ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η καρυδιά (επιστ: Καρυά, Juglans)ανήκει στην οικογένεια των Καρυοειδών (Juglandaceae) με 20 είδη φυλλοβόλων δέντρων.
Είναι αυτοφυές, αγγειόσπερμο, μονοχλαμυδικό φυτό.
Δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα προσαρμογής και καλλιεργείται σε διάφορους τύπους εδαφών και περιβάλλοντος, όμως αποδίδει περισσότερο σε περιοχές με θερμό και υγρό κλίμα.
ΙΣΤΟΡΙΑ
Η επιστημονική ονομασία της καρυδιάς,Juglans προέρχεται από τη σύμπτυξη των λατινικών λέξεων Jovis και glans, που σημαίνουν Διὸς βάλανος (Διοσβάλανος), ενώ η ελληνική κοινή, από τη λέξη κάρα, που σημαίνει κεφάλι, καθώς το καρύδι, εξωτερικά, μοιάζει, εκπληκτικά, με ανθρώπινο κεφάλι, αλλά και εσωτερικά, η ψύχα του μοιάζει με εγκέφαλο.
Η καρυδιά απαντάται,σήμερα, ως αυτοφυές φυτό, στην περιοχή του Νότιου Καυκάσου και της Κασπίας θάλασσας, ( στη Γεωργία, στην Αρμενία και στην Περσία συναντάμε ,σήμερα, άγριες καρυδιές ) , στα βόρεια όρη της Ινδίας και στην Μιάνμαρ.
Ακόμη, βρίσκουμε καρυδιές στην Ανατολική Μεσόγειο, στη νΝοτιοανατολική Ευρώπη, αλλά και στην Ελλάδα
— Ελλάδα
Ετυμολογικά, λοιπόν, η αρχαιοελληνική λέξη κάρα γίνεται κάρυον και καρύδιον. Αναλυτικά έχουμε :—γ. καρά (η) = η καρυδιά, κάρα < ινδοευρωπαϊκή ρίζα *ḱrhesn. Πρβ. λατινικό cerebrum (εγκέφαλος, κρανίο), σανσκριτικό शिरस् (śiras), περσικόسر (sær) (κεφάλι), γερμανικό Hirn (εγκέφαλος) Καρύδι < μεσαιωνική ελληνική :καρύδι(ν) < αρχαία ελληνική:καρύδιον, υποκοριστικό του κάρυον.
Οι καρποί της καρυδιάς (κάρυα, κοινά καρύδια) πήραν, κατά τον Πλούταρχο, το όνομα τους από το «κάρος», γιατί εκείνοι που κοιμούνται κάτω από καρυδιά εισπνέουν τη βαριά μυρωδιά της και πέφτουν σε βαθύ ύπνο.
Η καρυδιά είναι ένα μεγάλο και ωραίο δέντρο γνωστό από την αρχαία Ελλάδα, για την ευεργετική συμβολή στην υγεία του ανθρώπου, αλλά και στην διατροφή του.
– Καύκασος
Η καρυδιά είναι ιθαγενές δένδρο των Καυκασίων και στα νότια της Ρωσίας έως την Ινδία.
– Ινδία , Κίνα
Στην Ινδία, γίνεται αναφορά στην καρυδιά, από τους αρχαίους χρόνους, όπου την ανέφεραν με τα σανσκριτικά ονόματα Akschoda, Α khoda ή Αkhota, κι απ’ όπου μεταφέρθηκε στην Κίνα, γύρω στο 150-140 π. Χ. Αυτοφυής στα Βόρεια της Ινδίας. εκεί που συναντάμε αρχαίους Ελληνικής καταγωγής, πληθυσμούς, όπως την φυλή των Καλάς.
ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΟΖΑΝΗ
–Προέλευση του ονόματος της Κοζάνης.
Υπάρχουν διάφορες εκδοχές για την προέλευση του ονόματος της Κοζάνης, που εμφανίσθηκε με ένα μικρο πληθυσμό τον 15ο αιώνα (1438 μ.Χ) και σε επίσημες απογραφές, ένα αιώνα αργότερα (1550 μ.Χ. ).
