«Τέτοια εντιμότητα, τέτοια αρετή, τέτοια ελληνική περιφάνεια δεν έχω ξαναδεί ποτέ μου κι ίσως δεν υπάρχει. Λοιπόν αυτός ο Βέγγος είχε την τύχη… οι Έλληνες είχαν την τύχη, αυτή τη φοβερή αρετή που έσερνε μαζί του -φαίνεται σε όλα: στις κινήσεις, στα καμώματα του- να την κάνει εθνικό σύμβολο. Αυτό υπήρξε. Υπήρξε εθνικό σύμβολο ο Βέγγος. Ήταν Ο Έλληνας.. ο Βέγγος υπήρξε ένα σύμβολο Έλληνα που έχει χαθεί. Αυτός ο Έλληνας δεν υπάρχει. Εγώ τουλάχιστον δεν τον έχω ξαναδεί, αυτόν τον Έλληνα. Γιατί αυτή είναι η αξία του Βέγγου: το σύμβολο.»
Νίκος Κούνδουρος
Η Άλωση της Πόλης αποτέλεσε τομή στην ιστορία της Ρωμιοσύνης. Τέσσερις αιώνες και 74 χρόνια μετά, στην περιοχή της σημερινής πρωτεύουσας, γεννήθηκε ο τελευταίος λαϊκός (δηλαδή εθνικός) ήρωας των Ελλήνων. Ο άνθρωπος φαινόμενο, που συμβόλισε κι ενσάρκωσε το Ρωμιό, γεννήθηκε στο Παλαιό Φάληρο στις 29 Μάη του 1927. Τον ονόμασαν Θανάση Βέγκο.
Ο πατέρας του εργαζόταν στην επιχείρηση ηλεκτρισμού και συνέβαλε στη διάσωση της από τον ΕΛΑΣ. Το μετεμφυλιακό κράτος -που ποτέ δεν έκρυψε το πρόσωπο και τις καταβολές του- τον απέλυσε. Πληρώνοντας ηρωικές αμαρτίες γονέων, ο Θανάσης στάλθηκε να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία στο στρατόπεδο συγκέντρωσης της Μακρονήσου, στο νέο Παρθενώνα της Εθνικοφροσύνης.
Αυτό που προκρίθηκε απ’ τους «αναμορφωτές» του ανθού της ελληνικής κοινωνίας ως τιμωρία για την προέλευση και την ταυτότητα του νεαρού αυτού έμελε να είναι η αναίρεση και τρικλοποδιά στα σχέδια τους. Κάποιες φορές καμία δύναμη δεν μπορεί να αναχαιτίσει την ιστορική αποστολή, το πεπρωμένο αυτών που είναι προορισμένοι για να ξεχωρίσουν και να καταθέσουν κάτι αγνό και μεγάλο. Κάποιες φορές όλο το σύμπαν συνωμοτεί ώστε τα αληθινά αστέρια να λάμψουν!
Τον έστειλαν να «αναμορφωθεί», χωρίς την παραμικρή υποψία πως στην ουσία τον έστελναν στο εκδοτήριο για το εισιτήριο προς την αθανασία. Στέλνοντας το Θανάση στην εξορία, άνοιγαν το δρόμο του στη μακρά ανηφόρα που έφερε την πραγματική δόξα για τον ίδιο και την ιστορική δικαίωση για το ηθικό πλεονέκτημα της Αντίστασης (αυτό που παλεύουν από τότε να εξαφανίσουν από παντού) και κατ΄ επέκταση του μεγάλου ρεύματος που δημιούργησε και της κληρονομιάς που άφησε.
