Η απάντηση, όλων σχεδόν των Ελλήνων, αυθόρμητα, είναι ΝΑΙ.
Βρισκόμαστε στην παρούσα θλιβερή οικονομική και πολιτική κατάσταση, διότι όλοι οι πρωθυπουργοί μας κατά τα τελευταία 35 χρόνια έκαναν μικρά ή μεγαλύτερα λάθη.
Με το σύνταγμά μας, όπως τροποποιήθηκε το 1985, ο εκάστοτε πρωθυπουργός έχει τεράστιες εξουσίες, αλλά και πάρα πολλά μέσα που του δίνουν τη δυνατότητα να γνωρίζει και να ελέγχει όλα όσα γίνονται γύρω του. Μπορεί και πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα, τα παράτυπα και παράνομα να τα σταματάει στην αρχή τους, πριν λάβουν διαστάσεις. Εάν αγαπάει την πατρίδα του, αν έχει κρίση καλή, αλλά και σύμβουλους σωστούς, πρέπει να συλλαμβάνει αμέσως ό,τι στραβό και παράνομο συμβαίνει και να το σταματάει εγκαίρως.
Επειδή όμως δεν παύει να είναι άνθρωπος με αδυναμίες και κυρίως με συμφέροντα προσωπικά, πρέπει εκτός από την ανωτερότητα και τις ικανότητες που θα πρέπει να έχει, να υπάρχει και ο φόβος της τιμωρίας, αν τα λάθη που θα κάνει θα βλάψουν την πατρίδα ανεπανόρθωτα.
Λόγω των εξουσιών που έχει θα τον πλησιάσουν άνθρωποι δολοπλόκοι και θα του προτείνουν να παρανομήσει για να κερδίσει σημαντικά χρηματικά ποσά. Αν υποκύψει στον πειρασμό αυτό τότε όλα θα πάνε άσχημα.
Ο φόβος της δίκης και της πιθανής καταδίκης, θα παίξει σημαντικό ρόλο στην ύπαρξη καλής διακυβέρνησης.
Κατά τα τελευταία 100 χρόνια έγιναν αρκετές δίκες και καταδίκες πρωθυπουργών, που έκαναν σοβαρά λάθη και έβλαψαν την πατρίδα. Θα αναφέρω μερικές.
Το 1922, μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, δικάστηκαν και καταδικάσθηκαν σε θάνατο οι πρωταίτιοι της μεγάλης αυτής εθνικής καταστροφής. Ο Νικ. Πλαστήρας και Στυλ. Γονατάς, αρχηγοί της επανάστασης δίκασαν, καταδίκασαν και εκτέλεσαν τον Γούναρη και τους άλλους πέντε. Ο Ελ. Βενιζέλος τους συνέστησε να μην τους εκτελέσουν, διότι το αίμα θα έφερνε και άλλο αίμα. Δεν τον άκουσαν.
Το 1933 ή 34 έκανε επανάσταση ο Πλαστήρας και ο Βενιζέλος, οι οποίοι είχαν προλάβει να φύγουν στο εξωτερικό. Εκτελέστηκε ένας στρατηγός, ο Κοιμήσης, και αποσχηματίστηκαν καμιά εικοσαριά ανώτατοι αξιωματικοί, μεταξύ των οποίων οι αδελφοί Τσιγάντε και ο Σαράφης, που κατά τον συμμοριτοπόλεμο έγινε αρχηγός του ΕΛΑΣ.