Η επικρατέστερη είναι, ότι οι πρώτοι κάτοικοι της που ήρθαν από την Β. Ήπειρο καταγόταν και από το χωριό Κόσδιανη. Η Κόσδιανη έγινε Κόζιανη και αυτό αργότερα,Κοζάνη. Μια άλλη εκδοχή είναι, ότι το όνομα προέρχεται από την τούρκικη γλώσσα.
Η αλήθεια είναι ότι στη Μικρά Ασία υπάρχουν πολλοί οικισμοί, με αυτό ή παραπλήσιο όνομα., όπως η πόλη Κοζάν(πρώην Σις), στην Ανατολική Τουρκία. Σύμφωνα με το Μ. Παπακωνσταντίνου, στο βιβλίο του “Μια βορειοελληνική πόλη στην Τουρκία”, η λέξη Κόζα σημαίνει καρύδι και η λέξη ανέ σημαίνει μάνα. Η σύνθετη λέξη Κόζανα σημαίνει :Μάνα των καρυδιών ή πηγή των καρυδιών. Εξ’ου και έχει γράφει από παλιά και για την Κοζάνη , κοζ-άνα= μήτηρ καρυών
–Βρύση και συνοικία ‘’Καριές ή Καρές ‘’
Μέχρι πριν λίγα χρόνια σωζόταν κρήνη που ονομάζοταν ‘’Κρηνη των Καρυών’’ και από αυτήν πήρε το όνομά της ολόκληρη συνοικία. Καρές = Ήταν η γειτονιά γύρω από τη σημερινή πλατεία Παπαγιάννη επί της οδού Παύλου Μελά, όπου υπήρχε και η ομώνυμη βρύση, Την γειτονιά αυτή την αναφέρει το 1875 και ο Κ. Γουναρόπουλος (Γράφει: ‘’στην πόλη υπήρχε η συνοικία καρυές= καρυδιές ‘’
– Η ονομασία του δένδρου ήταν Καρά.
Στην Κοζανίτικη διάλεκτο τα δένδρα της καρυδιάς ήταν γνωστά σαν Κάρες και του μεμονωμένου δένδρου ‘’Καρά’’ )
– Ίδρυση της Κοζάνης σε φυσικό καρυδεώνα
Τα χρόνια της μετοικεσίας της Κοζάνης από την Ήπειρο και άλλες περιοχές γύρω από την Κοζάνη, η εγκατάσταση έγινε στις πλαγιές των γύρω λόφων και το κέντρο, όπου σήμερα βρίσκεται ο Άγιος Νικόλαος και το Δημαρχείο ήταν δασική περιοχή κατάφυτη από καρυδιές και Πλατάνια
– Η ανέγερση του Αγ. Νικολάου
Το 1652 έγινε η ανέγερση του Αγ. Νικολάου,στο χώρο όπου υπήρχαν οι καρυδιές, των οποίων το ξύλο χρησιμοποιήθηκε για την δημιουργία του ναού
–Η φήμη για όσους φυτεύουν καρυδιές
Όμως, πολλές φορές, οι Κοζανίτες παρά την αγάπη τους για τα καρύδια απέφευγαν την φύτευση της, στα κτήματα τους γιατί επικρατούσε η δοξασία, ότι“όποιος φυτεύει καρύδια πεθαίνει..”. Φυσικά, δεν έφταιγε η φύτευση της καρυδιάς, αλλά το γεγονός ότι, ιδιοκτήτες των κτημάτων ήταν άνθρωποι κάποιας ηλικίας , ενώ τα δένδρα της καρυδιάς, φυτευόμενα σε φτωχά και πολλές φορές, άνυδρα εδάφη, αργούσαν να δώσουν καρπούς , (τα σπορόφυτα για βγαλουν καρύδια κάτω από δυσμενείς εδαφολογικές συνθήκες και όχι μόνον συνθήκες θέλουν μια δεκαετία ) και, σε εποχές, όπου ο Μ.Ο. ζωής ήταν χαμηλός, δημιουργούνταν φοβίες τέτοιου είδους.
ΒΟΤΑΝΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ
Η καρυδιά (επιστ: Καρυά, Juglans) ανήκει στην οικογένεια των Καρυοειδών (Juglandaceae) με 20 είδη φυλλοβόλων δέντρων. Είναι αυτοφυές, αγγειόσπερμο, μονοχλαμυδικό φυτό.
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Τάξη: Καρυώδη (Juglandales)
Οικογένεια: Καρυοειδή (Juglandaceae)
Γένος: Καρυά (Juglans Είδη
Πολύ διαδεδομένο είδος καρυδιάς στην Ευρώπη, είναι η Καριά η βασιλική (Juglans regia). Ένα είδος καρυδιάς είναι η μαύρη καρυδιά (Juglans nigra) δέντρο της Βόρειας Αμερικής που φτάνει σε ύψος τα 25 μέτρα και είναι μακρόβιο φυτό, που μπορεί να ξεπεράσει την ηλικία των 250 ετών.
Το ξύλο της είναι εξαιρετικής ποιότητας , ακριβό και ανθεκτικό.Ακόμα ένα σημαντικό είδος είναι η Πτεροκαρύα της Κίνας και της Ιαπωνίας.
ΒΟΤΑΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
–Φυτό Η κοινή καρυδιά φτάνει σε ύψος τα 35 μέτρα Ο κορμός της είναι παχύς και η διάμετρος του φτάνει τα 2,5 μέτρα.
–Φύλλα Τα φύλλα της καρυδιάς είναι μεγάλα, μακριά, σύνθετα. Το κάθε φύλλο αποτελείται από 7-9 μικρά φύλλα, με ωοειδές σχήμα – Άνθη Τα αρσενικά και τα θηλυκά άνθη της καρυδιάς βγαίνουν, χωριστά, πάνω στο ίδιο δέντρο (Η καρυδιά είναι φυτό μόνοικο με δίκλινα άνθη). Τα άνθη της είναι αφανή, χωρίς πέταλα και τα αρσενικά σχηματίζουν ταξιανθίες
. – Καρποί Το καρύδι έχει σχήμα σφαιρικό και το περικάρπιο του, όταν είναι χλωρό είναι παχύ σαρκώδες και πράσινο, ενώ όταν ωριμάζει αλλάζει χρώμα σε ανοιχτό μπεζ-καφέ και γίνεται σκληρό, ξυλώδες κέλυφος.
Το εσωτερικό του καρυδιού, η καρυδόψιχα, αποτελείται από δύο μεγάλες κοτυληδόνες, οι οποίες περιβάλλονται από ένα λεπτό σπερματικό περίβλημα
ΑΝΑΓΚΕΣ
–Έδαφος
Κατάλληλο έδαφος για την καρυδιά είναι το βαθύ, με αμμοπηλώδη σύσταση, καλά αποστραγγιζόμενο, αρδευόμενο και πλούσιο σε οργανική ουσία.
Το εύρος του pH είναι 5-8. Πιο κατάλληλες περιοχές είναι οι δροσερές παραποτάμιες, παραθαλάσσιες και οι πρόποδες λόφων.
– Κλίμα
Ως προς το κλίμα που θέλει η καρυδιά .
Δεν έχει πρόβλημα να αναπτυχθεί σε οποιοδήποτε κλίμα, αρκεί να μην υπάρχουν συχνές και παρατεταμένες παγωνιές.
Προσαρμόζεται,καλύτερα, σε ζεστούς τόπους και δεν την ενοχλούν τόσο οι άνεμοι.
Σε τόπους ζεστούς τη συναντούμε και σε υψόμετρο μέχρι 800 μέτρα, και σε κάποιες περιπτώσεις λίγο ψηλότερα.
Αποδίδει, όμως, καλύτερα σε περιοχές με δροσερό και υγρό κλίμα. Πολύ υψηλές θερμοκρασίες (πάνω από 38ºC) είναι δυνατό να προκαλέσουν εγκαύματα στους καρπούς.
ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ
Η καλλιέργεια καρυδιού στη χώρα μας εξαπλώνεται, σχεδόν, σε όλα τα γεωγραφικά διαμερίσματα της Ελλάδας, με την πλειοψηφία των ποσοτήτων να παράγονται στην Πελοπόννησο, τη Μακεδονία, τη Στερεά Ελλάδα και τη Θεσσαλία.