Στη Μακρόνησο ο Βέγκος γνώρισε τους εξόριστους καλλιτέχνες της Αντίστασης. Ίσως τους συναντούσε κάπου αλλού, κάποτε στη μελλοντική του ζωή. Ίσως όχι. Αυτό που σίγουρα πέτυχε η κοντόφθαλμη εξουσία των νικητών του «Εμφυλίου» ήταν να εξασφαλίσει τις χωροχρονικές συνθήκες ώστε το φτωχόπαιδο αυτό απ’ το Φάληρο να συναντήσει τους ανθρώπους που θα δίνανε το έναυσμα για το ξεδίπλωμα μιας τεράστιας εσωτερικής δύναμης, που υπό άλλες συνθήκες ίσως να είχε μείνει σε λανθάνουσα κατάσταση, ανεξερεύνητη και αναξιοποίητη. Ίσως αν οι κατσαπλιάδες δωσίλογοι είχαν περισσότερη αυτοπεποίθηση και λιγότερη μνησικακία, να άφηναν το νεαρό μεροκαματιαρή να κυνηγά τον επιούσιο μακριά απ τον κινηματογραφικό φακό που απαθανάτισε την μοναδική του κίνηση. Ίσως έτσι τελικά να έμενε άγνωστος και αφανής για μια ζωή. Ένας ακόμη ταπεινός και τίμιος βιοπαλαιστής.
Δεν ξέρουμε και ευτυχώς δε θα μάθουμε ποτέ τι θα είχε γίνει αν ο Θανάσης Βέγκος δεν είχε υπηρετήσει στη Μακρόνησο. Ίσως ποτέ δε τον γνωρίζαμε. Ίσως ποτέ ο ίδιος δε γνώριζε τον Κούνδουρο. Πάντως πήγε στη Μακρόνησο και εκεί συνάντησε τον δικό του Χριστόφορο Κολόμβο. Εκεί γνώρισε τον μεγαλοαστό διανοούμενο και εικαστικό, που πρώτος αυτός είδε το δαιμόνιο που κατοικούσε μέσα σε εκείνο τον αεικίνητο τύπο. Η Μακρόνησος ήταν ο καταλύτης. Από εκεί ο Θανάσης Βέγκος ξεκίνησε για να γίνει ο Βέγγος.
Είναι αναμφίβολα από τους πλέον αναγνωρίσιμους και λαοφιλείς κωμικούς και εν γένει ηθοποιούς. Είναι ένας πραγματικός σταρ (στην ουσία του όρου), όχι όμως απρόσιτος ούτε επιτηδευμένος, χωρίς να υπήρξε ή να τον ενδιέφερε να είναι «σταρ». Ίσως για αυτό να ήταν. Και παραμένει. Υπήρξε πραγματικός σταρ,. Κάθε άλλο. Δεν είναι απλά διάσημος, είναι δημοφιλής. Λαοφιλής. Λίγοι καλλιτέχνες ή επώνυμοι απολάμβαναν εν ζωή και εξακολουθούν να απολαμβάνουν μετά θάνατον τέτοια ειλικρινή αποδοχή και αγάπη από τον κόσμο, τις μάζες, το λαό. Και να την αξίζουν. Αγαπήθηκε χωρίς περιχαρακώσεις τάξεων και παρατάξεων. Έγινε και παραμένει πάνδημα αποδεκτός.
Πολλοί αγαπήθηκαν, ελάχιστοι όσο ο αυτός. Για πάρα πολύ κόσμο είναι ένας αγαπημένος ηθοποιός. Για πολλούς επίσης είναι ο αγαπημένος μας, όχι γιατί είναι ο καλύτερος ηθοποιός, αλλά γιατι είναι καλύτερος από τους καλύτερους ηθοποιούς. Είναι περισσότερα από το να είναι απλά ένας ηθοποιός. Ο Βέγγος δεν είναι εργαλείο. Οι ηθοποιοί είναι. Αυτός είναι υπερκείμενος του κειμένου ή της σκηνοθεσίας. Είναι ο ίδιος το κείμενο κα το συγκείμενο. Είναι ένα πραγματικό φαινόμενο. Βάσιμα αναγνωρίζεται από πληθώρα ως ο σπουδαιότερος και χαρακτηριστικότερος κωμικός τόσο ως ηθοποιός, όσο και ως σκηνοθέτης. Γιατί είτε ως ηθοποιός, είτε ως σκηνοθέτης υπήρξε καινοτόμος. Και εξακολουθεί να παραμένει πρωτότυπος και μοναδικός. Για αυτό όταν μιλάμε για εκείνον, σκόπιμα, χρησιμοποιούμε ενεστώτα. Ακόμη και δέκα χρόνια από τον θάνατό του εξακολουθεί να είναι εδώ και μπροστά. Παραμένει ο Ένας. Τρελός Παλαβός και Βέγγος.
