Αλέξανδρος Στ. Πολύζος
Αντί για το βουκέντρι, ο Αλέξανδρος Πολύζος, πήρε την «πένα» και σε δύσκολες συνθήκες, σε μια άνομβρη εποχή, έβαλε να οργώνει τα πετροχώματα με το σουβλερό υνί της ανυποχώρητης υποχρέωσης και την ακατάβλητη δύναμη των ακαταπόνητων υποζυγίων του!…
Όπως όλοι γνωρίζουμε, ότι ο κάματος του ξωμάχου για την άροση, μέσα στο λιοπύρι ήταν εξαντλητικός, μα δεν υπήρχε δυνατότητα απαλλαγής, γιατί σε καρτερούσαν οι αδήριτες ανάγκες, οι υποχρεώσεις που δεν έπαιρναν αναβολή! Και πόσο, αλήθεια, αυξανόταν αυτός ο κάματος σε μια άνομβρη εποχή!…
Ο Αλέξανδρος Πολύζος, δεν είναι ο ξωμάχος της υπαίθρου, αλλά ο καθηγητής φιλόλογος, ο καθηγητής της γλωσσικής διαμόρφωσης των νέων. Πήρε λοιπόν την πένα του και φυλάκισε στα δώματα της μνήμης, στους πάπυρους θα λέγαμε σαν κλασικοί μελετητές, στα βιβλία του όμορου παρελθόντος και στις σελίδες ηλεκτρονικής αποθήκευσης του παρόντος, το ιδιωματικό λεξιλόγιο των προγόνων του!.. Μια φυλακή, όμως προσβάσιμη απ όλους τους νοσταλγούς, αλλά και τους μελετητές. Μια φυλακή που αφήνει τις αποδράσεις των λέξεων στο σεργιάνι του παρόντος αλλά και του μέλλοντος.
Πιθαμή, πιθαμή ο ξωμάχος, λέξη, λέξη ο καθηγητής μας, συνέχισαν την επίπονη κοπιώδη τους προσπάθεια. Άνομβρος ο καιρός, δύσκολες οι συνθήκες. Συνθήκες, που δεν είναι όπως παλιά, που ανάβλυζε η παράδοση από τις ζείδωρες πηγές της και υπήρχε πλούσια ροή, που άρδευε τις συνειδήσεις και έδινε κλωνιά, στο δέντρο του γένους. Έτσι αντέξαμε στα χρόνια, θα έλεγε ο Μακρυγιάννης, μισή χιλιετηρίδα, της Οθωμανικής σκλαβιάς και θρέψαμε κορμό και θεριέψαμε και γίναμε λεύτεροι!.. Και όλα τούτα γιατί είχαμε την πίστη μας και τη γλώσσα μας, που μπορεί να άλλαζε από τόπο σε τόπο, ήτοι, κάθε τόπος και διάλεκτο, κάθε τόπος και ιδίωμα, κάθε τόπος και ξεχωριστό δοβλέτι, αλλά ήταν ένα ασφαλές καταφύγιο επικοινωνίας και εθνικού αυτοπροσδιορισμού και συνάμα ενωτικής αλληλεγγύης. Η γλώσσα, πέρα από τους πολυποίκιλους ιδιωματισμούς της, ομογενοποιούσε τότε!..
Οι παλιοί, που έφυγαν, πήραν μαζί τους και κάτι από την βαριά τους γλωσσική κληρονομιά, πήραν την φωνητική τους προφορά, γιατί, ως μη εύηχη, δεν βρήκε ζηλωτές κληρονόμους κι ως εκ τούτου γίναμε φτωχότεροι στους ιδιωματισμούς που είχαν ιδιοσυσταθεί, τα χρόνια τα παλιά, τα περασμένα. Έτσι το Ελλαδικό, το ποικιλόχρωμο χαλί των γλωσσικών ιδιωμάτων έγινε φτωχότερο και κινδυνεύει να μείνει με ένα μόνο λουλούδι, αυτό της Δημοτικής Γλώσσας. Αυτής της γλώσσας, που ακούς σχεδόν πανομοιότυπα σ όλη την ελλαδική επικράτεια, ήτοι, ως η εκτατική μονοκαλλιέργεια, που επιβάλουν η τεχνολογία, το επίσημο κράτος και η αγορά!
