Αλλοιώτικοι είνι οι ανθρώπ΄, κι όλα αλλοιώς τα φκιάνουν,
άλλον κι λίγα τον φτουρούν, σ΄ άλλον πολλά δε φτάνουν.
Ου ένας θέλ΄ μια Μερσεντές, ου άλλος Μαζεράττι,
μα ιγώ όμως θέλω τον Ψαρρή, που ΄νι γραμμένο άτι.
Άλλος μοχίτο παραγγέλν΄, το πίν΄ μι μπόλκο γυόσμο,
μα ημένα πλειότερο μ΄αρέζ΄, ένα ποτήρ΄ αρμόζμο.
Άλλος σα θελ΄ να πιεί νερό, πιν εμφιαλωμένο,
μα ιγώ το θέλω απ΄ το γκιούμ΄ κι απ΄το πηγάδ΄ φερμένο.
Σ΄ άλλον απ΄ όλα τα φαϊά, πλειότερο αρέζ΄ η πίτσα,
Μα εμένα πλειότερο μ΄ αρέζ΄, η ψμέν΄ η λουκανίτσα.
Ο άλλος θελ΄ να πιεί ουίσκι απ΄ το παλαιωμένο,
Κι ιγώ ρακί θέλω απ΄το θκό μ΄, που νι διπλοβρασμένο.
Καν΄ τίποτας δε μ΄ ήλιγι η μαύρ΄ η ετικέττα,
κι αντί για Σίβας προτιμώ, ρακί μι λίγο φέττα.
Ου ένας για να παντρευτεί, θελ΄ στρέμματα στον κάμπο
Κι εγώ δεν πήρα τίποτας, ήθιλα μόνι τ΄ μπάμπω.
Κι όπως κατάλαβα καλά, μ΄ όσα ως τα τώρα είδα,
πως πλούτος δε νι τα πουλλά, μα να αρτερνούν τα λίγα.
Τα γράφω αυτά για να σας πω, αλλνούς να μη τηράτε,
μον΄ όσα θέλ΄ η ψ΄χούλα σας, αυτά να κυνηγάτε.
Ιγώ, ως τώρα αν έζησα χρόνια ευτυχισμένα,
είνι γιατί όλο έφκιανα, ότ΄ άρεζε σ΄ εμένα.
Μπαρμπα Κώτσιους Τσιαμήτ’ς
Ντράμστα