Βουλή: Τοποθέτηση του Στάθη Κωνσταντινίδη για Τηλεθερμάνσεις και Απόβλητα
Η τοποθέτηση του Βουλευτή Στάθη Κωνσταντινίδη στη συζήτηση του νομοσχεδίου του ΥΠΕΝ, για τη διαχείριση των αποβλήτων και την ενέργεια, στο οποίο προστέθηκε η ρύθμιση για τη συμφωνία των τηλεθερμάνσεων. «Εκ του ασφαλούς η καταψήφιση της τροπολογίας για τις τηλεθερμάνσεις από κόμματα της αντιπολίτευσης».
Ένα ακόμα νομοσχέδιο που αφορά σε σημαντικά ζητήματα για την περιοχή συζητήθηκε εχθές στη ΒτΕ.
Στην τοποθέτησή μου αναφέρθηκα στη μεγάλη πρόοδο που έχει συντελεστεί στη χώρα μας τα τελευταία πέντε χρόνια στην επίτευξη φιλοπεριβαλλοντικών στόχων, σε σχέση με τη διαχείριση των αποβλήτων και την ενεργειακή μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές
Ειδικότερα, σημείωσα ότι:
Η πραγματικότητα στον τομέα του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας λέει ότι
στη διαχείριση των αποβλήτων το 2019 είχαμε 3 λειτουργούσες μονάδες επεξεργασίας απορριμμάτων και 5 σε κατασκευή, ενώ σήμερα έχουμε 12 σε λειτουργία, 22 σε κατασκευή, 7 νέες δημοπρατήσεις και 4 έργα ΣΔΙΤ.
Παράλληλα, από τους 65 Χώρους Ανεξέλεγκτης Διάθεσης Απορριμμάτων (ΧΑΔΑ), σήμερα έχουμε πέσει στους 20.
Και όλα αυτά βέβαια δεν θα μπορούσαν να είχαν συμβεί, αν δεν είχε διαμορφωθεί ένα θεσμικό πλαίσιο που ενθάρρυνε, ενίσχυε και διευκόλυνε αυτού του είδους τις επενδύσεις, για το οποίο παραδόξως η αντιπολίτευση μας επικρίνει.
Αλλά και στον τομέα της ενέργειας έχει αυξηθεί σημαντικά η συμμετοχή των Ανανεώσιμων Πηγών στο ενεργειακό μείγμα.
Είναι συνεπώς αδιαμφισβήτητο ότι και στους δύο αυτούς τομείς έχει συντελεστεί μία σημαντική πρόοδος.
Δεν παραγνωρίζουμε, ωστόσο, το γεγονός ότι στον τομέα της διαχείρισης των αποβλήτων και των απορριμμάτων υστερούμε ακόμα από τους ευρωπαϊκούς στόχους που τίθενται με σφιχτά χρονοδιαγράμματα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, και συνοδεύονται από κυρώσεις και κίνητρα. Το γνωστό «ο ρυπαίνων πληρώνει» συμπληρώνεται πλέον από το «ο … ανακυκλώνων επιδοτείται».
Τι πρέπει να κάνουμε, λοιπόν, μπροστά σε μία τέτοια πραγματικότητα; Δεν πρέπει να ενισχύσουμε, δεν πρέπει να διευκολύνουμε τις διαδικασίες; Έχουμε από τη μία τα πρόστιμα για την ανεπαρκή διαχείριση των σκουπιδιών και από την άλλη τους σημαντικούς ευρωπαϊκούς πόρους για έργα επεξεργασίας απορριμμάτων, που μας προτρέπουν, που μας επιτάσσουν να κινηθούμε γρηγορότερα.
Τίθενται αυστηροί στόχοι για ανακύκλωση και υγειονομική ταφή των σκουπιδιών που δεν επιτρέπουν καμία ολιγωρία, αν θέλουμε να μην πληρώνουμε υπέρογκα ποσά για χωματερές και να μην επιβαρύνονται οι τοπικές αυτοδιοικήσεις με δυσβάστακτα κόστη, τέλη ταφής και άλλα. Την ίδια ώρα που σε συνάρτηση με την επίτευξη των στόχων, ανοίγει η κοινοτική χρηματοδότηση για μονάδες ανάκτησης και ανακύκλωσης, που φτάνει μέχρι το 85% των επενδύσεων.
Απαντώντας, δε, σε αιτιάσεις της αντιπολίτευσης, ότι με κάποιες προβλέψεις του νομοσχεδίου η διαχείριση από τοπική γίνεται κεντρική, επισήμανα ότι:
Τα τελευταία 20 χρόνια η Ελλάδα έχει πληρώσει για ποινές που έχουν επιβληθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ποσά που ξεπερνούν τα 60 εκατομμύρια ευρώ για χωματερές. Σε τέτοιες περιπτώσεις, όταν και όπου παρατηρείται τοπική αδράνεια ή αδυναμία ή κατάσταση έκτακτης ανάγκης, το τοπικό ζήτημα γίνεται εθνικό και καθίσταται αναγκαία η κεντρική αντιμετώπιση κάποιων ζητημάτων. Τέτοιες παρεμβάσεις επιχειρεί το ζητούμενο σχέδιο νόμου. Γι’ αυτό λοιπόν προβλέπεται η δυνατότητα ενίσχυσης φορέων διαχείρισης στερεών αποβλήτων μέσω της συγχώνευσής τους, αλλά και η δημιουργία μιας υπηρεσίας χωριστής συλλογής ανακυκλώσιμων και βιοαποβλήτων σε μικρούς νησιωτικούς και ορεινούς δήμους, με την παροχή του κατάλληλου εξοπλισμού.
