Ένα από τα πλέον ασαφή και ακανθώδη ζητήματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν σε καθημερινή βάση οι χρήστες της νέας ελληνικής γλώσσας είναι αυτό που αφορά τη μεταγραφή των ξενικών κύριων ονομάτων (ανθρωπωνυμίων και τοπωνυμίων) και, κατ’ επέκταση, την όσο το δυνατόν πιο λειτουργική ενσωμάτωσή τους στο γραπτό και τον προφορικό λόγο.
Η «Μεγάλη» ή «Κρατική» Νεοελληνική Γραμματική του Μανόλη Τριανταφυλλίδη (ΟΕΣΒ, 1941), έκδοση-σταθμός στη μελέτη της νεοελληνικής γλώσσας και στην ιστορία της νεοελληνικής παιδείας, εισηγήθηκε επί του προκειμένου τη διάκριση των λέξεων αυτών σε δύο κατηγορίες: της «καθιερωμένης γραφής» (π.χ., Σαίξπηρ και όχι Σέξπιρ), δηλαδή της τήρησης των παραδεδομένων, και της «μη καθιερωμένης γραφής», δηλαδή της όσο το δυνατόν απλούστερης μεταγραφής με βάση κάποιους κανόνες αλλά και ορισμένες εξαιρέσεις (π.χ., Ροσσίνι και όχι Ροσίνι).
Το προαναφερθέν σύστημα μεταγραφής των κύριων ονομάτων ξενικής προέλευσης, μολονότι συνέβαλε χωρίς καμία αμφιβολία στη χάραξη των αναγκαίων κατευθυντήριων γραμμών, δεν επέτρεψε την αποσαφήνιση του όλου ζητήματος, και τούτο για δύο λόγους: αφενός μεν παρέμεινε αδιευκρίνιστο ποια ονόματα πρέπει να συμπεριληφθούν στην πρώτη κατηγορία και ποια στη δεύτερη, αφετέρου δε είναι εξαιρετικά δυσχερές να αποδοθούν οι φθόγγοι άλλων γλωσσών με τα γράμματα ή και τους συνδυασμούς γραμμάτων της Ελληνικής.
Στο πλαίσιο του παρόντος άρθρου, και προβαίνοντας σε ένα συγκερασμό των απόψεων που έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς σε σχέση με το υπό εξέταση ζήτημα, θα επιχειρήσουμε να λύσουμε όσο το δυνατόν περισσότερες απορίες και να δώσουμε διαφωτιστικές απαντήσεις στις πιθανές ερωτήσεις σας.
Βαγγέλης Στεργιόπουλος