Θεόδωρος Ανδρεάδης – Ο μικρός Γιωβάν από τα Μυστικά του Βάλτου (Ευαγγελία Κ. Λάππα)
Ο Θεόδωρος Ανδρεάδης γεννήθηκε στο χωριό Κοπανός[1] της Ημαθίας, την ημέρα των Αγίων Θεοδώρων το 1898. Ήταν γιος του Βασιλείου Ανδρεάδη και της Χάιδως Θεοδωρίδη.
Το 1904, λόγω της προσχωρήσεως του πατέρα του στο Ελληνικό ανταρτικό σώμα του Παύλου Μελά, οι κομιτατζήδες κατέστρεψαν το Κοπανό και αφού σκότωσαν την μητέρα του και την γιαγιά του, τον πήραν για δουλοπαίδι για να βόσκει τα πρόβατα του Βούλγαρου κομιτατζή Άγγελ Πέιο. Εκεί τον φώναζαν «Γιωβάν» και τον κακομεταχειρίζονταν. Όπως γράφει ο Τάκης Παπαθανασίου: «είχε συνηθίσει σε κάθε είδους πονηριές για να προφυλάγεται από την μανία του Άγγελ Πέιο, που συχνά τον έδερνε.»[2]
Το 1906, κατόρθωσε να δραπετεύσει, με την βοήθεια ενός παιδιού από το χωριό Γιδά[3], του Αποστόλη. Έκτοτε, συμμετείχε στον Μακεδονικό Αγώνα ως πληροφοριοδότης και αγγελιοφόρος. Παράλληλα, ετέθη υπό την προστασία της Μακεδονομάχου δασκάλας Ηλέκτρας Δράκου[4] στο χωριό Ζορμπάς[5]. Όπως γράφει ο Τάκης Παπαθανασίου: «Το μίσος του για τους Βουλγάρους ήταν φανερό και στο άκουσμά τους άστραφτε από θυμό το προσωπάκι του… Ήθελε να εκδικηθεί, καθώς έλεγε συχνά, τον άτιμο κομιτατζή, μα ήταν μικρός ακόμα.»[6]
Το 1906, λόγω του ότι οι Βούλγαροι ετοίμαζαν επίθεση[7] με ορμητήριο το χωριό Μπόζετς[8], ο «Γιωβάν» έλαβε αποστολή να μεταφέρει ένα γράμμα του καπετάν Νικηφόρου[9] στον Έλληνα Πρόξενο της Θεσσαλονίκης, Λάμπρο Κορομηλά[10], προκειμένου να ληφθούν δραστικά μέτρα[11]. Αν και δεν κατόρθωσε να φθάσει στην Θεσσαλονίκη, μέσω σιδηροδρόμου Πλατέος[12], κατόρθωσε να στείλει το γράμμα στον Έλληνα Πρόξενο[13], μέσω ενός σιδηροδρομικού υπαλλήλου, ονόματι Χρήστου[14].
Τον Ιανουάριο του 1907, η Ηλέκτρα Δράκου, επειδή οι Βούλγαροι την φοβέριζαν στην προσπάθειά τους να τη διώξουν από το χωριό Ζορμπάς[15], άφησε για ασφάλεια τον «Γιωβάν» στον καπετάν Νικηφόρο, ο οποίος, με την σειρά του, ανέθεσε την φροντίδα του στην Μακεδονομάχο δασκάλα Ευθαλία στο Μπόζετς[16]. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο πατέρας του «Γιωβάν», Βασίλειος Ανδρεάδης[17], ο οποίος είχε ενταχθεί στο σώμα του καπετάν Νικηφόρου, μόλις αντίκρισε τον γιο του, δεν τον αναγνώρισε και, επειδή είχε μίσος απέναντι στους Βουλγάρους, τον αποκαλούσε «Βουλγαράκι»[18].
Όταν το ελληνικό σώμα του καπετάν Νικηφόρου επιτέθηκε στην βουλγαρική συνοικία του Μπόζετς, η Ευθαλία, γνωρίζοντας την αντίδραση των Τούρκων[19], παρέδωσε τον «Γιωβάν» στον Αποστόλη, ο οποίος τον πήρε μαζί του στον Βάλτο των Γιαννιτσών[20]. Ύστερα, ο «Γιωβάν» δόθηκε εκ νέου στην Ηλέκτρα Δράκου, η οποία, μετά την νοσηλεία της στην Θεσσαλονίκη, μετατέθηκε στο Μπόζετς.
Από τον Ιούνιο του 1907 και πέρα, δεν υπάρχει άλλη ιστορική αναφορά γι’ αυτόν. Το μόνο που γνωρίζουμε είναι ότι τελικά ο πατέρας του τον αναγνώρισε[21].
Πηγές
- Δέλτα Πηνελόπης Στεφ., Στα μυστικά του Βάλτου, Εκδόσεις Πελασγός, Αθήνα 2022.
- Δεμέστιχας Ιωάννης, Ο Μακεδονομάχος Ναύαρχος Ιωάννης Ν. Δεμέστιχας (1882 – 1960), Εκδόσεις Νέα Θέσις, Αθήναι Δεκέμβριος 2012.