Το 1975 δικάστηκαν και καταδικάστηκαν σε ισόβια δεσμά οι συνταγματάρχες, που μας επέβαλαν την επτάχρονη δικτατορία. Τότε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δεν επέτρεψε την εις θάνατον καταδίκη τους. Σωστή η θέση του αυτή. Σε μια άλλη περίπτωση το 1990 είπε για τον Ανδρέα Παπανδρέου ότι τους πρωθυπουργούς δεν τους δικάζουν, αφήνουν το λαό να τους καταψηφίσει και να τους στείλει στο σπίτι τους. Διαφωνώ απόλυτα με τη θέση αυτή. Απεδείχθη ότι ήταν λανθασμένη η θέση αυτή. Διότι στις εκλογές του 1993 ξαναέγινε πρωθυπουργός. Ο λαός ξεχνάει εύκολα. Μ’ αυτό που γράφω δε σημαίνει ότι θεωρούσα ένοχο τον Ανδρέα, απλώς έκανε μερικά πράγματα τιμωρητέα, όχι όμως που να επισύρουν μεγάλες ποινές και τιμωρίες.
Έχω τη γνώμη ότι με την εσωτερική πολιτική που ακολούθησε άνοιξε το δρόμο στους μετέπειτα πρωθυπουργούς να τα θαλασσώσουν. Τι έκανε; Διόρισε πάρα πολλούς στο δημόσιο. Πήρε πολλά δάνεια. Επέτρεψε σε συνεργάτες του να κάνουν καταχρήσεις. Δεν θα ξεχάσω τον Μαυράκη, που ήταν διοικητής της ΔΕΗ. Καταχράστηκε ένα σημαντικό ποσό εκατομμυρίων δραχμών. Όταν το έμαθε ο πρωθυπουργός είπε «έκανε ένα δωράκι στον εαυτό του»! Τον έβγαλε από τη θέση αυτή, αλλά δεν τον τιμώρησε αλλιώς.
Ο Κώστας Σημίτης υπήρξε μοιραίος για την Ελλάδα. Από τον κύριο αυτό ο Ελληνικός λαός περίμενε πάρα πολλά, γιατί είχε διατελέσει υπουργός Εργασίας κατά την πρώτη κυβέρνηση του Ανδρέα και λέγανε ότι επέτυχε πολλά. Μετά, όταν διαφώνησε ο Γεράσιμος Αρσένης και αποχώρησε από το ΠΑΣΟΚ, ιδρύοντας δικό του κόμμα, ο κ. Σημίτης έγινε υπουργός Οικονομικών. Αποχώρησε από το υπουργείο αυτό διότι διαφώνησε με τη φράση του Α. Παπανδρέου «Τσοβόλα δώστα όλα», καθώς γνώριζε τα οικονομικά χάλια του κράτους μας.
Είχαμε μπει στην ΕΟΚ, μετέπειτα Ευρωπαϊκή Ένωση. Είχαμε αποβιομηχανοποιηθεί και ζούσαμε με δανεικά. Η γεωργία μας μειώθηκε σε παραγωγή διότι έρχονταν από το εξωτερικό προϊόντα πολύ φθηνά και τα δικά μας δεν πουλιούνταν, ο δε τουρισμός αποτελούσε τη μόνη αξιόλογη επιχείρηση από την οποία εισπράτταμε χρήματα. Γίναμε οι υπηρέτες των Ευρωπαίων, όπως είχε προβλέψει ο Α. Παπανδρέου όταν ήταν στην αντιπολίτευση και διαφωνούσε με την είσοδό μας στην ΕΟΚ. Μετά βέβαια όταν έγινε κυβέρνηση τα ξέχασε όλα.
Το 1996, όταν έγινε ο κ. Σημίτης πρωθυπουργός, μετά το θάνατο του Ανδρέα, γνώριζε απόλυτα την οικονομική κατάσταση στην οποία είχαμε φθάσει. Δεν έπρεπε να συνεχίσει να παίρνει δανεικά. Δεν έπρεπε να αναλάβει τους Ολυμπιακούς αγώνες, με τα οικονομικά χάλια που είχαμε και να χρεώσει και τα εγγόνια μας ακόμα. Δεν έπρεπε να μας βάλει στο ευρώ με υποτιμημένη τη δραχμή. Το δε χειρότερο από όλα ήταν ότι δεν επέτρεψε τους διεθνείς διαγωνισμούς να γίνονται από διακομματικές επιτροπές, όπως συνέστησε ο κ. Καστανίδης.
