Σάββατο, 6 Δεκεμβρίου, 2025

Οι ελληνικές παροικίες των εμπόρων τον 170 και 180 αιώνα σε Σερβία, Κροατία, Β. Μακεδονία, Ιταλία, Αυστρία, Γερμανία. Σταύρου Καπλάνογλου*

0 comment 26 minutes read

Οι ελληνικές παροικίες των εμπόρων τον 170 και 180 αιώνα σε Σερβία, Κροατία, Β. Μακεδονία, Ιταλία, Αυστρία, Γερμανία. Σταύρου Καπλάνογλου*

* Συγγραφέα – Ιστορικού ερευνητή

Συνεχίζοντας την αναφορά μας για την ιστορία της Κοζάνης στον 17ο και τον 18ο αιώνα και το οικονομικό θαύμα που πέτυχαν εκείνη ην εποχή διεισδύοντας έμποροι μιας άσημης πόλης στις αγορές της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης αλλά και των Βορείων Βαλκανίων , δώσαμε του λογούς που κατά την άποψη μας αυτή η προσπάθεια πέτυχε.
Στην σημερινή και την επόμενη δημοσίευση θα δώσουμε πληροφορίες για κάποια απο τα μέρη που η παρουσία των Κοζανιτών αλλά και των άλλων Δυτικομακεδόνων ήταν εμφανέστατη με την δημιουργία σε εκείνα τα μέρη αξιόλογων παροικιών Ελλήνων .
Το περιβάλλον στο οποίο έζησαν οι Έλληνες, και ιδιαίτερα οι Κοζανίτες, εκείνη την εποχή ήταν στοιχείο του πολιτισμού τους, του τρόπου ζωής τους, και μπόρεσαν, χάρη στην εμπορική τους οξυδέρκεια, καθώς και στην παιδεία που έλαβαν σε αυτά τα μέρη, να μετακομίσουν στην συνέχεια στην κατεχόμενη από τους Οθωμανούς μικρή πόλη της Κοζάνης και να της δώσουν ένα Ευρωπαϊκό πρόσωπο, ένα πρόσωπο που τους επέτρεπε να κινούνται με σιγουριά σε όλη την Ευρώπη χωρίς κανένα αίσθημα κατωτερότητας.
ΠΑΡΟΙΚΙΕΣ ΣΤΗΝ ΣΕΡΒΙΑ -ΚΡΟΑΤΙΑ -ΒΟΡΕΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
Οι Έλληνες έμποροι ανάμεσα τους και Κοζανίτες έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο εμπόριο στις περιοχές της σημερινής Σερβίας και Κροατίας κατά τον 17ο και 18ο αιώνα, ειδικά εντός της Μοναρχίας των Αψβούργων, όπου ίδρυσαν κομπανίες ( εμπορικές ενώσεις ) που αποτελούσαν τη βάση των κοινοτήτων τους. Οργάνωση και επιχειρήσεις
Τα μέλη των κομπανιών ήταν υπήκοοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στα οποία επιτρεπόταν να δραστηριοποιούνται σε ορισμένες πόλεις των Αψβούργων με ειδικά προνόμια.
Λάμβαναν σημαντικά προνόμια από τους αυτοκράτορες των Αψβούργων, τα οποία τους επέτρεπαν αυτοδιοίκηση, την ίδρυση εκκλησιών και σχολείων και φορολογικές ελαφρύνσεις.
Για την μετάβαση τους, οι περισσότεροι έμποροι από τη δυτική Μακεδονία ακολουθούσαν μία διακλάδωση του δρόμου αυτού που ξεκινούσε από τη Νίσσα και κατευθυνόταν νότια ακολουθώντας την κοιλάδα του Μοράβα
Τα κέντρα εγκατάστασης των Ελλήνων παροίκων στις περιοχές αυτές ήταν πολυάριθμα
. Στις καθαρά σερβικές επαρχίες οι Έλληνες εγκαταστάθηκαν στις πόλεις Νίσσα (Nis), Κραγκούγιεβατς (Kragujevac), Κρούσεβατς (Krusevac), Βάλιεβο (Valjevo), Ποζάρεβατς (Pozarevac), Σμεντέρεβο (Smederevo), Βελιγράδι (Beograd), Σάμπατς (Sabac)
Στις περιοχές που τέθηκαν μετά το 1718 υπό αυστριακή κυριαρχία Έλληνες συναντάμε στο Σεμλίνο (Zemun), στη Μιτροβίτσα (Mitrovica), στο Βούκοβαρ (Vukovar), στο Κάρλοβιτς (Sremski Karlovci), στις πόλεις Πάντζεβο (Pancevo) και Βέρσατς (Vrsac) που ανήκουν στην επαρχία Μπανάτου και στο Σλαβόνσκι Μπροντ (Slavonski Brod), Κάρλοβατς (Karlovac), Οσιγιέκ (Osijek) και Ζάγκρεμπ (Zagreb) που ανήκουν στην περιοχή της Κροατίας.
Σε αυτές τις πόλεις αλλά και σε άλλες υπήρχαν μεγάλες και ισχυρές επιχειρήσεις Κοζανιτων εμπόρων
Όλες αυτές οι ελληνικές παροικίες, με ιδιαίτερα σημαντικές του Βελιγραδίου και του Σεμλίνου, άκμασαν καθ’ όλη τη διάρκεια του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα, ενώ από το 1840 και εξής άρχισαν να παρακμάζουν, όπως και οι υπόλοιπες εστίες του ελληνισμού της διασποράς.
ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΕΜΠΟΡΩΝ
Οι συχνότερα απαντώμενες πόλεις προέλευσης των παροίκων ήταν οι: Κοζάνη, Σιάτιστα, Βλάστη, Κλεισούρα, Σέλιτσα ενώ στο Βελιγράδι, ειδικότερα, συναντά κανείς Έλληνες και από την Αδριανούπολη, τη Θεσσαλονίκη, τα Ιωάννινα, τις Σέρρες, την Κατράνιτσα, την Καστοριά, το Βελβεντό, το Μπλάτσι, τη Μοσχόπολη και το Μελένοικο.
