Η επιλογή των λέξεων της Ποντιακής διαλέκτου προέρχονται από Ποντιακούς στίχους τραγουδιών
ΠΟΝΤΙΑΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ
“Ο Φουκαράς –
“Οντες έμνε και μικρός, έμνε πολλά καρδιακός
‘κ’ εφοούμ’ ζατί θερία, νιά αρκούδια, νιά σκυλία
. Νά έξέρετεν παιδία, ντό εποίκα τη δουλείαν: ‘
Επήγα στο καφενείον, ση Σάντας σ’ έναν χωρίον.
“Αρ εκάτσα έκεκά και είπ’ ατόν φιλικά:
Φέρον, στρώσον το τραπέζ’, φέρον και καλά μεζέδες
και ρακία και κρασία, άιτε αγλήγορα, μή στέκ’ς.
“Εμπρια μ’ έναν στόλ’ εθέκεν κι εμέν μοναχόν εφέκεν
κι είπε με, άρ φα και πία, έχουμε πολλά ρακία.
Έχουμε πολλά ρακία κι άλλα τόσα ξάν κρασία.
“Αρ ‘κί ξέρω πόσον έπα και έσκώθα και ευκέθα.
Τάη, είπα, ο Θεός να χαρίει σε και το γιό σ’.
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ
Ο ΦΟΥΚΑΡΑΣ
Όταν ήμουν πιο μικρός ήμουν πολύ τολμηρός
Δεν φοβόμουν τα θηρία ούτε τις αρκούδες ούτε τα σκυλιά
Μάθετε παιδιά την δουλειά που έκανα.
Πήγα στο καφενείο ενός χωρίου της Σάντας
Αφού κάθισα εκεί ακριβώς και είπα σε αυτόν φιλικά
Φέρε στρώσε το τραπέζι φέρε και καλούς μεζέδες,
και ρακιά και κρασιά άντε γρήγορα μη στέκεσαι.
Μπροστά σε ένα τραπέζι στάθηκε και με άφησε μόνον
και μου είπε φάε και πιές έχουμε πολλά ρακιά,
έχουμε πολλά ρακιά και αλλά τόσα επίσης κρασιά.
Τέλος πάντων δεν ξέρω πόσο ήπια και σηκώθηκα και ευχήθηκα
Θείε είπα, ο θεός να σε χαρίζει και τον γιο σου…….
ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ ΠΟΝΤΙΑΚΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
1.Καρδιακός . 2.Εφέκεν . 3. Εξέρετεν . 4. Ευκέθα. 5. Κ’ εφοούμ
6. Εσκώθα
******************************************
1.Καρδιακός
Προέρχεται από τις αρχαιοελληνικές λέξεις : Καρδί(α) + -ακός
Ετυμολογία : καρδιακός < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή καρδιακός < καρδί(α) + -ακός ,
καρδιά < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική καρδιά < καρδία, με συνίζηση για αποφυγή της χασμωδίας[1] < αρχαία ελληνική καρδία < ινδοευρωπαϊκή ρίζα *ḱḗr- / *ḱr̥d-
Στην νεοελληνική αποδίδεται: Τολμηρός άφοβος,γενναίος
Σύνθετη ή συγγενής λέξη : ενδοκαρδιακός περικαρδιακός
*****************************************************
2.Εφέκεν
Προέρχεται από τις αρχαιοελληνική λέξη :. Αφίημι – ἀφίω
Ετυμολογία αφήνω < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ἀφήνω (δείτε και γραφή ἀφίνω) ή με μεταπλασμό, ή από την ελληνιστική κοινή ἀφίω < αρχαία ελληνική ἀφίημι
Στην νεοελληνική αποδίδεται: Άφησε.
Σύνθετη ή συγγενής λέξη : ἄφεμα ἀφέσιμος ἄφεσις ἀφετέον ἀφετήρ
*****************************************************
3. Εξέρετεν
Προέρχεται από τις αρχαιοελληνικές λέξεις : Εξεύρον
Ετυμολογία ξέρω < μεσαιωνική ελληνική ἠξεύρω/ἐξεύρω < αρχαία ελληνική ἐξεῦρον, αόριστος του ἐξευρίσκω
Στην νεοελληνική αποδίδεται: Ξέρετε.
Σύνθετη ή συγγενής λέξη : παραξέρω ηξεύρω ξεύρω
********************************************
4. Ευκέθα.
Προέρχεται από τις αρχαιοελληνικές λέξεις : Εύχομαι
Ετυμολογία : εύχομαι < αρχαία ελληνική εὔχομαι
Στην νεοελληνική αποδίδεται: Ευχήθηκα
Σύνθετη ή συγγενής λέξη : Ευχή απεύχομαι προσεύχομαι ευκταίος
*****************************************************
5. Κ’ εφοούμ’ .
Προέρχεται από τις αρχαιοελληνική λέξη : Ουκί + φόβος
Ετυμολογία 1.Κ’ (δεν) < ου < αρχαίο Ελληνικά ουκί ( Αρνητικό μόριο )
2. φόβος < αρχαία ελληνική φόβος <
< πρωτοελληνική *pʰógʷos < ινδοευρωπαϊκή ρίζα *bʰógʷos < *bʰegʷ- (φεύγω, το σκάω)
Στην νεοελληνική αποδίδεται: Δεν φοβόμουν.
Σύνθετη ή συγγενής λέξη : Φοβίζω φοβισμένος φοβία φοβέρα φοβερίζω φοβητσιάρης
*****************************************************
6. Εσκώθα
Προέρχεται από τις αρχαιοελληνικές λέξεις : Σηκόω + -ώνω
Ετυμολογία σηκώνομαι < παθητική φωνή του ρήματος σηκώνω
σηκώνω < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική σηκώνω < ελληνιστική κοινή σηκῶ (ζυγίζω σε ζυγαριά βάζοντας και βγάζοντας βαρίδια έτσι ώστε να σηκωθεί το ένα μέρος και να φτάσει στο ίδιο επίπεδο με το άλλο) συνηρημένος τύπος του σηκόω + -ώνω[1
Στην νεοελληνική αποδίδεται: Σηκώθηκα.
Σύνθετη ή συγγενής λέξη : , ανασηκώνω , ξανασηκώνω
ξεσηκώνω
ΠΟΝΤΙΑΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ ΜΕ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ 1.Καρδιακός, 2.Εφέκεν, 3. Εξέρετεν, 4. Ευκέθα, 5. Κ’ εφοούμ, 6. Εσκώθα. Δέσποινας Μιχαηλίδου -Καπλάνογλου
182
προηγουμενο