Η βαριά χτυπημένη από τον κορονοϊό γιαγιά, φανερά καταβεβλημένη και με υπεράνθρωπες προσπάθειες έσερνε τα βήματά της στην είσοδο των επειγόντων περιστατικών του κρατικού νοσοκομείου Κοζάνης, για εισαγωγή και θεραπεία της, όταν στην υποδοχή συνάντησε την υπεύθυνη η οποία θα έλεγχε τα χαρτιά, ταυτότητα, βιβλιάριο υγείας και ό,τι άλλο προβλέπεται. Εκεί όμως, συναντώντας την εν λόγω «κυρία», έμελλε να ζήσει την πλέον απαράδεκτη και απάνθρωπη συμπεριφορά της, καθόσον η «κουρασμένη» υπάλληλος φωνασκούσε στη γιαγιά, άγνωστο γιατί, παρότι είχε όλα τα απαραίτητα έγγραφα! Ίσως γιατί η υπάλληλος ήθελε να τελειώσει πριν καλά-καλά αρχίσει και η ανήμπορη γιαγιά δεν ήταν «σπίρτο» στις κινήσεις της για να την εξυπηρετήσει!
Σε παρατήρηση της κόρης της γιαγιάς από μακριά, λόγω των προστατευτικών και αναγκαίων μέτρων που επιβάλλει ο ιός, η υπάλληλος, πάντα απαράδεκτη και με περίσσιο θράσος απάντησε «τι να πω κι εγώ που είμαι συνέχεια εδώ»!
Αλήθεια, κατά πόσο δυσβάσταχτος είναι ο υπηρεσιακός φόρτος αυτής της υπαλλήλου, όταν το μόνο που κάνει είναι να γράφει λίγες λέξεις στα χαρτιά, όταν οι άλλοι λειτουργοί της δημόσιας υγείας, γιατροί και νοσηλευτές-τριες δίνουν τον υπέρ πάντων αγώνα στο πλάι των δοκιμαζόμενων ασθενών που γέμισαν την παθολογική κλινική;! Και μάλιστα αγόγγυστα και χωρίς σταματημό!
Η γιαγιά έχασε την αίσθηση του χώρου και του χρόνου, απόρροια αυτής της απάνθρωπης συμπεριφοράς της υπαλλήλου, καθόσον αναρωτιόταν «που βρίσκομαι, τι ώρα είναι…»!! Γρήγορα όμως στη συνέχεια, οι γιατροί και νοσηλευτές/τριες την έφεραν στα συγκαλά της, με την ευγένεια, το ενδιαφέρον, την καρτερικότητα και την καλοσύνη τους, με τις αξιοζήλευτες και ολοκληρωμένες ιατρικές τους υπηρεσίες, προφανώς σεβόμενοι τον άνθρωπο και κυρίως τον όρκο του Ιπποκράτη!
Στη βιτρίνα των επειγόντων περιστατικών του κρατικού νοσοκομείου Κοζάνης (ώρα 9,45 το βράδυ της Κυριακής 14 του Νοέμβρη), φάνταξε η «κυρία» ως «μπαμπούλας κουρασμένος και αγριεμένος», μα μέσα έλαμψαν οι άνθρωποι της δημόσιας Υγείας, που ανέβασαν, συν τοις άλλοις, το ηθικό και την ψυχολογία της ασθενούς γιαγιάς, αφού τους έβλεπε σαν σωτήρες και λυτρωτές της!
Στην αναφώνηση αυτής της «κυρίας» εργαζόμενης «ωχ Θεέ μου», ένα μόνο αναρωτιέμαι «ποιου Θεού, αυτού του ανάλγητου στον πόνο μιας γιαγιάς»!!
Καιρός είναι πια, να επιληφθούν του γεγονότος αυτού οι προϊστάμενοι της «κυρίας» και να την επαναφέρουν στην τάξη και προσήκουσα συμπεριφορά απέναντι στους ασθενείς που αναζητούν εναγωνίως ελπίδες ζωής-θεραπείας, έστω και λίγης ανθρωπιάς, καθόσον αυτό προέχει όλων…
ΝΣ