Τα σημαντικότερα κέντρα της δραστηριότητάς τους βρίσκονταν κατά μήκος των εμπορικών δρόμων μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της κεντρικής Ευρώπης:
ΠΑΡΟΙΚΙΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
1. ΣΕΡΒΙΑ
===== ΤΟ ΣΕΜΛΙΝΟ (ΖΕΜΟΥΝ) =====
Το Σεμλίνο (Ζέμουν) είναι μια πόλη της Σερβίας, σήμερα προάστιο του Βελιγραδίου, που βρίσκεται στις όχθες του Δούναβη
. Είναι γνωστό για την αυστροουγγρική αρχιτεκτονική του, με στενά δρομάκια και πλακόστρωτα, που διασώζεται σε αρκετά σημεία, παρά την πρόσφατη αστική επέκταση του Βελιγραδίου.
Αναπτύχθηκε ανεξάρτητα από το Βελιγράδι, αλλά πλέον αποτελεί έναν από τους 17 δήμους της πρωτεύουσας της Σερβίας.Διατηρεί την αισθητική και την αρχιτεκτονική της αυστροουγγρικής περιόδου, μέχρι το 1918.
Στο Ζέμουν (το οποίο βρισκόταν υπό τον έλεγχο των Αψβούργων),
Υπήρξε σημαντικό κέντρο ελληνικής παροικίας όπου οι Ελληνες ίδρυσαν μια κομπανία εμπόρων για την εισαγωγή εμπορευμάτων), μέσω της οποίας διεξαγόταν ένα σημαντικό μέρος του εμπορίου.
Ασχολούνταν με τόσο με το χονδρικό όσο και το λιανικό εμπόριο.
Οι δραστηριότητές τους περιλάμβαναν το εμπόριο ζώων , υφασμάτων, μπαχαρικών, αποικιακών αγαθών και σιδήρου. Το ελληνικό σχολείο του Σεμλίνου (Zemun), που ιδρύθηκε στα 1794 μετά από μία έντονη διένεξη μεταξύ Ελλήνων και Σέρβων, ονομάστηκε “Ελληνομουσείο ανακαινίστηκε το 1877.
Ο πρώτος ορθόδοξος ναός ιδρύθηκε στο Σεμλίνο και αφιερώθηκε στον ‘Αγιο Νικόλαο. Η ανέγερσή του άρχισε στα 1745 και αποπερατώθηκε στα 1752. Λίγο αργότερα, στα 1780 ιδρύθηκε και δεύτερος ορθόδοξος ναός στην πόλη αφιερωμένος στη Γέννηση της Θεοτόκου. Τέλος, ο έλληνας απόδημος Θεόδωρος Αποστόλου χρηματοδότησε εξ ολοκλήρου την ανέγερση του παρεκκλησίου των Αρχαγγέλων
Οι Έλληνες του Σεμλίνου ήταν, επίσης, ενήμεροι για τη δράση του Ρήγα Φεραίου και την προετοιμασία γενικά της Ελληνικής Επανάστασης και κάποιοι από αυτούς, με κυριότερους ανάμεσά τους τον Ιωάννη Γεωργίου Τουρούντζια, το Φυλακτό Νικολάου, το Γεώργιο Αθανασίου, το Γεώργιο Αυξεντίου και τον Κωνσταντίνο Γεωργίου-Κυρίτσα, κατατάχθηκαν στους οπαδούς του Ρήγα. Γενικά, οι οπαδοί του Ρήγα στο Σεμλίνο ανήκαν σε πλατιά κοινωνικά στρώματα και πολλοί από αυτούς διέθεταν οικονομική επιφάνεια και ισχυρή κοινωνική θέση.
====== ΒΕΛΙΓΡΑΔΙ =========
Κατά τον 17ο και 18ο αιώνα, η ιστορία του Βελιγραδίου ήταν εξαιρετικά ταραγμένη, σημαδεμένη από συχνούς πολέμους και αλλαγές εξουσίας μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Μοναρχίας των Αψβούργων, ενώ οι Έλληνες έμποροι έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην έντονη εμπορική του ζωή. Ιστορία του Βελιγραδίου τον 17ο και 18ο αιώνα
Το Βελιγράδι ήταν ένα στρατηγικά σημαντικό συνοριακό φρούριο κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, γνωστό ως το “Κλειδί της Ευρώπης”.
*Βελιγράδι κατοχή Οθωμανών
Μετά την κατάκτησή του από τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή το 1521, το Βελιγράδι ήταν ένα σημαντικό στρατιωτικό, στρατηγικό και οικονομικό κέντρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Τον 17ο αιώνα, ήταν μια από τις πιο ακμάζουσες οθωμανικές πόλεις στην Ευρώπη και ένα πολυσύχναστο εμπορικό κέντρο όπου διακινούνταν αγαθά από διάφορα μέρη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής.
*Βελιγράδι κατοχή Αυστριακών .
Η πόλη τέθηκε υπό την κυριαρχία των Αψβούργων τρεις φορές: 1688–1690:
Οι Αυστριακοί κατέλαβαν την πόλη, αλλά την έχασαν γρήγορα. 1717–1739:
Αυτή ήταν μια περίοδος σημαντικών μετασχηματισμών.
Μετά τη μεγάλη νίκη του Ευγένιου της Σαβοΐας το 1717, το Βελιγράδι έγινε η πρωτεύουσα του Αυστριακού Βασιλείου της Σερβίας.
Η πόλη και το φρούριο ανακατασκευάστηκαν σε μπαρόκ στιλ υπό την επίβλεψη του Συνταγματάρχη Νικόλα Ντοξάτ ντε Μόρεζ, μετατρέποντάς την από ανατολίτικη σε ευρωπαϊκή οχυρωμένη πόλη.
