Δευτέρα, 16 Ιουνίου, 2025

Τα Χριστούϊννα τ’ς Χοντροκίτσαινας. (Με τη ματιά ενός θυμόσοφου κασμιρτζή Βοϊώτη)

0 comment 5 minutes read

Τα Χριστούϊννα τ’ς Χοντροκίτσαινας

Γειά σας πιδιά μ΄ καλά. Τι γενησέστι; Ιγώ κι η μπάμπου μ΄ καλά είμιστι. Να σας έχ΄ κι ισάς ου Θεός καλά!
Ήθιλα να γράψου ένα Χριστουγιννιάτ’κου για τ’ς άγιες τ’ς μέρες που είμιστι κι θμήθκα μια ιστορία που ήλιγιν η μάννα μ΄ για τ΄ Χοντροκίτσαινα.
Ιγώ, να σας πω τ΄ν αλήθεια, λίγο τ΄ θμούμι. Τ΄ν ήλιγαν Χοντροκίτσαινα, όχι γιατί ήταν χουντρή. Λιανή ήταν, αλλά ου άντρας τα ου Κίτσιους ήταν χουντρός κι τουν ήλιγαν Χοντροκίτσιου, για τ΄ αυτό κι τ΄ν ήλιγαν έτσ΄ κι τ΄ν Κίτσαινα!
Ήταν παραμονή Χριστούϊννα κι είχι χιρήσ΄ να μουργκίζ΄. Ου Χοντροκίτσιους είχι πάει στου Καφενείου, τα πιδιά τς ήταν στα σπίτια τα κι η Χοντροκίτσαινα ήταν στου μαειριό κι μαείριβι για τα Χριστούϊννα. Είχι χιρίσ΄ κι να χιουνίζ΄.
Του προυί είχαν σφάξ του γκουτζιούν κι επειδή θα βάραινε νουρίς τ΄ν καμπάνα ου παπα – Φίλππας, μαείριβι η Κίτσαινα, για να χουν του φαϊ γέτμου, όταν θα γυρίσουν από τ΄ν εκκλησιά να φαν. Θα να χαν κι κόσμουν, γιατί γιόρταζιν ου Κίτσιους. Η Κίτσαινα ούτι που δουκίμαζι τα φαϊά που έφκιανι, για να μη αρτθεί. Εξόν από τ΄ς νηστείες που τς κρατούσι όλις, ήταν κι πουλύ καλός άνθρωπος κι βοηθούσι όλον τον κόσμο. Έδνι κι από τ΄ αυτά που είχι κι από τ΄ αυτά απ΄ δεν είχι.
Ικεί που μαείριβι, άξι σαν κατ΄ να ράσεψε όξω απ΄του μαειριό. Βγαίν΄ όξου κι γλέπ΄ ένα κούτσκου. Θα να ΄χι ίσια μι 5-6 χρόνια. Ήταν κι βρεγμένου, γιατί χιόντζι όξου. Σαν του είδι έτς, του πήρι ένα κι ένα μέσα. Το βγαλι τα παπούτσια τ΄ γιατί ήταν βρεγμένα, έβγαλι κι τς πατούνες τ΄ κι τς έβαλι αντάμα μι τα παπούτσια τ΄ σμά στου τζιάνι κι να στεγνώσουν. Του πιδούλ΄ το βαλι να κάτς σ΄ ένα σκαμνί σμά στου τζιάκι, για να πυρουθεί.
Πρου μη να φύει ου Κίτσιους για του καφινείου δείπνισαν κι είχι απουμείν΄ λίγη σούπα ορφανή. Τ΄ν ήφιρι η Κίτσαινα κι τάϊσι του μκρό. Το τηρούσι κι του ξανατηρούσι, αλλά δεν του ΄χι ξαναειδή. Από το χωριό μια φουρά δεν ταν, γιατί δεν τ΄ αγρόντζιν, αλλά απού όπ΄ κι να ταν, τι γύριβι τέτοια ώρα μόναχο τ΄;
Ικείν΄ τ΄ν ώρα, που τα σκέφτουνταν αυτά, άνξι του μκρό του στόμα τ΄κι τ΄ν είπι: «Αναστασία, ρώτα μι ότ΄ θέλτς κι θα σι λύσου όλες τα απορίες». Θιαμάχκι η Κίτσαινα μι του Αναστασία!! Ου τελευταίος που τ΄ φώναζι Αναστασία, ήταν ου δάσκαλους, στς δυό τς τάξεις που πήγι στου σκουλειό. Στου χωριό όταν κόμα ήταν λεύτερ΄ τ΄ φώναζαν Τασιούλου κι σαν παντρεύκι τ΄ φλωναζαν Κίτσαινα. Ποιο ήταν αυτό του μκρό, που τ΄φώναζι, όπως τ΄ βάφτσι ου παππάς;
Τηρούσι του πιδούλ΄κι είνι γκαλιώσ΄ τα μάτια. Πλειότιρου θιαμαίνταν αλλά αντηριούνταν κι λίγου. Ίσια που πρόφτακι κι ρώτσι: «ποιο είσι ισύ πιδούλ΄ μ΄, που ξέρς κι του βαφτιστκό μ΄; Αυτό ιγώ κι κόντευα να τ΄ αστουχήσου»; «Είμι ου Χριστός, απ΄ γεννήθκα σαν ταχιά, που τμάζιστι να μι γιουρτάστι», είπι του πιδούλ. «Μα ιγώ είμι αμαρτωλή, πως ήρθις σ΄ ημένα»;, είπι η Κίτσαινα. «Όλ΄ οι ανθρώπ΄ είνι αμαρτωλοί», είπι του πιδούλ΄, «αλλά ισύ έης τα χέρια ανοιχτά κι δίντς σ΄ όλον τον κόσμο. Κι ημένα σήμιρα μ΄ έδουκις. Δεν άξις του Βαγγέλιου τι λέει»; «‘Όσα εποιήσατε, ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε», απολοήθκι η Κίτσαινα. «Κι ισύ αυτό φκιάντς κι αφού δίντς σ΄ όλον τον κόσμο, είνι σαν να δίντς κι σ΄ ημένα», είπι του πιδούλ! «Μόνι που σήμιρα, ότ΄ έδουκις, το δουκις σ΄ ημένα τουν ίδιου. Αυτό να φκιάντς πιδί μ΄ κι όταν θα ρθεί η ώρα να φύεις, θα στείλου αγγέλ΄ να σι πάρουν κι να σι βάλουν ίσια στουν παράδεισου».
Σαν άξι αυτά η Κίτσαινα, τ΄ν πήραν τα κλιάματα! Γουννάτσι αμπρουστά στου πιδούλ΄ κι του φίλτσι τα γκόλια τα πουδαρούλια. Ικείν΄ τ΄ν ώρα, χάθκι του μκρό, αντάμα κι οι πατούνις που στέγνουνι στου τζιάκι κι τα παπτσούλια τ΄ κι γιόμουσι ευωδιά όλο το μαειριό, κι κόμα πλειότιρου ευωδίαζι του σκαμνί που κάνταν του μκρό!
Ικείν τ΄ν ώρα, γύρσι κι ου Κίτσιους απ΄ του Καφινείου. Θιαμάχκι κι αυτός μι τ΄ μοσκοβολιά, γιατί μύρζι κόμα απ΄ του σουκάκι. Σα σέφκι στου μαειριό, βρήκι τ΄ν Κίτσαινα γονατσμέν΄ να κλαίει.Τρόμαξι να τ΄ φέρ΄ στα συγκαλά τς. Στ΄ν αρχή είπαν να μη πουν σι καέναν τίπουτας απ΄ ότ΄ γίγκιν, αλλά τ΄ν άλλ΄τ΄μέρα που ήρθαν οι κόσμ΄ να που χρόνια πουλλά τουν Κίτσιου, μοσκοβολούσι τόσο πουλύ του σπίτ΄, που δε μπόρεσαν να του κρύψουν. Πάλι δε θα να λιγαν τίπουτας, γιατί δεν ήθιλι η Κίτσαινα, αλλά το ξεμπιστερεύκαν στ΄ν τρανή τ΄ νύφ΄ κι αυτήν του πι σ΄ όλουν του ντουνιά.
Πέρασαν βδουμάδις, ώσπου να φύει η μοσκοβολιά κι ύστιρα μόνι του σκαμνί απόμκι να μοσκοβολάει. Μόνι ύστιρα από τ΄ αυτό που γίγκιν, η Κίτσαινα δεν άφκιν καέναν άλλουν να κάτσ΄ σ΄ αυτό του σκαμνί, απού έκατσι ο Χριστός. Κι αυτό ευωδίαζι όλον το χρόνο κι κόμα πλειότιρου κάθι Χριστούϊννα.
Ύστιρα από τ΄ αυτό που γίγκιν, η Κίτσαινα βοηθούσι τουν κόσμου κόμα πλειότιρου. Κι του κατώι κι του κελάρ΄, όσο έδνι, αντί να αδειάζουν, γιώμουναν. Κι όταν πέρασαν τα χρόνια κι πέθανι η Κίτσαινα, δεν πάγουσι, όπους παγώνουν οι πεθαμέν΄κ ι τα χέρια τς ήταν ζεστά κι μαλακά κι του πρόσωπο τς ήταν γελαστό, σα να πάηνι σι χαρά. Κι πως να μη είνι; Αφού ου ίδιους ου Χριστός τ΄ν υποσχέθκι ότι θα στείλου αγγέλ΄ να τ΄ν πάρουν κι να τ βάλουν ίσια στουν παράδεισου! Τς αγγέλ΄ θα να γλιπι κι γιλούσι!