- Διπλωματική Εργασία της Μπρούμπα Νίκη με θέμα: Δασκάλες στον Μακεδονικό Αγώνα και η προσφορά τους, Θεσσαλονίκη 2015.
- Μαστέλλου-Γιαννάκενα Ελίνα, Ο Παύλος Μελάς και ο Μακεδονικός Αγώνας (1904-1908), Ο σκοπός του και οι ήρωές του, Εκδόσεις Πελασγός Ιωάννου Χρ. Γιαννάκενα, Αθήνα 2018.
- Οικονόμου Παντελή, Παιδιά ήρωες του Μακεδονικού Αγώνα στο Μακεδονική Φιλεκπαιδευτική Αδελφότης, Χρονικά, Τόμος Στ΄, Θεσσαλονίκη 1986, σελ. 201 – 202.
- Μόδη Γεωργίου Χρ., Ο Μακεδονικός Αγών και η Νεώτερη Μακεδονική Ιστορία, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1967.
- Παπαθανασίου Τάκη, Tα «παιδιά» στον Μακεδονικό Αγώνα, Μακεδονικό Ημερολόγιο 1962 Εικονογραφημένον, Νικόλαος Α. Σφενδόνης (ανθολόγος) Καθηγητής Φιλολογίας, Ιδιωτική Έκδοσις, Αθήνα 1962, σελ. 299 – 304.
- Τιμοθεάδη Τιμοθέου, Μακεδονικός Αγώνας. Απομνημονεύματα Γρηγορίου Δημόπουλου. Στη λίμνη Γιαννιτσών και στη γύρω περιοχή στη Θεσσαλονίκη και Χαλκιδική, Θεσσαλονίκη 1994.
[1] Το χωριό Κοπανός της Ημαθίας ιδρύθηκε την περίοδο της Ρωμανίας, με το όνομα Κοπανός ή Άνω Κοπανός. Βρίσκεται στην θέση της αρχαίας Μίεζας ή «Ιερό των Νυμφών», το οποίο ήταν ο ιερός χώρος της αρχαίας Μακεδονίας, όπου ο Αριστοτέλης δίδαξε τον Μέγα Αλέξανδρο μεταξύ 343 π.Χ.- 340 π.Χ. καθ’ υπόδειξιν του πατέρα του Φιλίππου. (Πηγή: Ιστορία – Κοπανός | https://kopanos-imathias.blogspot.com/p/blog-page.html)
[2] Παπαθανασίου Τάκη, Tα «παιδιά» στον Μακεδονικό Αγώνα, σελ. 302.
[3] Σημερινή Αλεξάνδρεια Ημαθίας.
[4] H Ηλέκτρα Δράκου καταγόταν από την Κατερίνη της Πιερίας και φοίτησε στο Παρθεναγωγείο. Οι Βούλγαροι κομιτατζήδες δολοφόνησαν τον πατέρα της, όταν εκείνη βρισκόταν σε νεαρή ηλικία. (Πηγή: Διπλωματική Εργασία της Μπρούμπα Νίκη με θέμα: Δασκάλες στον Μακεδονικό Αγώνα και η προσφορά τους, Θεσσαλονίκη 2015, σελ. 70.)
[5] Σημερινό χωριό Μεγάλο Μοναστήρι Γιαννιτσών.
[6] Παπαθανασίου Τάκη, Tα «παιδιά» στον Μακεδονικό Αγώνα, σελ. 302.
[7] ο. π.
[8] Σημερινό χωριό Άθυρα της Πέλλας.
[9] Ο Ιωάννης Δεμέστιχας (Αθήνα 1882 – Μαρούσι 1960) εισήλθε στην Σχολή Ναυτικών Δοκίμων το 1896. Το 1900, απεφοίτησε ως σημαιοφόρος και λίγο αργότερα συμμετείχε στον Μακεδονικό Αγώνα, ως αρχηγός Ελληνικού ανταρτικού σώματος, με το ψευδώνυμο Καπετάν Νικηφόρος. Επίσης, συμμετείχε στους Βαλκανικούς Πολέμους 1912 – 1913, στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στην Μικρασιατική Εκστρατεία. Αποστρατεύθηκε με τον βαθμό του αντιναυάρχου το 1945. Είχε τιμηθεί μεταξύ άλλων με τον Πολεμικό Σταυρό Β΄ και Γ΄. (Πηγή: Δεμέστιχας Ιωάννης, Ο Μακεδονομάχος Ναύαρχος Ιωάννης Ν. Δεμέστιχας (1882 – 1960), Εκδόσεις Νέα Θέσις, Αθήναι Δεκέμβριος 2012, σελ. 12.)