*Βελιγράδι κατοχή Οθωμανών
Ωστόσο, μετά την αυστριακή ήττα το 1739, η πόλη επιστράφηκε στους Οθωμανούς και πολλά από τα μπαρόκ κτίρια καταστράφηκαν.
*Βελιγράδι κατοχή Αυστριακών .
Το 1789–1791 μια ακόμη σύντομη αυστριακή κατοχή κατά τον τελευταίο Αυστροτουρκικό Πόλεμο.
Αυτοί οι πόλεμοι και οι πολιορκίες οδήγησαν σε μεγάλες καταστροφές και σημαντικές αλλαγές στον πληθυσμό της πόλης.
Δραστηριότητες Ελλήνων εμπόρων
Οι Έλληνες έμποροι αποτέλεσαν τη ραχοκοκαλιά του διαμετακομιστικού και χονδρικού εμπορίου μεταξύ της Κεντρικής Ευρώπης (Μοναρχία των Αψβούργων) και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Έπαιξαν βασικό ρόλο στη ροή αγαθών μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Προϊόντα από τις βαλκανικές χώρες υπό τουρκική κυριαρχία και τη Μέση Ανατολή διανεμήθηκαν στην Κεντρική και Δυτική Ευρώπη μέσω των δικτύων τους.
Πολλοί Έλληνες έμποροι εγκαταστάθηκαν σε παραμεθόριες πόλεις.
Αυτοί οι έμποροι ήταν συχνά πλούσιοι και εξέχοντες, σχηματίζοντας τις δικές τους κοινότητες. Ίδρυσαν ελληνικά σχολεία και εκκλησίες, συμβάλλοντας στη διατήρηση της εθνικής τους ταυτότητας και στη διάδοση των ιδεών του Διαφωτισμού στην περιοχή. Οι δραστηριότητες των Ελλήνων εμπόρων επέτρεψαν στο Βελιγράδι, παρά την καταστροφή του πολέμου, να παραμείνει ένα ζωτικό οικονομικό κέντρο στους ποταμούς Δούναβη και Σάβα.
Τον 17ο αιώνα, π Έλληνες έμποροι κυριαρχούσαν στο εμπόριο των πολλών
ης πόλης. Αξιοσημείωτες οικογένειες
Πολλοί από αυτούς τους εμπόρους ανέβηκαν στην κοινωνική ιεραρχία με την πάροδο του χρόνου, αποκτώντας ευγένεια και σημαντικό πλούτο.
Μερικές από τις οικογένειες που ξεχώρισαν, αν και περισσότερο στο ευρύτερο πλαίσιο των Αψβούργων (συμπεριλαμβανομένης της Βοϊβοντίνα, η οποία τότε ήταν μέρος της Ουγγαρίας), περιλαμβάνουν την οικογένεια Σίνα, τον Γεώργιο Ταϊκάτζη ήΤακιατζης και τον Νικόλαο Αρμενούλη. (οι 2 τελευταίοι Κοζανίτες )
Αυτοί οι έμποροι έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη σύνδεση των βαλκανικών περιοχών με τις ευρωπαϊκές αγορές, εισάγοντας δυτικά προϊόντα και εξάγοντας πρώτες ύλες όπως μαλλί, βαμβάκι, κερί και δέρμα.
Για την πολιτική δραστηριότητα των Ελλήνων της πρώην Γιουγκοσλαβίας και τη σχέση τους με τη δράση των ευρωπαϊκών δυνάμεων της εποχής αλλά και με την Ελληνική Επανάσταση δε διαθέτουμε πολλές πληροφορίες. Το μόνο που γνωρίζουμε είναι ότι, όταν κατά τον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1787-1791 οι Αυστριακοί πολιορκούσαν το Βελιγράδι και οι Τούρκοι μέσα στο φρούριο απειλούσαν με σφαγές τους χριστιανούς κατοίκους, ο Κοζανιτης μητροπολίτης Βελιγραδίου Διονύσιος Παπαγιαννούσης-Πόποβιτς κατόρθωσε με ένα τέχνασμά του να παραδώσει αναίμακτα το φρούριο στους Αυστριακούς, οι οποίοι και τον τίμησαν γι’ αυτές του τις υπηρεσίες.
========== ΝΙΣΣΑ ============
Η ΝΙΣ, ή Ναϊσσός, είναι μια αρχαία πόλη στη Σερβία με ιστορία ως σημαντικό ρωμαϊκό στρατιωτικό και διοικητικό κέντρο, γνωστή ως η γενέτειρα του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Μεγάλου.
Αρχικά κελτικός οικισμός, έγινε μια ζωτική ρωμαϊκή πόλη στην Οδό Μιλιταρίσ, αν και αργότερα καταστράφηκε από τους Ούννους.
Μετά από περιόδους υπό διάφορους ηγεμόνες, τελικά απελευθερώθηκε το 1878 και τώρα αποτελεί σημαντικό οικονομικό κέντρο στη Σερβία.
Η πόλη, που αρχικά ονομαζόταν Ναϊσσός, ιδρύθηκε από τους Ρωμαίους γύρω στον 1ο αιώνα μ.Χ., αφού διαδέχτηκε έναν κελτικό οικισμό.
Η στρατηγική της θέση στην Οδό Μιλιταρίσ την κατέστησε κρίσιμο στρατιωτικό και εμπορικό κόμβο. Ρωμαϊκή Σημασία: Η Ναϊσσός έγινε η πρωτεύουσα της Άνω Μοισίας και είναι διάσημη ως η γενέτειρα του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Μεγάλου.
Άκμασε ως στρατιωτικό και διοικητικό κέντρο και μια σημαντική νίκη επί των Γότθων σημειώθηκε έξω από τα τείχη της το 269 μ.Χ.