Πιο συγκεκριμένα, οι περιοχές της Αχαΐας, της Αρκαδίας, της Κοζάνης, των Τρικάλων, της Λάρισας και της Εύβοιας παράγουν τις μεγαλύτερες ποσότητες καρυδιού, με τις οργανωμένες καλλιέργειες να διευρύνονται στους παραπάνω νομούς χρόνο με το χρόνο.
– Πολλαπλασιασμός
Η καρυδιά είναι ένα δένδρο το οποίο μπορεί να πολλαπλασιαστεί με δύο τρόπους: με τον εγγενή πολλαπλασιασμό, που γίνεται με σπόρο (αποτελεί τον κύριο τρόπο πολλαπλασιασμού της καρυδιάς) και με τον αγενή πολλαπλασιασμό που μπορεί να γίνει με μοσχεύματα, καταβολάδες και παραφυάδες.
1.Η καρυδιά πολλαπλασιάζεται με σπόρο, από καλά και ειδικά επιλεγμένα δέντρα.
2 Τα τελευταία χρόνια σε πολλές χώρες ο πολλαπλασιασμός γίνεται με εμβολιασμό, αλλά θεωρείται αρκετά δύσκολος.
– Φύτευση
**** Ανεμβολίαστες ποικιλίες ****
Προτιμάτε πάντοτε καρύδια από σπορόφυτα καρυδιάς (φτιαγμένα από φύτευση καρυδιών) και όχι από βελτιωμένες ποικιλίες που, μάλιστα δεν έχουν λευκανθεί με χλωρίνη ή άλλα χημικά. Ο λαός λέει: «κάθε καρυδιάς καρύδι» και εμείς το ερμηνεύουμε ως κάτι που δεν έχει μια σταθερή ποιότητα και γενικά ως κάτι, ποιοτικά κατώτερο.
Κατηγορίες
– –Τσοτυλιού
Θεωρείται από τις καλύτερες για φύτευση σε ορεινά εδάφη, γιατί έχει σχετικά όψιμη βλάστηση, και ανθοφορία, οπότε δεν μπορεί να επηρεαστεί από όψιμους παγετούς. Κάνει μεγάλο καρπό, πολύ καλής ποιότητας και γεύσης.
– Αφράτα Αφράτη ποικιλία της Κρήτης (Τσιποκάρυδα ).
Το περιεχόμενο της ψίχας είναι μεγάλο, ενώ έχουν πολύ λεπτή φλούδα και σπάζουν εύκολα
– Βασιλικά
Καλλιεργούνται στην Εύβοια και τα νησιά του Αιγαίου. Δεν σπάζουν εύκολα, σε σχέση με τα προηγούμενα
– Αυγουλάτα και Αγιορείτικα
Μακρουλά καρύδια, σε μέτριο μέγεθος ανοιχτόχρωμα με γλυκιά γεύση , μισόσκληρα
– Χονδροκάρυδα & Σιδηροκάρυδα
Έχουν λίγη ψίχα ,πολύ σκληρό τσόφλι και είναι πολύ μεγάλα
. –Στριφτοκάρυδα
Μικρά καρύδια με λίγη ψίχα και πολύ σκληρά, που, δύσκολα, καθαρίζονται.
Πλεονεκτήματα σπορόφυτων
:Αντοχή στο κρύο ,παραγωγή ξυλείας σε μεγάλα μεγέθη ,μεγάλο διάστημα παραγωγής
Μειονεκτήματα σπορόφυτων:
Μέτριο μέγεθος , αργούν να μπουν στη καρποφορία, αποκτούν μεγάλο ύψος και οι καρποί διαφέρουν αναμεταξύ τους.
**** Εμβολιασμένες ποικιλίες****
Ο εμβολιασμός της καρυδιάς θεωρείται, γενικά, δύσκολη εργασία Για το λόγο αυτό το μεγαλύτερο ποσοστό της καλλιεργούμενης έκτασης στην Ελλάδα, είναι δένδρα σπορόφυτα, τα οποία παρουσιάζουν τα μειονεκτήματα, που προαναφέρθηκαν.
