Δεν ξέρω αν μου έμεινε κουσούρι από όταν μετέφρασα στα Ελληνικά την “Κατάρα των Μπάσκερβιλ,” κι όχι “Το Σκυλί των Μπάσκερβιλ” όπως έχουν πει άλλοι, του Άρθουρ Κόναν Ντόιλ, αλλά όποτε ακούω ειδήσεις ποινικού περιεχομένου τις αναλύω με λογική ανάλογη με εκείνη του Σέρλοκ Χολμς. Ίσως επειδή δεν είμαι καλός ντετέκτιβ να καταλήγω σε περίεργα συμπεράσματα. Ή απλώς, ίσως να φταίει για τα εσφαλμένα πορίσματά μου το πως παρακολουθώ Σκάι, την κορωνίδα της σύγχρονης Ελληνικής δημοσιογραφίας. Το εννοώ αυτό που γράφω που σημαίνει αν το Σκάι αντιπροσωπεύει το καλύτερο, το χειρότερο του είδους θα πρέπει να ξεπέφτει πιο χαμηλά και από το ναδίρ του κάτω κόσμου. Εξάλλου, με ψυχαγωγούν τα μαργαριτάρια του Πορτοσάλτε που δεν παύουν να ανταγωνίζονται την καλπάζουσα φαντασία μου. Το τερπνό μετά του τερπνού δηλαδή.
Και έτσι, στο βραδινό δελτίο του, παρακολούθησα χτες το βίντεο που είχε καταγραφεί στο τηλέφωνο ιδιώτη την ώρα που τραίνο εκινείτο στο σταθμό του μετρό της Ομόνοιας και δυο νεαροί ξυλοκοπούσαν σταθμάρχη.
Πρώτα από όλα, δεν μιλάμε για ύποπτους για να καλύπτει το πρόσωπο τους το Σκάι. Γιατί αν θα έπρεπε να κρύβονταν τα πρόσωπα όλων, τηλεοπτικοί σταθμοί δεν θα μπορούσαν να κάνουν ρεπορτάζ στον δρόμο εν μέσω περαστικών. Αδιαμφισβήτητα η πράξη είχε ποινική υπόσταση και κάποιοι είναι ένοχοι. “Καλή τη πίστη” πρόσωπα κακοποιών ή και υπόπτων που καταγράφονται κατά την διάρκεια των κολάσιμων πράξεων τους θα πρέπει να κοινοποιούνται για να προφυλάγονται από αυτούς και οι συμπολίτες μας που κινδυνεύουν όσο οι αρχές δεν προβαίνουν σε συλλήψεις.
Δεύτερον, ήδη ελληνικά δικαστήρια έχουν αποφανθεί πως αν κάποιος έχει αναρτήσει στο διαδίκτυο ακόμη και προσωπικά δεδομένα, τότε αυτά τα δεδομένα που εκτίθενται δημόσια παύουν να προστατεύονται από τον νόμο ως μυστικά. Είναι παράδοξο να υπάρχουν αυτές οι δικαστικές αποφάσεις από την μια, και από την άλλη να εξακολουθούν να καλύπτονται πρόσωπα δραστών εν μέσω αξιόποινης πράξης που διαδραματίζεται δημόσια.
Και τρίτο, διεθνώς οι απαγορεύσεις μαγνητοσκοπήσεων έχουν στόχο την προστασία των συνταγματικών και πολιτικών δικαιωμάτων των κατοίκων μιας χώρας από τις ίδιες τις αρχές της χώρας κι όχι από άλλους πολίτες που καταγράφουν εγκλήματα (υπάρχει και μια πρόσφατη αναφορά τής Επιτρόπου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Συμβουλίου της Ευρώπης Ντούνια Μιλατόβιτς σχετικά με το δικαίωμα του να καταγράφουν οι πολίτες πράξεις βίας: “The use of recorded images… should be limited to circumstances in which criminal offences have clearly been committed,” δηλαδή η χρήση των μαγνητοσκοπημένων εικόνων θα πρέπει να περιορίζεται στις περιπτώσεις όπου αξιόποινες πράξεις έχουν ξεκάθαρα διαδραματισθεί και δεν υπάρχει περίπτωση ο ξυλοδαρμός ατόμου πεσμένο στο έδαφος να αποτελεί έννομη πράξη, αρά δείξτε τα πρόσωπά τους ελεύθερα). Άσε που στην Ελλάδα οι διεθνείς συμφωνίες της χώρας απαιτούν την μαγνητοσκόπηση καταθέσεων και οι ανακριτικές αρχές αρνούνται να το πραγματοποιήσουν για δεκαετίες, υποκαθιστώντας αυτές αποκλειστικά με ενυπόγραφες δηλώσεις, αντίτυπα των οποίων δεν παρέχουν στα άτομα από τα οποία τις λαμβάνουν.