Μεταγενέστερη Ιστορία: Η πόλη καταστράφηκε από τους Ούννους το 441 μ.Χ. Κατά τη διάρκεια των αιώνων, κατακτήθηκε από Βούλγαρους, Ούγγρους και τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία πριν περιέλθει στην κυριαρχία της Σερβικής δυναστείας Νεμάνιτς.
Οι Τούρκοι κατέλαβαν για πρώτη φορά την πόλη το 1375 και τελικά την ανέλαβαν το 1386, κυβερνώντας για σχεδόν 500 χρόνια και καθιερώνοντάς την ως βασικό σταθμό στη διαδρομή από την Κωνσταντινούπολη προς την Ουγγαρία. Μετά την απελευθέρωσή της το 1878, έγινε μέρος του Πριγκιπάτου της Σερβίας και τώρα αποτελεί σημαντικό οικονομικό κέντρο στην περιοχή.
*Οι Έλληνες έμποροι
Οι Έλληνες έμποροι διέπρεψαν κος μεσάζοντες (επιτροποι) στο διαμετακομιστικό περισσότερο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας της και της δυτικής Ευρώπης. Η Νις, ως σημαντικός οδικός κόμβος στους βαλκανικούς εμπορικούς δρόμους, ήταν ένα βασικό σημείο σε αυτό το δίκτυο.
Η οικονομική μετανάστευση των Ελλήνων εξαπλώθηκε σε όλη την Οθωμανική Αυτοκρατορία από τον 17ο αιώνα, υπό τις τοπικές και κεντρικές οθωμανικές αρχές. Δημιούργησαν κινητές εμπορικές κοινότητες σε μεγάλα κέντρα όπως η Βιέννη, το Άμστερνταμ, η Μασσαλία και η Τεργέστη, καθώς και στα Βαλκάνια, συμπεριλαμβανομένων περιοχών που αποτελούν τώρα μέρος της Σερβίας.
• Εμπορεύονταν ένα ευρύ φάσμα προϊόντων.
• Εξήγα πρώτα ύλες και γεωργικά προϊόντα από τις βαλκανικές χώρες υπό τουρκική κυριαρχία, όπως μαλλί, βαμβάκι, δέρμα και ζώα (βοοειδή και χοίρους)
. Εισήγαγαν και διένειμαν δυτικοευρωπαϊκά βιομηχανικά προϊόντα, όπως υφάσματα, μεταλλοτεχνία, μπαχαρικά και αποικιακά προϊόντα.
• Αν και ο ακριβής αριθμός των Ελλήνων εμπόρων στη Νις κατά τον 18ο αιώνα μπορεί να μην ξεπέρασε ποτέ τους εξήντα ή ογδόντα, η δραστηριότητά τους ήταν για την τοπική οικονομία, ειδικά σε περιοχές που ασχολούνταν κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία.
• Έφεραν κεφαλαία, γνώσεις και επιχειρηματικά δίκτυα, τονώνοντας την οικονομική ανάπτυξη.
• Οι Έλληνες εκμεταλλεύτηκαν τον ανταγωνισμό μεταξύ των ευρωπαϊκών δυνάμεων και σταδιακά υιοθέτησαν τα εμπορικά τους μοντέλα, ανταγωνιζόμενοι και συχνά αντικαθιστώντας τους Δυτικούς εμπόρους στις αγορές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. • Η ελληνική κοινότητα στη Νις, όπως και σε άλλες βαλκανικές πόλεις, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη σύνδεση της τοπικής οικονομίας με τις ευρύτερες ευρωπαϊκές και μεσογειακές αγορές.
• Οι δραστηριότητές τους συνέβαλαν στην οικονομική ευημερία των βαλκανικών πόλεων κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
2. ΚΡΟΑΤΙΑ
===== ΖΑΓΚΡΕΠ =====
Η ιστορία του Ζάγκρεμπ ξεκίνησε με δύο μεσαιωνικούς οικισμούς, το Κάπτολ και το Γκράντετς, οι οποίοι αναφέρονται για πρώτη φορά το 1094 και το 1242 αντίστοιχα.
Αναπτύχθηκε σε ένα σημαντικό συνοριακό φρούριο, το οποίο αργότερα μεταμορφώθηκε από την μπαρόκ αρχιτεκτονική τον 17ο και 18ο αιώνα.
Η σημασία της πόλης αυξήθηκε καθώς έγινε το διοικητικό και πολιτιστικό κέντρο της Κροατίας, ένα καθεστώς που επιβεβαιώθηκε τον 19ο αιώνα, και είναι η πρωτεύουσα της ανεξάρτητης Δημοκρατίας της Κροατίας σήμερα.
Το Ζάγκρεμπ αναπτύχθηκε από δύο γειτονικούς οικισμούς σε λόφους.
Η πρώτη γραπτή αναφορά της πόλης χρονολογείται στο 1094, όταν ιδρύθηκε μια επισκοπή στο Κάπτολ. Το 1242, ο γειτονικός οικισμός του Γκράντετς ανακηρύχθηκε ελεύθερη βασιλική πόλη.
*Φρούριο :
Κατά τη διάρκεια των τουρκικών επιδρομών, το Ζάγκρεμπ χρησίμευσε ως ζωτικό συνοριακό φρούριο από τον 14ο έως τον 18ο αιώνα.
Η πόλη στη συνέχεια υπέστη σημαντικές αλλαγές από την μπαρόκ ανακατασκευή τον 17ο και 18ο αιώνα, με παλιά ξύλινα σπίτια να αντικαθίστανται από παλάτια, εκκλησίες και μοναστήρια.
Με την πάροδο του χρόνου, το Ζάγκρεμπ έγινε το διοικητικό, πολιτιστικό και οικονομικό κέντρο της Κροατίας. Έγινε πρωτεύουσα της Κροατίας το 1845.
* Έλληνες έμποροι.
Τον 17ο και ιδιαίτερα τον 18ο αιώνα, υπήρξε