Η απώλεια του ιδιώματος δεν είναι παρά η συρρίκνωση της γλώσσας και η εξαφάνιση ενός σημαντικού μέρους της πολιτισμικής μας κληρονομιάς.
Το γλωσσικό ιδίωμα, η ντοπιολαλιά, θα λέγαμε, απερίφραστα, πως συναποτελεί το γλωσσικό μας πλούτο και εκφράζει την ιδιαίτερη ταυτότητά μας!
Σ αυτό το αρνητικό περιβάλλον και σ αυτές τις δύσκολες συνθήκες, με ανυποχώρητη την υποχρέωση απέναντι στη μνήμη των προγόνων και στην υποχρέωση προσέγγισης της ιδιωματικής λαλιάς για τους νέους που έπονται, που ακολουθούν, με μια εσωτερική δύναμη, ως τα υποζύγια του ξωμάχου, έκανε βιβλίο, την έρευνα, την καταγραφή των λέξεων και τη λεκτική προφορά, της ιδιαίτερης πατρίδας του, ο εμβριθείς φιλόλογος και λαογράφος μας από το Κοσμάτι Γρεβενών. Κατέγραψε και εκτύπωσε ένα ιδιωματικό λεξιλόγιο, που είναι, με ανεπαίσθητες διαφοροποιήσεις το ίδιο σχεδόν σ όλα τα Γρεβενοχώρια.
Θα παραθέσω ορισμένες εκφράσεις μέσα από την προλογική κατάθεση του βιβλίου, που είναι ενδεικτικές, και φανερώνουν, πέρα από την επιστημονική τεκμηρίωση, την συναισθηματική φόρτιση του συγγραφέα, που τον οδήγησε στην ανάγκη διατήρησης, έστω και μουσειακά του λεξιλογίου επικοινωνίας των προηγούμενων γενεών στο Κοσμάτι Γρεβενών.
«Η γλώσσα αυτή βέβαια είναι η μητρική μου και έχω μια βιωματική σχέση και μια λειτουργική γνώση»
«Έψαχνα να βρω τις λέξεις στις χωματερές της μνήμης».
«Η γλώσσα είναι ένας ζωντανός οργανισμός και το νόημα της κάθε λέξης από στόμα σε στόμα διαφέρει»
Η μνήμη πλέον δεν είναι ενδημική, είναι αποδημητική, ως η χελιδόνα, και μας έρχεται κάθε φορά που ανεβαίνει ο πυρετός της νοσταλγίας και ο φόβος της αλλοτρίωσης και της απώλειας και ακόμη φωλεύει και ακόμη αναπαράγεται και ξαναεπιστρέφει, έστω και ξεθωριασμένη, δένοντας τη συνέχεια της πολιτισμικής μας ιδιαιτερότητας, γιατί όπως έλεγε και ο ποιητή μας, Γεώργιος Σεφέρης: «Σβήνοντας κανείς ένα κομμάτι από το παρελθόν είναι σαν να σβήνει ένα αντίστοιχο κομμάτι από το μέλλον». Κι όπως θα ψάλλει ο λαός μας: «Λαός χωρίς παράδοση σαν το καράβι μοιάζει , που το κύμα αδυσώπητα χτυπά και το βουλιάζει».
Χτίζονται καθημερινά αναχώματα, όπως αυτό το βιβλίο της ντοπιολαλιάς του αποδεκατισμένου μικρού Κοσματίου των Γρεβενών, απέναντι στο χωνευτήρι του χρόνου που απειλεί την εθνική μας ταυτότητα και τον πολιτισμό μας. Δεν θέλουμε να γίνουμε ένας λαός των Μουσείων.
Τα ασπροκέντια της γιαγιάς δεν τα αλλάζουμε με τα πλαστικά σταμπωτά της μαζικής παραγωγής!…
Εύχομαι στο βιβλίο να είναι καλοτάξιδο στο χώρο των γλωσσολόγων ερευνητών και στην αυτοδιοικητική ηγεσία για να συμβάλλουν με την μελέτη και τη θεατροποίηση, ώστε να επιμηκυνθεί ο χρόνος ζωής των ιδιωμάτων.. Καθώς και στον φίλο συγγραφέα, πολλά χρόνια ζωής για να μας δώσει παρόμοια πολύτιμα έργα!
Σίμος Ζαγκανίκας