Αλλά πέρα από αυτά τα αδιαμφισβήτητα δεδομένα, το αφήγημα του ξυλοδαρμού σε όλα τα ΜΜΕ δημιουργεί ερωτηματικά. Ο δημοσιογράφος του Σκάι μας διαβεβαίωσε πως οι δράστες ήταν Έλληνες επειδή μιλούσαν καλά την γλώσσα μας, εκτός κι αν επρόκειτο για αλλοδαπούς που ζούσαν για πολλά χρόνια στην χώρα μας και έτσι εξηγούντο τα καλά Ελληνικά τους. Εδώ μιλάμε για δημοσιογραφία που θα προταθεί για βραβείο Πούλιτζερ σίγουρα. Απορώ πως του διέφυγε να συλλαβίσει και την λέξη “ΡΑ-ΤΣΙ-ΣΜΟΣ” στην διάρκεια του ρεπορτάζ του.
Σύμφωνα με το αφήγημα, ένας “σταθμάρχης” επιβαίνει σε τραίνο. Ο σταθμάρχης δεν είναι ο οδηγός του τραίνου, το οποίο μπορεί να κατευθύνει σε προκαθορισμένες ράγες ακόμη και ένας πίθηκος εκπαιδευμένος επαρκώς στο να ανεβοκατεβάζει 4-5 διακόπτες. Παρατηρεί επιβάτες που δεν φοράνε μάσκα και ένας από αυτούς έχει απλώσει τις αρίδες του σε διπλανή θέση. Στην πόλη της Νέας Υόρκης το δεύτερο λέγεται “μαν-σπρέντινγκ” και σηκώνει πρόστιμο αν και σπάνια εφαρμόζεται (οι γυναίκες δεν κάνουν “γούμαν-σπρέντινγκ” λόγων των ενδυμάτων τους προφανώς). Ο στόχος του προστίμου για τους επιβάτες που καταλαμβάνουν περισσότερο από μια θέση είναι να τους ευαισθητοποιεί για τις ανάγκες των συνανθρώπων τους. Υποθέτω πως δεν υπάρχει καμιά ανάλογη νομοθεσία στην Ελλάδα, αλλά να μια ευκαιρία για επιπλέον πρόστιμο για όσους Βουλευτές και Υπουργούς ψάχνουν για δικαιολογίες. Βέβαια, στην προκειμένη περίπτωση δεν φαίνεται να υπάρχει θέμα με τα πόδια του νεαρού μια και λόγω του Κόβιντ 19, οι διπλανές θέσεις σε ΜΜΣ παραμένουν πάντοτε αδειανές προς το παρών.
Όμως εδώ καταγράφονται κι άλλα έκτροπα. Πρώτον, ο σταθμάρχης είχε 600 Ευρώ λόγο και υποχρέωση να καλέσει την αστυνομία, ή την ασφάλεια που υποτίθεται πως βρίσκεται στους σταθμούς για να επιβάλλουν τα δέοντα πρόστιμα της μάσκας στους νεαρούς, ή ακόμη και να τους προσάγουν στο πλησιέστερο αστυνομικό τμήμα. Το κράτος θα επωφελείτο τουλάχιστον 600 Ευρώ. Θα μπορούσε ακόμη να τραβήξει κάποια βαλβίδα ή μοχλό ασφαλείας που υποτίθεται πως υπάρχει σε τραίνα για να σταματούν, να επενέβαιναν οι αρχές και να επέβαλαν την τάξη. Αυτές οι θεμιτές διαδικασίες δεν ακολουθήθηκαν.