αξιοσημείωτη ελληνική εμπορική δραστηριότητα στην ευρύτερη περιοχή της Κροατίας, με Έλληνες εμπόρους να εγκαθίστανται σε διάφορες πόλεις, συμπεριλαμβανομένου και του Ζάγκρεμπ.
Οι Έλληνες έμποροι άρχισαν να καταφθάνουν στην περιοχή της Κροατίας, η οποία αποτελούσε μέρος της Αυστριακής (Αψβουργικής) Μοναρχίας, από τον 17ο αιώνα, με τον αριθμό τους να αυξάνεται σημαντικά κατά τον 18ο αιώνα.
Σημασία για το εμπόριο:
Παρόλο που ο αριθμός τους στο Ζάγκρεμπ και σε άλλες πόλεις (όπως το Όσιγιεκ, το Κάρλοβατς, το Σλαβόνσκι Μπροντ) δεν ξεπέρασε ποτέ τους 60 με 80 κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα, η εμπορική τους δραστηριότητα ήταν ζωτικής σημασίας για την περιοχή, αναλαμβάνοντας μεγάλο μέρος του διαμετακομιστικού εμπορίου.
Οι Έλληνες εκμεταλλεύτηκαν τα ευνοϊκά εμπορικά προνόμια που παρείχε η Αυστριακή Μοναρχία στους βαλκάνιους εμπόρους και διατήρησαν εκτεταμένα δίκτυα που συνέδεαν τα Βαλκάνια (Οθωμανική Αυτοκρατορία) με την Κεντρική Ευρώπη (κυρίως τη Βιέννη και την Πέστη)
Οι ελληνικές κοινότητες σε αυτές τις πόλεις άκμασαν κατά τον 18ο και τις αρχές του 19ου αιώνα, προτού αρχίσουν να παρακμάζουν από το 1840 και μετά, κυρίως λόγω θρησκευτικών διαφορών και εντάσεων με τις τοπικές σερβικές κοινότητες, αλλά και λόγω αλλαγής των συνθηκών.Η παρουσία αυτών των εμπόρων μαρτυρά τον κεντρικό ρόλο που διαδραμάτισαν οι Έλληνες της διασποράς στην οικονομική και πολιτιστική σύνδεση των βαλκανικών λαών με τη Δυτική Ευρώπη κατά την περίοδο .
3. βΟΡΕΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
===== ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ =====
Το Μοναστήρι (Bitola ) ιδρύθηκε ως η αρχαία πόλη Ηράκλεια Λυγκηστίδα τον 4ο αιώνα π.Χ. από τον Φίλιππο Β’ της Μακεδονίας.
Αργότερα έγινε σημαντικό κέντρο κατά την Πρώτη Βουλγαρική Αυτοκρατορία και ήταν γνωστή ως Μοναστήρι κατά τη διάρκεια αιώνων οθωμανικής κυριαρχίας, όταν έγινε σημαντικός στρατιωτικός και εμπορικός κόμβος και ήταν γνωστή ως η «Πόλη των Προξένων».
Ήταν ένα σημαντικό γεωργικό κέντρο κατά τη Ρωμαϊκή εποχή. Το όνομα «Μπίτολα» εμφανίστηκε για πρώτη φορά τον 10ο αιώνα και η πόλη ονομάστηκε «Μαναστίρ» (μοναστήρι) λόγω των πολυάριθμων μοναστηριών και εκκλησιών που χτίστηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
Η πόλη κατακτήθηκε από τους Τούρκους το 1395 και μετονομάστηκε σε Μοναστήρι. Άκμασε ως κοσμοπολίτικη πόλη με ισχυρή εμπορική και στρατιωτική σημασία, και ήταν μάλιστα η πρωτεύουσα της οθωμανικής επαρχίας της Ρούμελης από το 1836 έως το 1867.
Κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο Ελληνικός πληθυσμός ήταν μια από τις βασικές εθνοτικές ομάδες
. * Oι Έλληνες στο Μοναστήρι
Την περίοδο αυτή η Κοζάνη άνηκε στο Βιλαέτι του Μοναστηρίου και οι επαφές ήταν πολύ συχνές Υπήρχαν πολλοί έμποροι Καμπανίτες με μεγάλη δραστηριότητα στην οικονομία της πόλης.
Οι Έλληνες έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην οικονομία, το εμπόριο και την κοινωνική ζωή της πόλης.
Η Ελληνορθόδοξη ενορία στο Μοναστήρι ήταν μέρος μιας ευρύτερης κοινότητας Ελληνορθόδοξων Χριστιανών στην περιοχή, υπαγόμενες στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.
Οι ελληνικές ενορίες συνέβαλαν στη διατήρηση της ελληνικής ταυτότητας, γλώσσας και πολιτισμού κατά τη διάρκεια των αιώνων οθωμανικής κυριαρχίας.
Οι Έλληνες συμμετείχαν ενεργά στην οικονομική ζωή της πόλης, ασχολούνται με το εμπόριο, τις χειροτεχνίες και τις οικονομικές συναλλαγές.
Η επιρροή της ελληνικής κοινότητας στην οικονομία της πόλης ήταν σημαντική και οι Έλληνες ενσωματώθηκαν σε διάφορους οικονομικούς τομείς. 19ος αιώνας και η κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας
Από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο ελληνικός πληθυσμός στη Μοναστήρι ήταν μέρος ενός ευρύτερου αγώνα για εθνική ταυτότητα.
