Γράφει ο Παναγιώτης Κωστόπουλος
Νο7
Τσιότσιους; Πως γιλάσκα ιγώ ρε ετσιαϊας; Δεν καταπινα καλύτιρα ένα μαγκάλ’ κάρβουνα παρα να ουμιλήσου στ συμφουνή μι τ’ αυτά τα γκαφάλια πτου Ντριάνουβου; Αυτοί ίνι ζουρλότιρ πτα μαρούλια, άσι όλ οι Ντριανουβνοί μι τν τιουλτιούκου στν αμπασκάλη ινιούντι κι τούξιρα. Που τς βρήκα ιτούτνους ρέεεε..καλά μι φάγκιν ότι μίρθαν κι ζουρλοί κι γραδουμέν’ . Υάλτζαν κι παρλάτζαν τα φυλτζιάνια τς αλλά να φανταστώ ότι ήταν απ’ τ΄ζούρλα κι απ’ τ’ μουραμάρα κι όχ απ’ του πιουτί. Καλά ήρθιν κι μίπιν στου μαγαζίμ, του μκρό του πιδίμ ότι αυτοί δε δλέβν καντικάν..μόνι ου ένας ουρλιέτι κάπου κάπου ΑΛΟ ΜΠΟΪ κι ου άλλους φουρλάχν τς πέλις σιακάτ κι κουρών, κύστιρα χίρσαν ν’ απουπιάνουντι κι να κρούουντι. Πάει – πάει καταστράφκα…καλύτιρα νάπιρνα προυσουπικό έστου απ του Μιλδόν (ενακένας σκέφτιτι τα πστρόφια)-ωρε αστόησα, απού ποιο Μιλδόν’; , του Μιλδόν έχ μόνι δυό κάτοικ’, τουν παπα κι μια μπάμπου ουπάν που ινινινταέξ, κι ου παπάς΄ίνι ντιπ μιθούκας, φλάγ μόνι κατι κεί κι ρουφκαλνάει αράδα τιουλτιούκις γιατί καρτιράει να χιριτίσει, να τς καμαρώσ’ η μπάμπου κι να τν παραχώσ’ γιατί μόνι έτς τουν δίν μιταθισ’ για του Βρατίν’. Άσι τουν τσάκουσιν ου προυτουσύγγιλους π’ τν έδουκιν όλ τ’ μιταλαβιά αντάμα κι καΐπιουσιν του αντίδουρου για νανι νηστκιά κι να τ’ μιθίσ’ θάρουμ καταφέρ κι τ γκριώσ’ (έτς έδειξιν η ανάκρισ’) γιατί ήταν νταβραντζμένη κι τουν έβανιν κάτ’. Ου δε παπάς φρίχκιν κόμα παραπάν κι ρουφκαλνούσι παραφύσις πλιότιρου γιατι μια μέρα στν ιξουμουλόγησ’, π γένουνταν στου μισουχώρ στου Μιλδόν’ ,(δεν ήταν καγκάνας άλλους ν’ ακούει μόνι εξ σπουρίτια κι δυό τσουτσουλιάν’ , ιννιά χιλδόνις, ένας αϊρουγάμς κι μια δικουχτούρα, του γουμάρ τ παπά κι του σκλί τς μπάμπους.Όλα αυτάϊα τά χιν ουρμημέψ ου παπάς να μη βγάν λόϊα παραόξου), στν ιξουμουλόγησ’ λοιπόν τουν ίπιν « άϊντι γειά μας κι για τ χρόν κι για τν παραχρόν κι για ματαχρόν, κι να ξέρς ιγώ έφκιασα συνουή μι παραπάν κι ως τα 127 έχουμε ακόμα». Αντάμα μι τ’ αυτό ου παπάς τν ίδειν να βάν τιουλτιούκου στου στόμα τς να τν πλιακαλνάει κι ύστιρα να τ’ φτάει. Όταν τ’ ρώτσιν η μπάμπου τουν ίπιν ότι έχ πουνίδια στ ζιαντούρις ..