Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024

Η ζουρλιά η γιλάδα. Γιάνν’ς Λέγκους απ’ τα Κατσκάθ’κα

0 comment 4 minutes read

 

 

Αυτό π’ έπαθάμι δεν είνι για λιέσιμου.

Μια βραδά προτού πουν για τ’ς ζουρλιές τ’ς γιλάδις τ’ς Αγγλίας, είχαμι βάλ’ δυο κιφάλια, ψίχα τρανούτσ’κα στου φούρνου. Πρέπ’ να ’ταν  απού τρανή γιλάδα.

Μαζώθκαμι πέντι-έξ ικεί σιαπάν στου Σμάθκου κι τα ’φαγάμι. Δεν ήταν άλλα νουστ’μότιρα. Μπόλ’κα σκόρδα, ντουμάτσα στου στόμα κι γίγκαν ένας μιζές σαν κάστανου.

Είχαν ίσια μι μια ουκά μγιαλόν μέσα. Κι σαν να ήξιριν ου Γιώρ’ς είπιν:

–          Ώι πουλύ γνουμ’κό γιλάδ’ ήταν αυτό. Δέτι μγιαλό!

Απέρασαν κανα δυο μέρις κι διαβάζου σ’ν ιφημιρίδα, ότ’ ζουρλάθ’καν οι γιλάδις σ’ν Αγγλία κι η σιουρδαμάρα πααίν’ κι στ’ς ανθρώπ’. Ζουρλιένουντι κι του μγιαλό τ’ς γένιτι τρύπις-τρύπις. Κι δεν κάμ’ να τρώμι τα κιφάλια κι τα λιάκατα.

Ανταριάσκα ψίχα. Του βράδ’ σ’ν τιλιόρασ’ πάλ’ τα ίδια. Τρανό πρόβλημα σ’ν Αγγλία κι χράζ’ κι μεις να ’χουμι του νου μας, μην ήρθαν κι κάτ’ ιδώ κι μη ζουρλάθ’καν κι οι θκιές μας οι γιλάδις κι για λίγουν κιρό να μην τρώμι ντιπ κρέας απού γιλάδα.

Του βράδ’ στου τζιαντέ γλέπου του Μανώλ’.

–          Ώϊ, τουν λιέου, τέρμα τα κιφάλια. Ίδις; Ζουρλάθ’καν οι γιλάδις και πααίν’ η σιουρδαμάρα κι στ’ς ανθρώπ’!

–          Λιες α ρα, μι λιέει, να ’ταν καμμιάν απ’ τ’ αυτές π’ έφαγάμι τα κιφάλια; Απού πού ρα τα πήρις;

–          Απ’ του Μάνου του Μαλούτα.

Τ’ν άλλ’ μέρα, χαραή-χαραή πααίνου στου Μάνου κι φκιάνου τάχατ’ ότ’ απέρασα τυχαία απ’ τ’ ικεί.

–          Ώϊ γειά σου ρα Μάνου, τι φκιάν’ς;

–          Καλώς του Νιάκου. Πώς απ’ τ’ ιδώ; Έχου να σ’ ιδώ κανα μήνα. Κι προυχτές ήλιγάμι μι ν’ κυρά μ’, πού χάθ’κις. Μήπους αρρώστ’ς;

–          Χτύπα ξύλου ρα, τουν λιέου. Τι είνι αυτά π’ λιες; Ια, δεν έτ’χιν ν’ απιράσου. Αλλά τώρα ήρθα να μι πεις κι ένα π’ χαλέβου να μάθου. Ιπρουχτές ου Μανώλ’ς ου Πάλλας πήριν ένα κιφάλ’ ίσια μι δικατρία κιλά κι ένα μ’κρότιρου. Απού πού ρα ήταν οι γιλάδις; Μήπους ήταν απ’ τ’ αυτές π’ φέρ’ν απ’ όξου απ’ τ’ν Αγγλία κι ήταν ζουρλιά;

–          Τι είνι αυτάϊα π’ λιες Νιάκου; Ιγώ να πάρου απού ψυγείου; Ιγώ παίρνου όλου ντόπια. Ια αυτήν ν’ πήρα απ’ τουν Τιτράλουφου. Κι δεν χα να τ’ σφάξ’ ου άνθρουπους, αλλά κατάπιιν σύρμα. Ξέρ’ς τι νοικουκύρ’ς είνι ου Πανίκας; Όλ’ τ’ μέρα στου σταύλου ίντους κι καθαρίζ’ κι ξιρίζ’. Τράβα άμα χαλέβ’ς να ιδείς. Σιβαίνουντας στου χουριό δέξα είνι. Άμα ιδείς έναν τσιούτσιανου μι τρανό κιφάλ’ κι στραβά πουδάρια, ου Πανίκας τα να ’νι. Νοικουκύρ’ς πρώτους στου χουριό.