Οι ταινίες, στις οποίες πρωταγωνιστεί ως ηθοποιός και φιγούρα, είναι κορυφαία σατιρικά και κωμικά (ορισμένα κωμικό-δραματικά) έργα. Πολλές από αυτές είναι πολύ μπροστά για την εποχή τους: σε χιούμορ και σε μηνύμα. Ορισμένες βρίσκονται ανάμεσα στις πλέον πολιτικοποιημένες ταινίες που γυρίστηκαν στην Ελλάδα. Και μάλιστα σε μια εποχή σκληρής λογοκρισίας και επιτήρησης, στα πέτρινα χρόνια, όταν οι περισσότεροι του κινηματογράφου κάνανε τον Κινέζο. Όταν όμως μιλάμε για τις ταινίες στις οποίες δημιούργησε ο ίδιος, μιλάμε για κάτι το μοναδικό. Πρόκειται για τις ταινίες της βραχύβιας βεγγικής εταιρίας με τη χαρακτηριστική επωνυμία «ΘΒ Ταινίες γέλιου». Και πράγματι μιλάμε για πολύ γέλιο. Ανεπανάληπτες κωμωδίες που ξεφεύγουν από την πεπατημένη της εποχής τους.
Κανείς άλλος στην Ελλάδα δεν έκανε τέτοιο κινηματογράφο στη δεκαετία του 1960 και πολύ μετά. Σουρεαλιστικό χιούμορ και παίξιμο, αέναη κίνηση και ξεκαρδιστικές γκροτέσκο σκηνές και ατάκες. Οι ταινίες αυτές βλέπονται ξανά και ξανά μέχρι και σήμερα. Μέχρι και σήμερα παραμένουν φρέσκες και μοντέρνες. Μακάρι να είχε μπορέσει να κρατήσει την εταιρία και να έκανε κι άλλες! Τουλάχιστον άλλες τόσες!
Όμως ο Βέγγος ήταν πάνω από όλα ο καλός μας άνθρωπος και ήταν «τίμιος. Ο τελευταίος, ίσως, αλλά τίμιος». Όντας τελειομανής ξόδευε πολλά για να πραγματώσει το όραμα του και ως έντιμος εργοδότης πλήρωνε πάντα τους πάντες και πολλές φορές χάριζε και ευεργετούσε, εισπράττοντας αχαριστία. Η εταιρία φαλίρισε και εκείνος βρέθηκε χρεωμένος. Τελικά ήρθε ο μεγάλος Ντίνος Κατσουρίδης να τον βοηθήσει φτιάχνοντας μια σειρά ταινιών που ανέδειξαν τον -ήδη διακεκριμένο- Βέγγο ως αυτό που ήταν, δηλαδή πολλά παραπάνω από έναν ταλαντούχο κωμικό. Ένα σύμβολο!
Αυτός που ξεκίνησε ως παιδί για όλες τις δουλειές και δεύτερος ή τρίτος ρόλος έφτασε να δημιουργήσει δικό του μοναδικό στιλ και κυρίως μια κινηματογραφική περσόνα που δεν ήταν άλλο από τον ίδιο του τον εαυτό. Ο Βέγγος καθιερώθηκε και διακρίθηκε παίζοντας, όχι κάποιο ρόλο, αλλά τον Βέγγο. Καθόλου τυχαία πολλές από τις ταινίες του, ήδη από τα μέσα του 60 έχουν στον τίτλο το όνομα του και ως κεντρικό χαρακτήρα τον ίδιο Αυτό σε μία εποχή κατά την οποία οι περισσότεροι ηθοποιοί καθιερώνονταν σε ρόλους συγκεκριμένων τυπολογιών. Εκείνος στην ουσία δεν υποδύεται, απλά συμβαίνει!
