχές για να διευκολύνει το φώλιασμα πελαργών, με αξιόλογα αποτελέσματα.
Πριν τον 20ο αιώνα, ο άνθρωπος δεν είχε κατασκευάσει φωλιές για άγρια πουλιά. Τουλάχιστον δεν το είχε κάνει έχοντας ως μοναδικό στόχο την ευημερία των πλασμάτων αυτών, ή – έστω έμμεσα – την εύνοια του Πλάστη τους. Δεν αναφέρεται πουθενά στον κόσμο, εκτός από την Οθωμανική αυτοκρατορία. Ούτε στη Χριστιανική Δύση, αλλά ούτε και στην Ανατολή του Ισλάμ, όπως η Περσία και το Αραβικό Χαλιφάτο, παρά το γεγονός ότι το Ισλάμ δίνει ιδιαίτερη σημασία στη συμπεριφορά απέναντι σε όλα τα πλάσματα του Θεού, και όχι μόνο στον συνάνθρωπο. Ίσως οι λόγοι να είναι τυχαίοι και άγνωστοι, ίσως πάλι να οφείλονται στα κατάλοιπά προϊσλαμικών δοξασιών που επιβίωσαν στην κουλτούρα των Τούρκων, ακόμα και μετά τον εξισλαμισμό τους.
Οι Αιγύπτιοι και οι Ασσύριοι ήταν κυρίως Χριστιανοί πριν εξισλαμιστούν, και πολυθεϊστές πριν εκχριστιανιστούν. Οι Πέρσες ήταν δυϊστές ζωροαστριστές πριν ασπαστούν τον Σιισμό. Αντίθετα, η αρχαία θρησκεία των Τούρκων, μέχρι τον 7ο αιώνα τουλάχιστον, ήταν ανιμιστική. Ο Τενγκρισμός, όπως ονομάζεται η σαμανική και ανιμιστική θρησκεία των αρχαίων τουρκικών φυλών, είχε ως κέντρο την λατρεία της ουράνιας θεότητας Τένγκρι, και των πλασμάτων που σχετίζονται περισσότερο με τον ουρανό. Των πτηνών. Οι Τενγκριστές, και γενικά όλοι οι ανιμιστές, έδιναν μεγάλη σημασία στο πνεύμα που πίστευαν πως «κατοικούσε» σε κάθε δέντρο, πηγή, κτήριο, ποτάμι ή βουνό. Σε πολλά είδη ανιμισμών, αυτό το πνεύμα «αποκαλύπτονταν» στους ανθρώπους ως πουλάκι. Ο πολυθεϊσμός και ο μονοθεϊσμός δεν έσβησαν τελείως τον ανιμισμό των πρωτόγονων ανθρώπων. Ανιμιστικά στοιχεία εντοπίζονται σήμερα σε κάθε θρησκευτική λαϊκή λατρεία. Φαίνεται, όμως, πως ο τουρκικός πολιτισμός διατήρησε πάρα πολλά.
Σε αυτό το σημείο, ελπίζω να γίνεται κατανοητή η ιδιαίτερη σχέση των Τούρκων με τα τζιουρτζιούφια. Παρόλα αυτά, ίσως εύλογα κάποιοι αναγνώστες θα συνεχίζουν να αναρωτιούνται τι σχέση μπορεί να έχει η ανέκαθεν Χριστιανική Κοζάνη με τον ανιμισμό των Τούρκων του Μεσαίωνα και την μουσουλμανική αρχιτεκτονική. Αυτό θα γίνει κατανοητό στο τρίτο και τελευταίο μέρος που θα ακολουθήσει.
Ο Νίκος Σταμκόπουλος, είναι διπλωματούχος μηχανικός περιβάλλοντος και πτυχιούχος βαλκανικών σπουδών. Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο του με τίτλο «Οι Κώμες του Αλιάκμονα: Μέρος Β’ – Ο Άγιος, τα ονόματα και τα φαντάσματα του ποταμιού»
Ενδεικτική βιβλιογραφία
· Sparrow Symbolism and Meaning (Totem, Spirit, and Omens)
· Jennifer Stone July 21st 2022 “The Meaning of Sparrows: Symbolism and Identification” https://owlcation.com/social-sciences/The-Meaning-of-Sparrows-Identification-and-Folklore
· Christiane Gruber (2021) Like Hearts of Birds: Ottoman Avian Microarchitecture in the Eighteenth Century. Journal 18. https://www.journal18.org/issue11/like-hearts-of-birds-ottoman-avian-microarchitecture-in-the-eighteenth-century/
· Elisabeth. (2018) Incredible Ottoman-Era Bird Palaces That Show How Much Turkish People Loved Birds https://www.boredpanda.com/bird-palaces-ottoman-era-turkey/?utm_source=google&utm_medium=organic&utm_campaign=organic
· Ekrem Buğra Ekinci. Birdhouses: Miniature mansions of Istanbul. Dailly Sabah. Oct 21th 2021. https://www.dailysabah.com/feature/2016/10/21/birdhouses-miniature-mansions-of-istanbul
· Zeynep Gül Söhmen Tunay “The function of the ornament: bird palaces in
ottoman architecture.” Archi-Cultural Interactions through the Silk Road. 4th International Conference, Mukogawa Women’s Univ., Nishinomiya, Japan, July 16-18,2016 Proceedings
· Julia Binnberg (2019), “Animism or analogism? Bird depictions and their significance for the reconstruction of Cretan Bronze Age ontologies” Sympozjum Egejskie. Papers in Aegean Archaeology
· Ibrahim, Irini & Hua, Khor & Aziz, Norazlina & Hanifah, Norha. (2013). Hima as ‘Living Sanctuaries’: An Approach to Wetlands Conservation from the Perspective of Shari’a Law. Procedia – Social and Behavioral Sciences. 105. 476–483. 10.1016/j.sbspro.2013.11.050.
· Γιουβάλ Νώε Χαράρι. (2014) «Sapiens»