Η επιλογή των λέξεων της Ποντιακής διαλέκτου που εμφανίζονται στον τίτλο της σημερινής δημοσίευσης αντλήθηκαν από το ποίημα ‘’ η Καμπάνα του Πόντου ‘’ (απόσπασμα IV μέρους ) του Φίλωνα Κτενίδη.
Ποντιακά
Η ΚΑΜΠΑΝΑ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ (απόσπασμα IV μέρους )
Άεν Παύλον εκλείστεν κα, ο Ταύρον εγονάτσεν,
το Μετζήτ εχαμήλωσεν, ο Κασκαμπάς κα έρθεν,
και τα Καμένα τ’ έρημα στέκνε και αφουκρούνταν…
Αφουκρούνταν και θλίφκουνταν, και κλαίγνε, ούλ’ εντάμαν…
«Θέ μ’ δείξον μας την δύναμη Σ’!… Χριστέ μ’ ποίσον το θάμα Σ!
»Ποίσον με πετρένεν κρεμόν, άμον τ’ Αλογοστάρια,
»Ποίσον με πράσινον λειβάδ’ άμον τα Λειβαδία,
»Ποίσον με ασάλευτον ραχίν, άμον τον Άεν Παύλον.
»Να μη ‘πορώ και πορπατώ, ‘ς σον τόπο μ’ να ‘πομένω…
»Έχω κεπία απότιστα, αθέριστα χωράφια…
»Έχω πρόατ’ ανάλμεχτα, κι εγίδια να αλμέγω.
»Τα χτήνα μ’ θέλνε το πλυμίν, ροΐν θέλνε τ’ αρνόπα μ’!
»Τα σκυλία μ’ γουρνιάγουνταν και το μαλέζ’ περμένε…
»’Φήκα τα πόρτας ανοιχτά, πόρτας και παραθύρια
»Θ’ εμπαίν’ αέρας κι άνεμον και θα βζύν’ την καντήλαν
—————————————————————–
Νέα Ελληνικά
Η ΚΑΜΠΑΝΑ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ (απόσπασμα IV μέρους )
Ο Άγιος Παύλος έσκυψε κάτω,ο Ταύρος γονάτισε
το Μετζήτ χαμήλωσε, ο Κατσαμπάς δεν ήρθε
και τα καμένα,τα έρημα στέκουν και αφουγκράζονται
Αφουγκράζονται και λυπούνται και κλαίνε όλοι μαζί
Θεέ μου δείξε μας την δύναμη σου , Χριστέ μου κανε το θαύμα σου .
Κάνε με πέτρινο γκρεμό σαν τα Αλογοστάρια (τα πέτρινα αλώνια ? )*
Κανε μου πράσινο λιβάδι σαν τα λιβάδια
κανε με βουνό ασάλευτο σαν τον Άγιο Παύλο
να μην μπορώ να περπατώ στον τόπο μου να παραμείνω.
Έχω κήπους απότιστους , αθέριστα χωράφια
έχω πρόβατα που δεν αρμέχτηκαν και κατσίκια να αρμέξω
Οι αγελάδες μου θέλουν τα αποφάγια , ζουμί θέλουν τα αρνάκια μου
Τα σκυλιά ωρύονται και η αλευρόσουπα περιμένει
Άφησα τις πόρτες ανοιχτές, πόρτες και παράθυρα
Θα μπεί ο αέρας και ο άνεμος και θα σβήσει την καντήλα.
* Δυστυχώς στάθηκε αδύνατον να βρούμε στην βιβλιογραφία την ακριβή ερμηνεία της λέξης Αλογοστάρια . Πιθανολογούμε ότι είναι σύνθετη λέξη που προήλθε από τις Ποντιακές λέξεις Άλογον + Στάρι ή σιτάριν =το αποδώσαμε στην νεοελληνική γλώσσα ‘’Πέτρινα αλώνια ‘’
Στα Πέτρινα αλώνια παλιά μεταφερόταν τα δεμάτια με τα στάχια και τα άλογα κάνοντας κύκλους πάνω στα θερισμένα στάχια και σέρνοντας το ‘’τοκάν’’ ξεχώριζαν το σιτάρι ?
ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ
Αφουκρούνταν
Προέρχεται από την αρχαιοελληνική λέξη : ἐπακροάομαι / ἐπακροῶμαι
Ετυμολογία : αφουγκράζομαι < μεσαιωνική ελληνική αφουκρούμαι < αρχαία ελληνική ἐπακροάομαι / ἐπακροῶμαι
Απόδοση στην νεοελληνική διάλεκτο :προσέχω, για να ακούσω κάθε πιθανό ήχο
Συγγενικές λέξεις : αφούγκρασμα ,αφουγκραστής, αφουγκράστρα
*************************************************************
*
Πρόατ’
Προέρχεται από την αρχαιοελληνική λέξη : πρόβατον
Ετυμολογία : πρόβατο < αρχαία ελληνική πρόβατον < προβαίνω < προ + βαίνω
Απόδοση στην νεοελληνική διάλεκτο :Πρόβατα
Συγγενικές λέξεις προβατίσιο, προβιά.
*******************************************************************
Αλμέγω. Ανάλμεχτα,
Προέρχεται από την αρχαιοελληνική λέξη : αμέλγω.
Ετυμολογία : αρμέγω < μεσαιωνική ελληνική αρμέγω < αρχαία ελληνική ἀμέλγω
Απόδοση στην νεοελληνική διάλεκτο :Αρμέγω ,ανάρμεκτα
Συγγενικές λέξεις : Άρμεγμα , (λόγιο) αμέλγω
************************************************************
Γουρνιάγουνταν
Γουρνύουμαι-γουρνούμαι ( το ρήμα στην Ποντιακή ) ‘’Ακούω ούρνεμαν σκυλλί, κατς θ’αποθάνη’ (Ποντιακή ,φράση )
Προέρχεται από την αρχαιοελληνική λέξη : Ωρύομαι
Ετυμολογία : ὠρύομαι < συγγενή ρίζα με τα ἐρεύγομαι και ὀρυγή ὀρυμαγδός
Απόδοση στην νεοελληνική διάλεκτο : ,ωρύομαι ,ουρλιάζω, βρυχώμαι για σκυλιά και λύκους, αλλά και λεοντάρια ,θρηνώ γοερά ,με αντικείμενο: κλαίω για κάποιον γοερά
Συγγενικές λέξεις :ἐρεύγομαι, ὀρυγή , ὀρυμαγδός, ὠρυδόν ὠρυθμός
**************************************************************************
Μαλέζ
Προέρχεται από την αρχαιοελληνική λέξη : μάζα
Από την λέξη μάζα= χυμός
Ετυμολογία : Ετυμολογία μάζα < αρχαία ελληνική μᾶζα
Απόδοση στην νεοελληνική διάλεκτο :Αλευρόσουπα = νερό+αλεύρι
**************************************************************************
Πλυμίν
Προέρχεται από την αρχαιοελληνική λέξη : πλύνω
Ετυμολογία : πλύμα < αρχαία ελληνική πλύμα < αρχαία ελληνική πλύνω
πλύση <αρχ. πλύσις < πλύνω
Απόδοση στην νεοελληνική διάλεκτο :τα αποφάγια, υπολείμματα φαγητού,με αρκετή ποσότητα υγρών.
Συγγενικές λέξεις : Πλυμένος, Πλύντης ,πλυντήριον
*********************************