Όμως ο Βέγγος δεν είναι απλά μια κωμική φιγούρα, μια καρικατούρα. Πράγματι λίγοι ηθοποιοί έχουν στο ενεργητικό και τη φιλμογραφία τους τέτοια συσσώρευση πολιτικοποιημένου λόγου. Μιλάμε για ξεκάθαρα κοινωνικό-πολιτικές ταινίες (όχι κομματικές). Το σπουδαιότερο είναι πως πέραν του αισθητικού επιπέδου και της σοβαρότητας τους, πρόκειται για καθαρά λαϊκά έργα. Ταινίες που απευθύνονται στο λαό. Δεν πρόκειται για κουλτουριάρικες ταινίες που λίγοι θα έβλεπαν ή έστω θα καταλάβαιναν. Οι ταινίες του Βέγγου μιλάνε τη γλώσσα του λαού. Μιλάνε σοβαρά και καλλιτεχνικά, μα καθαρά και ξάστερα. Είναι λαϊκές και αυθεντικές, βαθειά ανθρώπινες και πραγματικά αστείες, απλές, αγνές και πάντα γεμάτες ζωντάνια και σπασμωδική κίνηση, λαϊκές. Αποδεικνύουν πως το λαϊκό μπορεί και είναι ποιοτικό, όταν είναι γνήσιο και ταλαντούχο, κρατώντας τον πήχη ψηλά και δίνοντας τροφή για σκέψη εκτός από το άφθονο γέλιο που κρατά το χαμόγελο στα χείλη όλων κάπου έξι δεκαετίες. Διασκέδαση και προβληματισμός, αληθινή ψυχαγωγία.
Ελάχιστοι έπαιξαν σε τόσες ταινίες, τόσων δημιουργών, που το ειδικό τους βάρος να έχει την αντιστοιχία αυτών που συμμετείχε ο Θανάσης Βέγγος. Έπαιξε σε ταινίες των περισσότερων μεγάλων κινηματογραφιστών: Κούνδουρος, Βούλγαρης, Κατσουρίδης, Μαραγκός, Γλυκοφρύδης, Αγγελόπουλος … Είναι επίσης ο λαϊκός-λαοφιλής πρωταγωνιστής με τη μεγαλύτερη συμμετοχή σε καλλιτεχνικές και σημαντικές ταινίες. Τιμής ένεκεν και για το αληθές του λόγου αναφέρουμε ενδεικτικά: Ο Δράκος, Ψηλά τα χέρια Χίτλερ, Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση, Θανάση πάρε τ’ όπλο σου, Ο Θανάσης στη χώρα της σφαλιάρας, Ο παλαβός κόσμος του Θανάση, Το μεγάλο κανόνι, Όλα είναι δρόμος, Το βλέμμα του Οδυσσέα…
Ο Βέγγος είχε μήνυμα και το μήνυμα ήταν ο ίδιος, ως ο καθημερινός και απλός, πονεμένος και τσαλακωμένος, αθάνατος τύπος του Έλληνα. Αυτόν απέδωσε ως αυτό που πραγματικά ήταν κι όχι αυτό που τον ήθελαν ιδεοληψίες και συμφέροντα.. Αστείος μέσα στην τραγικότητα του. Δεν ήταν ο εξιδανικευμένος, αλλά ο αρχετυπικός και ο γήινος. Για αυτό ο λαός ολόκληρος, χωρίς παραταξιακά φίλτρα και κριτήρια, τον αναγνώρισε και τον αγκάλιασε ως δικό του άνθρωπο και ως αντανάκλαση του εαυτού του μέσα σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια, τη χωμάτινη. Φόρεσε τα κουρέλια του Ρωμιού, και πολέμησε ενάντια στις αντιξοότητες της καθημερινότητας στη μεταπολεμική Ψωροκώσταινα, ενάντια στην αδικία, τις κακοτοπιές και τη σκόνη! Την τελευταία τη γνώρισε και έμαθε να την πολεμά στη Μακρόνησο. Στο τέλος νίκησε.
Ο Βέγγος γεννήθηκε σαν σήμερα και πέθανε πριν δέκα χρόνια. Ήταν ήδη αθάνατος.
“Από την Μακρόνησο στην Αθανασία”. Γράφει για τους ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΣ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΥΣ ο Ιάσων Γαβριηλίδης.