κι αναγκάσκιν πουλιόμσιν τ μασέλα γιατί έβγαλιν τρία κινούργια δόντια σα γιντσιάρκ!!! Ου παπάς παραλάχκιν κόμα παραπάν..κι κόντιψι να λιγουθμίσ’ γιατί γκλιουκάτσιν όλ’ τ’ ντραματζάνα μουνουκουπανιά. Όχ’ απ του Μιλδόν ρε..μπιρδευκα κι τούπα . Αίντι έχ κι κιραμδάδις κι στου Κουντσκό..αλλά που να πάρς ρε απ τι κεί ..ικείν κάθι πέλα π χπουν , σνάζν κιαπού μια μπότσα τιουλτιούκου ου καθένας, δεν τς φτάν για ένα τσιατι τρία βαένια τιουλτιούκου κι δικάξ κράσου. Πώς να βγείς μι τιαφνούς ..δε γένιτι
Τν ώρα πτα λέει αυτά χιρνάει η φουρτούνα κι ένας μπουμπούναρους κόμα τρανύτιρους..Ου Τσιότσιους γριντώνιτι καταΐ κι φουνάζ:
Τσιότσιους: Πάει μι κατάστριψιν του ΑΛΟ ΜΠΟΪ απ’ τα Ντριανουβνά τα γκαφάλια..πάει..σβήνου ..χάνουμι
Που μέσα πτου σπίτ κριμαζμένους στ γριντιά ακούϊτι ου Νάσιους να λέει
Νάσιους: Άϊντι ρε πιδιάτι.. μ’ ακούει καένας τς ουρθιάς ρε; ΑΛΟ ΜΠΟΪ.. ξικρέμναμέτι ρε απ τ’ γριντιά..κατουρήθκα..αν αδειάσου θα πλημιρίστι..αλλιώτκα πάει..σβήνου..χάνουμι
Παραπέρα ου Μήτσιους πιαλάει να προυφτάσ’ του λιουφουρείου τς Καστουριάς για να σταματήσ’ στου λατουμείου κι να πάει τουν κουσιό στου Ντριάνουβου. Απ τ’ γιρί τ φουρτούνα δεν του προυφτέν. Πέφτ’ γρέντα καταΐς κι λέει
Μήτσιους: Ακους ικεί τι μέφκιασιν ου Γκαντιαφίκας μι του ΑΛΟ ΜΠΟΪ… μι κατάστριψιν τ’ ζουήμ στου Μπουγατσκό… πάει..σβήνου …χάνουμι
ΥΓ (πτου συγγραφέα):
- Ου Τσιότσιους γριντώθκιν κατάΐς, Ου Νάσιους απουκριμάσκιν απου τ γριντιά κι Ου Μήτσιους τιντώθκιν γρέντα. ¨Όλ όμους …πάει έσβσαν..χάθκαν. Αυτάϊα ρε ισείς ικείια σιακάτ’ τα λέτι ποιητική αδεία, έμιτρου λόγου, αμιτρ ποίησ’, ιαμβικό δικαπιντασύλλαβου. Ιμείς ιδώϊα στου Ντριάνουβου του λέμι ετσιαϊας απλά: Ντριανουβνά Μπέτια, Χαμπάρια κι Κασμέρια ..για μουλουγμό
- Όϊ Μπουγατσιώτις; Αδουκίθκιτι πόταβ ιθνικότητα ίνι ου συγγραφεύς ή αστόϊσιτι; Ξέρτι ότι ίνι γέννημα θρέμμα πιρίφανους Ντριανουβνός; Γκαργκαλιέστι τωραϊας ιπιδί θαρίτι ότι ίμαστι οι μσοί ζουρλοί κι οι άλλ μσόχαζ; Μην ανησηχάτι..έρχιτι κι η αράδα σας. Σας ιτοιμάζου κάμπουσου γυρό χατά..
ΙΔΩΪΑ ΜΠΙΤΙΖ
ΝΑ ΕΙΣΤΕ ΟΛΟΙ ΚΑΛΑ