Το τέλος της Τουρκοκρατίας και οι Συνέπειές του Μετά το τέλος της τουρκικής κυριαρχίας ως αποτέλεσμα των Βαλκανικών Πολέμων και του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο ελληνικός πληθυσμός στο Μοναστήρι αντιμετώπισε νέες πραγματικότητες.
4. ΑΥΣΤΡΙΑ
====== ΒΙΕΝΝΗ =======
Η ελληνική παροικία της Βιέννης γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη από τον
17ο έως τον 19ο αιώνα, αναδεικνυόμενη σε ένα από τα σημαντικότερα κέντρα του απόδημου ελληνισμού, με κεντρικό ρόλο στο εμπόριο, τον πολιτισμό και την προετοιμασία της Ελληνικής Επανάστασης.
Η Βιέννη, ως πρωτεύουσα της Αψβουργικής Μοναρχίας και σημαντικό εμπορικό κέντρο μεταξύ Κεντρικής Ευρώπης και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, προσέλκυσε πλήθος Ελληνορθόδοξων εμπόρων.
Η παρουσία τους ενισχύθηκε μετά τις Συνθήκες του Κάρλοβιτς (1699) και του Πασάροβιτς (1718), με την παραχώρηση ειδικών εμπορικών προνομίων από τους Αψβούργους αυτοκράτορες. Οι Έλληνες εγκαταστάθηκαν κυρίως σε συγκεκριμένες περιοχές της ενδοχώρας της Βιέννης, όπως τα στενά της Fleischmarkt (η περίφημη “Ελληνική Γειτονιά” – Griechengasse).
Οι Έλληνες της παροικίας προέρχονταν κυρίως από περιοχές της Μακεδονίας, της Ηπείρου και της Θεσσαλίας.
Πολλοί από τους εμπόρους απέκτησαν τεράστιο πλούτο, ανήλθαν στην ανώτερη τάξη της βιεννέζικης κοινωνίας, και ορισμένοι έλαβαν αριστοκρατικούς τίτλους (ιππότες, βαρόνοι). Οικογένειες όπως οι Σίνα, Δούμπας, και Καραγιάννης (εξελληνισμένο Καραγιάν) ήταν διάσημοι ευεργέτες που στήριξαν τόσο την Ελλάδα όσο και την Αυστρία
.
Η παροικία οργανώθηκε γύρω από τις θρησκευτικές της ανάγκες. Στην αρχή, οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν τα προνόμια των Σέρβων ορθοδόξων, αλλά με τον καιρό απέκτησαν τα δικά τους θρησκευτικά κέντρα. Ιδρύθηκαν δύο κύριες ελληνορθόδοξες εκκλησίες: ο Άγιος Γεώργιος (για τους υπηκόους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, 1784) και η Αγία Τριάδα (για τους υπηκόους της Αψβουργικής Αυτοκρατορίας, 1787).
Το 1801 ιδρύθηκε η Ελληνική Εθνική Σχολή, η οποία απέκτησε δημόσιο καθεστώς (Öffentlichkeitsrecht) το 1804 και λειτουργεί αδιάλειπτα μέχρι σήμερα.
Η Βιέννη έγινε κέντρο του ελληνικού διαφωτισμού και της προετοιμασίας του Αγώνα για ανεξαρτησία. Εδώ έδρασαν σημαντικές μορφές όπως ο Ρήγας Φεραίος, ο Άνθιμος Γαζής, ο Νεόφυτος Δούκας και μέλη της οικογένειας Υψηλάντη. Λειτούργησαν ελληνικά τυπογραφεία και εκδοτικοί οίκοι (όπως του Θεοδοσίου και του Γλυκύ), μέσω των οποίων εκδόθηκαν πολλά βιβλία και εφημερίδες που τροφοδότησαν πνευματικά τον υπόδουλο ελληνισμό.
Η παροικία της Βιέννης διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της ελληνικής αστικής τάξης και στην πνευματική αφύπνιση του έθνους κατά τον 18ο και 19ο αιώνα.
Οι Κοζανίτες της Βιέννης έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην εμπορική και πολιτιστική δραστηριότητα της Βιέννης, ιδιαίτερα κατά τους αιώνες 17ο, 18ο και 19ο.
Μετά τη Συνθήκη του Πασάροβιτς το 1718, η Κοζάνη απέκτησε πρόσβαση στην Κεντρική Ευρώπη, οδηγώντας σε ένα κύμα εμπόρων από την Κοζάνη να μεταβούν στη Βιέννη.
Η Βιέννη αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα κέντρα για την εμπορική και πολιτιστική δραστηριότητα των Ελλήνων στην Ευρώπη.
5. ΙΤΑΛΙΑ
====== ΤΕΡΓΕΣΤΗ =======
Η ιστορία της Τεργέστης χαρακτηρίζεται από τη μετάβαση από ρωμαϊκή αποικία σε σημαντικό λιμάνι των Αψβούργων, μετατρέποντάς την σε κοσμοπολίτικο κόμβο πριν από την προσάρτησή της από την Ιταλία μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Γνώρισε μια «μεγάλη έκρηξη» ανάπτυξης ως αυτοκρατορικό ελεύθερο λιμάνι, ενθαρρύνοντας έναν ποικιλόμορφο πληθυσμό και ακμάζον εμπόριο.
* Οι Έλληνες έμποροι
Οι Έλληνες έμποροι, υπήκοοι τότε της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, εγκαταστάθηκαν και δραστηριοποιήθηκαν στην Τεργέστη από τις αρχές ήδη του 18ου αιώνα, δημιουργώντας σταδιακά μία από τις σπουδαιότερες ελληνικές παροικίες της ιταλικής χερσονήσου
