του Ευστάθιου Χιώτη
Βρισκόμαστε στο μέσον μιας μεγάλης βιομηχανικής επανάστασης που επιφυλάσσει ευχάριστες τεχνολογικές εκπλήξεις, αλλά με κοινωνικό κόστος. Ο λιγνίτης ως καύσιμο έχει περιορισμένα χρονικά περιθώρια επιβίωσης με τη σημερινή τεχνολογία. Εντούτοις, οι εγκαταστάσεις των νεότερων λιγνιτικών σταθμών διατηρούν την αξία τους, γιατί μπορούν μετατραπούν σε μονάδες Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) με τεχνολογία που εφαρμόζεται ή αναπτύσσεται στη Γερμανία και άλλες χώρες.
Αντ’ αυτού η ενεργειακή πολιτική στην Ελλάδα και το αναθεωρημένο ΕΣΕΚ του 2023 προωθούν την εξάρτηση από το φυσικό αέριο. Ήδη η συμμετοχή φυσικού αερίου στην ηλεκτρική ενέργεια στην Ελλάδα είναι αναλογικά διπλάσια από την αντίστοιχη στη Γερμανία, και θα ενισχυθεί με την αναμενόμενη απολιγνιτοποίηση το 2026, όπως ανακοίνωσε η ΔΕΗ. Κινούμεθα αντίθετα στο ρεύμα της Συνόδου COP28, αλλά και στους κλιματικούς στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το 2040.
Η βιομηχανική επανάσταση στις ΗΠΑ στηρίζεται οικονομικά κυρίως σε φορολογικές απαλλαγές και σε χρηματοδότηση ερευνητικών προγραμμάτων, ενώ στην Ευρώπη σε ενεργειακούς φόρους που ενσωματώνονται στις τιμές προϊόντων και έμμεσα επιβαρύνουν τους καταναλωτές. Αποτέλεσμα της Ευρωπαϊκής επιλογής είναι η άμετρη μεταφορά κοινωνικών πόρων στη βιομηχανία που οδηγεί τα τρακτέρ στις πρωτεύουσες. Και όλα αυτά σε σκηνικό ιδιότυπου ψυχρού πολέμου, όπου το σιδηρούν παραπέτασμα αναβιώνει ως ενεργειακό, αλλά από την πλευρά της Δύσης αυτή τη φορά.
Εισαγωγή
Η επίσημη θέση για την απολιγνιτοποίηση, όπως διατυπώνεται στο αναθεωρημένο ΕΣΕΚ τον Οκτώβριο 2023, είναι επιγραμματική: «Η απεξάρτηση της οικονομίας από το ρυπογόνο καύσιμο του λιγνίτη αποτελεί βασική προτεραιότητα της Ελληνικής Κυβέρνησης. Οι λόγοι που καθιστούν την απολιγνιτοποίηση επιτακτική ανάγκη είναι και περιβαλλοντικοί λόγω του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής, αλλά και οικονομικοί λόγω της αυξητικής πορείας των τιμών εκπομπών ρύπων».
Στη συνέχεια πρόσφατου άρθρου, ας δούμε κατ’ αρχήν τα «αρνητικά στοιχεία» που καταλογίζονται κατά καιρούς στο λιγνίτη, ένα προς ένα, πριν περάσουμε στην πρόταση για τον απ’ ευθείας μετασχηματισμό των λιγνιτικών κέντρων σε κέντρα Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), χωρίς ενδιάμεση μετάβαση στο πλέον ρυπογόνο φυσικό αέριο.
Είναι αυξητική η πορεία των τιμών ρύπων;
Δεν είναι ακριβές. Το αντίθετο συμβαίνει από τα μέσα 2023. Οι αριθμοί μιλάνε, όπως φαίνεται στην Εικόνα 1. Ενδέχεται βέβαια να αντιστραφεί η τάση, αλλά αυτό δεν διαφαίνεται άμεσα, ούτε μπορεί να προεξοφληθεί. Στη περίπτωση αυτή όμως η οικονομική σύγκριση θα εξαρτάται αποφασιστικά από τις τιμές φυσικού αερίου, οι οποίες σήμερα κινούνται σε χαμηλό επίπεδο και επομένως η αύξηση τιμών είναι πιθανότερη παρά η περαιτέρω μείωση.
Περισσότερα ΕΔΩ