Έκαμα κανα δυο μέρις, του σκέφ’κα κι του ξανασκέφ’κα. Τόσου ζουρλιά ήταν η γιλάδα, π’ δεν είδιν του σύρμα κι του κατάπιιν; Λιες του μγιαλό πο ’φαγα ιγώ να ’ταν απού ζουρλιά γιλάδα; Γιατί έχου κανα δυο μέρις ψίχα τρέμουλου.

Παίρνου τ’ αυτουκίνητου κι πααίνου στουν Τιτράλουφο. Ήταν όπους μι του είπιν ου Μανώλ’ς. Κουντός μι τρανό κιφάλ’ κι στραβά πουδάρια.

–          Ου Πανίκας ρα είσι; τουν λιέου.

–          Ναι, εσύ πα ποίος είσαι; Ντο θέλ’ς αδά μερέαν;

–          Ξέρ’ς ρα φίλε. Χαλέβου να σι ρουτήσου για μια γιλάδα π’ πούλ’σις στου Μάνου τ’ Μαλούτα, πριν απού δικαπέντι μέρις. Ήταν γνουμ’κιά ή ζουρλιά;

–          Ντο είν’ ατά ντο λες αφορισμένε; Κ’ εγροικώ εγώ. Ντο γλώσσα εν ατέ; Ντο θέλ’ς να λέγω σε;

–          Ω ρα Πανίκα, του κιφάλ’ απ’ τ’ γιλάδα το ’φαγα ιγώ. Κι γω έφαγα κι του μγιαλό. Ήταν καλή, γιατί τ’ν έσφαξις;

–          Μα παράνομα κι έσφαξά τεν. Είδεν ατέν ο κτηνίατρον. Παλάλα έτον. Εσέβεν σο μαειρείον κι έφαεν την φασολάδαν π’ έβραζεν η Παρθένα, έφαεν και τα ελαίας. Έφαεν το σκοινίν π’ έδενά τεν. Παλάλα έτον. Ντο θα (γ)ίνεται, είπα! Επήγα τεν σον μπουγάν, αλλά έδαξεν ατόν σο κιφάλ’.

Δεν χράσκιν ν’ ακούσου άλλα. Μι τσάκουσιν μαύρου ίδρουτου. Στου δρόμου χα να τρακάρου δυο φουρές. Λιες να ’μι ου πρώτους π’ τα ζουρλαθώ απού ζουρλιά γιλάδα κι να μι γράψ’ν κι οι ιφημιρίδις; Ω μπο τι έπαθα!

Δε ζάει κι ου Παπαγιάνν’ς ου γιατρός να πααίνου.

Για δυο μέρις δεν ουμιλιούμαν ντιπ. Ώσπου μι βρήκιν ου φίλους μ’ ου Μπάτης, π’ ήρθιν απ’ τ’ν Αμιρική κι αραδούσιν νύφ’.

–          Τι ρα είσι έτσια; μι λιέει!

–          Αυτό κι αυτό, τουν λιέου. Φουβούμι μην κόλτσα κι ζουρλαθώ κι γω απ’ τ’ γιλάδα.

–          Καλά ρα τι φουβάσι; Παραπάν’ τα ζουρλαθείς απ’ ότ’ είσι;

Ησύχασα ψίχα.

 

Από την εφημερίδα ΚΟΖΑΝΗ του 1994

Leave a Comment

Ταυτότητα Ιστοσελίδας:
Σαλακίδης Ιωάννης – Ατομική Επιχείρηση

ΑΦΜ: 046450157, ΔΟΥ ΚΟΖΑΝΗΣ

Δ/νση Έδρας: Ζαφειράκη 3, ΤΚ 0100 Κοζάνη

Email: info@efkozani.gr

Τηλ. 24610-25112

Ιδιοκτήτης, νόμιμος εκπρόσωπος και διευθυντής: Σαλακίδης Ιωάννης

Διευθύντρια Σύνταξης: Μαρία Τσακνάκη

Διαχειριστής: Σαλακίδης: Ιωάννης

Δικαιούχος του ονόματος τομέα (domain name): Σαλακίδης Ιωάννης

Efkozani logo

@2024 – All Right Reserved. Hosted and Supported by Webtouch.gr

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Θα υποθέσουμε ότι είστε εντάξει με αυτό, αλλά μπορείτε να εξαιρεθείτε αν το επιθυμείτε. Αποδοχή Διαβάστε περισσότερα

Are you sure want to unlock this post?
Unlock left : 0
Are you sure want to cancel subscription?
-
00:00
00:00
Update Required Flash plugin
-
00:00
00:00