«Στο τέλος του μήνα ανοίγει η πλατφόρμα υποβολής αιτήσεων για την απόκτηση των καταπατημένων εκτάσεων του Δημοσίου», έγραφε προχθές η «Καθημερινή» (4.9.2024), αλλά αυτό δεν είναι είδηση. Ούτε θα αποτελούσε «είδηση» αν έγραφε «για τελευταία φορά». Οι «τελευταίες φορές» νομιμοποίησης καταπατημένων εκτάσεων είναι όσες και οι «τελευταίες συναυλίες των Scorpions». Γίνονται κάθε λίγο και λιγάκι…
Το αξιοσημείωτο στο ρεπορτάζ της «Κ» είναι αυτό που αναφέρουν πηγές του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών: «Από το σύνολο των καταπατημένων εκτάσεων (ξεπερνούν τις 150.000), αίτηση εξαγοράς μπορούν να υποβάλουν περί τους 50.000 πολίτες, χωρίς να αποκλείεται να εμφανιστούν περισσότερες αιτήσεις, καθώς η ακίνητη περιουσία του Δημοσίου δεν είναι καταγεγραμμένη στο σύνολό της». Με άλλα λόγια, το Δημόσιο είναι σαν εκείνο τον πρωταγωνιστή μιας διαφήμισης του ΛΟΤΤΟ: «δεν θα ξέρεις τι έχεις…». Μπορούμε να πούμε ότι κάποιοι καταπατητές προσφέρουν υπηρεσία. Μετρούν την (έτσι κι αλλιώς χαμένη) περιουσία του κράτους.
Δεν πρέπει να είμαστε αφοριστικοί με την παραπάνω διαδικασία. Σίγουρα ανάμεσα στις 50.000 (και βάλε) αιτήσεις εξαγοράς που θα υποβληθούν, θα είναι και από «ατσίδες» που βρήκαν ελεύθερη γη για να πλουτίσουν – ειδικώς στις περιοχές τουριστικού ενδιαφέροντος. Υπάρχουν όμως κι άλλες περιπτώσεις. Ολόκληροι παράνομοι οικισμοί αναπτύχθηκαν παλαιότερα λόγω των ασφυκτικών περιορισμών στη δόμηση, σε σημείο που το κόστος της παρανομίας έγινε αναγκαίο.
Υπάρχουν χωράφια, που κάποτε θεωρήθηκαν με κάποια γραφειοκρατική διαδικασία «δάσος». Την περίοδο 2010-2011 παραχωρήθηκε δημόσια γη σε χιλιάδες νέους αγρότες για να ξεφύγουν από τα νύχια της κρίσης. Το λυτρωτικό –για την οικονομία, αλλά και για τους ανέργους– πρόγραμμα απέτυχε με πάταγο, αφού οι εκτάσεις ακόμη κι όταν ήταν αγροτικές, στα κιτάπια κάποιων δασαρχείων καταγράφονταν ως δασικές. Ακόμη και γη που παραχωρήθηκε με αναδασμό και καλλιεργείται επί πολλές δεκαετίες, μπορεί στα συρτάρια κάποιας υπηρεσίας να παραμένει δημόσια περιουσία· στην Ελλάδα ισχύει και το «άπαξ κράτος, πάντοτε κράτος».
Η αλήθεια είναι ότι με τις απανωτές «τακτοποιήσεις» εκείνοι που νομίμως ή έστω δικαίως κατέχουν δημόσια γη μειώνονται δραστικώς, ενώ αντιθέτως πληθαίνουν (αναλογικώς) οι «ατσίδες» που βλέπουν ευκαιρίες. Επομένως, το στοίχημα της επόμενης μέρας είναι «πόσοι εκ των καταπατητών θα υποβάλουν αίτηση, αλλά κυρίως τι θα γίνει με όσους έχουν καταπατήσει εκτάσεις του ελληνικού Δημοσίου και δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του νόμου. Δηλαδή, εάν θα εφαρμοσθούν τα πρωτόκολλα απομάκρυνσης».