Γνωστός είναι ο αμφίσημος χρησμός του Λοξία Απόλλωνα. Με τη μετάθεση του απλού σημείου στίξης, του κόμματος, το θαύμα έπαιρνε σάρκα και οστά. Έβγαινε αληθινός ο χρησμός. Και ο εύπειστος «χρησμολήπτης» έφευγε ευχαριστημένος, αφού ο… καλός θεός του είπε την Αλήθεια! Έτσι οικοδομούνται τα ψεύδη πάνω στον πλανήτη, στους αιώνες των αιώνων. Όμως, επειδή έχω κάποια υποψία ότι τα περί «ήξεις αφήξεις…» δεν είναι σίγουρα γνωστά σε όλους, θα τα παραθέσω λεπτομερώς.
Να πώς έχει το ζήτημα: υποθέστε ότι ένας στρατεύσιμος πήγαινε στο Μαντείο για να μάθει από τη μάντιδα (πασίγνωστη ήταν η Φημονόη!), αν θα γυρίσει ζωντανός από τον πόλεμο. Γιατί νεκρός θα γύριζε, αν του λάχαινε τέτοια μοίρα. Η καλή Πατρίδα θα φρόντιζε γι’ αυτό! Εξάλλου, και για τους «μη ευρεθέντας…» στήνονταν τα καλλιμάρμαρα Μνημεία του Άγνωστου Στρατιώτη! Έτσι γοητεύονταν και γοητεύονται οι επόμενοι ήρωες προς… θυσίαν «για τ’ αφεντός τα χτήματα». Το πολυδαίδαλο σύστημα ξέρει να παγιδεύει περίτεχνα και με μπόλικη αληθοφάνεια! Έρμη Αλήθεια, πώς σε καταχωνιάζουν οι βυσσοδόμοι του ψεύδους και της απάτης!
Παρακολουθήστε το σκηνικό και τον απατηλό διάλογο του χρησμολήπτη και της μάντιδας: «Στρατεύομαι, πάω στον πόλεμο. Θέλω να μάθω, αν θα γυρίσω ζωντανός», ρωτούσε ο χρησμολήπτης. Και η μάντιδα απαντούσε με βεβαιότητα (αλλιώς τι θεού χρησμό θα έδινε, αν ταλαντευόταν! Η απάτη, πάντα, πλασάρεται με βάθρο τη βεβαιότητα, «νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων, απανταχού της γης», όσο υπάρχουν εύπειστοι δούλοι). «Ήξεις αφήξεις ουκ εν πολέμω θνήξεις». Έτσι, χωρίς στίξη. Αν η έκβαση των πραγμάτων ήταν ευνοϊκή για τον χρησμολήπτη, ακολουθούσε η επίσκεψή του στο Μαντείο για την έκφραση των ευχαριστιών! (Ε, να μην ήταν και αχάριστος! Κοτζάμ αλήθεια του είπε η μάντιδα! Οι εύπειστοι είναι και φιλότιμοι, βλέπεις!). Κορδωμένη, τώρα, η μάντιδα, του έλεγε με στόμφο καρδινάλιου: «μα, σου το είπα: Ήξεις αφήξεις, ουκ εν πολέμω θνήξεις».
Ακολουθούσαν τεμενάδες, ευχαριστίες, πεσκέσια και ο σωσμένος πήγαινε στο σπιτάκι του. Το μαντάτο γινόταν βούκινο, βέβαια! Τζάμπα θα δούλευε ή θα δουλεύει το σύστημα;… Ούτε του αγγέλου του νερό δε δίνει τζάμπα! Άλλος, ή άλλοι, όμως, χρησμολήπτες είχαν άλλη μοίρα, όπως ήταν φυσικό. Τότε, οι οικείοι τους έτρεχαν αλαφιασμένοι να διαμαρτυρηθούν στο Μαντείο για τον ψεύτικο χρησμό! Και η μαστόρισσα μάντιδα, γαλήνια και χαμογελαστή, τους κοίταζε με καλοσυνάτα μάτια και τους έλεγε: «Γιατί μας κακολογείτε; Την αλήθεια δε θέλατε να σας πω; Ε, αυτό έκανα. Σας είπα την αλήθεια και μόνον την αλήθεια. Να τι σας είπα (κ’ έδειχνε το χαρτάκι, με το κόμμα κατάλληλα μετακινημένο!): ήξεις αφήξεις ουκ, εν πολέμω θνήξεις! Και οι δύστυχοι κατέβαζαν το κεφάλι και έφευγαν με ενοχές, γιατί κακολόγησαν το Μαντείο!