Μπαρμπα Κώτσιους Τσιαμήτς
Ντράμστα

Leave a Comment

Ταυτότητα Ιστοσελίδας:
Σαλακίδης Ιωάννης – Ατομική Επιχείρηση

ΑΦΜ: 046450157, ΔΟΥ ΚΟΖΑΝΗΣ

Δ/νση Έδρας: Ζαφειράκη 3, ΤΚ 0100 Κοζάνη

Email: info@efkozani.gr

Τηλ. 24610-25112

Ιδιοκτήτης, νόμιμος εκπρόσωπος και διευθυντής: Σαλακίδης Ιωάννης

Διευθύντρια Σύνταξης: Μαρία Τσακνάκη

Διαχειριστής: Σαλακίδης: Ιωάννης

Δικαιούχος του ονόματος τομέα (domain name): Σαλακίδης Ιωάννης

Efkozani logo

@2024 – All Right Reserved. Hosted and Supported by Webtouch.gr

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Θα υποθέσουμε ότι είστε εντάξει με αυτό, αλλά μπορείτε να εξαιρεθείτε αν το επιθυμείτε. Αποδοχή Διαβάστε περισσότερα

Are you sure want to unlock this post?
Unlock left : 0
Are you sure want to cancel subscription?
-
00:00
00:00
    -
    00:00
    00:00