Λιμάνι ελεύθερο (porto franco) από το 1719, η Τεργέστη υπήρξε το σημαντικότερο επίνειο της αυτοκρατορίας των Αψβούργων και προνομιακός τόπος ανάπτυξης εμπορικής-επιχειρηματικής δραστηριότητας στη Μεσόγειο κατά το 18ο και το 19ο αιώνα. Χάρη σε γενναία οικονομικά, κοινωνικά, θρησκευτικά πλεονεκτήματα που παρείχε, πέτυχε να προσελκύσει ξένους από διάφορα σημεία της Ευρώπης, κυρίως της Κεντρικής και των Βαλκανίων..
Με στόχο την εκπαίδευση των νέων της παροικίας στη μητρική τους γλώσσα, η αμιγής Ελληνική Κοινότητα Τεργέστης (Comunità Greco Orientale di Trieste), που συστάθηκε το 1782 και προσεγγίζει πλέον τα 250 χρόνια αδιάλειπτης παρουσίας στο λιμάνι της Αδριατικής, μερίμνησε νωρίς για τη δημιουργία Ελληνικού Σχολείου και Βιβλιοθήκης με τον εμπλουτισμό της
6. ΓΕΡΜΑΝΙΑ
======== ΛΕΙΨΙΑ ========
Κατά τον 17ο, 18ο και 19ο αιώνα, η Λειψία εξελίχθηκε σε ένα σημαντικό κέντρο
εμπορίου, πολιτισμού, εκδόσεων και μουσικής στην Ευρώπη, ενώ υπήρξε και θέατρο κεντρικών ιστορικών γεγονότων
Ο 17ος αιώνας σημαδεύτηκε από τις επιπτώσεις του Τριακονταετούς Πολέμου. Η πόλη υπέστη επτά πολιορκίες και κυριεύτηκε έξι φορές. Το 1631, ο Γουσταύος Αδόλφος της Σουηδίας νίκησε τα στρατεύματα του Τίλι στη Μάχη του Μπράιτενφελντ, κοντά στη Λειψία.Παρά τις δυσκολίες, η αρχιτεκτονική της πόλης άρχισε να ανακάμπτει, με κτίρια όπως το Griechenhaus να χτίζονται γύρω στο 1640. Ο 18ος αιώνας ήταν μια περίοδος μεγάλης πολιτιστικής και πνευματικής άνθισης.Η Λειψία έγινε παγκοσμίως γνωστή ως κέντρο μουσικής. Ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ εργάστηκε ως διευθυντής μουσικής στην εκκλησία του Αγίου Θωμά (Thomaskirche) από το 1723 μέχρι τον θάνατό του το 1750, συνθέτοντας πολλά από τα σπουδαιότερα έργα του, όπως τα Κατά Ματθαίον και Κατά Ιωάννην Πάθη.
Η πόλη απέκτησε το προσωνύμιο «Μικρό Παρίσι» όταν εγκατέστησε οδοφωτισμό το 1701. Σημαντικές προσωπικότητες όπως ο Γκότφριντ Βίλχελμ Λάιμπνιτς και ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε έζησαν και σπούδασαν στην πόλη.Η εμποροπανήγυρη (Messe) της Λειψίας συνέχισε να λειτουργεί ως σημαντικό ευρωπαϊκό εμπορικό κέντρο.
Ο 19ος αιώνας χαρακτηρίστηκε από κοσμοϊστορικά γεγονότα, εκβιομηχάνιση και περαιτέρω ανάπτυξη.
Μάχη των Εθνών: Το σημαντικότερο γεγονός ήταν η Μάχη της Λειψίας (16-19 Οκτωβρίου 1813), όπου οι συμμαχικές δυνάμεις της Αυστρίας, Πρωσίας και Ρωσίας νίκησαν αποφασιστικά τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Αυτή η μάχη, στην οποία συμμετείχαν πάνω από 500.000 στρατιώτες, σήμανε το τέλος της γαλλικής κυριαρχίας στην ανατολική Ευρώπη.
Η Λειψία έγινε το κύριο κέντρο της γερμανικής βιομηχανίας εκδόσεων βιβλίων και μουσικής, με περίπου 1500 εκδοτικούς οίκους και τυπογραφεία.
Με την ίδρυση της πρώτης γερμανικής σιδηροδρομικής γραμμής μεγάλων αποστάσεων (Λειψία-Δρέσδη) το 1839, η πόλη μετατράπηκε σε σημαντικό συγκοινωνιακό και βιομηχανικό κόμβο, με τον πληθυσμό της να αυξάνεται ραγδαία.
Ιδρύθηκε το Ωδείο της Λειψίας (σήμερα Hochschule für Musik und Theater “Felix Mendelssohn Bartholdy” Leipzig) από τον Φέλιξ Μέντελσον-Μπαρτόλντι το 1843.
Ο Ρίχαρντ Βάγκνερ γεννήθηκε επίσης στη Λειψία το 1813.
*;Οι Έλληνες κάτοικοι
Οι πρώτοι Έλληνες μετανάστες πήγαν στη Γερμανία κατά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Στα τέλη του 17ουαι. Έλληνες έμποροι εγκαταστάθηκαν κυρίως στη Λειψία. Αυτό δεν ήταν τυχαίο.
Έγινε γιατί η Λειψία ήταν τότε ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο. Το 1780 στη Λειψία είχαν καταγραφεί 184 Έλληνες έμποροι.
Επίσης υπήρχαν στη Λειψία Έλληνες που σπούδαζαν στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας (περίπου 25 κάθε έτος).
Η ελληνική παροικία της Λειψίας ήταν σημαντική. Αυτό φαίνεται από το ότι περίπου το 1700 άρχισαν να γίνονται ελληνορθόδοξες λειτουργίες στο ¨Ελληνικό Σπίτι¨ (Griechenhaus).