Για τις ορεινές και ημιορεινές περιοχές, κύρια ποικιλία, που σήμερα συνιστάται και φυτεύεται κατά κόρον, είναι η Chandler με επικονιάστρια την Franquette. Ανταγωνίστρια της Chandler που είναι πλαγιόκαρπη, θεωρείται η Hartley.
Όσον αναφορά τις πεδινές περιοχές του Ελλαδικού χώρου καλλιεργούνται οι πλαγιόκαρπες ποικιλίες Serr, Pedro, Vina, Gustine, Ηλιάνα και Sunland, ενώ πολύ κατάλληλη θεωρείται η νέα πλαγιόκαρπη ποικιλία Ιόλη, που δημιουργήθηκε από το Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας (ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.)
Η επιλογή της κατάλληλης ποικιλίας είναι σημαντικός παράγοντας για την επιτυχία της καλλιέργειας της καρυδιάς.
– Franquette
Η ποικιλία Franquette είναι εξαιρετική γαλλική ποικιλία καρυδιάς, ζωηρή και παραγωγική, που ωριμάζει στις αρχές Οκτώβρη και συστήνεται για ορεινές και ημιορεινές ψυχρές περιοχές, καθώς βλαστάνει αργά την άνοιξη.
– Hartley
Η ποικιλία Hartley είναι εκλεκτή ιταλική ποικιλία καρυδιάς με μεγάλο μέγεθος καρπού, που ωριμάζει στα τέλη Σεπτεμβρίου και συστήνεται για νοτιότερες περιοχές. Πολύ διαδεδομένη και παραγωγική ποικιλία καρυδιάς με υψηλό ποσοστό ψίχας του καρπού είναι και η Chandler, από την Καλιφόρνια της Αμερικής, ενώ ενδιαφέρουσα ποικιλία είναι η Payne. Η υπερπρώιμη ποικιλία Payne έχει μεγάλο μέγεθος καρπού και ωριμάζει στις αρχές του Σεπτεμβρίου.
– Ιόλη
Πολύ παραγωγική, με πολύ καλό γέμισμα ψίχας, με ανοικτό λευκοκίτρινο χρώμα, με καλή αντοχή στο ηλιόκαυμα.
Είναι ποικιλία καλά προσαρμοσμένη στις εδαφικές και κλιματικές της χώρας. Προτείνεται ως κύρια ποικιλία για πεδινές και ημιορεινές περιοχές, όπου ο τελευταίος παγετός σημειώνεται έως τις αρχές Απριλίου.
Υπερτερεί ,σαφώς, όλων των πρώϊμων και μεσοπρώϊμων καλλιεργούμενων ποικιλιών Amigo, Serr, Gustine, Vina, Pedro Εποχή ωρίμανσης καρπού: 24/9 – 28/9.
Ταχύτητα εισόδου στην καρποφορία: πολύ γρήγορη, εμφάνιση καρπών από το πρώτο έτος φύτευσης. Παραγωγικότητα: πολύ καλή.
Επικονιαστές: Chandler, Big Top, Lara. Ποσοστό ψίχας: 50 – 54%.
– Serr,
Ο καρπός της έχει μεγάλο μέγεθος και σχήμα υποσφαιρικό. Θεωρείται ποικιλία εκλεκτής ποιότητας με ποσοστό ψίχας 58-59%.
Το κέλυφός της είναι λεπτό και ισχυρό
. Ωριμάζει στις αρχές του Σεπτέμβρη. Συνιστάται για ζεστές κυρίως περιοχές, όπου δε διατρέχει κίνδυνο να υποστεί ζημιά από παγετούς, αλλά και λόγω της ανθεκτικότητάς της στις υψηλές θερμοκρασίες.
Σχήμα καρυδιού, με κέλυφος σφαιροειδές έως ελαφρά ελλειπτικό. Εμφάνιση καρυδιού, με κέλυφος: ελκυστική. Ποσοστό ψίχας: 58-59%
– Pedro,
Θεωρείται ποικιλία μέτριας ποιότητας, με ποσοστό ψίχας 48%.
Χρησιμοποιείται κυρίως ως επικονιαστής.
Όσον αφορά την εποχή βλάστησης και άνθησης χαρακτηρίζεται ως μεσόψιμη.