Αποτέλεσμα αυτού ήταν να αγοράσουμε οπλικά συστήματα και άλλα βιομηχανικά προϊόντα με απευθείας ανάθεση, χωρίς προϋποθέσεις ποιοτικών και χρονικών δεσμεύσεων. Αυτό είχε σαν συνέπεια να αγοράζουμε προϊόντα κακής ποιότητας πανάκριβα, που δεν παραδίνονταν στην ώρα τους. Το δε χειρότερο ήταν ότι οι υπεύθυνοι για τις προμήθειες αυτές μπορούσαν και έπαιρναν «μίζες» και πλούτιζαν σε βάρος της Ελλάδας.
Όσα έγραψα στο προηγούμενο άρθρο μου και όσα θα γράψω στη συνέχεια, βασίζονται σε πραγματικά γεγονότα και σχετικές πληροφορίες που έχω. Δεν υπήρξα φανατικός σε όλη μου τη ζωή και δεν θα γίνω τώρα στα γεράματα. Έχω κρίση αντικειμενική και σωστή, που ξεκινάει από τη μεγάλη αγάπη μου για την πατρίδα μας την Ελλάδα και τις γνώσεις ιστορίας που έχω. Κρίνω και κατακρίνω όταν χρειάζεται, όλα τα στραβά και ανάποδα από οποιονδήποτε και αν γίνονται, με θάρρος και παρρησία.
Εκτός από την ιατρική – χειρουργική, που υπηρέτησα ευδοκίμως για περισσότερα από 40 χρόνια, έχω μια τεράστια πείρα από τη ζωή, που ξεκινάει από τη δεκαετία του 1920 και φθάνει μέχρι σήμερα. Έζησα δηλαδή έναν σχεδόν αιώνα γεμάτο από τα τραγικότερα γεγονότα της ιστορίας μας.
Μια που ανέφερα τη λέξη ιστορία θα πω ότι τα μαθητικά μου χρόνια ήταν η μεγάλη αδυναμία μου. Στις τέσσερις τελευταίες χρονιές του γυμνασίου, ο φιλόλογος καθηγητής που είχα με φώναζε «ιστορικό της τάξεως». Αν δεν γινόμουνα γιατρός, θα ακολουθούσα οπωσδήποτε τον ιστορικό κλάδο της φιλολογίας. Προς το τέλος της επαγγελματικής μου καριέρας σαν γιατρός, έγραψα ένα ιστορικό βιβλίο με τον τίτλο «Η Ελληνο-Οθωμανική ιστορία γραμμένη σαν παραμύθι». Το 1987 είχα στείλει ένα βιβλίο στον αείμνηστο Κωνσταντίνο Καραμανλή, ο οποίος μου έστειλε μια ευχαριστήρια κάρτα, την οποία και δημοσιεύω σε φωτοτυπία. Και στον Ανδρέα Παπανδρέου έστειλα, αλλά τότε ήταν πρωθυπουργός πολυάσχολος, βρίσκονταν δε και στην αρχή της μεγάλης καρδιακής ιστορίας του, που τελικά χειρουργήθηκε στο Λονδίνο από τον Γιακούμπ.
Έχω γράψει πολλά άρθρα ιατρικά σε διάφορα περιοδικά και εφημερίδες. Διατριβή επί διδακτορίας. Τρία βιβλία (γενική χειρουργική παθολογία, ειδική χειρουργική παθολογία και μια περιγραφική ανατομική του ανθρωπίνου σώματος). Όλα αυτά για τις διδακτικές ανάγκες των μαθητριών νοσοκόμων του νοσοκομείου Κοζάνης.
Γιατί τα γράφω όλα αυτά; Κάποιος φιλόλογος – ιστορικός κάθε λίγο και λιγάκι, ολίγον περιπαικτικά, για μερικούς που θέλουν να φέρουν τον τίτλο του ιστορικού. Ο κύριος αυτός έχει δίκαιο στο εξής: Μπορούσα να γράψω «γιατρός συνταξιούχος που ασχολείται και με την ιστορία».