Αντί αυτού, ο σταθμάρχης φαίνεται πως πήρε τον νόμο στα χέρια του. Ρώτησε αν ο νεαρός ανέβαζε τα πόδια του σε καθιστικά στο σπίτι του, που είμαι σίγουρος πως το κάνει και ο σταθμάρχης επειδή όλοι το κάνουμε στα σπίτια μας. Ανόητη ερώτηση. Να υποθέσω πως τότε ο άλλος παρεξηγήθηκε επειδή θεώρησε πως ο σταθμάρχης έβρισε το σπίτι του, άρα και την μάνατου; Κατ’ ομολογία του θύματος, ακολουθεί διαπληκτισμός σε βαθμό που ο σταθμάρχης δεν κατεβαίνει στην στάση του, άλλα στην επόμενη καθώς συνεχίζει να διαπληκτίζεται με τους επιβάτες (αυτό συνεπάγεται από ότι είπε ο σταθμάρχης). Δικαιολογείται δε για την παράκαμψη της στάσης του με το ότι φοβόταν μήπως οι επιβάτες είχαν μαχαίρι, γιατί ασφαλώς μόνο όσοι οπλοφορούν ακουμπούν τα πόδια τους πάνω σε καθίσματα, χώρια που στο σταθμό Ομονοίας δεν κατεβαίνουν μαχαιροβγάλτες ποτέ σύμφωνα με την εκδοχή του σταθμάρχη.
Τελικά και οι τρεις τους καθυστερούν, όπως φαίνεται από το μαγνητοσκοπημένο υλικό, και καταλήγουν στην πλατφόρμα της Ομόνοιας μόνοι, όταν πια οι άλλοι επιβάτες έχουν απομακρυνθεί όπου ευτυχώς δεν σκοτώθηκαν μεταξύ τους. Κατά την ταπεινή αλλά λογική γνώμη μου, μάλλον όλα ξεκίνησαν με κοκορομαχία που εκτροχιάστηκε. Οι νεαροί είναι ένοχοι ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΑΣΚΑ, αλλά θα πρέπει να γίνει και διοικητική εξέταση για το αν ο σταθμάρχης ακολούθησε αυτά που προέβλεπαν οι διατάξεις της υπηρεσίας καθώς και αν υπήρχε αξιόποινη πράξη την οποία θα έπρεπε να είχε καταγγείλει επί τόπου, όπως απαιτούν νόμοι σαν το Άρθρο 38(2) του νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (Ν. 4620/2019, “Οι υπόλοιποι δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και εκείνοι στους οποίους ανατέθηκε προσωρινά δημόσια υπηρεσία, έχουν την ίδια υποχρέωση για τις αξιόποινες πράξεις της παρ. 1, αν πληροφορήθηκαν γι’ αυτές κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους”).
