Σημασιολογία της ποντιακής διαλέκτου: Ο ποντιακός γλωσσικός όρος ανασπαλλω = λησμονώ, ξεχνώ:
Herkowitz: «Κουλτούρα είναι αυτό που παραμένει στη μνήμη του ανθρώπου, όταν ξεχνάει όλα τα άλλα».
Η λήθη, συνακόλουθα, βρίσκεται σε στενή συνάφεια με την κουλτούρα ενός λαού. Μια πρώτη απόδειξη της ιστορικής συνάφειας μεταξύ λήθης και κουλτούρας βρίσκουμε στην καθημερινή γλωσσική χρήση: το αρχαιοελληνικό ρήμα λανθάνω και λήθω, διαφεύγω την προσοχή, παραμένω άγνωστος, απαρατήρητος, από το οποίο παράγεται ο όρος λήθη, δηλώνει κίνηση και συντάσσεται με Αιτιατική προσώπου: «λάθε δ’ Έκτορα»: να αποφεύγεις τον Έκτορα (Ιλ. Χ, στιχ. 277), με κατηγορηματική Μετοχή, οπότε τη θέση του ρήματος παίρνει η κατηγορηματική Μετοχή και το ρήμα αποκτά επιρρηματική σημασία: λάθε βιώσας: ζήσε χωρίς να φαίνεσαι ή πιο χαρακτηριστικά ακόμη η ποντιακή ρήση: ζήσον και μη φαίνεσαι, και με Αιτιατική και Απαρέμφατο: «..λήσουσιν αυτούς αι νήες αφορμηθείσαι»: μήπως και αποπλεύσουν τα πλοία χωρίς να τα δουν (Θουκ. 8, 10). Το νεοελληνικό ρήμα ξεχνώ, είναι ενεργητικό, μεταβατικό και δηλώνει μια αμφίδρομη κίνηση: α) εκ των έσω προς τα έξω και β) εκ των έξω προς τα έσω, διότι δεν κινείται μόνο η νόηση προς τα πράγματα με το όργανο της όρασης, αλλά και τα πράγματα προς τη νόηση με το όργανο της ακοής. Κίνηση δηλώνει και ο αντίστοιχος γερμανικός όρος: vergessen: ξεχνώ. Η κατάληξη essen, μάλιστα, έχει να κάνει με τον χρόνο που ρέει, για τον λόγο αυτό και το νόημα του λεκτικού όρου είναι ρευστό. Ανάλογο είναι και το περιεχόμενο του λατινικού γλωσσικού όρου: lateo: λανθάνω, κρύβομαι (causa latet: λανθάνει η αιτία – εκ των έξω προς τα έσω) και του oblivio: λήθη, λησμοσύνη, αμνημοσύνη (aliquid oblivion dare: να παραδώσεις κάτι στη λήθη – εκ των έσω προς τα έξω). Αλλά και ο αγγλικός όρος vorget εκφράζει κι αυτός την αμφίδρομη ως άνω κίνηση, μια κίνηση ανάλογη με το ζεύγος των λεκτικών όρων: αγοράζω/πουλώ.
Συνοψίζοντας θα μπορούσε να πει κανείς ότι σε όλες τις ως άνω γλώσσες συναντούμε είτε μια κίνηση του νου προς τα πράγματα είτε μια κίνηση των πραγμάτων προς τον νου, σύμφωνα με την παρμενίδεια λογική δομή της διάζευξης: είτε/είτε. Στον ποντιακό γλωσσικό όρο: ανασπάλλω το ρήμα είναι κινητικό και αυτό, η κίνηση, όμως, δεν ακολουθεί τη διαζευκτική λογική δομή του είτε/είτε, αλλά τη συνθετική λογική δομή του ή/και. Η διπλή ως άνω αμφίδρομη κίνηση ακολουθεί κυκλική ροή, όχι διαχωριστική της μορφής του είτε/είτε, αλλά ταυτόχρονη: εκ των έσω προς τα έξω και εκ των έξω προς τα έσω συνάμα. Έχουμε, δηλαδή, τη συμμετρική σύνθεση της υπακοής του παθητικού αυτιού και της ελευθερίας του επιθετικού οφθαλμού. Ένα είδος αυτοσυγκράτησης και εναρμόνισης των εννοιών της ευπείθειας και έκφρασης. Μια υπέρβαση της ειδικής αποστολής των αισθητηρίων οργάνων του αυτιού και οφθαλμού και εναλλαγή λειτουργίας: βλέπει και το αυτί, ακούει και το μάτι, υπό τη συνθετική επίβλεψη της κυρίαρχης όλων νόησης.
Θεόδωρος Κωνσταντινίδης