Γνωρίζω πάντως καλά την Ελληνική ιστορία. Αυτό με βοηθάει στο να παραλληλίζω πολλά γεγονότα που έγιναν παλιότερα, τα οποία τα επαναλαμβάνουμε χωρίς να μας γίνονται μάθημα τα όσα πάθαμε.
Από τα σφάλματα που κάνουν αυτοί που μας κυβερνούν, βγάζω ένα συμπέρασμα ότι οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν την ιστορία μας, διαφορετικά δεν θα επαναλάμβαναν τα ίδια σφάλματα, που σε πάρα πολλές περιπτώσεις είναι πανομοιότυπα με αυτά που περνάμε τώρα. Τα παθήματά μας δεν μας γίνονται μαθήματα.
Ακόμη το γνωστικό μου σε ιστορικά γεγονότα επεκτείνεται και σε παγκόσμια κλίμακα. Έχω μια μνήμη σημαντική. Αντιθέτως, η όρασή μου έχει μειωθεί σημαντικά και λίγα πράγματα μπορώ να διαβάσω.
Μετά από αυτό τον μακροσκελή πρόλογο στο δεύτερο άρθρο της σειράς αυτής ας έλθουμε στο κύριο θέμα μας.
Ο Κώστας Σημίτης έκανε δύο μεγάλα σφάλματα και πολλά μικρότερα, που μας οδήγησαν στην καταστροφική κατάσταση που βρισκόμαστε τώρα.
Αυτά είναι:
1) Οι Ολυμπιακοί Αγώνες που αναλάβαμε το 1997 και διεξήχθησαν το 2004. Μια τέτοια, τεραστίων διαστάσεων διοργάνωση, με δανεικά ήταν αδύνατο να τη φέρουμε σε πέρας. Ήμασταν ήδη σχεδόν χρεοκοπημένοι από προηγούμενα δάνεια. Για να τους διοργανώσουμε δανεισθήκαμε πάνω από 25 δισεκατομμύρια ευρώ, που τώρα, μετά 14 χρόνια, με τους τόκους και πανωτόκια έχουν ξεπεράσει τα 70 δισεκατομμύρια. Αυτοί που ανέλαβαν τη διοργάνωση, Γιάννα, Φώτης, Μανώλης κλπ. κατάκλεψαν με την ψυχή τους. Μέχρι τον Ισπανό Καλατράβα φέραμε. Όλοι οι μεγάλοι μας εξεβίαζαν να πάρουμε διάφορα συστήματα για να προστατευθούν οι αγώνες από σαμποτάζ, με την απειλή ότι αν δεν τα αγοράσουμε δεν θα συμμετάσχουν στους αγώνες. Πληρώσαμε στους Γερμανούς το σι φορ αϊ (C4I) το οποίο τελικά δεν μας παραδόθηκε ούτε τώρα μετά από 7 χρόνια. Αγοράσαμε ένα Ζέπελιν, που πετούσε πάνω από την Αθήνα, τάχατες για να εντοπίσει σαμποτέρ, και άλλα πολλά. Η αλήθεια είναι ότι διοργανώσαμε τους καλύτερους Ολυμπιακούς αγώνες μέχρι τότε. Μόνο οι Κινέζοι το 2008 οργάνωσαν ισάξιους. Το χειρότερο δε είναι ότι όλα αυτά τα πανάκριβα και τεράστια έργα (γήπεδα, κολυμβητήρια, ποδηλατοδρόμια κλπ) τα έχουμε αφήσει άχρηστα και έχουν καταστραφεί ή τα πουλήσαμε τζάμπα σε διάφορους αετονύχηδες.
