Ταξίδι χωρίς γυρισμό
Απόγευμα Σαββάτου στον Εύοσμο,
με τον ουρανό θολό και τον αέρα να φυσάει…
Δίπλα ακριβώς από τις γραμμές του τρένου
το ακατοίκητο νεόκτιστο, σιωπηλό και κρύο.
Έβρεχε απ’ το πρωί μέχρι κα το μεσημέρι
Κι όταν σταμάτησε, το δοξάρι δεν φάνηκε.
Αν ερχόταν, αν έβγαινε έστω και για λίγο
Ίσως και να φώτιζε το μουντό τριγύρω τοπίο
και τα άχρωμα όνειρα των δυο παιδιών στο κτίσμα
που έψαχναν διέξοδο στην κιτρινωπή σκόνη.
Έτρεμαν οι σύριγγες στα χέρια τους, και δίπλα
το κουταλάκι πάνω απ’ τη φλόγα που έσβηνε.
Αργά και καταπραϋντικά κύλησε στις φλέβες τους
το λιωμένο στο ξινό φαρμάκι-βάλσαμο
Ο ένας άντεξε, ο άλλος όχι, και πέταξε στο πουθενά.
Σε λίγο, δυο διαφορετικές σειρήνες ήχησαν δυνατά
αναστατώνοντας τους εφησυχασμένους της γειτονιάς
Περιπολικό και ασθενοφόρο στο καθήκον της βάρδιας
αστυνομικοί και νοσοκόμοι σε υπηρεσία ρουτίνας
τι κι αν πρόκειται για ανθρώπινη ζωή, χαμένη ήταν…
Μετά, και πάλι όλα όπως πρώτα, όπως πάντα
Περίεργα, σιωπηλά κι ανέκφραστα βλέμματα
Παντού σφαλισμένα παράθυρα και άδειες καρδιές…