… Είδατε πόσο ωραία στήνονταν τα παραμύθια; Ώστε, λοιπόν: «ήξεις αφήξεις, ουκ εν πολέμω θνήεις» και: «ήξεις αφήξεις ουκ, εν πολέμω θνήξεις» (στην καθομιλούμενη: «θα πας θα γυρίσεις, δεν θα πεθάνεις στον πόλεμο». Και: «θα πας δε θα γυρίσεις, στον πόλεμο θα πεθάνεις». Αριστοτεχνική μηχανή. Και η πίττα ολόκληρη και ο σκύλος χορτάτος! Μηχανή που καλά κρατεί ακόμα. «Μεγάλη πόρτα βλέπω», λέει η καφετζού ή η χαρτορίχτρα σήμερα… Και ο εύπειστος αναζητητής της αλήθειας στέκει σαν χάνος και αφουγκράζεται! Και αγοράζει το λαχείο που λήγει στο 15, παίζει το τζόκερ με τα νούμερα 17, 21, 30, 40, 45 και τζόκερ το 9 και η ζωή… τραβάει την κατηφόρα! Αυτά είναι τα φρούτα της επιστημονικής θολούρας και της μεταφυσικής καταχνιάς! Γι’ αυτό, αιώνες και χιλιετίες κλαδεύεται συστηματικά το δέντρο της γνώσης και ρίχνεται στη φωτιά, ενώ ποτίζεται και φροντίζεται η λαχανίδα και το βλίτο που είναι τροφή των αθώων προβάτων!… Εάν μεταφέρουμε τον μύθο στα «καθ’ ημάς» λαβαίνουμε συνείδηση σε ποιο πέλαγος πολιτικής και επιστημονικής ευήθειας πλέουμε. Πολιτικοί διαξιφισμοί μέσα στο Κοινοβούλιο («αληθώς ειπείν»: κυνοβούλιο!) θυμίζουν κοκορομαχίες ή κυνομαχίες.
Μπαλκωνάτοι φερέλπιδες… πολιτικοί υπόσχονται στα κεχηνότα και χειροκροτούντα πλήθη κάθε λογής οικονομικές προσφορές, φοροαπαλλαγές, γεφυροκατασκευές (έστω κι αν ποτάμια δεν υπάρχουν στην περιοχή τους!), θέσεις εργασίας και γοργή (σχεδόν καλπάζουσα, αλλά προς τον γκρεμό!) ανάπτυξη που θα φέρει την ευημερία, αλλά, φευ, καλλιεργεί πλουσιοπάροχα την ευήθεια (δε θα σας πω τι σημαίνει, αν δεν το ξέρετε. Ανοίξτε ένα λεξικό να το βρείτε). Πόσες φορές και από πόσους δεν ακούσαμε: κανενός φτωχού το σπίτι στα χέρια του τραπεζίτη; (Και: έγινε κάθε φτωχού το σπίτι στα χέρια του τραπεζίτη!). Κανένας πολίτης χωρίς δουλειά; (Και: έγινε κάθε πολίτης και δουλεία!). Η κατώτερη σύνταξη θα είναι 750 ευρώ; (Και: έγινε η ανώτερη σύνταξη 550 ευρώ!). Με ένα νόμο, με ένα άρθρο θα καταργήσουμε τα μνημόνια; (Και: έγινε ένα μνημόνιο με αμέτρητα άρθρα-θηλιές στο λαιμό των άνεργων και αναξιοπαθούντων!) Θα καταργήσουμε την Τρόικα; (Και: έγινε η Τρόικα Θεσμοί ή Κουαρτέτο και οι όνοι γάιδαροι!). Θα σκίσουμε τα μνημόνια; (Και: οι ταλαίπωροι οδοκαθαριστές ετοίμασαν τις σκούπες και τα φαράσια για να μαζέψουν τα χαρτάκια που θα γέμιζαν τους δρόμους της πόλης, καθώς θα τα πετούσαν οργισμένα οι φερέλπιδες νεοπολιτικάντηδες λαοσωτήρες!). Και τα μνημόνια έγιναν μνημόσυνα για τους δύστυχους αυτόχειρες εξαιτίας της εξαθλιωτικής λαίλαπας που έπληξε και πλήττει τη χώρα που κουμαντάρουν οι γραικύλοι νανοπολιτικοί! Να πώς η Ιστορία γίνεται καημός, να πώς η ευπειστία γίνεται αγχόνη, αλλά όχι για τους γραικύλους και τους εμπιστεύονται τα ηνία της χώρας μας! Γι’ αυτό, περιττό και ανώφελο είναι να στείλεις να ρωτήσεις την πυθία «γιατί εάλω η πόλις…». Αφού «εάλωσαν οι ψυχές», περιττό το Μαντείο! Μέσα σου ψάξε να βρεις τη λύση. Και προπαντός μακριά από τα Μαντεία! «Το ’χουν συνήθιο τους να ψεύδονται». Χωρίς αυτά θα βρεις το δρόμο. Μ’ αυτά, «χάσμα σεισμού» σε καρτερεί. Και μην πεις ποτέ πως δεν υπάρχει δρόμος! Όμως, «θέλει λαγού περπάτημα κι όχι σαν τη χελώνα…».