– Vina
Ο καρπός της έχει μέτριο μέγεθος και σχήμα ωοειδές. Θεωρείται ποικιλία καλής ποιότητας, με ποσοστό ψίχας 50%. Ωριμάζει περί τα μέσα του Σεπτέμβρη.
– Gustine,
Ο καρπός της έχει μεγάλο μέγεθος και σχήμα ωοειδές. Θεωρείται ποικιλία πολύ καλής ποιότητας, με ποσοστό ψίχας 48%.
Ωριμάζει περί τα μέσα του Σεπτέμβρη. πολύ παραγωγική. . Κατάγεται από την Καλιφόρνια των Η.Π.Α.
–Ηλιάνα
Ελληνική ποικιλία που προήλθε από την προηγούμενη (Custine ) οντάς καλλίτερη από αυτή. Συνιστάται σε πεδινά και ημιορεινά μέρη
Το σχήμα του καρπού είναι ελλειπτικό και η ψίχα αποκολλάται εύκολα. Ωριμάζουν στο 2ο δεκαπενθημερο του Σεπτέμβρη, έχουν μεγάλη παράγωγη και το ποσοστό της ψίχας κυμαίνεται στο 50- 55%
– Sunland
Πολύ παραγωγική ποικιλία, με ποσοστό γόνιμων άνθεων από πλάγιους μικτούς οφθαλμούς 80%. Όσον αφορά την εποχή βλάστησης αξίζει να σημειωθεί ότι βλαστάνει νωρίς. Θεωρείται πολύ καλής ποιότητας ποικιλία, με ποσοστό ψίχας 60%.
Κατάγεται από την Καλιφόρνια των Η.Π.Α.
‘ΑΛΛΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ
–Άρδευση
Σε όλες τις παλιές καρυδιές, συνήθως, δεν υπήρχε άρδευση Οι καρυδιές που καλλιεργούνται,επαγγελματικά, αρδεύονται και μάλιστα οι εμβολιασμένες αρδεύονται με κατάκλιση, αυλάκια, καταιονισμό και συστημάτα στάγδην άρδευσης. Σε πολλές περιπτώσεις εφαρμόζεται υδρολίπανση (ένας συνδυασμός λίπανσης και άρδευσης, δηλ. έγχυση υδατοδιαλυτών λιπασμάτων στα συστήματα άρδευσης). Η άρδευση με κατάκλιση γίνεται μία φορά την εβδομάδα, κατά τη διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου. Οι συστηματικοί καλλιεργητές έχουν αισθητήρες άρδευσης και όταν η υγρασία του εδάφους πέσει κάτω από ένα όριο, αρδεύονται, αυτόματα, με σταγόνες.
–Λιπάνσεις
Η καρυδιά δεν θέλει πολύ άζωτο, χρειάζεται κυρίως φωσφόρο και κάλιο και προτιμά τα ασβεστούχα εδάφη. Σε περίπτωση έλλειψης ασβεστίου, που εμφανίζεται στις εδαφολογικές αναλύσεις καλόν είναι να καλύπτεται η απαιτούμενη ποσότητα Ca. Στη βιολογική καλλιέργεια των καρυδιών χρησιμοποιούμε κοπριά, χλωρά λίπανση ή άλλαοργανικά υπολείμματα.