Με μια δέσμη διατάξεων επιδιώκεται λοιπόν ο εκσυγχρονισμός του πλαισίου και η βελτιστοποίηση στη διαχείριση των αποβλήτων.
Το ενθαρρυντικό βεβαίως είναι ότι οι νέες γενιές είναι πολύ πιο ευαισθητοποιημένες στην προστασία του περιβάλλοντος, στην ανακύκλωση και στη διαχείριση των πόρων. Μπορούμε, συνεπώς, να αισιοδοξούμε ότι τα επόμενα χρόνια, παράλληλα με τη διαρκή βελτίωση του θεσμικού πλαισίου, με την ενίσχυση και στήριξη τέτοιων επενδυτικών σχεδίων, με την ώθηση των τοπικών αυτοδιοικήσεων να αναλάβουν σχετικές πρωτοβουλίες, θα πετύχουμε τους στόχους που έχουμε αναλάβει.
Στα ενεργειακά ζητήματα, τώρα, όπως είναι γνωστό, από το 2019 η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές, έχει υπερδιπλασιαστεί, ενώ ακόμα περισσότερα έργα βρίσκονται σήμερα σε φάση υλοποίησης, σε βαθμό που παρατηρούνται ακόμα και στρεβλώσεις, όπως η απόρριψη ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ. Λόγω όμως της έλλειψης περισσότερων εναλλακτικών πηγών η Ελλάδα εξακολουθεί να εξαρτάται ακόμα σε μεγάλο βαθμό από ορυκτά καύσιμα, κυρίως από το φυσικό αέριο, γεγονός που δημιουργεί συνεχή μεταβλητότητα στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος.
Τι χρειαζόμαστε λοιπόν για να πετύχουμε χαμηλότερες τιμές στην ενέργεια, κάτι που ο κύριος Υπουργός χαρακτήρισε στοιχείο της ενεργειακής δημοκρατίας; Χρειαζόμαστε κι άλλες ΑΠΕ, αλλά και μπαταρίες για αποθήκευση (χωρίς επιδοτήσεις) και βελτίωση φυσικά των διασυνδέσεων και δικτύων. Ενδιαφέρον υπάρχει, ας ελπίσουμε ότι θα υπάρξει και γρήγορη υλοποίηση των επενδυτικών σχεδίων, που θα ανοίξει χώρο και σε νέους παραγωγούς.
Και επειδή πολλές φορές γίνεται συζήτηση για το αν η ενεργειακή μετάβαση είναι για μικρούς ή μεγάλους παραγωγούς, επανέλαβα την πρότασή μου, τουλάχιστον για τη Δυτική Μακεδονία, από τα πρότζεκτ ΑΠΕ της ΔΕΗ, να «τιτλοποιηθεί» και να διατεθεί σε κατοίκους της περιοχής ένα ποσοστό 5%, ώστε να γίνουν συμμέτοχοι και εταίροι της ενεργειακής μετάβασης.
Τέλος, επισήμανα ότι με την με αρ 266 τροπολογία-προσθήκη του κ Υπουργού, η οποία αναφέρεται στις τηλεθερμάνσεις, νομοθετείται το περιεχόμενο της συμφωνίας με τους ΟΤΑ και τις τηλεθερμάνσεις της περιοχής, για την αντιμετώπιση του δυσθεώρητου χρέους που είχε συσσωρευτεί και έφτανε τα 130 εκατομμύρια ευρώ.
Μία συμφωνία που κατέστη δυνατή με την ανάληψη μεγάλου μέρους του χρέους και την καταβολή πολλών εκατομμυρίων από την κυβέρνηση, ώστε να διασφαλιστεί, στα όρια του εφικτού, η συνέχιση των τηλεθερμάνσεων, αλλά και μία ανταγωνιστική τιμή για τους κατοίκους της περιοχής.
Εξέφρασα, όμως, τη διαφωνία μου με την πρόβλεψη για την παρακράτηση του 80% από το σύνολο των ανταποδοτικών τελών από τις ΑΠΕ που είναι εγκατεστημένες σε κάθε Δήμο, ακόμα και για ΑΠΕ που βρίσκονται σε περιοχές που δεν καλύπτονται με τηλεθερμάνσεις, αφού είναι άδικο να διατίθενται πόροι για την κάλυψη της σχετικής δαπάνης, που θα προορίζονταν για την πραγματοποίηση έργων σε αυτές τις περιοχές.
Τέλος, η ρύθμιση για την κατά προτεραιότητα ένταξη στο σύστημα λιγνιτικών μονάδων του Αγ Δημητρίου που υποστηρίζουν τη λειτουργία της τηλεθέρμανσης Κοζάνης, ικανοποιεί σχετικό μας αίτημα και αποτελεί αναγκαίο όρο του συνολικού σχεδιασμού.
Πρέπει πάντως να επισημανθεί η εκ του ασφαλούς καταψήφιση της τροπολογίας για τις τηλεθερμάνσεις από κόμματα της αντιπολίτευσης, αφού ουσιαστικά πρόκειται για τη νομοθέτηση μίας συμφωνίας που έχει ήδη επικυρωθεί από τις διοικήσεις των τηλεθερμάνσεων και τα Δημοτικά Συμβούλια της περιοχής, γεγονός που μας δεσμεύει για την εκπλήρωση του νομοθετικού της σκέλους, παρά τις όποιες διαφωνίες θα μπορούσε κανείς να έχει.