Ακόμη το 19ο αι. ο Θεόδωρος Καραγιάννης, γιος του Έλληνα εμπόρου Γεωργίου Καραγιάννη, κατάφερε να αποκτήσει τίτλο ευγενίας, για τη δραστηριότητά του στη κλωστοϋφαντουργία.
Έγινε Τέοντορ φον Κάραγιαν. Από αυτήν την οικογένεια κατάγεται και ο παγκοσμίως γνωστός μαέστρος Χέρμπερτ φον Κάραγιαν.
Από τους παλαιούς καιρούς η Λειψία είχε μια μεγάλη ελληνική κοινότητα. Έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διάδοση της ελληνικής γλώσσας και λογοτεχνίας ως πανεπιστημιούπολη και πόλη του βιβλίουΤο Πανεπιστήμιο της Λειψίας (έτος ιδρύσεως: 1409), είναι ένα από τα παλαιότερα πανεπιστήμια της Ευρώπης
======= ΜΟΝΑΧΟ ========
Η ιστορία του Μονάχου ξεκίνησε το 1158 με την ίδρυση μιας αγοράς από τον Ερρίκο τον Λέοντα, η οποία αναπτύχθηκε από ένα μοναστήρι Βενεδικτίνων που ιδρύθηκε τον 8ο αιώνα. Έγινε η έδρα της οικογένειας Βίτελσμπαχ το 1255 και η πρωτεύουσα της Βαυαρίας το 1506. Βασικά γεγονότα περιλαμβάνουν την επιβίωση από τον Τριακονταετή Πόλεμο, την επέκτασή του τον 19ο αιώνα υπό τον βασιλιά Λουδοβίκο Α’ και τον χαρακτηρισμό του ως «Πρωτεύουσα του Κινήματος» από το Ναζιστικό Κόμμα, το οποίο ιδρύθηκε εκεί το 1919. Οι σφοδροί βομβαρδισμοί κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου προκάλεσαν σημαντικές ζημιές στην πόλη. Ίδρυση και πρώιμη ανάπτυξη: Η προέλευση της πόλης συνδέεται με ένα μοναστήρι Βενεδικτίνων του 8ου αιώνα. Το 1158, ο Ερρίκος ο Λέοντας ίδρυσε μια αγορά και έχτισε μια γέφυρα, η οποία θεωρείται η επίσημη ημερομηνία ίδρυσης. Η οικογένεια Βίτελσμπαχ, η οποία θα κυβερνούσε τη Βαυαρία για αιώνες, έκανε το Μόναχο την έδρα της το 1255. Πρωτεύουσα της Βαυαρίας: Το Μόναχο έγινε η πρωτεύουσα του Δουκάτου της Βαυαρίας το 1503 και παρέμεινε έτσι όταν έγινε το Βασίλειο της Βαυαρίας το 1506. Η πόλη αναπτύχθηκε σημαντικά, ιδιαίτερα υπό τον βασιλιά Λουδοβίκο Α΄ τον 19ο αιώνα, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για πολλά από τα πολιτιστικά ιδρύματα και τα δημόσια κτίρια.
*Οι Έλληνες κάτοικοι
Ο ελληνορθόδοξος ναός της πρωτεύουσας της Βαυαρίας, θεωρείται ο τρίτος σε αρχαιότητα ναός του Μονάχου. Οικοδομήθηκε το 1494 απ’ τον Αρχιδούκα Αλμπρέχτο τον Δ’ και αποτελεί ένα απ’ τα οικοδομικά κοσμήματα της όμορφης γερμανικής πόλεως, που φιλοξενεί και σήμερα χιλιάδες Έλληνες. Στενά δεμένη είναι η Ελληνική κοινότητα του Μονάχου με το όνομα του βασιλιά Λουδοβίκου, πατέρα του Όθωνα, πρώτου βασιλιά της Ελλάδας.
Υπήρχε μεμονωμένη παρουσία Ελλήνων εμπόρων από τον 18ο αιώνα αλλά οργανωμένη Ελληνική κοινότητα δημιουργήθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα στο Μόναχο.
Για τις λατρευτικές της ανάγκες ο φιλέλληνας Βασιλιάς της Βαυαρίας Λουδοβίκος Α’ της παραχώρησε το 1828 τον Ιερό Ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Μονάχου, γνωστό ως Salvatorkirche.
Η πρώτη Ορθόδοξη Θεία Λειτουργία έλαβε χώρα στις 6 Δεκεμβρίου 1829.
Εκείνο το διάστημα μετανάστευσαν επίσης πολυάριθμοι Βαυαροί τεχνίτες και διανοούμενοι στην Ελλάδα.
Από τη Σχολή του Μονάχου δημιουργείται το δέκατο ένατο ένωνα μια Ελληνική ζωγραφική ακαδημαϊκού επιπεδου.

Leave a Comment

Ταυτότητα Ιστοσελίδας:
Σαλακίδης Ιωάννης – Ατομική Επιχείρηση

ΑΦΜ: 046450157, ΔΟΥ ΚΟΖΑΝΗΣ

Δ/νση Έδρας: Ζαφειράκη 3, ΤΚ 0100 Κοζάνη

Email: info@efkozani.gr

Τηλ. 24610-25112

Ιδιοκτήτης, νόμιμος εκπρόσωπος και διευθυντής: Σαλακίδης Ιωάννης

Διευθύντρια Σύνταξης: Μαρία Τσακνάκη

Διαχειριστής: Σαλακίδης: Ιωάννης

Δικαιούχος του ονόματος τομέα (domain name): Σαλακίδης Ιωάννης

Efkozani logo

@2024 – All Right Reserved. Hosted and Supported by Webtouch.gr

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Θα υποθέσουμε ότι είστε εντάξει με αυτό, αλλά μπορείτε να εξαιρεθείτε αν το επιθυμείτε. Αποδοχή Διαβάστε περισσότερα

Are you sure want to unlock this post?
Unlock left : 0
Are you sure want to cancel subscription?
-
00:00
00:00
Update Required Flash plugin
-
00:00
00:00