Άτομα με αναπηρία, με ειδικές ανάγκες, με ιδιαίτερες ικανότητες.
Συνάνθρωποί μας.
Κομμάτι της κοινωνικής αλυσίδας.
Μέλη μίας «ειδικής ομάδας» της οποίας εν δυνάμει μέλη είμαστε ΟΛΟΙ.
Τους ξεχωρίζεις πολύ εύκολα.
Είναι οι άνθρωποι εκείνοι που γελούν με την πιο μικρή αφορμή που μπορεί να υπάρξει.
Που σπεύδουν να σε αγκαλιάσουν, χωρίς να σε γνωρίζουν.
Που σε κοιτάζουν και χαμογελούν.
Είναι οι άνθρωποι εκείνοι που δεν ξέρουν τι θα πει γκρίνια, κακία, εγωισμός, πονηριά, παρεξήγηση.
Το όμορφο που έχουν μέσα τους το βγάζουν αβίαστα. Χωρίς δεύτερη σκέψη, χωρίς «γαρνιτούρες», χωρίς σκοπιμότητα.
Όταν τους ρωτάς «τι κάνεις», απαντούν «καλά» και χαμογελούν. Δεν σου λένε «χάλια» και δεν ξεκινάνε να σου περιγράφουν τα προβλήματά τους.
Ρωτάνε να μάθουν πράγματα για εσένα και δε μονοπωλούν την κουβέντα εκθειάζοντας τα κατορθώματα και προτερήματά τους όπως συνήθως κάνουμε όλοι οι υπόλοιποι.
Σου δίνουν σημασία και δε σε αγνοούν λες και είσαι αόρατος.
Είναι οι άνθρωποι που απλώνουν τα χέρια τους να σε ακουμπήσουν. Να σου πιάσουν τα μαλλιά, τα χέρια. Δε τη φοβούνται την επαφή. Δεν την αποφεύγουν σαν τους «κανονικούς» ανθρώπους που διστάζουμε να πιάσουμε, να αγκαλιάσουμε να χαϊδέψουμε.
Γκρίνιαξα, προχθές, που με τη βροχή δε μπορούσα να περάσω τον δρόμο. Νευρίασα και έβρισα.
Για τα Άτομα με αναπηρία (που χρησιμοποιούν καρότσι ή κάποιο άλλο βοήθημα) κάθε μέρα είναι βροχερή ημέρα γιατί παντού συναντούν απροσπέλαστους δρόμους και οικοδομές. Κάθε ημέρα κάθε στιγμή.
Υπομένουν όμως.
Και ας είναι τα προβλήματα πολλά. Πάρα πολλά.
Φαντάσου να μην έχεις χέρια και να θέλεις να αγκαλιάσεις
Φαντάσου να μην έχεις πόδια και να θέλεις περπατήσεις, να τρέξεις, να χορέψεις.
Φαντάσου να μην μπορείς να δεις τους ανθρώπους, τα λουλούδια, τα πουλιά.
Φαντάσου να βρίσκεις πόρτες κλειστές επειδή είσαι … ΑμεΕΑ.
Φαντάσου να θέλεις να προσφέρεις και να μην σε αφήνουν οι συνθήκες, οι δυσκολίες, οι συνάνθρωποί σου με τα αναρίθμητα ταμπού και τις προκαταλήψεις.
Κάποια στιγμή της ζωής μου γνώρισα την Μαρούλα. Το πιο κοινωνικό άτομο που έχω γνωρίσει. Δεν είχε φόβο η Μαρούλα και δεν την ένοιαζε να έρθει να σου μιλήσει για αυτά που σκέφτεται και αισθάνεται. Δεν την τρομοκρατούσε ο κορωνοϊός, δεν την άγχωνε το ψύχος ή ο καύσωνας. Στο πρόσωπό και τη ψυχή της είδα πως είναι ένας άνθρωπος με αγνά αισθήματα, απαλλαγμένος από τα σαχλά βαρίδια της καθημερινότητας. Την θαύμασα και την θαυμάζω.
Έγινε το πρότυπό μου. Ο άνθρωπος που μου έμαθε πως πραγματικά πρέπει να είμαι χωρίς καν να μου μιλήσει γι΄αυτό.
Μου έμαθε αυτό που είναι ο ίδιος ο Θεός: η Αγνή, Ατόφια, Άνευ όρων ΑΓΑΠΗ.