– Οι κυριότερες ασθένειες της Καρυδιάς
Η κυριότερη ασθένεια των καρπών είναι η βακτηρίωση, ενώ των φύλλων η ανθράκωση. Η υψηλή ατμοσφαιρική υγρασία, την περίοδο της άνοιξης, ευνοεί τις μολύνσεις και των δύο ασθενειών. Γι’ αυτό, η προστασία της καλλιέργειας είναι απαραίτητη από την έναρξη της βλάστησης
*
Βακτηρίωση (Xanthomonas arboricola pv. juglandis)
Στα αρσενικά λουλούδια εμφανίζεται με μαύρισμα ενός τμήματος του άνθους. Στα θηλυκά λουλούδια παρατηρείται ένα μαύρισμα, που ξεκινά από το στίγμα. Στον καρπό εμφανίζονται μικρές, υδατώδεις και βυθισμένες κηλίδες, οι οποίες αργότερα μεγαλώνουν και μαυρίζουν. Οι μικροί καρποί πέφτουν, ενώ αν η μόλυνση γίνει αργότερα έχουμε μαύρισμα της ψίχας και πρώιμη πτώση του καρυδιού. Στα φύλλα εμφανίζονται μικρές καφέ κηλίδες με κιτρινοπράσινη περίμετρο , οι οποίες αργότερα συνενώνονται και τα φύλλα παραμορφώνονται ,ενώ στους βλαστούς έχουμε κηλίδες, που το μήκος κυμαίνεται από 2,5-3,5 εκ. ή και μεγαλύτερες
* Πρόληψη
Εφαρμογή χαλκούχων σκευασμάτων στα ευαίσθητα βλαστικά στάδια. ξεκινούν με την έναρξη της βλάστησης και συνεχίζονται έως το πέρας της καρπόδεσης, ανά 7-15 ημέρες Μετά την καρπόδεση και εφόσον επικρατεί υψηλή ατμοσφαιρική υγρασία, οι ψεκασμοί θα πρέπει να επαναλαμβάνονται, ανά μεγαλύτερα όμως χρονικά διαστήματα.
*
ΑΝΘΡΑΚΩΣΗ (Gnomonia leptostyla)
Στα φύλλα εμφανίζονται καστανόμαυρες πολυγωνικές κηλίδες, πιο γκρι στο κέντρο, με ή χωρίς χλωρωτική περίμετρο. Σε περίπτωση έντονης προσβολής παρατηρείται πρώιμη φυλλόπτωση, τον Αύγουστο. Στους καρπούς εμφανίζονται επίσης ξηρές κηλίδες με χρώμα γκρι-μαύρο, περιορισμένες στο εξωκάρπιο και συνήθως μικρότερες εκείνων που παρατηρούνται στα φύλλα. Όταν τα καρύδια είναι ακόμη πολύ μικρά, τότε αυτά δεν αναπτύσσονται κανονικά και πέφτουν πρόωρα. Σε νέους βλαστούς εμφανίζονται μικρές, επιμήκεις, καστανές κηλίδες που εξελίσσονται σε μικρά έλκη.
* Πρόληψη Τα χαλκούχα σκευάσματα για την βακτηρίωση, προστατεύουν την καλλιέργεια της καρυδιάς και από την ανθράκωση.
–Συγκομιδή -Καρπών
Τα καρύδια, όταν ωριμάσουν, τινάζονται από το δέντρο με ράβδισμα και μαζεύονται από το έδαφος, πριν μαυρίσουν. Στη συνέχεια, ξεφλουδίζονται και ξεραίνονται σε ειδικά ξηραντήρια. Παλιότερα, σε μεγάλους καρυδεώνες, αλλά και σήμερα σε μικρότερους ,η πτώση των καρυδιών γινόταν με ραβδισμό και συλλογή των καρπών με το χέρια . Σήμερα, σε μεγάλες καλλιέργειες η συλλογή γίνεται με δονητές του δένδρου, που είναι παρελκόμενα εξαρτήματα σε τρακτέρ και πτώση των καρπών, σε δίκτυα συλλογής ή μετά την δόνηση του δένδρου με συλλεκτικές μηχανές αυτόνομες ή παρελκόμενα εξαρτήματα, σε τρακτέρ.
Επίσης, η αποξήρανση των καρυδιών και ο διαχωρισμός του περικαρπίου γινόταν χειρονακτικά ή με έκθεση στον ήλιο, ενώ σήμερα υπάρχουν συστηματικά ξηραντήρια και διαχωριστές του περικαρπίου από τον κύριο καρπό.
Υ.Γ. Για την συγκομιδή άλλων μερών της καρυδιάς περικαρπίου, φύλλων,φλοιού και παρασκευή καρυδέλαιου, θα ακολουθήσει, άλλη μια δημοσίευση, όπου θα παρουσιάζονυαι και τα διατροφικά οφέλη, οι χρήσεις, οι φαρμακευτικές ιδιότητες και οι προφυλάξεις, που πρέπει να λαμβάνονται κατά την κατανάλωση καρυδιών.