[10] Ο διπλωμάτης Λάμπρος Κορομηλάς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1856 και ήταν ένα από τα τρία παιδιά του Ανδρέα Κορομηλά και της Μαρίας Πιτσιπιού. Όμως, η μητέρα του ξαναπαντρεύτηκε τον Χατζόπουλο-Χατζηανέστη και απέκτησε άλλα δύο παιδιά, τον Γεώργιο (μετέπειτα γνωστό αρχιστράτηγο στη Μικρά Ασία και έναν από τους έξι που εκτελέστηκαν από τους κινηματίες της Χίου) και την Αικατερίνη, μετέπειτα σύζυγο του Άγγλου αντιβασιλέα των Ινδιών, φιλέλληνα και ευεργέτη του Μακεδονικού Αγώνα Εδουάρδου Λω. Ο Λάμπρος Κορομηλάς συμμετείχε στην Κρητική Επανάσταση του 1896 και στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897. Κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα, όντας Γενικός πρόξενος στο Ελληνικό Προξενείο της Θεσσαλονίκης, υπήρξε οργανωτής και συντονιστής των ελληνικών αντάρτικων Σωμάτων και γενικά του Μακεδονικού Αγώνα στο βιλαέτι της Θεσσαλονίκης. Το 1906 όμως, η ελληνική κυβέρνηση, υπό την πίεση των Τούρκων, αναγκάστηκε να τον ανακαλέσει στην Αθήνα και να τον διορίσει πρεσβευτή στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Ωστόσο, η δράση του Κορομηλά στον Μακεδονικό Αγώνα συνεχίστηκε, έστω και με άλλη μορφή, μέχρι το 1910. Απεβίωσε από καρδιακή προσβολή στην Νέα Υόρκη το 1923, όπου είχε εγκατασταθεί. (Πηγές: Μαστέλλου-Γιαννάκενα Ελίνα, Ο Παύλος Μελάς και ο Μακεδονικός Αγώνας (1904-1908), Ο σκοπός του και οι ήρωές του, Εκδόσεις Πελασγός Ιωάννου Χρ. Γιαννάκενα, Αθήνα 2018 και Παμμακεδονικός Σύλλογος, Μακεδονικό Ημερολόγιο 1909, Επιτηρίς Μακεδόνων εν Αθήναις.)
[11] Παπαθανασίου Τάκη, Tα «παιδιά» στον Μακεδονικό Αγώνα, σελ. 300.
[12] ο. π.
[13] ο. π., σελ. 302 – 303.
[14] ο. π., σελ. 303.
[15] Τιμοθεάδη Τιμοθέου Ι., Μακεδονικός Αγώνας. Απομνημονεύματα Γρηγορίου Δημόπουλου. Στη λίμνη Γιαννιτσών και στη γύρω περιοχή στη Θεσσαλονίκη και Χαλκιδική, Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 56.
[16] Τιμοθεάδη Τιμοθέου Ι., Μακεδονικός Αγώνας. Απομνημονεύματα Γρηγορίου Δημόπουλου. Στη λίμνη Γιαννιτσών και στη γύρω περιοχή στη Θεσσαλονίκη και Χαλκιδική, Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 66.
[17] Ο Βασίλειος Ανδρεάδης, μετά τον θάνατο του Παύλου Μελά, είχε καταφύγει στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου εργάσθηκε ως κηπουρός στην οικία του Αιγυπτιώτη Έλληνα Γεωργίου Βασιωτάκη. Το 1907, θέλοντας να εκδικηθεί για το ξεκλήρισμα της οικογένειάς του, αποφάσισε να επιστρέψει στην Μακεδονία, συνοδευόμενος από τον Δημήτριο (Μήτσο) και τον Περικλή Βασιωτάκη, γιο και ανιψιό του Γεωργίου Βασιωτάκη αντίστοιχα.
[18] Τιμοθεάδη Τιμοθέου Ι., Μακεδονικός Αγώνας. Απομνημονεύματα Γρηγορίου Δημόπουλου. Στη λίμνη Γιαννιτσών και στη γύρω περιοχή στη Θεσσαλονίκη και Χαλκιδική, Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 57.
[19] ο. π., σελ. 66.
[20] ο. π.
[21] ο. π., σελ. 74. βλ. και Οικονόμου Παντελή, Παιδιά ήρωες του Μακεδονικού Αγώνα, σελ. 202. Στα Μυστικά του Βάλτου αναφέρονται για τον «Γιωβάν» τα εξής, χωρίς, όμως, να έχουν επιβεβαιωθεί: στις 3 Ιουνίου 1907, ο «Γιωβάν», ακολουθώντας κρυφά τον καπετάν Άγρα, προσπάθησε να τον σώσει από τους κομιτατζήδες, αλλά ο κομιτατζής Ζλατάν τον κλώτσησε, με αποτέλεσμα να σπάσει το ραχοκόκκαλό του και να κατρακυλήσει στην ρεματιά. Εκεί τον βρήκαν ο Αποστόλης από τον Γιδά και ο Βασίλειος Ανδρεάδης, ο οποίος αναγνώρισε στο πρόσωπό του τον χαμένο του γιο από μια ελιά στην πλάτη του. Ο «Γιωβάν» μεταφέρθηκε στην οικία μιας Ναουσαίας, όπου, όμως, παρά την προσπάθειες όλων, δεν κατόρθωσε να γιατρευτεί και απεβίωσε από εσωτερική αιμορραγία σε λίγες ημέρες.