Και για να υπερασπιστώ και τον σταθμάρχη, έχω μια απορία από το καλοκαίρι του 2018 όταν είχα καταστεί μάρτυρας ανάλογου επεισοδίου. Το τραίνο στο οποίο επέβαινα προς Πειραιά, μεστό από επιβάτες, αρκετοί από τους οποίους ήταν οι θερινοί φιλοξενούμενοι μας, είχε σταματήσει για μερικά λεπτά σε σταθμό καθώς ακούσαμε γυναικείες κραυγές από την πλατφόρμα. Ορισμένοι βγήκαμε από τα βαγόνια και πλησιάσαμε έναν γεροδεμένο νεαρό με την μύτη του να στάζει αίμα που προσπαθούσε να κρατήσει με τα χέρια του δυο νεαρές οι οποίες τραβούσαν και ένα νήπιο το οποίο έσκουζε. Η πρώτη μου σκέψη ήταν πως επρόκειτο για επεισόδιο ενδοοικογενειακής βίας, για τα οποία η αστυνομία συνήθως αδιαφορεί πιθανόν από εσφαλμένη εφαρμογή του κώδικά τους (ΠΔ 141/1991, Άρθρο 74(15)(ε), ο αστυνομικός “αποφεύγει την επέμβαση σε μικροδιενεύξεις ιδιωτικής φύσης που δεν φέρουν ποινικό χαρακτήρα”). Όμως, οι πρώτες εντυπώσεις μπορεί να είναι εσφαλμένες. Και ήταν. Οι δυο νεαρές μόλις είχαν ξαφρίσει το πορτοφόλι Αυστριακού φιλοξενούμενού μας που επέβαινε στον συρμό με την οικογένεια του, ο νεαρός είχε αποπειραθεί να τις σταματήσει και την μύτη του του την είχε ανοίξει άλλος νεαρός οποίος είχε επέμβει βάση των ίδιων εσφαλμένων εντυπώσεων που είχα κι εγώ. Ο δεύτερος νεαρός ντροπιασμένος κατέληξε να ζητά συγνώμη για την δικιά του αξιόποινη συμπεριφορά. Τουλάχιστον ζήτησε συγνώμη.
Αλλά, καθώς το όλο περιστατικό διήρκησε 7-8 λεπτά, η άμεσος δράση που ήταν; Όπου ήταν και στον ξυλοδαρμό ή στην κοκορομαχία του σταθμάρχη: πουθενά. Το τρένο συνέχισε την διαδρομή του όπως πριν, αφότου οι θηλυκοί δράστες είχαν διαφύγει.
Αξιόποινες πράξεις σε μέσα συγκοινωνίας καταγράφονται διαρκώς. Για παράδειγμα, πριν από λίγο καιρό επιβάτης διέφυγε από τραίνο αφού έφτυσε συνεπιβάτη που του ζήτησε να φορέσει μάσκα καταστρέφοντας και παράθυρο του βαγονιού του (καταγγελία της κυρίας Αμαρυσίας Σιγάλα Παρασκευοπούλου στον ΑΝΤ1, 2020). Η βια στα ΜΜΣ είναι έγκλημα το οποίο μαστίζει αστικά κέντρα.
Η πραγματική είδηση είναι πως φαίνεται ότι υπάρχει έλλειψη ενιαίου πρωτοκόλλου για την αντιμετώπιση αξιόποινων πράξεων από τους εργαζόμενους των μέσων συγκοινωνίας, αδιαφορία της άμεσου δράσης και τέλος καμιά απολύτως ενημέρωση του κοινού για το πως να αντιδρά όταν γίνεται μάρτυρας ύποπτων επεισοδίων. Μαγνητοσκοπήσεις ξυλοδαρμών και αναφορές σε Έλληνες ή μη δράστες δεν αρκούν. Χρειάζεται κάτι παραπάνω. Χρειάζεται μια εκστρατεία ενημέρωσης καθώς και πρόστιμα ή ποινές που θα ξεκινούν από μαν-σπρέντιγκ μέχρι και για οπλοκατοχή σε ΜΜΣ. Η Βουλή θα πρέπει να αναθέτει στις επιτροπές της τακτικά την σύνταξη εκθέσεων εμπειρογνωμόνων για ανάλογα νομοσχέδια στις συγκοινωνίες λόγω του ότι αποτελούμε πόλο έλξης φιλοξενούμενων και επιβάλλεται να παρέχουμε άψογη μετακίνηση σε όλους. Πρόκειται για θέμα ασφάλειας του επιβατικού κοινού και επιβάλλεται να αντιμετωπιστεί με σοβαρότητα προτού ο κόσμος αρχίσει να σκοτώνεται σε αποβάθρες καθημερινά.
Σημείωση: Σύμφωνα με τις τελευταίες ειδήσεις, η κυβέρνηση εξετάζει πια το πως μπορεί να γίνεται καλύτερα η επιτήρηση των συγκοινωνιών. Ας ελπίσουμε πως σύντομα θα υπάρξουν ουσιαστικά μέτρα για την ασφάλεια των πολιτών.