Τα μικρά κράτη δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να διοργανώνουν τέτοιου είδους αγώνες. Η Φινλανδία διοργάνωσε πριν από πολλά χρόνια τους Ολυμπιακούς αγώνες, αλλά χρηματοδοτήθηκε στο σύνολο από τους Αμερικανούς και τους Γερμανούς για προπαγανδιστικούς λόγους. Ήταν δίπλα στη Ρωσία. Πριν δύο χρόνια τη διοργάνωση των πανευρωπαϊκών ποδοσφαιρικών αγώνων ανέλαβαν η Ελβετία και η Αυστρία, δύο χώρες πλουσιότερες από μας και φέτος τους διοργάνωσαν η Ουκρανία και η Πολωνία, φτωχές βέβαια, αλλά με τεράστιο πληθυσμό. Ακόμη οι αγώνες αυτοί είναι δέκα φορές μικρότεροι από τους Ολυμπιακούς. Οι χώρες αυτές έδειξαν ότι γνωρίζουν μέχρι που φτάνουν τα οικονομικά τους και δεν θέλουν να σπαταλήσουν τα χρήματα του λαού τους.
2) Δεύτερο μέγιστο σφάλμα του κ. Σημίτη ήταν ότι κατήργησε τους διεθνείς διαγωνισμούς για τις οποιεσδήποτε αγορές βιομηχανικών προϊόντων. Με τον τρόπο αυτό άνοιξε ο δρόμος δια την απευθείας αγορά με ανάθεση χωρίς διαγωνισμό. Ο λόγος για να αγοράζουμε ευρωπαϊκά προϊόντα, ας ήταν και ακριβότερα. Εμείς βλέπετε ήμασταν πλούσιοι. Κακόμοιρε Σημίτη.
Έτσι αγοράσαμε το 1998 4 υποβρύχια από τη Γερμανία, που έπρεπε να παραδοθούν σε 8 χρόνια. Τελικά μας παραδόθηκε ένα που γέρνει. Δεν παραγγείλαμε τορπίλες για να γίνει άλλη παραγγελία και να δοθούν μίζες. Ξεχάστηκαν οι τορπίλες. Θα έχουμε υποβρύχια χωρίς τορπίλες για να ψαρεύουν στο βυθό του Αιγαίου. Πήραμε παλιά τανκς χωρίς οβίδες, μόνο για τις παρελάσεις. Ελικόπτερα σε διπλάσια τιμή από εκείνα που αγόρασε η Φιλανδία. Πυροβόλα που μετά την τρίτη βολή ρίχνουν τις οβίδες προς τα πίσω και σκοτώνουν τους πυροβολητές. Πήραμε και τι δεν πήραμε. Όλα δε αυτά τα προπληρώναμε για να πάρουν οι αρμόδιοι υπουργοί τις «προμήθειες» τους και να γίνουν πάμπλουτοι. Αποκλείεται να μην τα γνώριζε όλα αυτά ο κ. Σημίτης, έμπειρος πολιτικός.
Μετά από όλα αυτά, που λίγα σχετικώς ανέφερα, ερωτώ τον αναγνώστη «τι πρέπει να γίνει για τον Κ. Σημίτη, παρακαλώ δώστε εσείς την απάντηση».
Όσον αφορά τον Κώστα Καραμανλή, έχω να γράψω τα πιο κάτω:
Εκλέχτηκε πρωθυπουργός το 2004 με μεγάλη πλειοψηφία και με τους καλύτερους δυνατούς όρους. Κερδίσαμε τους πανευρωπαϊκούς ποδοσφαιρικούς αγώνες στην Πορτογαλία. Διοργανώσαμε τους καλύτερους Ολυμπιακούς αγώνες και στην Κύπρο καταψηφίστηκε το σχέδιο Ανάν.
Ο κ. Καραμανλής εκλέχτηκε με το σύνθημα «θα επανιδρύσουμε το κράτος», το οποίο είχε διαλύσει ο κ. Σημίτης στα οκτώ χρόνια που κυβέρνησε. Μάλιστα τον είχε αποκαλέσει «αρχιερέα της διαπλοκής». Αργότερα πήρε πίσω αυτή τη δήλωση.
Τελικά δεν έκανε τίποτε από αυτά που υποσχέθηκε ή μάλλον προσπάθησε να κάνει και με την πρώτη δυσκολία τα παράτησε.
Το Φθινόπωρο του 2004 στην ταβέρνα του «Μπαϊρακτάρη» στου Ψυρρή σε δείπνο που παρέθεσε στους βουλευτές του αποκάλεσε όλους τους μεγάλους εργολάβους «νταβατζήδες» διότι παίρνουν τα μεγάλα δημόσια έργα, δεν τα κάνουν καλά, δεν τα παραδίνουν στην ώρα τους και συνεχώς ζητούν αναπροσαρμογή των συμβάσεων και αύξηση των χρημάτων που είχαν συμφωνήσει.
Υποσχέθηκε ότι θα φέρει νόμο στη Βουλή βάσει του οποίου οι εργολάβοι δεν θα μπορούν να παίρνουν έργα αν έχουν μετοχές σε τηλεοπτικά μέσα πάνω από το 1%.
Το μεγαλύτερο μέρος των εργολάβων είχαν σταθμούς τηλεοράσεων και ραδιοφώνων. Η αντίδραση των εργολάβων ήταν άμεση και αποτελεσματική. Στην ΕΕ είχαν μεγάλες διασυνδέσεις. Στα κέρδη των εργολάβων συμμετείχαν και πάρα πολλοί μεγαλοπαράγοντες των Βρυξελλών. Με απόφαση της ΕΕ απαγορεύθηκε η διάταξη του 1%.
Φαίνεται ότι ο κ. Καραμανλής και οι σύμβουλοί του δεν είχαν μελετήσει καλά το όλο θέμα και οδηγήθηκαν σε μια μοιραία και μεγάλη αποτυχία.
Στη συνέχεια για 4 και περισσότερα χρόνια οδηγείτο από αποτυχία σε αποτυχία, εκτός από το βέτο που προέβαλε για την είσοδο στο ΝΑΤΟ των Σκοπίων και τον αγωγό πετρελαίου Μπουρκάς-Αλεξανδρούπολη.
Το μεγάλο σφάλμα του κ. Καραμανλή ήταν ότι αμέσως μετά τους Ολυμπιακούς αγώνες δεν κάθισε στο σκαμνί τον κ. Σημίτη και την παρέα του. Άφησε να περάσει ο καιρός και παραγράφηκαν τα εγκλήματά τους. Δεν το γνώριζε; Γιατί το έκανε; Το σφάλμα το συνεχίζει ακόμη που δεν σηκώνεται να πει τι παρέλαβε και πώς διαχειρίσθηκε την άθλια κατάσταση που βρήκε.
Από τις ενέργειές του αυτές φαίνεται ότι δεν ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος για τη θέση του πρωθυπουργού.
Θυμάμαι ότι το 1996, όταν έχασε τις εκλογές ο Έβερτ από τον Σημίτη, έβαλε υποψηφιότητα για πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας ο Καραμανλής. Πήγε να ζητήσει την έγκριση και τη συμβουλή του θείου του, ο οποίος, όπως έγραφαν μερικές εφημερίδες, έκανε αρκετές μέρες να απαντήσει και θεωρήθηκε ότι είχε μερικές αντιρρήσεις. Τελικά τον παρακάλεσαν όλοι οι συγγενείς και φίλοι και ενέδωσε. Ο δε Κώστας Μητσοτάκης σε μια τηλεοπτική συνέντευξή του είχε δηλώσει ότι δεν τον θεωρούσε κατάλληλο για αρχηγό και μέλλοντα πρωθυπουργό, για το λόγο αυτό δεν τον έκανε ούτε υφυπουργό όταν ήταν πρωθυπουργός από το 1990 μέχρι το 1993. Δεν είχε προϋπηρεσία σε κυβερνητικές θέσεις. Έγινε κατευθείαν πρωθυπουργός. Επιτυγχάνουν σαν πρωθυπουργοί άνθρωποι χωρίς πείρα μόνο αν είναι μεγάλες προσωπικότητες.